Υλικά συσκευασίας
Τα υλικά που χρησιμοποιούνται στη συσκευασία είναι :
- Χαρτί για εύκαμπτη συσκευασία
- Χαρτόνι για δύσκαμπτους περιέκτες
- Μεταλλικά δοχεία
- Μεταλλικά φύλλα για εύκαμπτη συσκευασία
- Γυάλινα δοχεία
- Πλαστικές μεμβράνες
- Πλαστικοί περιέκτες δύσκαμπτοι
- Ξύλινοι περιέκτες
Περιεχόμενα
Χαρτί - χαρτόνι
Το χαρτί ή χαρτόνι και τα υλικά συσκευασίας που έχουν ως βάση αυτά αποτελούν μεγάλο ποσοστό των υλικών συσκευασίας. Οι κύριες αιτίες είναι το χαμηλό κόστος, η διαθεσιμότητα, η εύκολη διαμόρφωση και η χαμηλή ρύπανση, λόγω αποικοδόμησης. Το χαρτόνι διαφέρει από το χαρτί ως προς το βάρος ανά μονάδα επιφάνειας . Διεθνώς ως χαρτόνι χαρακτηρίζεται το προϊόν βάρους μεγαλύτερου των 250 g / m2, ενώ το μικρότερου βάρους χαρακτηρίζεται ως χαρτί. Το πάχος του χαρτονιού είναι μεγαλύτερο από 0,30 mm. Οι ιδιότητες του χαρτιού ως υλικού συσκευασίας μπορούν να μεταβληθούν πολύ ανάλογα με τη διεργασία παραγωγής, την προσθήκη ουσιών βελτίωσης στην κατασκευή του φύλλου ή την επίστρωση των φύλλων με κηρούς, άσφαλτο, πλαστικά κλπ.
Το χαρτί χωρίζεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες : τα λεπτά χαρτιά που γενικά φτιάχνονται από αποχρωματισμένομ πολτό και τυπικά χρησιμοποιούνται σαν χαρτί γραψίματος, δεσίματος, χαρτί για βιβλία ή για κάλυμμα και τα τραχιά χαρτιά που συνήθως φτιάχνονται από kraft πολτούς μαλακών ξύλων που δεν έχουν υποστεί αποχρωματισμό και χρησιμοποιούνται για συσκευασία.
Οι κύριοι τύποι χαρτιών συσκευασίας είναι :
Χαρτί kraft
Το χαρτί kraft είναι ένα τραχύ χαρτί, εξαιρετικής ισχύος. Συνήθως χρησιμοποιείται για την παρασκευή σακουλών.
Αποχρωματισμένο χαρτί
Παρασκευάζεται από πολτούς οι οποίοι είναι σχετικά λευκοί, λαμπεροί, μαλακοί και δεκτικοί στα ειδικά χημικά που είναι αναγκαία για να αναπτυχθούν πολλές λειτουργικές τους ιδιότητες. Γενικά είναι πιο ακριβά και πιο αδύνατα από τα μη αποχρωματισμένα χαρτιά. Η αισθητική τους πλευρά συχνά αυξάνεται με επικάλυψη καολίνη στη μία ή και στις δύο πλευρές.
Αποχρωματισμένο χαρτί
Είναι ένα ημιδιαφανές χαρτί που στο τελευταίο στάδιο της επεξεργασίας του, ενυδατώνεται για να παρέχει αντίσταση στις λιπαρές ουσίες. Η ικανοποιητική λειτουργικότητα των χαρτιών που είναι αδιαπέρατα στις λιπαρές ουσίες εξαρτάται από τον βαθμό στον οποίο έχουν κλείσει οι πόροι. Χρησιμοποιείται συνήθως για τη συσκευασία βουτύρου και παρόμοιων λιπαρών τροφίμων καθώς αντιστέκονται στη διείσδυση του λίπους για αρκετό χρονικό διάστημα.
