Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Εισαγωγή στη φωτοσυνθετική παραγωγικότητα"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση από ένα χρήστη δεν εμφανίζεται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Η φωτοσυνθετική παραγωγικότητα στα καρποφόρα δένδρα εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Μερικοί από τους παράγοντες αυτούς είναι παρόμοιοι με εκείνους, που έχουν προσδιοριστεί γενικά για τα [[Κατάλογος φυτών|φυτά]], άλλοι δε είναι εξειδικευμένοι για τα ξυλώδη πολυετή και ιδιαιτέρως για τα καρποφόρα [[Δενδρώδεις καλλιέργειες|δένδρα]]. Οι παράγοντες που καθορίζουν τη φωτοσυνθετική παραγωγικότητα των καρποφόρων δένδρων μπορεί να διακριθούν σε εσωτερικούς και περιβαλλοντικούς. Οι εσωτερικοί παράγοντες αφορούν κυρίως τη φυλλική δομή και την περιεκτικότητα των φύλλων σε χλωροφύλλη, την υπό των δένδρων υδατική αγωγιματική ικανότητα και ωσμωτική ρύθμιση και την παρουσία ισχυρών κέντρων συγκέντρωσης υδατανθράκων, όπως είναι οι καρποί.
+
Η φωτοσυνθετική παραγωγικότητα στα καρποφόρα δένδρα εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Μερικοί από τους παράγοντες αυτούς είναι παρόμοιοι με εκείνους, που έχουν προσδιοριστεί γενικά για τα [[Κατάλογος φυτών|φυτά]], άλλοι δε είναι εξειδικευμένοι για τα ξυλώδη πολυετή και ιδιαιτέρως για τα καρποφόρα [[Δενδρώδεις καλλιέργειες|δένδρα]]. Οι παράγοντες που καθορίζουν τη φωτοσυνθετική παραγωγικότητα των καρποφόρων δένδρων μπορεί να διακριθούν σε εσωτερικούς και περιβαλλοντικούς.  
Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες περιλαμβάνουν το διαθέσιμο φως, την υψηλή θερμοκρασία, που μπορεί να επηρεάσει τη φωτοσύνθεση, αλλά πιο πολύ επηρεάζει την κανονική αναπνοή, η οποία συμβάλλει σε σημαντική απώλεια υδατανθράκων και το διαθέσιμο νερό, το οποίο μαζί με την ατμοσφαιρική υγρασία καθορίζουν το άνοιγμα των στοματίων και επηρεάζουν σημαντικά την ανταλλαγή του CO<sub>2</sub> και συνεπώς τη φωτοσύνθεση. Στα καρποφόρα δένδρα, επιπρόσθετα των περίπλοκων αυτών επιδράσεων, πρέπει κανείς να λαμβάνει υπόψη του και το προϊστορικό του φυτού, το οποίο επηρεάζει τη φωτοσυνθετική παραγωγικότητα.
+
