Ασθένειες ιπποειδών

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 12:27, 12 Σεπτεμβρίου 2014 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Κολικός αλόγου

Άλογο προσβεβλημένο από κολικό

Ο κολικός [1] είναι κοιλιακός πόνος, ο οποίος εδράζεται κυρίως στα όργανα του πεπτικού συστήματος και παρουσιάζεται περισσότερο στα ιπποειδή.

Τα αίτια του κολικού είναι ποικίλα και χαρακτηρίζουν διάφορες καταστάσεις που αποτελούν και τις μορφές του.

  • Η δυσπεψία αποτελεί για τα ιπποειδή μια οξεία κατάσταση που εκδηλώνεται με κολικό, τον κολικό δυσπεψίας.
  • Οι διαταραχές της λειτουργίας του νευροφυτικού συστήματος με συνέπεια τις έντονες περισταλτικές κινήσεις των εντέρων αποτελούν την αιτία του σπασμωδικού κολικού. Τα ιπποειδή έχουν μια ιδιαίτερη ευαισθησία στη λειτουργία του νευροφυτικού τους συστήματος, το οποίο επηρεάζεται εύκολα από τις ατμοσφαιρικές μεταβολές και άλλες εξωτερικές επιδράσεις. Ο σπασμωδικός κολικός προκαλείται και από την κατανάλωση παγωμένων τροφών ή την απότομη ψύξη της κοιλιάς του ζώου (κολικός ψύξης).
  • Η συγκέντρωση αερίων μαζί με τη στάση της τροφής στα έντερα χαρακτηρίζουν τον κολικό κοπρόστασης ή τυμπανικό κολικό. Τα αέρια συγκεντρώνονται στην πυελική καμπή του μεγάλου κόλου, στη βάση του τυφλού εντέρου και στην τελική μοίρα του κόλου.
  • Η υπερβολική λήψη τροφής και η πρόκληση γαστρικού φόρτου προκαλεί τον κολικό γαστρικού φόρτου.
  • Η στροφή του εντέρου κατά τον επιμήκη του άξονα και ο εγκολεασμός προκαλούν ομώνυμες μορφές κολικού.
  • Τα ανευρύσματα των μεσεντέριων αρτηριών λόγω παρασίτωσης από στρογγύλους αποτελούν αιτία του θρομβοεμβολικού κολικού, ο οποίος είναι πολύ σοβαρός.
  • Η κατανάλωση αλλοιωμένων τροφών προκαλεί τον κολικό δηλητηρίασης.

Όσον αφορά στα συμπτώματα ο κολικός εμφανίζεται με έντονη ανησυχία. Το ζώο γυρίζει ασταμάτητα στο στάβλο, κοιτάζει διαρκώς την κοιλιά του, ξύνει με τα εμπρόσθια άκρα το έδαφος, κυλιέται κάτω και βογγά. Αυτά είναι τα γενικά συμπτώματα του κολικού άλλοτε πολύ και άλλοτε λιγότερο έντονα ανάλογα με το αίτιο, στο οποίο οφείλεται.

Η διάγνωση του αιτίου του κολικού έχει μεγάλη σημασία, προκειμένου να εφαρμοσθεί η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή το συντομότερο δυνατό και να απαλλαγεί το ζώο από τον πόνο και τους επακόλουθους κινδύνους από την αγωνιώδη συμπεριφορά του με τα κυλίσματα στο έδαφος κ.λπ.

Πολύ έντονα και επίμονα είνια τα συμπτώματα στο θρομβοεμβολικό κολικό και τους κολικούς στροφής και εγκολεασμού του εντέρου. Τα συμπτώματα επιμένουν παρά τη χορήγηση παυσίπονων φαρμάκων. Πολλές φορές και ο σπασμωδικός κολικός εκδηλώνεται με έντονα συμπτώματα. Αντίθετα στον κολικό δηλητηρίασης τα συμπτώματα είναι συνήθως ασθενή.

Σε ορισμένες μορφές κολικού εμφανίζονται και ιδιαίτερα συμπτώματα. Στο σπασμωδικό κολικό ακούγονται έντονοι βορβορυγμοί ακόμη κι από μακριά χωρίς ακουστικά.

Στον κολικό κοπρόστασης παρατηρείται απουσία κοπράνων ή αυτά είναι λίγα και σκληρά και καλυμμένα με βλέννα, ενώ σε λίγο παρατηρείται και τυμπανισμός. Στον κολικό γαστρικού φόρτου τα συμπτώματα είναι αγωνιώδη.

Στον κολικό δηλητηρίασης παρατηρούνται συνήθως μυϊκοί τρόμοι και υποθερμία, ενώ τα συμπτώματα είναι σχετικά ασθενή.

Η διάγνωση των αιτιών του κολικού βοηθείται σημαντικά με την ψηλάφηση από το απευθυσμένο για τη διαπίστωση ορισμένων αιτιών, όπως κοπρομάζας, στροφής, εγκολεασμού του εντέρου κ.λπ.

Η εξέταση των βλεννογόνων οδηγεί στη διαπίστωση τυχόν συμφορητικών καταστάσεων και η εξέταση του σφυγμού στη διαπίστωση της γενικής κατάστασης του οργανισμού του ζώου από άποψη δυνάμεων αντίστασης.

Για τη θεραπεία το συντομότερο πρέπει αν χορηγείται ένα παυσίπονο φάρμακο ενδοφλεβίως και η παραπέρα θεραπεία εξαρτάται από το αίτιο του κολικού. Πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στη διάγνωση του αιτίου, γιατί ορισμένα φάρμακα, ενώ είναι αποτελεσματικά για μια μορφή κολικού, είναι επικίνδυνα ή ακόμη και θανατηφόρα για άλλη μορφή.