Αεροστεγές χαρτί
Το αεροστεγές χαρτί (glassine paper) έχει πάρει την αγγλική του ονομασία από την υαλώδη, λεία επιφάνεια, την υψηλή πυκνότητα και τη διαφάνεια του. Παράγεται με επιπλέον επεξεργασία του χαρτιού που είναι αδιαπέρατο στα στα λίπη. Η διαφάνεια μπορεί να ποικίλει ανάλογα με το βαθμό ενυδάτωσης του πολτού και το μέσο βάρος του χαρτιού. Η προσθήκη διοξειδίου του τιτανίου κάνει το χαρτί αδιαφανές και συχνά πλαστικοποιείται για να αυξηθεί η σκληρότητα του.
Φυτική περγαμηνή
Η φυτική περγαμηνή παίρνει την ονομασία της από τη φυσική της ομοιότητα με τη ζωική περγαμηνή η οποία φτιάχνεται από το δέρμα των ζώων. Πρόκειται για ένα χαρτί που είναι δυνατότερο όταν είναι υγρό από όταν είναι στεγνό (έχει εξαιρετική δύναμη σε υγρό περιβάλλον ακόμα και σε βραστό νερό), δεν έχει χνούδια στην επιφάνεια, είναι ελεύθερο οσμών και γεύσης και ανθεκτικό στα λίπη και στα έλαια. Εξαιτίας της αντίστασής του στα λίπη και της δύναμης του σε υγρό περιβάλλον χρησιμοποιείται ανάμεσα σε φέτες τροφίμων όπως το κρέας ή τα προϊόντα ζαχαροπλαστικής.
Οι ετικέτες στα προϊόντα που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες φτιάχνονται συνήθως από χαρτί τύπου περγαμηνής. Μπορούν να χειριστούν με ήπια μυκητοστατικά και χρησιμοποιούνται για περιτύλιγμα τροφίμων όπως το τυρί.
Απορροφητικό χαρτί
Τα απορροφητικά χαρτιά ποικίλουν από ημιδιαφανή έως εντελώς αδιαφανή και μπορούν να κερωθούν. Γενικά είναι είτε μηχανικά φινιρισμένα είτε μηχανικά στιλβωμένα. Τα μηχανικά στιλβωμένα χαρτιά μπορούν να φινίρονται ώστε να βελτιώονεται η λεία υφή τους και στις δύο πλευρές.
Κερωμένο χαρτί
Το κερωμένο χαρτί παρέχει φραγμό στη διείσδυση υγρών και ατμών. Πολλά χαρτιά είναι κατάλληλα για κέρωμα, συμπεριλαμβανομένων και των χαρτιών που είναι αδιαπέρατα στα λίπη ή στα αέρια. Τα χαρτιά που έχουν κερωθεί και κολλαριστεί ταυτόχρονα έχουν το λιγότερο ποσό κεριού κεριού και γι' αυτό δίνουν το μικρότερο ποσό προστασίας. Ο πρωταρχικός σκοπός του κεριού είναι να παρέχει φραγμό στην υγρασία και μια θερμικά σφραγιζόμενη επίστρωση.
Γυαλί
Τα γυάλινα δοχεία είναι από τα σπουδαιότερα μέσα συσκευασίας. Από φυσική άποψη το γυαλί χαρακτηρίζεται ως ένα υπόψυκτο υγρό πολύ υψηλού ιξώδους. Από χημική άποψη είναι μίγμα ανόργανων οξειδίων ποικίλων αναλογιών. Το κύριο συστατικό είναι το SiO2 (70 - 75 %) ακολουθούμενο από τα Na2O και CaO (6 - 13 % το κάθε ένα). Άλλα οξείδια Al2O3, BaO, MgO, προστίθενται σε πολύ μικρότερες αναλογίες. Για το χρωματισμό του γυαλιού προστίθενται διάφορα οξείδια μετάλλων όπως χρωμίου και σιδήρου (πράσινες φιάλες) ή οξείδια σιδήρου, θείου και άνθρακας (φαιοκίτρινες φιάλες).