Οι Heinicke και Childers το 1935 προσδιόρισαν την ολική φωτοσύνθεση ενός νεαρού [[Μηλιά|μηλεοδένδρου]] καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου. Η έρευνα έδειξε ότι το δένδρο στις αρχές της βλαστικής περιόδου χάνει ενέργεια, αργότερα όμως με την ανάπτυξη της φυλλικής επιφάνειας, η φωτοσύνθεση σιγά σιγά αυξάνει και καθώς τα [[Φύλλα|φύλλα]] γηράσκουν, ο φωτοσυνθετικός ρυθμός μειώνεται. Καθ' όλη τη βλαστική περίοδο, ο πιο σημαντικός παράγοντας, που ελέγχει τη φωτοσύνθεση είναι η ένταση του φωτός. Σε ημέρες με υψηλά επίπεδα ακτινοβολίας η φωτοσύνθεση είναι υψηλή και αντίθετα σε ημέρες με χαμηλά επίπεδα ακτινοβολίας η φωτοσύνθεση μπορεί να είναι μόνο το 25% εκείνης, που επισυμβαίνει σε ηλιόλουστες ημέρες. Τα δεδομένα των εργασιών των πιο πάνω ερευνητών
+
έδειξαν ότι, η φωτοσύνθεση καθ' όλη τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου, δεν είναι σταθερή, αλλά διακυμαινόμενη. Αυτό σημαίνει ότι η φωτοσυνθετική παραγωγικότητα, για τη λήψη υψηλών σοδειών, πρέπει να εξετάζεται σε ετήσια βάση.
+
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το φώς είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας που ελέγχει τη φωτοσύνθεση. Κατά συνέπεια όταν τα καρποφόρα δένδρα εκτίθενται σε ηλιακή ακτινοβολία, η ακτινοβολία αλληλεπιδρά με τα δένδρα μέσω της απορροφητικότητας, σκεδάσεως και διαπερατότητας δια μέσου της κόμης. Σ' ένα σύγχρονο οπωρώνα περίπου το 30% της ολικής ακτινοβολίας απορροφάται από τα φύλλα. Το ενεργό φωτοσυνθετικό ποσοστό της απορροφούμενης ακτινοβολίας, εκφραζόμενο σε ηλιακή ακτινοβολία, περίπου το 28%, χρησιμοποιείται για την παραγωγή υδατανθράκων και αποθηκεύεται χημικά στο δένδρο σε μορφή συστατικών υψηλής ενέργειας. Πάνω από το 70% της ηλιακής ακτινοβολίας, που απορροφάται από το δένδρο, μετατρέπεται σε θερμότητα και χρησιμοποιείται, ως ενέργεια, για τη διαπνοή και τη μαζική ανταλλαγή θερμότητας με τον περιβάλλοντα αέρα. Οι διαδικασίες αυτές καθορίζουν την κατανάλωση του νερού των δένδρων και τη θερμοκρασία των φύλλων και των καρπών. Για μια υψηλή φωτοσυνθετική παραγωγικότητα η ηλιακή δέσμευση πρέπει να αυξηθεί στο μέγιστο βαθμό, και για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται η κόμη του δένδρου να καλύπτει τον διαθέσιμο ωφέλιμο χώρο στον οπωρώνα, να είναι διαμορφωμένη κατά τρόπο που να επιτρέπει την υψηλότερη δυνατή ηλιακή δέσμευση και την επιθυμητή κατανομή του φωτός εντός αυτής.<ref name="Εισαγωγή στη φωτοσυνθετική παραγωγικότητα"/>
+
  