Στους κολικού δυσπεψίας, κοπρόστασης και γαστρικού φόρτου χορηγούνται καθαρτικά (παραφινέλαιο, ρετσινόλαδο, θειικό νάτριο, θειική μαγνησία κ.λπ.) και γίνονται κλύσματα. Όταν κρίνεται σκόπιμο από τον κτηνίατρο, χορηγείται κάσκαρα ή πιλοκαρπίνη ή αρεκολίνη ενδομυϊκώς.

Στον κολικό δηλητηρίασης χορηγούνται αντιτοξικοί παράγοντες (οροί γλυκόζης και φυσιολογικός ενδοφλεβίως, αντισταμινικά κ.λπ.)

Συχνό σύμπτωμα του κολικού είναι η περιστροφή του αλόγου πάνω στη ραχη του

Στο σπασμωδικό κολικό συνήθως είναι αρκετή η χορήγηση των παυσίπονων φαρμάκων, τα οποία συνήθως έχουν και σπασμολυτικές ιδιότητες. Όταν ο κολικός επιμένει, χορηγείται ατροπίνη υποδορίως.

Εκτός από τις παραπάνω ειδικές αγωγές γενικά στους κολικούς όλων των μορφών πρέπει να γίνεται καρδιοτόνωση. Το ζώο πρέπει να διατηρείται σε περιβάλλον με άφθονη στρωμνή και ζεστό κατά το χειμώνα, να γίνονται εντριβές στην κοιλιά του με χόρτο ή ένα μάλλινο ύφασμα και να οδηγείται σε περπάτημα. Στις περιπτώσεις που οι βλεννογόνοι είναι συμπεφορημένοι πρέπει να γίνεται αφαίμαξη.

Η πρόληψη των κολικών έχει ιδιαίτερη σημασία για τα ιπποειδή. Το κανονικό σιτηρέσιο και η χορήγησή του όσο είναι δυνατό σε σταθερά χρονικά διαστήματα, το κανονικό πότισμα και η αποφυγή χορήγησης αλλοιωμένων ή ευρωτιωμένων τροφών αποτελούν τον καλύτερο τρόπο πρόληψης των κολικών.

Σε ορισμένα ιπποφορβεία κατά τους ψυχρούς μήνες, μια φορά την εβδομάδα, διαβρέχουν τον καρπό του σιτηρεσίου με αφέψημα λινοσπόρου. Αυτό ευνοεί σημαντικά τις πεπτικές λειτουργίες των εντέρων και αποφεύγονται έτσι ορισμένες μορφές κολικών, που συμβαίνουν συχνά στα ιπποειδή.

Η τακτική αποπαρασίτωση όλων των ζώων της εκτροφής με τη χορήγηση των κατάλληλων αντιπαρασιτικών φαρμάκων είναι γεγονός ότι συντελεί στην πρόληψη του θρομβοεμβολικού κολικού και ορισμένων κολικών άλλης μορφής.




Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα


Σήψη της χελιδόνας

Οπλή προσβεβλημένη από σήψη της χελιδόνας

Η σήψη της χελιδόνας [1] (ΣΧ) είναι μόλυνση από αναερόβιους μικροοργανισμούς των ιστών της οπλής του αλόγου και ιδίως της κεντρικής αύλακος της χελιδόνας και των αυλάκων που σχηματίζονται από τις πλευρές της χελιδόνας και των πτερνών στο πέλμα της οπλής. Στα σημεία αυτά παρατηρείται έξοδος μαύρου δύσοσμου υλικού. Σε προχωρημένα στάδια η μόλυνση προσβάλλει την λευκή γραμμή και τους ιστούς που βρίσκονται εσωτερικά στην οπλή.

Η μόλυνση αυτή δημιουργείται από βακτήρια και μύκητες που αναπτύσσονται σε αναερόβιο περιβάλλον δηλαδή σε σημεία με λίγο ή καθόλου οξυγόνο.

Σέ φυσιολογικές συνθήκες όταν κινείται το άλογο κατά τη φάση στήριξης π.χ. του αριστερού προσθίου άκρου η τρίτη φάλαγγα πιέζεται προς τάα κάτω και πιέζει το πέλμα μετατρέποντάς το από κοίλο σε επίπεδο. Επίσης καθώς η τρίτη φάλαγγα πιέζεται προς τα κάτω, πιέζει το έλασσον σησαμοειδές και τον εν τώ βάθει τένοντα προκαλώντας διαστολή στη χελιδόνα κατά την επαφή της με το έδαφος. Αυτή η διαδικασία συνεχούς αλλαγής του σχήματος της οπλής αποτρέπει την συλλογή υλικών στις αύλακες της οπλής που μπορεί να οδηγήσουν στη σήψη.

Παρεμπόδιση της ανωτέρω διαδικασίας είναι η συχνότερη αιτία της σήψης και παρατηρείται σε άλογα που κινούνται λίγο ή καθόλου και είναι κλεισμένα σε στάβλο ή μικρό paddock. Αυτά τα άλογα δεν μπορούν να απομακρύνουν τα βρώμικα υλικά που συλλέγονται στο πέλμα τους.

Προδιαθέτοντες παράγοντες

Οπλή προσβεβλημένη από σήψη της χελιδόνας
  • Ανώμαλη ανάπτυξη οπλής.
  • Ανεπαρκής εξονυχισμός και πετάλωση.
  • Πτωχή διατροφή.
  • Λίγη ή καθόλου άσκηση.
  • Χρόνια προβλήματα χωλότητος.
  • Κακή κυκλοφορία της χελιδόνος.

Άλογα με βαθειές αύλακες μεταξύ των πλευρών της χελιδόνος και των πτερνών (σύνηθες σε μεγαλόσωμες φυλές) ή στενοπτερνία φαίνεται να έχουν προδιάθεση στην εμφάνιση σήψης.

Κλινικά συμπτώματα-διάγνωση

Το χαρακτηριστικό της ΣΧ είναι η παρουσία παχύρευστου, μαύρου και δύσοσμου υλικού στην κεντρική αύλακα και τις αύλακες στα πλάγια της χελιδώνας. Εάν η ΣΧ είναι σε προχωρημένο στάδιο συνοδεύεται με χωλότητα.