Τα κύρια πλεονεκτήματα των γυάλινων δοχείων συσκευασίας είναι :
- Αδιαπερατότητα : Το γυαλί αποτελεί εξαίρετο φραγμό στερεών, υγρών και αερίων και επομένως είναι ιδιαίτερα κατάλληλο για τη συσκευασία αεριούχων ποτών, ενώ προσφέρει πολύ καλή προστασία σε όλα τα τρόφιμα.
- Αδράνεια : Το γυαλί δεν αντιδρά με τα συστατικά του τροφίμου και παραμένει χημικά σταθερό.
- Διαφάνεια : Η διαφάνεια του γυαλιού επιτρέπει την καλή ορατότητα του περιεχομένου και συντελεί στην ελκυστική εμφάνιση.
- Χρώμα : Το γυαλί μπορεί να χρωματισθεί για τον περιορισμό της διαπερατότητας της υπεριώδους κυρίως ακτινοβολίας, που επιταχύνει δράσεις υποβάθμισης ποιότητας σε ορισμένα τρόφιμα.
- Δυνατότητα κατασκευής περιεκτών διαφόρων σχημάτων : Με χρήση κατάλληλων τεχνικών το γυαλί μπορείνα διαμορφωθεί σε διάφορους περιέκτες. Γενικά, διακρίνονται σε φιάλες (μεγάλο ύψος προς διάμετρο) και βάζα (ύψος παραπλήσιο της διαμέτρου). Το σχήμα του περιέκτη σχεδιάζεται με διάφορα κριτήρια αλλά ένα βασικό είναι η ελκυστικότητα της εμφάνισης.
- Δυνατότητα ανακύκλωσης και επαναπλήρωσης : Το γυάλινο δοχείο προσφέρει τη δυνατότητα καθαρισμού και επαναπλήρωσης. Η δυνατότητα αυτή μπορεί να αξιοποιηθεί οικονομικά σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης με εκτεταμένο δίκτυο διανομής και συγκέντρωσης των άδειων περιεκτών. Κλασσικό παράδειγμα αποτελούν οι φιάλες της μπύρας και οι φιάλες αναψυκτικών με μέσο όρο επαναπλήρωσης 20 και 35 φορές, αντίστοιχα. Για προϊόντα μικρότερης κατανάλωσης ή εκείνα που διατίθενται σε εκτεταμένες γεωγραφικές περιοχές χρησιμοποιούνται περιέκτες μιας χρήσης οι οποίοι μπορούν να ανακυκλωθούν επιστρεφόμενοι στα εργοστάσια παραγωγής γυαλιού.
- Δυνατότητα θερμικής επεξεργασίας : Τα τρόφιμα συσκευασμένα σε γυάλινα δοχεία μπορούν να υποστούν θερμική κατεργασία παστερίωσης ή αποστείρωσης. Για την αποφυγή προβλημάτων που μπορεί να δημιουργηθούν από υπερπίεση στο εσωτερικό των δοχείων πρέπει ο κενός χώρος κατά το κλείσιμο να είναι μεγαλύτερος του 6 % του συνολικού όγκου (στους 55oC).
