Ασθένεια τριανταφυλλιάς έλκη στελέχους και σημείων εμβολιασμού

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Τα έλκη του στελέχους και των σημείων εμβολιασμού ή έλκος του εμβολιασμού αποτελούν ένα άθροισμα, συνήθως πολύ σοβαρών μυκητολογικών ασθενειών της τριανταφυλλιάς, που εμφανίζονται με παρόμοιες συμπτωματολογικές εκδηλώσεις και οι οποίες οδηγούν στην αποξήρανση κλαδίσκων και στελεχών, στην εξασθένηση των φυτών και στη μείωση της παραγωγής ανθέων. Οι ασθένειες προκαλούνται από διάφορους μύκητες και είναι γνωστές με διάφορα κοινά ονόματα στην αγγλική γλώσσα, όπως: Common stem canker, Brand canker, Brown canker, Cane blight canker, Crown canker, Fungal canker, Graft canker. Είναι πολύ διαδεδομένες στη χώρα μας αλλά και στις περισσότερες περιοχές του κόσμου που καλλιεργούνται τριανταφυλλιές στο ύπαιθρο ή υπό κάλυψη.

Τα κυριότερα συμπτώματα της τριανταφυλλιάς, από τα έλκη στελεχών και σημείων εμβολιασμού είναι τ' ακόλουθα:

  • Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ασθένειας είναι η σταδιακή μερική ή καθολική αποξήρανση των κλαδίσκων και στελεχών της τριανταφυλλιάς.
  • Η προσβολή αρχίζει συνήθως από τις τομές που δημιουργούνται κατά το κλάδεμα, ή τη συλλογή των ανθέων και βαθμιαία εξαπλώνεται κατά μήκος των ανθικών στελεχών, των κυρίων κλαδίσκων και τέλος κατά μήκος του στελέχους με αποτέλεσμα να προκαλείται αποξήρανση ολόκληρου του φυτού.
  • Οι προσβολές ακόμη μπορεί να αρχίζουν από τραυματισμούς που δημιουργούνται στην επιφάνεια των βλαστών από διάφορες αιτίες καθώς και στο σημείο του εμβολιασμού.
  • Τα πρώτα συμπτώματα της προσβολής είναι κηλίδες ρόδινες, καστανές μέχρι πορφυρές, οι οποίες μεγαλώνουν εξελισσόμενες σε έλκη με κεντρική περιοχή χρώματος ανοιχτού καστανού και σκούρας περιφέρειας.
  • Στα νεαρά φυτά η είσοδος του παθογόνου πραγματοποιείται από την τομή κλαδέματος του υποκειμένου. Αρχικά προκαλείται ξήρανση του τμήματος του υποκειμένου πάνω από το σημείο εμβολιασμού και στη συνέχεια η προσβολή εξαπλώνεται μονόπλευρα, από την αντίθετη πλευρά του εμβολίου και μόνο όταν φθάσει κάτω από αυτό περιβάλλει το στέλεχος του υποκειμένου με αποτέλεσμα την πλήρη νέκρωση αυτού και του εμβολίου.
  • Οι προσβεβλημένοι βλαστοί αποκτούν βαθύ καστανό χρώμα με σαφές περιθώριο και στην επιφάνειά τους εμφανίζονται πολυάριθμα μικρά, μελανά, ελαφρά υπερυψωμένα στίγματα (πολυστιγμία) που είναι τα πυκνίδια του παθογόνου μύκητα.
  • Τα ασθενή φυτά παρουσιάζουν καχεξία, μαρασμό, ανάσχεση της βλάστησης και φυλλόπτωση, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ξηρών και αποφυλλωμένων κλαδίσκων.