Πρόληψη

Η ΣΧ μπορεί να εμφανιστεί ακόμα και εάν το περιβάλλον που ζει το άλογο είναι καθαρό. Ο καθημερινός καθαρισμός της οπλής είναι απαραίτητος για την πρόληψη. Η συστηματική άσκηση του αλόγου είναι ίσως ο καλύτερος τρόπος πρόληψης.

Υπάρχουν πολλά προιόντα στο εμπόριο για την θεραπεία της ΣΧ, σημαντικός όμως είναι ο εντοπισμός της αιτίας.

Ειδικά στα προχωρημένα στάδια της πάθησης είναι απαραίτητη η βοήθεια του ιππιάτρου.




Βιβλιογραφία

  1. Ιστοσελίδα Ιππιατρικές υπηρεσίες, Ασθένεια αλόγου-Σήψη της χελιδόνας


Πάθηση του σκαφοειδούς

Σκαφοειδές οστό

Η πάθηση αφορά στη μόλυνση του σκαφοειδούς οστού που βρίσκεται κάτω από το μεσοκύνιο και επάνω από το ποδικό οστό και λειτουργεί ως στοφέας. Αυτή η πάθηση προκαλεί χρόνια, αλλά διακοπτόμενη χωλότητα.

Το πρόβλημα εμφανίζεται συνήθως στα μπροστινά πόδια και είναι περισσότερο κοινό στα μεγαλύτερα άλογα τα οποία εργάστηκαν σκληρά επί πολλά χρόνια με αποτέλεσμα τα μπροστινά πόδια να έχουν επιβαρυνθεί. Δεν υπάρχει ίαση, αλλά εάν το άλογο δεν καταλήξει χωλό, τα ειδικά πέταλα μπορεί να του προσφέρουν ανακούφιση και να το βοηθήσουν να συνεχίσει να εργάζεται. Το ειδικό πέταλο αφαιρεί την πίεση από το πάσχον σκαφοειδές οστό.




Ερπητοΐωση των ιπποειδών

Αιτιολογία

Ίππος με ερπητοϊωση, που παρουσιάζει νευρολογικά συμπτώματα, όπως αταξία και δυσκολία ανέγερσης

Ο ερπητοϊός του ίππου-1 (EHV-1) είναι ένας αλφαερπητοϊός, ο οποίος μολύνει τα ιπποειδή, προκαλεί αναπνευστική και νευρολογική νόσο και αποβολή στις έγκυες φοράδες.

Πολλαπλασιασμός του ιού

Ο τόπος αρχικής ιικής αντιτύπωσης είναι το ανώτερο αναπνευστικό σύστημα, όπου ακολουθώντας την μόλυνση του ρινικού επιθηλίου ο ιός γίνεται ενδοκυτταρικός και διασπείρεται ταχέως, μολύνοντας ένα μεγάλο εύρος κυτταρικών τύπων, συμπεριλαμβανομένων των ενδοθηλιακών κυττάρων, των λεμφοκυττάρων και των δενδριτικών κυττάρων.

Ο ιός και τα αντιγόνα του ανιχνεύονται στα βρογχικά λεμφογάγγλια και στα λεμφογάγγλια του αναπνευστικού συστήματος 12 ώρες μετά την πειραματική μόλυνση με το λοιμογόνο στέλεχος της EHV-1, υποδεικνύοντας στενή σχέση μεταξύ ιού και ανοσολογικού συστήματος στην οξεία φάση της ασθένειας. Σε λανθάνουσα κατάσταση ο ιός εγκαθίσταται σε γάγγλια του προσώπου και στα λεμφοκύτταρα.

Συμπτώματα

O EHV-1 και EHV-4 σχετίζονται άμεσα μεταξύ τους, αλλά αποτελούν αντιγονικά και γενετικά διακριτούς υποτύπους του EHV προκαλώντας οξεία αναπνευστική ασθένεια, αποβολές σε όψιμη περίοδο εγκυμοσύνης και νευρολογική νόσο στον ίππειο πληθυσμό σε ολόκληρο τον κόσμο. Ενώ ο EHV-4 σχετίζεται πρωταρχικά με αναπνευστική νόσο στα νεαρά άλογα, ο EHV-1 προκαλεί τις πιο σοβαρές επιπλοκές της μόλυνσης όπως αποβολή, περιγεννητική θνησιμότητα και νευρολογική νόσο.

Η αποβολή μπορεί να συμβεί και νωρίτερα στους 5 μήνες κυοφορίας, αλλά είναι πιο συχνή μεταξύ 8 μηνών και έπειτα, ως ξαφνικό γεγονός. Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει συσχετισμό μεταξύ EHV-1 και πλακούντα, ειδικά όσον αφορά στις ατυπικές αποβολές, οπότε το έμβρυο δεν ανιχνεύεται ως μολυσμένο. Η μετάδοση του ιού συμβαίνει με την άμεση επαφή με μολυσμένους ίππους είτε μέσω μολυσμένων αντικείμενων.

Διάγνωση

Η σύνδεση συμπληρώματος για την ανίχνευση αντισωμάτων είναι χρήσιμη μέθοδος, όταν συλλέγονται ζεύγη ορών που διαφέρουν τουλάχιστον 14 ημέρες μεταξύ τους, ως ένδειξη της πρόσφατης EHV-1 μόλυνσης. Όμως, οι επίτοποι που αναγνωρίζουν την σύνδεση συμπληρώματος έχουν διασταυρούμενη αντίδραση μεταξύ EHV-1 και EHV-4.