Τα κυριότερα μειονεκτήματα των γυάλινων δοχείων :
- Ευθραυστότητα : Τα γυάλινα δοχεία έχουν τη μέγιστη αντοχή αμέσως μετά την κατασκευή τους αλλά η επαφή μεταξύ τους ή με άλλα αντικείμενα δημιουργεί μικροσκοπικές ρωγμές στην επιφάνεια που μειώνουν σημαντικά την αντοχή. Η θραύση των γυάλινων δοχείων οφείλεται σε κρούση, συμπίεση και εσωτερική πίεση ή απότομη μεταβολή της θερμοκρασίας (θερμικό σοκ). Η αντοχή σε κρούση, συμπίεση και εσωτερική πίεση είναι μεγαλύτερη όσο πιο ομοιόμορφη είναι η κατανομή του γυαλιού στο δοχείο, λιγότερα τα ελαττώματα ή ασθενή σημεία στην κατασκευή και μικρότερες οι βλάβες λόγω επαφής με διάφορα αντικείμενα. Το πάχος του δοχείου αυξάνει την αντοχή σε εσωτερική πίεση αλλά μειώνει την αντοχή σε κρούση, όπως και την αντοχή σε απότομη μεταβολή της θερμοκρασίας. Τα κοινά γυαλιά δεν αντέχουν σε απότομες μεταβολές της θερμοκρασίας σε αντίθεση με τα γυαλιά pyrex που περιέχουν μεγάλη ποσότητα βορίου. Βελτίωση της αντοχής σε κρούση και περιορισμούς των επιφανειακών βλαβών που συνεπάγεται βελτίωση και των άλλων αντοχών επιτυγχάνεται με επικάλυψη με διάφορα επιχρίσματα.
- Μεγάλο βάρος ανά επιφάνεια : Το βάρος της γυάλινης συσκευασίας αυξάνει σημαντικά το κόστος μεταφοράς των προϊόντων. Τα δοχεία με λεπτότερα τοιχώματα έχουν μικρότερες μηχανικές αντοχές, αν και τα τελευταία χρόνια οι τεχνολογικές βελτιώσεις στην κατασκευή τους έχουν επιτύχει την ομοιόμορφη κατανομή του γυαλιού και τη διατήρηση των μηχανικών αντοχών με σημαντική μείωση τουν βάρους.
Μέταλλα
Η συσκευασία τροφίμων σε μεταλλικά δοχεία άρχισε το 19ο αιώνα με την ανάπτυξη της κονσερβοποιίας και έκτοτε διαδόθηκε ευρύτατα. Αυτή η διάδοση οφείλεται στα σημαντικά πλεονεκτήματα των μεταλλικών δοχείων όπως :
- Μηχανική σύσταση που διευκολύνει τη διακίνηση
- Δυνατότητα ερμητικού κλεισίματος που εξασφαλίζει την προστσία του τροφίμου
- Αδιαπερατότητα από αέρια υγρασία και φως
- Αντοχή σε υψηλές θερμοκρασίες που επιτρέπει τη χρήση τους σε θερμικές κατεργασίες
- Σχετικά χαμηλή τοξικότητα
- Εύκολη μορφοποίηση και δυνατότητα κατασκευής διαφόρων οχημάτων
- Καλή εμφάνιση λόγω της δυνατότητας βερνικώματος και διακόσμησης της επιφάνειας
- Ευχέρια γεμίσματος και κλεισίματος με μηχανικά μέσα
- Σχετικά χαμηλό βάρος
Τα υλικά που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή των δοχείων είναι : ο επικασσιτερωμένος χάλυβας ή λευκοσίδηρος, ο επιχρωμιωμένος χάλυβας και το αλουμίνιο.
Τα μεταλλικά δοχεία διακρίνονται σε δοχεία τριών τεμαχίων και δοχεία δύο τεμαχίων.
Τα δοχεία τριών τεμαχίων αποτελούνται από ένα ορθογώνιο φύλλο το οποίο σχηματίζει το πλευρικό τοίχωμα που κλείνει με διπλή πλάγια ραφή, τον πυθμένα που στερεώνεται στο πλευρικό τοίχωμα με διπλή ραφή στο εργοστάσιο κατασκευής του δοχείου και το πώμα που στερεώνεται με τον ίδιο τρόπο στο κονσερβοποιείο.