Αίτια και Συνθήκες αναπτύξεως από τα έλκη των στελεχών και σημείων εμβολιασμού της τριανταφυλλιάς είναι τ' ακόλουθα: Τα έλκη των στελεχών της τριανταφυλλιάς οφείλονται συνήθως στον ασκομύκητα Kalmusia coniothyrium (Fuckel) Huhndorf, συν. Diapleella coniothyrium (Fuckel) Barr, Leptosphaeria coniothyrium (Fuckel) Sacc., Sphaeria coniothyrium Fuckel, (Loculoascomycetes, Dothideales) του οποίου η ατελής μορφή, που είναι και η παρασιτική φάση του παθογόνου, ονομάζεται Coniothyrium fuckelii Sacc. (Deuteromycotina, Coelomycetes). Το παθογόνο προσβάλλει εκτός από την τριανταφυλλιά, τα κόκκινα σμέουρα (Rubus idaeus, red raspberry, framboise), τα μαύρα σμέουρα (Rubus occidentalis, black raspberry), το loganberry (υβρίδιο σμέουρου και βατόμουρου, Rubus ursinus x Rubus idaeus), τις καλλιεργούμενες ποικιλίες του βατόμουρου (Rubus fruticosus, blackberry). Ακόμη, αναφέρεται ότι προσβάλλει τη μηλιά, την αμπέλοψη (Parthenocissus quinquefolia), τη φράουλα και τη γαρυφαλλιά. Η τέλεια μορφή του μύκητα τα ψευδοθήκια σχηματίζεται σπανίως πάνω στους προσβεβλημένους κλάδους της τριανταφυλλιάς και για τούτο ο ρόλος της στη βιολογία του παθογόνου και την επιδημιολογία της ασθένειας δε φαίνεται να είναι σημαντικός. Επί των προσβεβλημένων μερών της τριανταφυλλιάς σχηματίζονται τα πυκνίδια του μύκητα που ανήκουν στην ατελή μορφή του παθογόνου (Coniothyrium fuckelii), τα οποία και αποτελούν τις σπουδαιότερες πηγές των μολυσμάτων. Οι καρποφορίες της τέλειας μορφής, τα ψευδοθήκια, σχηματίζονται κατά ομάδες, έχουν χρώμα καστανό μέχρι μαύρο, είναι ωοειδή, βυθισμένα στο φλοιό και έχουν διάμετρο 250 - 300μm. Οι ασκοί έχουν σχήμα κυλινδρικό ή ροπαλοειδές, διαστάσεων 60 - 99 x 4 - 7μm και περιέχουν ανά 8 ασκοσπόρια. Τα ασκοσπόρια είναι ελλειψοειδή, χρώματος ανοιχτού ελαιοκαστανού, με τρία εγκάρσια χωρίσματα, έχουν ελαφρά ή όχι στένωση στο κεντρικό χώρισμα και είναι διαστάσεων 12 - 15 x 3,5 - 4,5μm. Στα προσβεβλημένα όργανα της τριανταφυλλιάς σχηματίζονται κυρίως οι καρποφορίες της ατελούς μορφής, τα πυκνίδια. Τα πυκνίδια εμφανίζονται άφθονα, σκορπισμένα ή σε ομάδες, βυθισμένα στο φλοιό και είναι ωοειδή, χρώματος σκούρου καστανού μέχρι μαύρου και διαστάσεων 180 - 260 μm. Τα πυκνιδιοσπόρια είναι μονοκύτταρα, σφαιρικά ή ελαφρώς ελλειψοειδή, χρώματος ελαιώδους και διαστάσεων 2,0 - 5,0 x 1,2 - 3,5 μm. Οι νέες μολύνσεις πραγματοποιούνται από τα πυκνιδιοσπόρια τα οποία ελευθερώνονται μαζικά από τα πυκνίδια με το νερό (βροχή, πότισμα, πολύ υψηλή σχετική υγρασία αέρος). Η διασπορά των μολυσμάτων σε μικρές αποστάσεις γίνεται με το νερό της βροχής, το πότισμα, με τα εργαλεία κλαδέματος, τους χειρισμούς των εργαζομένων και με τα ρούχα και τα παπούτσια τους, ιδίως όταν τα φυτά είναι υγρά. Η μετάδοση του παθογόνου σε μεγάλες αποστάσεις γίνεται με το φυτικό πολλαπλασιαστικό υλικό. Η είσοδος του παθογόνου στους φυτικούς ιστούς πραγματοποιείται από τις πληγές στα στελέχη και τους βλαστούς της τριανταφυλλιάς που δημιουργούνται από τις τομές του κλαδέματος, την κοπή των ανθέων, από τα αγκάθια των βλαστών, τα έντομα, τα δεσίματα, τις ουλές πτώσεως φύλλων ή αγκαθιών, τη χαλαζόπτωση κ.α. Η θερμοκρασία αναπτύξεως του παθογόνου κυμαίνεται από 1 - 350C, ενώ η άριστη θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 25 και 260C. Έλκη στελεχών στην τριανταφυλλιά με παρόμοια με τα περιγραφέντα συμπτώματα προκαλούνται και από τους παρακάτω μύκητες: α) Τον Coniothyrium wernsdorffiae Laubert που προκαλεί το έλκος με τη μορφή στιγμάτων (αγγλ. brand canker). Δεν είναι γνωστή η τέλεια μορφή του μύκητα. β) Τον Coniothyrium rosarum Cooke & Harkn., που προκαλεί τη γνωστή ως το έλκος του εμβολίου (αγγλ. graft canker) ασθένεια. Δεν είναι γνωστή η τέλεια μορφή του μύκητα. γ) Τον ασκομύκητα Cryptosporella umbrina (Jenkins) Jenk. & Wehmeyer, συν. Diaporthe umbrina Jenkins, (Diaporthales, Valsaceae) α. μ., Phomopsis umbrina που προκαλεί τη γνωστή ως καστανό έλκος (αγγλ. brown canker)ασθένεια. Η προσβολή εκδηλώνεται με το σχηματισμό ελκών στους βλαστούς που έχουν ανοικτό καστανό χρώμα στην κεντρική περιοχή και σκούρα ερυθροκύανη περιφέρεια. Στην επιφάνεια των ελκών εμφανίζονται μικρά μαύρα στίγματα που είναι οι καρποφορίες της ατελούς μορφής του παθογόνου (πυκνίδια του γένους Phomopsis). Η ασθένεια διαπιστώθηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας πρόσφατα, στην περιοχή Γιαννιτσών.