Ανοσία

Η ανοσία, που προστατεύει από την επαναμόλυση με τον EHV-1, είναι μικρής διάρκειας περίπου μεταξύ 3-6 μηνών. Η ανοσία που ακολουθεί την αποβολή είναι μεγαλύτερης διάρκειας από αυτή που προκαλείται από το αναπνευστικό νόσημα αλλά δεν είναι προβλέψιμη. Ωστόσο, σπάνια μολυσμένες φοράδες αποβάλλουν σε συνεχόμενες κυοφορίες. Ευπαθή πόνυ που μολύνθηκαν επανειλημμένως σε ετήσια διαστήματα με το ίδιο λοιμογόνο στέλεχος EHV-1 ανέπτυξαν σταθερή και μεγάλης διάρκειας (>1χρ) κλινική και ιολογική ανοσία και προστασία έναντι αποβολής. Ο EHV-1 αλληλεπιδρά με το ανοσολογικό σύστημα και είναι πιθανόν η ανοσοπαθογένεση του ιού να είναι σημαντική στην ανάπτυξη και στη διατήρηση της μετά την μόλυνση ανοσίας.

Στο αίμα SPF (specific pathogen free) πουλαριών, τα Β- λεμφοκύτταρα αυξήθηκαν περίπου στις 8 ημέρες μετά την πειραματική μόλυνση, χρονική στιγμή που συνέπιπτε με την εμφάνιση εξουδετερωτικών αντισωμάτων έναντι του ιού. Τα IgG αντισώματα ανιχνεύονται για περισσότερο από 1 χρόνο μετά την μόλυνση και απευθύνονται κυρίως εναντίον των γλυκοπρωτεΐνων B και C. Αντίθετα τα IgM αντισώματα είναι μη ανιχνεύσιμα 3 μήνες μετά την μόλυνση. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει πως οι γλυκοπρωτεΐνες gB και gC αποτελούν σημαντικά αντιγόνα για την διέγερση της παραγωγής αντισωμάτων ως απάντηση της μόλυνσης από τον EHV-1. Τα Β-λεμφοκύτταρα και τα ουδετερόφιλα δεν εκφράζουν το ιικό αντιγόνο κατά την διάρκεια της οξείας ιαιμικής φάσης.

Κυτταρική ανοσία

Η μόλυνση των λεμφοκυττάρων από EHV-1 οδηγεί στην ανάπτυξη κυτταροδιάμεσης ιαιμίας και είναι υπεύθυνη για ταχεία διασπορά του ιού και την δευτερογενή αντιτύπωση, συμπεριλαμβανομένου της εγκυμονούσας μήτρας και του νωτιαίου μυελού. Αν και το ιικό DNA μπορεί να ανιχνευτεί σε όλους τους λευκοκυτταρικούς πληθυσμούς, το ιικό αντιγόνο ανιχνεύεται πρωταρχικά στα CD8+ λεμφοκύτταρα, σε μικρότερο ποσοστό στα CD4+ και μόνο σε ποσοστό 20-25% στα μονοκύτταρα. Σύμφωνα με έρευνες έχει αποδειχτεί πως τα ειδικά για τον ιό κυτταροτοξικά Τ κύτταρα κατέχουν σημαντικό ρόλο στον έλεγχο της κυτταροδιάμεσης ιαιμίας και πρόσφατα έχει καταδειχτεί πως ταυτόχρονα οι gC και gD είναι ικανές να παρακινούν το MHC τάξης 1 και να περιορίσουν την Τ- κυτταροτοξική απάντηση στα πόνυ.

Κυτταροκίνες

Όσον αφορά την παραγωγή κυτταροκινών που ακολουθούν την μόλυνση της EHV-1, η INFa και/ή INFb έχουν ανιχνευτεί σε ρινικές εκκρίσεις και στον ορό κατά την διάρκεια των πρώτων 10 ημερών μετά την πειραματική EHV-1 μόλυνση. Πρόσφατα, μονοκλωνικό αντίσωμα με διασταυρούμενη αντίδραση με την ίππεια INFγ χρησιμοποιήθηκε για να καταδείξει πως η σύνθεση του τύπου 2 INFγ αυξήθηκε στα CD4+ και CD8+ στο περιφερικό αίμα των Τ-λεμφοκυττάρων που συλλέχτηκε την 10 ημέρα μετά την μόλυνση.

Ιός και ανοσοκαταστολή

Τα λεμφοκύτταρα, τα οποία έχουν εκτεθεί σε ζωντανό EHV-1, είτε in vivo είτε in vito αποτυγχάνουν να πολλαπλασιαστούν ως ανταπόκριση στον ενοφθαλμισμό με ζωντανό ιό. Είναι πιθανόν οπότε ο παράγοντας που συνεισφέρει στην ανοσοκαταστολή να είναι η ιική αντιτύπωση μέσα στα λεμφοκύτταρα, η οποία παρεμβαίνει στην ικανότητα του κυττάρου να μπαίνει στην μίτωση. In vitro μελέτες της σχέσης μεταξύ EHV-1 και των κυττάρων του ξενιστή αποκάλυψαν ότι ο ιός αντιγράφεται πιο αποτελεσματικά σε κύτταρα που βρίσκονται στην S φάση ή/ και στην G2/M φάση του κυτταρικού κύκλου.

Παρουσίαση αντιγόνων

Επιπλέον, ένα κλειδί στην παρουσία των αντιγόνων στο ανοσοποιητικό σύστημα, που ονομάζονται δενδριτικά κύτταρα, μπορούν να μολυνθούν in vitro από τον ιό, καθώς αποδείχθηκε από την έκφραση περιπυρηνικώς της γλυκοπρωτεΐνης B (gB) σε ποσοστιαία αναλογία. Επίσης το ενδογενές σύμπλεγμα μείζονος ιστοσυμβατότητας (MHC) τάξης 1, το οποίο κατέχει σημαντικό ρόλο στην παρουσία των αντιγόνων, υποβαθμίζεται μετά από EHV-1 μόλυνση των κυττάρων in vitro. Ο ιός εισέρχεται ενδοκυτταρικά σε λίγες ώρες από την επαφή με τα κύτταρα του ξενιστή, έτσι αποφεύγει την εξουδετέρωση από τα αντισώματα του ορού. Οι πληθυσμοί των CD8+ λεμφοκυττάρων αυξάνονται στο αίμα και τους πνεύμονες μετά την μόλυνση και σχετίζονται με το σύμπλεγμα της μείζονος ιστοσυμβατότητας τάξης 1, περιορίζοντας την δραστηριότητα των Τ- κυτταροτοξικών κυττάρων.