Το δοχείο δύο τεμαχίων αποτελείται από ενιαίο κορμό και πυθμένα στον οποίο στερεώνεται το καπάκι μετά το γέμισμα του δοχείου στο κονσερβοποιείο. Το ενιαίο σώμα του δοχείου σχηματίζεται από ένα μεταλλικό δίσκο ακολουθώντας δύο τεχνικές. Στην τεχνική DRD (draw and redraw) σχηματίζεται αβαθές κύπελλο που διαμορφώνεται από διαδοχικές πρέσσες σε δοχείο με ίδιο πάχος τοιχώματος και πυθμένα που συμπίπτει με το πάχος του αρχικού μεταλλικού δίσκου. Στην τεχνική DWI (drawn and wall ironed) σχηματίζεται πάλι αβαθές κύπελλο του οποίου τα τοιχώματα “σιδερώνονται” περνώντας από διαδοχικά περιστρεφόμενα ράουλα μειούμενης διαμέτρου ώστε το τελικό τους πάχος είναι περίπου το 1/3 του αρχικού και το ύψος του δοχείου υπερδιπλάσιο της διαμέτρου. Τα δοχεία DWI είναι τα ψηλότερα δοχεία που χρησιμοποιούνται στη μπίρα και τα αναψυκτικά, ενώ τα DRD είναι σχετικά αβαθή και χρησιμοποιούνται σε διάφορα τρόφιμα. Η τεχνική DRD μπορεί να χρησιμοποιηθεί για διαμόρφωση δοχείων από όλα τα υλικά, ενώ η τεχνική DWI μόνο από λευκοσίδηρο και αλουμίνιο. Το υλικό μπορεί να είναι ήδη λακαρισμένο στα DRD, αντίθετα η τεχνική DWI προκαλεί ρωγμές στο βερνίκι και επομένως η επικάλυψη πρέπει να γίνει μετά.
Πλαστικά
Τα πλαστικά υλικά συσκευασίας είναι πολυμερή υλικά διαφόρου χημικής σύστασης, δομής και φυσικών ιδιοτήτων. Σε αυτά ταξινομούνται και τα φυσικά πολυμερή, όπως τα φύλλα αναγεννημένης κυτταρίνης (σελοφάν), τα πολυμερή με βάση το άμυλο, τις πρωτεΐνες κ.λ.π.
Στη συσκευασία τροφίμων χρησιμοποιούνται δύσκαμπτοι πλαστικοί περιέκτες και εύκαμπτες πλαστικές μεμβράνες. Ορισμένα πολυμερή υλικά χρησιμοποιούνται και για τις δύο κατηγορίες περιεκτών, αλλά στις εύκαμπτες συσκευασίες χρησιμοποιούνται πολύ περισσότερα είδη από ότι στις δύσκαμπτες.
Διάβρωση - επικάλυψη μεταλλικών δοχείων
Με την πάροδο του χρόνου το εσωτερικό των δοχείων διαβρώνεται και διαλύεται μέταλλο στο τρόφιμο με τη μορφή άλατος ή επικάθεται ως υμένιο στα τοιχώματα του δοχείου σε μορφή οξειδίου ή υδροξειδίου που μπορεί να υποστεί περαιτέρω οξείδωση. Στα λευκοσιδηρά δοχεία διαλύεται συνήθως πρώτα ο κασσίτερος που αποτελεί την εξωτερική επίστρωση του φύλλου με ρυθμό που εξαρτάται από τη διαβρωτικότητα του τροφίμου, τον τύπο του λευκοσιδήρου και τη θερμοκρασία αποθήκευσης.
Στην επιφάνεια του επικασσιτερωμένου φύλλου υπάρχουν πόροι και πιθανώς εκδορές που έχουν δημιουργηθεί κατά την κατασκευή των δοχείων. Έτσι υπάρχουν μικρές περιοχές εκτεθειμένου κράματος κασσιτέρου-σιδήρου ή και σιδήρου. Όταν λοιπόν ο λευκοσίδηρος έρθει σε επαφή με το προϊόν δημιουργείται γαλβανικό στοιχείο μεταξύ κασσιτέρου σιδήρου, με τον σίδηρο να είναι ανοδικός ως προς τον κασσίτερο και να οξειδώνεται και διαλύεται αυτός επειδή είναι ηλεκτροθετικότερος. Αυτό συμβαίνει κατά τη διάβρωση στην εξωτερική επιφάνεια του δοχείου και στο εσωτερικό του όταν είναι συσκευασμένα προϊόντα, όπως αλκοολούχα ποτά που δεν περιέχουν οξέα ή διαλύματα που δεν περιέχουν συστατικά με τα οποία να αντιδρά ο κασσίτερος. Η διάβρωση αυτή ονομάζεται διάβρωση με βελονισμό και καταλήγει σε τρύπημα του δοχείου και επιμόλυνση του προϊόντος.