 +
Οι <b>εσωτερικοί παράγοντες</b> αφορούν κυρίως τη φυλλική δομή και την περιεκτικότητα των [[Φύλλα|φύλλων]] σε χλωροφύλλη, την υπό των δένδρων υδατική αγωγιματική ικανότητα και ωσμωτική ρύθμιση και την παρουσία ισχυρών κέντρων συγκέντρωσης υδατανθράκων, όπως είναι οι καρποί.
  
 +
Οι <b>περιβαλλοντικοί παράγοντες</b> περιλαμβάνουν το διαθέσιμο φως, την υψηλή θερμοκρασία, που μπορεί να επηρεάσει τη φωτοσύνθεση, αλλά πιο πολύ επηρεάζει την κανονική αναπνοή, η οποία συμβάλλει σε σημαντική απώλεια υδατανθράκων και το διαθέσιμο νερό, το οποίο μαζί με την ατμοσφαιρική υγρασία καθορίζουν το άνοιγμα των στοματίων και επηρεάζουν σημαντικά την ανταλλαγή του CO<sub>2</sub> και συνεπώς τη φωτοσύνθεση.
 +
 +
Στα καρποφόρα δένδρα, επιπρόσθετα των περίπλοκων αυτών επιδράσεων, πρέπει κανείς να λαμβάνει υπόψη του και το προϊστορικό του φυτού, το οποίο επηρεάζει τη φωτοσυνθετική παραγωγικότητα. Οι Heinicke και Childers το 1935 προσδιόρισαν την ολική φωτοσύνθεση ενός νεαρού [[Μηλιά|μηλεοδένδρου]] καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου. Η έρευνα έδειξε ότι το δένδρο στις αρχές της βλαστικής περιόδου χάνει ενέργεια, αργότερα όμως με την ανάπτυξη της [[Βοτανικά χαρακτηριστικά μηλιάς|φυλλικής επιφάνειας]], η φωτοσύνθεση σιγά σιγά αυξάνει και καθώς τα φύλλα γηράσκουν, ο φωτοσυνθετικός ρυθμός μειώνεται. Καθ' όλη τη βλαστική περίοδο, ο πιο σημαντικός παράγοντας, που ελέγχει τη φωτοσύνθεση είναι η ένταση του φωτός. Σε ημέρες με υψηλά επίπεδα ακτινοβολίας η φωτοσύνθεση είναι υψηλή και αντίθετα σε ημέρες με χαμηλά επίπεδα ακτινοβολίας η φωτοσύνθεση μπορεί να είναι μόνο το 25% εκείνης, που επισυμβαίνει σε ηλιόλουστες ημέρες. Τα δεδομένα των εργασιών των πιο πάνω ερευνητών έδειξαν ότι, η φωτοσύνθεση καθ' όλη τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου, δεν είναι σταθερή, αλλά διακυμαινόμενη. Αυτό σημαίνει ότι η φωτοσυνθετική παραγωγικότητα, για τη λήψη υψηλών σοδειών, πρέπει να εξετάζεται σε ετήσια βάση.
 +
 +
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το φώς είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας που ελέγχει τη φωτοσύνθεση. Κατά συνέπεια όταν τα καρποφόρα δένδρα εκτίθενται σε ηλιακή ακτινοβολία, η ακτινοβολία αλληλεπιδρά με τα δένδρα μέσω της απορροφητικότητας, σκεδάσεως και διαπερατότητας δια μέσου της κόμης. Σ' ένα σύγχρονο οπωρώνα περίπου το 30% της ολικής ακτινοβολίας απορροφάται από τα φύλλα. Το ενεργό φωτοσυνθετικό ποσοστό της απορροφούμενης ακτινοβολίας, εκφραζόμενο σε ηλιακή ακτινοβολία, περίπου το 28%, χρησιμοποιείται για την παραγωγή υδατανθράκων και αποθηκεύεται χημικά στο δένδρο σε μορφή συστατικών υψηλής ενέργειας. Πάνω από το 70% της ηλιακής ακτινοβολίας, που απορροφάται από το δένδρο, μετατρέπεται σε θερμότητα και χρησιμοποιείται, ως ενέργεια, για τη διαπνοή και τη μαζική ανταλλαγή θερμότητας με τον περιβάλλοντα αέρα. Οι διαδικασίες αυτές καθορίζουν την κατανάλωση του νερού των δένδρων και τη θερμοκρασία των φύλλων και των καρπών. Για μια υψηλή φωτοσυνθετική παραγωγικότητα η ηλιακή δέσμευση πρέπει να αυξηθεί στο μέγιστο βαθμό, και για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται η κόμη του δένδρου να καλύπτει τον διαθέσιμο ωφέλιμο χώρο στον οπωρώνα, να είναι διαμορφωμένη κατά τρόπο που να επιτρέπει την υψηλότερη δυνατή ηλιακή δέσμευση και την επιθυμητή κατανομή του φωτός εντός αυτής.<ref name="Εισαγωγή στη φωτοσυνθετική παραγωγικότητα"/>
  
 
==Βιβλιογραφία==
 
==Βιβλιογραφία==

Τελευταία αναθεώρηση της 07:12, 6 Ιουλίου 2016

Η φωτοσυνθετική παραγωγικότητα στα καρποφόρα δένδρα εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Μερικοί από τους παράγοντες αυτούς είναι παρόμοιοι με εκείνους, που έχουν προσδιοριστεί γενικά για τα φυτά, άλλοι δε είναι εξειδικευμένοι για τα ξυλώδη πολυετή και ιδιαιτέρως για τα καρποφόρα δένδρα. Οι παράγοντες που καθορίζουν τη φωτοσυνθετική παραγωγικότητα των καρποφόρων δένδρων μπορεί να διακριθούν σε εσωτερικούς και περιβαλλοντικούς.

Οι εσωτερικοί παράγοντες αφορούν κυρίως τη φυλλική δομή και την περιεκτικότητα των φύλλων σε χλωροφύλλη, την υπό των δένδρων υδατική αγωγιματική ικανότητα και ωσμωτική ρύθμιση και την παρουσία ισχυρών κέντρων συγκέντρωσης υδατανθράκων, όπως είναι οι καρποί.

Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες περιλαμβάνουν το διαθέσιμο φως, την υψηλή θερμοκρασία, που μπορεί να επηρεάσει τη φωτοσύνθεση, αλλά πιο πολύ επηρεάζει την κανονική αναπνοή, η οποία συμβάλλει σε σημαντική απώλεια υδατανθράκων και το διαθέσιμο νερό, το οποίο μαζί με την ατμοσφαιρική υγρασία καθορίζουν το άνοιγμα των στοματίων και επηρεάζουν σημαντικά την ανταλλαγή του CO2 και συνεπώς τη φωτοσύνθεση.

Στα καρποφόρα δένδρα, επιπρόσθετα των περίπλοκων αυτών επιδράσεων, πρέπει κανείς να λαμβάνει υπόψη του και το προϊστορικό του φυτού, το οποίο επηρεάζει τη φωτοσυνθετική παραγωγικότητα. Οι Heinicke και Childers το 1935 προσδιόρισαν την ολική φωτοσύνθεση ενός νεαρού μηλεοδένδρου καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου. Η έρευνα έδειξε ότι το δένδρο στις αρχές της βλαστικής περιόδου χάνει ενέργεια, αργότερα όμως με την ανάπτυξη της φυλλικής επιφάνειας, η φωτοσύνθεση σιγά σιγά αυξάνει και καθώς τα φύλλα γηράσκουν, ο φωτοσυνθετικός ρυθμός μειώνεται. Καθ' όλη τη βλαστική περίοδο, ο πιο σημαντικός παράγοντας, που ελέγχει τη φωτοσύνθεση είναι η ένταση του φωτός. Σε ημέρες με υψηλά επίπεδα ακτινοβολίας η φωτοσύνθεση είναι υψηλή και αντίθετα σε ημέρες με χαμηλά επίπεδα ακτινοβολίας η φωτοσύνθεση μπορεί να είναι μόνο το 25% εκείνης, που επισυμβαίνει σε ηλιόλουστες ημέρες. Τα δεδομένα των εργασιών των πιο πάνω ερευνητών έδειξαν ότι, η φωτοσύνθεση καθ' όλη τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου, δεν είναι σταθερή, αλλά διακυμαινόμενη. Αυτό σημαίνει ότι η φωτοσυνθετική παραγωγικότητα, για τη λήψη υψηλών σοδειών, πρέπει να εξετάζεται σε ετήσια βάση.

Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το φώς είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας που ελέγχει τη φωτοσύνθεση. Κατά συνέπεια όταν τα καρποφόρα δένδρα εκτίθενται σε ηλιακή ακτινοβολία, η ακτινοβολία αλληλεπιδρά με τα δένδρα μέσω της απορροφητικότητας, σκεδάσεως και διαπερατότητας δια μέσου της κόμης. Σ' ένα σύγχρονο οπωρώνα περίπου το 30% της ολικής ακτινοβολίας απορροφάται από τα φύλλα. Το ενεργό φωτοσυνθετικό ποσοστό της απορροφούμενης ακτινοβολίας, εκφραζόμενο σε ηλιακή ακτινοβολία, περίπου το 28%, χρησιμοποιείται για την παραγωγή υδατανθράκων και αποθηκεύεται χημικά στο δένδρο σε μορφή συστατικών υψηλής ενέργειας. Πάνω από το 70% της ηλιακής ακτινοβολίας, που απορροφάται από το δένδρο, μετατρέπεται σε θερμότητα και χρησιμοποιείται, ως ενέργεια, για τη διαπνοή και τη μαζική ανταλλαγή θερμότητας με τον περιβάλλοντα αέρα. Οι διαδικασίες αυτές καθορίζουν την κατανάλωση του νερού των δένδρων και τη θερμοκρασία των φύλλων και των καρπών. Για μια υψηλή φωτοσυνθετική παραγωγικότητα η ηλιακή δέσμευση πρέπει να αυξηθεί στο μέγιστο βαθμό, και για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται η κόμη του δένδρου να καλύπτει τον διαθέσιμο ωφέλιμο χώρο στον οπωρώνα, να είναι διαμορφωμένη κατά τρόπο που να επιτρέπει την υψηλότερη δυνατή ηλιακή δέσμευση και την επιθυμητή κατανομή του φωτός εντός αυτής.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Γενική Δενδροκομία, του Καθηγητή Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Α. Ποντίκη, 1997.