Άρδευση ντομάτας θερμοκηπίου

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 09:11, 15 Νοεμβρίου 2013 υπό τον P chasapis (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η άρδευση είναι εργασία που χρειάζεται εμπειρία και ικανότητα σωστής καθημερινής εκτίμησης των αναγκών του φυτού σε νερό. Λιγότερο ή περισσότερο νερό για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να προκαλέσει τεράστιες ζημιές στην καλλιέργεια της ντομάτας. Οι ακανόνιστες αρδεύσεις είναι επικίνδυνες γιατί μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα στην ανάπτυξη του φυτού. Οι ανάγκες του φυτού σε νερό δεν είναι ίδιες κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας. Η εφαρμογή άρδευσης επηρεάζεται από το έδαφος, την ένταση του φωτός, τη θερμοκρασία, την ξηρασία, τη φυλλική επιφάνεια του φυτού, την ηλικία του, τον όγκο παραγωγής, το στάδιο ωρίμασής του καθώς και από την ποιότητα του νερού.

Με έλλειψη νερού, το φυτό επιβραδύνει ή σταματά τη βλάστηση του. Οι βλαστοί παραμένουν λεπτοί και ξυλοποιούνται, τα φύλλα παραμένουν μικρά, παρουσιάζουν μαρασμό και αποπίπτουν, οι ταξιανθίες γίνονται μικρές, τα άνθη ανοίγουν με δυσκολία, δεν μπορούν να γονιμοποιηθούν, κιτρινίζουν και πέφτουν, οι καρποί δε μεγαλώνουν και οι μεγάλοι καρποί χάνουν τη στιλπνότητά τους, δεν μεγαλώνουν κανονικά, ωριμάζουν πρόωρα αλλοιώνεται το χρώμα τους και παρουσιάζουν τροφοπενία ασβεστίου (ξηρή κορυφή). Με περίσσεια νερού παρατηρείται υπερβλάστηση του φυτού με μεγάλα μεσογονάτια διαστήματα. Οι καρποί και οι βλαστοί σκάνε, οι ταξιανθίες βρίσκονται ψηλά στο στέλεχος και σε μεγάλα διαστήματα μεταξύ τους, τα άνθη πέφτουν και οι καρποί μαλακώνουν, μένουν κούφιοι εσωτερικά και πέφτουν. Δημιουργεί συνθήκες ευνοϊκές για την ανάπτυξη και μετάδοση ασθενειών. Επίσης το πολύ νερό δημιουργεί κρούστα στην επιφάνεια του εδάφους και ο περιβάλλοντας χώρος του ριζικού συστήματος δεν αερίζεται καλά με αποτέλεσμα να προκαλεί βλάβες στις ρίζες και στο λαιμό του φυτού, αυξάνει την υγρασία του θερμοκηπίου και μειώνει τη θερμοκρασία του εδάφους. Η ποσότητα νερού που προσλαμβάνεται από τις ρίζες του φυτού δεν εξαρτάται μόνο από τη διαθέσιμη ποσότητά του στο έδαφος, αλλά και από το ίδιο το έδαφος, τη θερμοκρασία του, τον αερισμό του, την ηλεκτρική αγωγιμότητά του, την ανάπτυξη των ριζών και την υγιεινή κατάσταση του φυτού. Με έδαφος κρύο, αλατωμένο, με λίγο αναπτυγμένο ή προσβεβλημένο ριζικό σύστημα και φύλλωμα των φυτών και με κακή τροφοδοσία νερού, δε γίνεται κανονικός εφοδιασμός με νερό, ακόμα και αν του χορηγείται σε επαρκείς ποσότητες. Η τομάτα έχει ανάγκη κανονικής και σταθερής υγρασίας στο έδαφος. Όλες οι καλλιεργητικές εργασίες και κυρίως το πότισμα πρέπει να στοχεύουν στην εξισορρόπηση φυλλώματος και ριζικού συστήματος, ώστε να μην εξαντληθεί το ριζικό σύστημα προκειμένου να ανταποκριθεί στις υπερβολικές ανάγκες του πλούσιου φυλλώματος και της παραγωγής.

Όπως προαναφέρθηκε οι ανάγκες του φυτού σε νερό δεν είναι πάντα ίδιες. Αρχίζουν να αυξάνονται από την άνθηση της πρώτης ταξιανθίας ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, δηλαδή 20 - 30 ημέρες μετά τη φύτευση. Η άνθηση και η καρπόδεση είναι κρίσιμα στάδια και αν το φυτό μείνει χωρίς νερό επιβαρύνεται αρνητικά η παραγωγή. Στη συνέχεια, τα ποτίσματα γίνονται με μεγάλη προσοχή ανάλογα με τις απαιτήσεις της καλλιέργειας, συνδυάζοντας ο παραγωγός τις παρατηρήσεις της υγρασίας του εδάφους και της εμφάνισης των φυτών με τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες. Σε μερικά θερμοκήπια υπάρχουν ειδικά όργανα που μετράνε την υγρασία. Συχνότερες αρδεύσεις και περισσότερο νερό απαιτούνται σε καλές καιρικές συνθήκες, ενώ το αντίθετο συμβαίνει σε δυσμενείς συνθήκες. Τα ελαφρά εδάφη αρδεύονται συχνότερα και με λιγότερο νερό, ενώ τα βαρύτερα αρδεύονται αργότερα και με περισσότερο νερό. Συνήθως τις ζεστές ημέρες, τα ελαφρά εδάφη ποτίζονται κάθε ημέρα, ενώ τα βαρύτερα κάθε δεύτερη ημέρα. Για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες του φυτού σε νερό, η κατανομή του πρέπει να χορηγείται ομοιόμορφα εκεί που βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος των ριζιδίων. Σε πολλές περιπτώσεις το νερό αντί να εξαπλωθεί και να καλύψει μεγάλη επιφάνεια εδάφους γύρω από το σταλλακτήρα, συγκεντρώνεται σε μεγάλες ποσότητες σε κάποιο βάθος κάτω από το σταλλακτήρα. Έτσι, αφενός δεν ικανοποιούνται οι ανάγκες του φυτού και αφετέρου δημιουργούνται ασφυκτικά φαινόμενα, βλάβες ή καταστροφή των ριζών του φυτού που υποφέρει από έλλειψη νερού.