Αντίθετα όταν το προϊόν περιέχει περιέχει οργανικά οξέα ή αμινοξέα, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα τρόφιμα, με τα οποία ο κασσίτερος μπορεί να σχηματίσει σταθερά σύμπλοκα, συμβαίνει αναστροφή της πολικότητας και επομένως οξειδώνεται και διαλύεται κατά προτίμηση ο κασσίτερος, ενώ προστατεύεται ο σίδηρος. Αυτή είναι η πιο συνηθισμένη περίπτωση διάβρωσης στο εσωτερικό του δοχείου. Εάν η διάβρωση προχωρήσει πολύ εκτίθεται μεγάλη επιφάνεια σιδήρου, η προστασία από τον κασσίτερο δεν είναι πλέον επαρκής και αρχίζει να διαλύεται και σίδηρος .
Οι αναγωγικές δράσεις που συμβαίνουν στα πρώτα στάδια της διάβρωσης είναι η αναγωγή νιτρικών, θείου κ.λ.π.
Το οξυγόνο που πιθανώς είναι διαλυμένο στο τρόφιμο ή που υπάρχει στον κενό χώρο, στο άνω μέρος της κονσέρβας προκαλεί έντονη διάβρωση και τη δημιουργία συχνά μιας γραμμής στη διαχωριστική επιφάνεια τροφίμου/κενού χώρου όπου έχει αποκαλυφθεί ο χάλυβας. Εάν το συμπύκνωμα που σχηματίζεται στον κενό χώρο μετά τη θερμική επεξεργασία είναι ελαφρά όξινο μπορεί να σχηματισθεί και σκουριά. Τα προβλήματα αυτά μπορούν να αποφευχθούν με καλή απαέρωση πριν το κλείσιμο του δοχείου και απομάκρυνση του αέρα από τους ιστούς του τροφίμου με ζεμάτισμα. Η διάβρωση επιταχύνεται από το θείο που υπάρχει στα τρόφιμα (π.χ. σε θειούχα αμινοξέα). Το θείο αντιδρά γρήγορα με το σίδηρο προς σχηματισμό θειούχου σιδήρου που προκαλεί μαύρες κηλίδες στα τρόφιμα.
Τα νιτρικά ιόντα που περιέχονται σε τρόφιμα (προερχόμενα από λίπανση) είναι έντονα οξειδωτικά σε pH<6 και προκαλούν διάλυση του στρώματος του κασσιτέρου πάρα πολύ γρήγορα.
Αφού εξαντληθούν οι αποπολωτές η μόνη αντίδραση που συμβαίνει είναι η αναγωγή υδρογονοκατιόντων και η παραγωγή υρδογόνου. Εάν η μεταλλική κονσέρβα διογκωθεί από την πίεση του εκλυόμενου υδρογόνου το περιεχόμενο σε μεταλλοϊόντα έχει περάσει τα επιτρεπόμενα όρια και επί πλέον είναι αδύνατο να πωληθεί.
Τα επιχρωμιωμένα δοχεία υφίστανται ευκολότερα διάβρωση από τα λευκοσιδηρά, ενώ τα αλουμινένια έχουν αντοχή σε διάβρωση η οποία όμως μειώνεται όταν χρησιμοποιούνται κράματα ιδιαίτερα με προσθήκη Mg για την αύξηση της μηχανικής αντοχής.