Εμβολιασμός

Ο αποτελεσματικός έλεγχος της νόσου στηρίζεται σε διαχειριστικά μέσα και στον εμβολιασμό, τα οποία στοχεύουν στην μείωση του κινδύνου εισαγωγής και μετάδοσης του ιού στον ευαίσθητο ίππειο πληθυσμό. Συνεπώς για τον έλεγχο του νοσήματος, πρωταρχικής σημασίας είναι η ταυτοποίηση της ανοσολογικής απάντησης η οποία σχετίζεται με την προστασία έναντι της μόλυνσης κι έπειτα της διέγερσης του ανοσοποιητικού συστήματος ως απάντηση στον εμβολιασμό. Αν η προστασία είναι μόνο μερική και ο βλενογόννιος φραγμός είναι προσπελάσιμος, ένας δεύτερος στόχος είναι η διασφάλιση αποτελεσματικής αναμνηστικής ανοσολογικής απάντησης. Το γεγονός αυτό θα επιδράσει στην μείωση του μικροβιακού φορτίου στον ρινοφάρυγγα και την κυτταροδιάμεση ιαιμία με αποτέλεσμα την συντόμευση της φάσης ανάρρωσης. Ιστορικώς, τα εμβόλια για τον EHV συμπεριλαμβάνουν είτε αδρανοποιημένο ολόκληρο ιό ή τα αντιγόνα επιφανείας ή ζωντανό ιό ΕΛΔ. Με σκοπό την μεγιστοποίηση της ανοσολογικής απάντησης έναντι EHV είναι γενικά αποδεκτό ότι τα εμβόλια θα πρέπει να περιλαμβάνουν και τους δυο υποτύπους (EHV-1 και EHV-4). Αποτελέσματα από έρευνες έδειξαν πως τα συμβατικά εμβόλια επιφέρουν μόνο μερική κλινική και ιολογική προστασία από την αναπνευστική νόσο, αλλά δεν αποτρέπουν την κυτταροδιάμεση ιαιμία. Η κυτταροδιάμεση ιαιμία καθιστά δυνατή την εξάπλωση του EHV-1 σε δευτερεύουσες θέσεις ιικής αντιτύπωσης ακόμη και στην παρουσία υψηλών επιπέδων εξουδετερωτικών αντισωμάτων έναντι του ιού. Πρόσφατα, εμβόλια τα οποία περιέχουν αδρανοποιήμενο τον ιό, οδηγήσαν σε μείωση των επιζωοτικών αποβολών στις έγκυες φοράδες, ωστόσο μεμονωμένα άτομα, πιθανόν υψηλής εμπορικής αξίας, παρέμειναν ευαίσθητα στην μόλυνση. Ελαττωμένης λοιμογόνου δύναμης ιοί που εγχύθηκαν ενδομυϊκά διέγειραν την παραγωγή εξουδετερωτικών αντισωμάτων και παρείχαν καλή κλινική και ιολογική προστασία έναντι της πιθανής μόλυνσης και ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικά στην μείωση της κυτταροδιάμεσης ιαιμίας. Οι ζωντανοί ολόκληροι ιοί αυτών των εμβολίων πιθανόν διέγειραν την κυτταρική ανοσία, γεγονός που δικαιολογεί την μείωση της κυτταροδιάμεσης ιαιμίας.

Σύμφωνα με πρόσφατο πείραμα, 2006 εμβόλια με φορείς πλασμίδια που φέρουν ανασυνδιασμένο DNA του canarypox virus και εκφράζουν τις gB, gC και gD γλυκοπρωτεΐνες του EHV-1 ανιχνεύτηκαν για την ικανότητά τους να προστατεύουν τα πόνυ από την αναπνευστική μόλυνση με EHV-1. Οι εμβολιασμοί ήταν διπλοί ενδομυϊκά με μεσοδιάστημα 5εβδ. και 2-3εβδ. έπειτα τα πόνυ μολύνθηκαν ενδοκρινικά με το λοιμογόνο στέλεχος Ab4 . Τα αποτελέσματα επέδειξαν πως ο εμβολιασμός μείωσε αξιοσημείωτα την απέκκριση του ιού τόσο σε ποσότητα όσο και σε διάρκεια, αλλά απέτυχε να προστατεύσει από την κυτταροδιάμεση ιαιμία. Η ανάπτυξη αποτελεσματικών εμβολίων, τα οποία διεγείρουν την χυμική και κυτταρική ανοσία αποτελεί πρόκληση.




Τριχοφυτίαση

Η τριχοφυτίαση [1] είναι δερματική πάθηση οφειλόμενη σε μυκητιακή μόλυνση. Όλα τα αγοτικά ζώα προσβάλλονται εύκολα από την πάθηση αυτή. Κάπως λιγότερο προσβάλλονται ο χοίρος και τα πρόβατα. Τα νεαρά άτομα γενικά είναι πιο ευαίσθητα.

Η πάθηση αυτή οφείλεται στους μύκητες Trichophyton verrucosum και T. mentagrophytes. Στον ίππο οφείλεται κυρίως στο T. equinum. Μεταδίδεται με την επαφή των ζώων μεταξύ τους ή με τα εργαλεία περιποίησης των ζώων, τη στρωμνή και άλλα αντικείμενα, με τα οποία έρχονται σε επαφή τα ζώα. Το T. equinum μεταδίδεται πολύ εύκολα και στον άνθρωπο (επαγγελματικό νόσημα).

Τα τριχόφυτα αναπτύσσονται και πολλαπλασιάζονται μέσα στους θυλάκους των τριχών και προκαλούν τη νέκρωση καο απόπτωση των τριχών.