Η ντομάτα είναι φυτό μέσης ευαισθησίας στην αλατότητα. Η επίδραση της αλατότητας εξαρτάται από το είδος των αλάτων που περιέχονται στο νερό, από τη χρησιμοποιούμενη ποικιλία ή υβρίδιο και από το στάδιο ανάπτυξης του φυτού. Η ηλεκτρική αγωγιμότητα του χρησιμοποιούμενου νερού δεν θα πρέπει να ξεπερνά τα 1,5 - 2 mmhos/cm. Η υψηλή αλατότητα μειώνει το ποσοστό βλάστησης του σπόρου, αυξάνει το χρόνο που απαιτείται για την πλήρη βλάστησή του και επιβραδύνει την ανάπτυξη του φυτού. Στο στάδιο όμως της παραγωγής καρπών, η ανθεκτικότητα του φυτού στην αλατότητα αυξάνεται αρκετά, ενώ στα ίδια επίπεδα τα νεαρά φυτά θα είχαν καταστραφεί. Επίσης επηρεάζει τη μορφολογία και τη φυσιολογία του φύλλου, επειδή μειώνει τον αριθμό των στοματίων που είναι ανοικτά ανά μονάδα φυλλικής επιφάνειας, την αγωγιμότητα των στοματίων και το ρυθμό φωτοσύνθεσης (λόγω κλεισίματος των στοματίων και μείωση του αριθμού τους). Η αντοχή της τομάτας στην αλατότητα σχετίζεται με την περιεκτικότητα των φύλλων σε Na+. Συγκεκριμένα, θα πρέπει τα νεαρά φύλλα να έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε ιόντα Na+. Συνήθως η περιεκτικότητα Na+ μεγαλύτερη από 0,7 - 1% του ξηρού βάρους του φύλλου οδηγεί στην εμφάνιση συμπτωμάτων τοξικότητας από άλατα. Τέλος, η αλατότητα του νερού άρδευσης επηρεάζει σημαντικά και την ποιότητα των σχηματιζόμενων καρπών. Συγκεκριμένα, αυξημένη αλατότητα προκαλεί αύξηση της συγκέντρωσης των σακχάρων και των οργανικών οξέων που συντελούν σε καλύτερη γεύση των καρπών. Όμως, η διάρκεια συντήρησης των καρπών μειώνεται επομένως και η συνεκτικότητά τους. Συνέπεια των παραπάνω είναι η δημιουργία συσσωρεύσεων, δεσμεύσεων ή αποδεσμεύσεων θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος και η πρόκληση τροφοπενιών ή τοξικοτήτων στο φυτό με απρόβλεπτες συνέπειες για την καλλιέργεια και το μέλλον του θερμοκηπίου. Για να προληφθούν οι εν λόγω ανεπιθύμητες καταστάσεις, εκτός των άλλων μέτρων που αναφέρθηκαν επιβάλλονται και τα παρακάτω μέτρα:

  • Οι γραμμές άρδευσης πρέπει να είναι τοποθετημένες μεταξύ των δύο γραμμών φύτευσης, ώστε ο χώρος να παραμένει αποκλειστικά στη διάθεση του αριστερά και δεξιά της διπλής γραμμής του ριζικού συστήματος και όλες οι εργασίες να γίνονται από τους διαδρόμους. Οι γραμμές άρδευσης να μη βρίσκονται συνεχώς στο στέλεχος του φυτού, αλλά να απομακρύνονται από αυτό και να μετατοπίζονται σταδιακά στο εσωτερικό των δύο γραμμών, ακολουθώντας την ανάπτυξη των ριζών, μέχρι να σταθεροποιηθούν σε απόσταση 10 - 15 cm από το στέλεχος του φυτού.
  • Οι σταλλάκτες πρέπει να βρίσκονται σε τέτοια απόσταση μεταξύ τους, ώστε οι κύκλοι υγρασίας που σχηματίζονται με την άρδευση να εφάπτονται ελαφρά.
  • Να γίνεται συχνά έλεγχος της υγρασίας του εδάφους σε βάθος κάτω από το σταλλάκτη. Αν το νερό δεν απλώνεται καλά και συγκεντρώνεται στα βαθύτερα στρώματα, θα πρέπει να απομακρύνονται οι μεγάλοι σβώλοι από το έδαφος, να αυξάνεται η παροχή του νερού και να αραιώνονται τα ποτίσματα, καθώς επίσης να μετατοπίζονται οι σταλλάκτες.
  • Να χορηγούνται οι απαραίτητες ποσότητες νερού στα φυτά και μόνο αν θεωρηθεί αναγκαίο να χορηγούνται μεγαλύτερες.