Για προστασία του τροφίμου από διάλυση των μετάλλων της κονσέρβας και αντίστροφα γίνεται επικάλυψη. Η επικάλυψη γίνεται σε όλα τα επιχρωμιωμένα και αλουμινένια δοχεία, ενώ δεν γίνεται πάντα στα λευκοσιδηρά. Εντούτοις και στα λευκοσιδηρά εφαρμόζεται επικάλυψη όταν υπάρχει κίνδυνος σχηματισμού μαύρων κηλίδων. Τα επικαλυπτικά που χρησιμοποιούνται ανήκουν στους ακόλουθους βασικούς τύπους : ολεορητίνες, φαινολικά, βινυλικά και εποξειδικές ρητίνες= σμάλτα (enamels) ή βερνίκια (lacquers).
- Οι ολεορητίνες είναι τα πιο κοινά επικαλυπτικά. Ο τύπος “R” είναι ο κοινός τύπος, ενώ ο τύπος “C” περιέχει 15 % ZnO που αντιδρά με τα σουλφίδια και προστατεύει από τις αμαυρώσεις.
- Τα φαινολικά επικαλυπτικά είναι λιγότερο διαπερατά και ανθεκτικότερα σε χημικά από τις ολεορητίνες και δεν μαλακώνουν από τα λίπη. Είναι όμως λιγότερο εύκαμπτα και δίνουν οσμή σε ορισμένα τρόφιμα. Χρησιμοποιούνται κυρίως για θαλασσινά, κρέας, ζωοτροφές και γενικά προϊόντα πλούσια σε λιπαρά.
- Οι εποξειδικές ρητίνες εμφανίζουν αντοχή σε υψηλές θερμοκρασίες, είναι εύκαμπτες και δεν προσδίδουν οσμή στα τρόφιμα.
- Τα βινυλικά είναι σκληρά και άοσμα, με ιδιαίτερα υψηλή αντοχή σε όξινα προϊόντα. Επειδή έχουν μικρή αντοχή σε ατμό δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνα τους ως επικαλυπτικά σε προϊόντα που υποβάλλονται σε θερμική κατεργασία ανώτερης θερμοκρασίας από τους 95o</up>C και συνήθως επιστρώνονται σε άλλο επικαλυπτικό, όπως ολεορητίνες ή φαινολικά ή χρησιμοποιούνται για πρόσθετη επικάλυψη στη ραφή.
Εκτός των παραπάνω τύπων χρησιμοποιούνται και τροποποιημένα επικαλυπτικά που προκύπτουν από συνδυασμούς των παραπάνω.
Η επικάλυψη γίνεται πριν τη διαμόρφωση του δοχείου στα δοχεία τριών τεμαχίων και στα δοχεία DRD, και μετά τη διαμόρφωση στα δοχεία DWI, επειδή το επικαλυπτικό σπάει κατά τη διαμόρφωση. Στη ραφή δημιουργείται ανώμαλη επιφάνεια και ασυνέχεια της επικάλυψης, από την οποία συχνά αρχίζει η διάβρωση του δοχείου. Έτσι συνήθως γίνεται πρόσθετη επικάλυψη για προστασία.
Η διάβρωση στα λακαρισμένα κουτιά αρχίζει από πόρους και σκασίματα του επικαλυπτικού. Ο κασσίτερος διαλύεται αρχικά στους πόρους. Εάν συνεχίσει να διαλύεται ο κασσίτερος έναντι του σιδήρου παρατηρείται τοπική αποφλοίωση του επικαλυπτικού, γρήγορη τοπική απώλεια της προστατευτικής επιφάνειας του κασσιτέρου και προσβολή του σιδήρου ταχύτερη από ότι στα αλακάριστα δοχεία. Εάν διαλύεται ο σίδηρος έναντι του κασσιτέρου μπορεί και πάλι γρήγορα να παρατηρηθεί διάτρηση του δοχείου.