Η πάθηση χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση κυκλικών ή ελλειψοειδών και πάντοτε καλά περιγεγραμμένων εστιών τριχόπτωσης διαμέτρου 1-8 εκ., δηλαδή με μορφή κέρματος. Στις εστίες αυτές μπορεί να σχηματίζονται εφελκίδες (κρούστες) σαν λευκόφαιες πλάκες. Στον ίππο οι αλλοιώσεις αυτές εμφανίζουν οίδημα και κατόπιν σχηματίζουν εφελκίδες.

Οι αλλοιώσεις παρουσιάζονται συνήθως στο δέρμα του τραχήλου, της κεφαλής, ακόμη γύρω από τα μάτια και τα βλέφαρα, στο δέρμα της ράχης, των γλουτών κ.λπ.

Στην τριχοφυτίαση δεν παρουσιάζεται φαγούρα. Έτσι η διαφορική διάγνωση από την ψώρα είναι εύκολη.

Η διάγνωση στηρίζεται στη διαπίστωση των παραπάνω χαρακτηριστικών αλλοιώσεων και επιβεβαιώνεται με εργαστηριακή εξέταση. Με απόξεση μέχρι αιματώσεως στην περιφέρεια της αλλοίωσης λαμβάνονται ξέσματα με τρίχες και αποστέλλονται στο εργαστήριο. Στο μικροσκόπιο διαπιστώνεται η παρουσία αλύσεων από σπόρια των μυκήτων γύρω από τις τρίχες.

Όσον αφορά στη θεραπεία οι αλλοιώσεις επαλείφονται κάθε 2 ημέρες με βάμμα ιωδίου ανάμικτο με γλυκερίνη σε ίσα μέρη ή διάλυμα Lugol ή διάλυμα 20% καπρυλικού νατρίου.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα






Κατακράτηση του πλακούντα

Κατακράτηση πλακούντα [1] θεωρείται, όταν αυτός δεν απορρίπτεται αυτόματα μετά τον τοκετό μέσα σε ορισμένα φυσιολογικά χρονικά όρια ανάλογα με το είδος του ζώου. Τα όρια αυτά στην αγελάδα είναι 4-5 ώρες και μπορεί να φθάσουν μέχρι τις 12 ώρες το ανώτερο. Στη φοράδα είναι 1 ώρα, στα μικρά μηρυκαστικά 6 ώρες και στο χοίρο 5-6 ώρες μετά τη γέννηση του τελευταίου χοιριδίου.

Τα αίτια της κατακράτησης του πλακούντα είναι πρωτογενή και δευτερογενή.

Τα πρωτογενή αίτια είναι μάλλον σκοτεινά και όχι σαφώς καθορισμένα. Τέτοια είναι ορισμένες ορμονικές ανωμαλίες, η εσφαλμένη διατροφή, η αδράνεια της μήτρας, ορισμένες αλλεργικές καταστάσεις (κνίδωση, υποδερμάτωση κ.λπ.) και η κληρονομική προδιάθεση. Όταν δεν υπάρχει καμιά κληρονομική προδιάθεση στη μήτρα, για να εξηγηθεί η μη αποκόλληση του πλακούντα από τις κοτυληδόνες, το αίτιο θα βρίσκεται προφανώς μεταξύ των προαναφερθέντων.

Τα δευτερογενή αίτια της κατακράτησης του πλακούντα είναι τα συχνότερα και διαπιστώνονται εύκολα. Κυρίως είναι οι μολύνσεις της μήτρας και σπάνια ορισμένα μηχανικά αίτια. Οι μολύνσεις είτε γίνονται κατά την κυοφορία με την κυκλοφορία του αίματος δημιουργώντας πλακουντίτιδα είτε κατά τη διάρκεια του τοκετού. Συχνή μόλυνση είναι η βρουκέλλωση και άλλες ενδομητρικές μολύνσεις, όπως οι οφειλόμενες σε κολιβακίλλους, κόκκους κ.λπ.

Μηχανικά αίτια είναι η περιτύλιξη ενός τμήματος του πλακούντα γύρω από ένα πλακούντιο και η πρόωρη παλινδρόμηση του τραχήλου.

Όσον αφορά στα συμπτώματα και τη διάγνωση, συνήθως ένα έστω και μικρό τμήμα του πλακούντα προβάλλει από τα χείλη του αιδοίου. Όταν δεν συμβαίνει αυτό και υπάρχει υποψία κατακράτησης του πλακούντα, το ζώο εξετάζεται με την εισαγωγή του χεριού μέσα στη μήτρα, αφού τηρηθούν οι όροι ασηψίας και αντισηψίας. Σε μερικές περιπτώσεις κατακράτησης του πλακούντα μπορεί να παρατηρηθεί πυρετός λόγω της μόλυνσης, που είναι και η αιτία της κατακράτησης.

Η πρόγνωση είναι ευνοϊκή, όταν εφαρμόζεται έγκαιρα η θεραπεία. Σε περίπτωση που δεν γίνει καμιά θεραπεία, δεν κινδυνεύει πάντοτε και άμεσα η ζωή του ζώου. Ο πλακούντας αποσυντίθεται μέσα στη μήτρα και αποβάλλεται κατά τμήματα για πολλές ημέρες μαζί με δύσοσμο πυώδες έκκριμα. Η γενική κατάσταση του ζώου επηρεάζεται σημαντικά λόγω απορρόφησης τοξινών. Το ζώο παρουσιάζει ανορεξία διαφόρων βαθμών, απίσχνανση και υπάρχει ο κίνδυνος μελλοντικά να παρουσιάσει αγονιμότητα.

