Κλιματικές συνθήκες βερυκοκκιάς
Η βερυκοκκιά κατά τη ληθαργική περίοδο είναι ανθεκτική στο ψύχος (-30 έως -40oC). Οι οφθαλμοί της, αν και έχουν μέτριες ανάγκες σε ψύχος για να διακόψουν το λήθαργο τους (300-900 ώρες κάτω από 7oC), ανθίζουν νωρίς την άνοιξη. Συνεπώς οι παγετοί ενδέχεται να ζημιώσουν τα άνθη και τους καρπούς. Σε περιοχές με ήπιους χειμώνες, αν οι απαιτήσεις σε ψύχος των οφθαλμών της δεν ικανοποιηθούν, οι ανθοφόροι οφθαλμοί πριν ανοίξουν πέφτουν, με αποτέλεσμα τη μείωση ή την απώλεια της παραγωγής. Επίσης σε περιοχές με ψηλή ατμοσφαιρική υγρασία κατά την κρίσιμη για τη βερυκοκκιά περίοδο της άνοιξης (άνθηση, νεαροί καρποί), η καλλιέργεια της αποτυγχάνει, γιατί ευνοείται η εμφάνιση και διάδοση της μονίλιας, στην οποία είναι πολύ ευαίσθητη. Οι δε πολύ ψηλές θερμοκρασίες κατά την περίοδο πριν απ' την ωρίμαση των καρπών, (όταν αρχίζει να χάνεται το πράσινο χρώμα των καρπών και μέχρι την έναρξη της ωριμάσεώς τους) ενδέχεται να ζημιώσουν σοβαρά την ποιότητα των βερύκοκκων, γιατί συμβάλλουν στην εκδήλωση μιας αλλοίωσης της σάρκας κοντά στον πυρήνα γνωστή με το όνομα 'Pitburn' (κάψιμο γύρω απ' τον πυρήνα).
Κατά το Crane (1954) επιτεύχθηκε αυξημένη ανθεκτικότητα καρπών σε χαμηλές θερμοκρασίες με ψεκασμό με 2, 4, 5-Τ, που έγινε 15 ώρες πριν από παγετό (0oC για 3 ώρες ή -0.6oC για 1 ώρα), που σημειώθηκε 40 μέρες μετά την πλήρη άνθηση. Ακόμα τα ψεκασθέντα δένδρα, παρουσίασαν καρπόπτωση, λόγω παγετού, σε ποσοστό 84% μικρότερο απ' εκείνο των δένδρων, που δε ψεκάστηκαν. Επιπρόσθετα, καρποί της ποικιλίας Tilton, που ζημιώθηκαν σοβαρά από παγετό αμέσως μετά την καρπόδεση, αναπτύχθηκαν κανονικά μετά από ψεκασμό με 2, 4, 5-Τ, που έγινε δυο μέρες μετά τον παγετό.