Τρόποι καταπολέμησης των έλκων στελέχους και σημείων εμβολιασμού της τριανταφυλλιάς είναι οι ακόλουθοι: Τα μέτρα αντιμετωπίσεως της ασθένειας αποβλέπουν στην καταστροφή ή μείωση των μολυσμάτων, ιδίως στα θερμοκήπια τριανταφυλλιάς, στη μείωση της ευαισθησίας των φυτών με τη λήψη κατάλληλων μέτρων και στην παρεμπόδιση των μολύνσεων τις κρίσιμες περιόδους με την εφαρμογή μυκητοκτόνων. Ειδικότερα, συνιστώνται τα ακόλουθα μέτρα:

  • Το κλάδεμα των φυτών να γίνεται νωρίς την άνοιξη που αρχίζει ή έκπτυξη της νέας βλαστήσεως και που οι τομές του κλαδέματος επουλώνονται σύντομα με το σχηματισμό καμβίου. Οι τομές πρέπει να γίνονται αμέσως πάνω από τον κόμβο του κλαδίσκου, ώστε να σχηματίζεται σύντομα κάλος που παρεμποδίζει τη μόλυνση. Τα εργαλεία κλαδέματος πρέπει να είναι κοφτερά, ώστε οι τομές να είναι λείες. Επίσης, τα εργαλεία κλαδέματος πρέπει να απολυμαίνονται συνεχώς κατά τη διάρκεια της εργασίας με εμβάπτιση σε διάλυμα φορμόλης ή υποχλωριώδους νατρίου ή οινοπνεύματος.
  • Κλάδεμα και κάψιμο των προσβεβλημένων βλαστών και στελεχών. Να γίνονται συχνές επιθεωρήσεις της καλλιέργειας και να αφαιρούνται επιμελώς όλοι οι προσβεβλημένοι κλαδίσκοι μαζί με υγιές τμήμα μήκους 10 - 15cm, αμέσως μόλις επισημανθούν, να συγκεντρώνονται μακριά από τις φυτείες και να καίγονται. Η εργασία αυτή να γίνεται ιδιαίτερα την άνοιξη με την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων και αργά το Φθινόπωρο (Νοέμβριο - Δεκέμβριο).
  • Εφαρμογή προληπτικών ψεκασμών, κάθε 8 - 10 ημέρες, με ένα από τα μυκητοκτόνα folpet, phaltan, ferbam, daconil, benomyl, thiram, dichlofluanid, captan, mancozeb, από το φθινόπωρο μέχρι την άνοιξη με ιδιαίτερη μέριμνα κατά τις περιόδους που παρατηρείται υψηλή υγρασία. Ψεκασμός επίσης συνιστάται αμέσως μετά τα κλαδέματα. Σημειώνεται ότι δεν επιτρέπεται η χρήση του captan σε καλλιέργειες θερμοκηπίου.
  • Χρησιμοποίηση υγιούς φυτικού υλικού για την εγκατάσταση νέων φυτειών. Επιβάλλεται τα μοσχεύματα και τα εμβόλια να λαμβάνονται από μητρικές φυτείες που είναι απαλλαγμένες από την ασθένεια.
  • Καλλιέργεια ανθεκτικών ποικιλιών και υποκειμένων.[1]


Βιβλιογραφία

  1. Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών, του Ομότιμου Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χ.Γ.Παναγόπουλου, Αθήνα 2003.