Για τη θεραπεία της κατακράτησης, στην αγελάδα μετά 48 ώρες από τον τοκετό γίνεται προσπάθεια να αποκολληθεί ο πλακούντας. Η επέμβαση δεν πρέπει να γίνεται νωρίτερα, γιατί στο διάστημα αυτό λόγω της αυτόλυσης των ιστών ελαττώνεται σημαντικά η συνοχή του πλακούντα προς τις κοτυληδόνες, η οποία πολλές φορές είναι ισχυρότατη λόγω πλακουντίτιδας. Έτσι διευκολύνεται αρκετά η αποκόλληση του πλακούντα και η απομάκρυνσή του και αποφεύγονται οι λύσεις της συνέχειας του ενδομητρίου και οι αιμορραγίες.

Ο πλακούντας εξάγεται προσεκτικά με την εισαγωγή του χεριού μέσα στη μήτρα, ενώ τηρούνται οι όροι ασηψίας και αντισηψίας. Με τα δάκτυλα ανάμεσα στους υμένες του πλακούντα και της καθεμιάς κοτυληδόνας γίνεται η αποκόλληση μέχρι να απελευθερωθεί, αν είναι δυνατό, ολόκληρος. Σε μερικές περιπτώσεις δεν είναι δυνατό να εξαχθεί ολόκληρος ο πλακούντας, αλλά παραμένουν μερικά τμήματά του κολλημένα γερά στις κοτυληδόνες.. Αυτά θα αποβληθούν σιγά σιγά τις επόμενες ημέρες και δεν δημιουργούν κανένα πρόβλημα, γιατί έτσι κι αλλιώς στην αγελάδα μετά την εξαγωγή του πλακούντα γίνεται τοπική και γενική θεραπεία με αντιβιοτικά και σουλφοναμίδες. Μέσα στη μήτρα τοποθετούνται υπόθετα που περιέχουν αυτά τα φάρμακα και για 4-6 ημέρες τα ίδια φάρμακα χορηγούνται παρεντερικώς.

Για την καλύτερη αποκατάσταση του γεννητικού σωλήνα και την εξασφάλιση της γονιμότητας μετά 40 περίπου ημέρες από τον τοκετό στις αγελάδες αυτές γίνεται ενδομήτρια έγχυση διαλύματος Lugol.

Στη φοράδα ο πλακούντας πρέπει να εξάγεται σύντομα, 3-6 ώρες από τον τοκετό, γιατί υπάρχει κίνδυνος να παρουσιασθεί κολικός. Η εξαγωγή του είναι πολύ ευκολότερη από ό,τι στην αγελάδα, γιατί δεν υπάρχουν τα πλακούντια, όπως στην αγελάδα. Έτσι το χέρι οδηγείται ανάμεσα από τον πλακούντα και το ανδομήτριο και με κάποια μικρή προσπάθεια, αλλά προσεκτικά, γίνεται η αποκόλληση. Η παραπέρα θεραπευτική αγωγή είναι η ίδια, όπως παραπάνω.

Στα αιγοπρόβατα και το χοίρο η θεραπεία γίνεται όπως στην αγελάδα, αλλά μόνο στα μεγαλόσωμα άτομα, στο γεννητικό σωλήνα των οποίων μπορεί να εισαχθεί το χέρι ανθρώπου.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα






Αναφροδισία

Αναφροδισία [1] είναι η έλλειψη του οίστρου στα θηλυκά ζώα και αποτελεί μία από τις πιο συχνές αιτίες της αγονιμότητας. Τα αίτια της αναφροδισίας είναι πολλά και διάφορα, γι' αυτό η διάγνωσή τους απαιτεί τη λεπτομερή λήψη του ιστορικού και την προσεκτική κλινική εξέταση των γεννητικών οργάνων. Έτσι ανάλογα με τα αίτια διακρίνονται διάφορες μορφές αναφροδισίας.

Στα βοοειδή η αναφροδισία διακρίνεται σε δύο κατηγορίες:

  • στην αναφροδισία με την παρουσία ωχρού σωματίου στην ωοθήκη και
  • στην αναφροδισία χωρίς ωχρό σωμάτιο.

Η αναφροδισία με την παρουσία ωχρού σωματίου παρουσιάζεται λόγω:

  1. Εγκυμοσύνης, η οποία βέβαια είναι φυσιολογική
  2. Επίμονου ωχρού σωματίου, το οποίο δεν παλινδρομεί, αλλά παραμένει στην ωοθήκη, λόγω παθολογικών καταστάσεων της μήτρας, όπως είναι η πυομήτρα, το μουμιοποιημένο έμβρυο, η χρόνια ενδομητρίτιδα βαριάς μορφής και λόγω πρώιμου εμβρυϊκού θανάτου.
  3. Εκδήλωση ασθενούς ή σιωπηλού οίστρου, κατά την οποία, ενώ δεν εκδηλώνονται φανερά συμπτώματα οίστρου, τα γεννητικά όργανα βρίσκονται σε κανονική λειτουργία, πράγμα που διαπιστώνεται με την κλινική εξέταση.

Η αναφροδισία χωρίς ωχρό σωμάτιο παρουσιάζεται λόγω:

  1. Ανεπάρκειας των ωοθηκών, η οποία οφείλεται σε κακή διατροφή (έλλειψη απαραίτητων συστατικών, όπως υδατανθράκων, ιχνοστοιχείων, βιταμινών), χρόνιων εξαντλητικών νοσημάτων, έλλειψης μυϊκής άσκησης, έλλειψης φωτός, γήρατος κ.λπ.
  2. Κυστικής εκφύλισης των ωοθηκών.
  3. Διδυμίας ετερόφυλων μοσχίδων ή ερμαφροδιτισμού.
  4. Συγγενούς υποπλασίας των ωοθηκών.
  5. Όγκος των ωοθηκών.

Στα ιπποειδή η αναφροδισία οφείλεται στην ανεπάρκεια των ωοθηκών με αιτιολογία όπως στα βοοειδή και ακόμη παρουσιάζεται πολύ συχνά, με τη μορφή του σιωπηλού οίστρου.

Η διαπίστωση του αιτίου της αναφροδισίας έχει μεγάλη σημασία για την ορθή και αποτελεσματική αντιμετώπισή της. Γίνεται κλινική εξέταση, για να διαπιστωθεί η κατάσταση και η λειτουργικότητα των ωοθηκών και της μήτρας του ζώου, με την κολπική εξέταση και την ψηλάφηση από το απευθυσμένο. Έτσι ελέγχεται η δραστηριότητα των ωοθηκών και διαπιστώνεται η φυσιολογική ή μη ανάπτυξη και λειτουργία τους, η παρουσία επίμονου ωχρού σωματίου ή κύστεων των ωοθηκών και οι παθολογικές καταστάσεις της μήτρας.

Η θεραπεία είναι ανάλογη με το αίτιο της αναφροδισίας και το είδος του ζώου.

  • Το επίμονο ωχρό σωμάτιο στην αγελάδα εξαλείφεται με τη χορήγηση ενδομυϊκώς 50-100mg συνθετικού οιστρογόνου ή προσταγλανδίνης ή με την εκπυρήνωσή του, η οποία όμως πρέπει να γίνεται από έμπειρο κτηνίατρο με μεγάλη προσοχή για την αποφυγή ανεπιθύμητων ατυχημάτων ή βλαβών.
  • Ο ασθενής ή σιωπηλός οίστρος αντιμετωπίζεται με την τακτική κλινική εξέταση των γεννητικών οργάνων του ζώου (κολπική εξέταση και ψηλάφηση από το απευθυσμένο). Μπορεί να εφαρμοσθεί ο συγχρονισμός του οίστρου με τη χορήγηση προγεστερόνης ή προγεσταγόνων ή προσταγλανδίνης. Παράλληλα με τη θεραπεία αυτή είναι απαραίτητη και η σωματική άσκηση των ζώων, η οποία εξασφαλίζεται με την έξοδό τους στη βοσκή ή έστω σε ένα προαύλιο.
  • Η ανεπάρκεια των ωοθηκών αντιμετωπίζεται με τη διόρθωση του σιτηρεσίου. Προσθέτονται τα συστατικά που λείπουν, όπως είναι οι βιταμινες και ιδιαίτερα η βιταμίνη Α, τα ιχνοστοιχεία, οι υδατάνθρακες, οι πρωτεΐνες κ.λπ. Παράλληλα με τη διόρθωση του σιτηρεσίου μπορεί να χορηγηθεί και ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη. Ακόμη πρέπει να εξασφαλίζεται απαραιτήτως και η σωματική άσκηση των ζώων.
  • Η κυστική εκφύλιση αντιμετωπίζεται με την ενδοφλέβια χορήγηση ωχρινοτρόπου ορμόνης ή την ενδομυϊκή χορήγηση προσταγλανδίνης, αφού πρόκειται για ωχρινοποιημένες κύστεις ωοθυλακίου ή κύστεις ωχρού σωματίου.
  • Για τον ερμαφροδιτισμό, τη συγγενή υποπλασία και τους όγκους των ωοθηκών δεν υπάρχει θεραπεία. Τα ζώα πρέπει να αξιοποιούνται ως σφάγια.

Στο χοίρο η αναφροδισία αντιμετωπίζεται με τη διόρθωση του σιτηρεσίουα και τη χορήγηση υποδορίως ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης και μετά 3 ημέρες ενδομυϊκώς ωχρινοτρόπου ορμόνης.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα






Ενδονυχίτις

Οπλή προσβεβλημένη από ενδονυχίτιδα
Οπλή προσβεβλημένη από ενδονυχίτιδα

Είναι μια επώδυνη ασθένεια [1] των ποδών, η οποία είναι αποτέλεσμα φλεγμονής στους ευαίσθητους υμένες της τρίτης φάλαγγας. Σε σοβαρές περιπτώσεις το άλογο ιδρώνει, τρέμει και γενικά νιώθει έντονη ενόχληση. Επειδή συνήθως τα μπροστινά πόδια προσβάλλονται περισσότερο από τα πίσω, το άλογο προσπαθεί να ανακουφιστεί από τον πόνο γέρνοντας προς τα πίσω, μετατοπίζοντας το βάρος του στα πίσω πόδια. Σε πιο ήπιες περιπτώσεις το άλογο μπορεί απλώς να αλλάζει το βάρος από το ένα πόδι στο άλλο. Η ενδονυχίτιδα μπορεί να προκληθεί από οποιαδήποτε ασθένεια καταλήγει σε τοξαιμία. Η κατακράτηση υμένων μετά τον τοκετό στις φοράδες είναι συχνή αιτία, όπως ακριβώς και η υπερβολική κατανάλωση τροφής. Άλλη αιτία μπορεί να είναι το υπερβολικό τίναγμα. Το κύριο πρόβλημα της ασθένειας αυτής είναι η περιστροφή του οστού της τρίτης φάλαγγας, που προκαλείται από αλλαγές στη δομή του ποδιού. Η άκρη του οστού του πεντάλ που έχει περιστραφεί πιέζει το πέλμα το οποίο με τη σειρά του χάνει το φυσικό του σχήμα. Η άμεση θεραπεία από χειρουργό κτηνίατρο είναι απαραίτητη προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι μη αναστρέψιμες βλάβες που προκαλούνται στις οπλές στα πρώτα στάδια της ασθένειας. Η θεραπεία περιλαμβάνει τη χορήγηση αντιφλεγμονωδών και παυσίπονων ουσιών. Κυρίως χρησιμοποιείται Phenylbutazone. Σε πολύ ήπιες περιπτώσεις ο γιατρός ενδέχεται να συστήσει ελαφριά άσκηση με συραγωγέα για να τονωθεί η κυκλοφορία του αίματος στα πόδια. Διαφορετικά συστήνεται ανάπαυση. Το άλογο θα πρέπει να σταβλιστεί σε μια επιφάνεια από άμμο και τύρφη, η οποία προσφέρει καλύτερη στήριξη στα πέλματα και ίσως να χρειαστούν ειδικά πέταλα.




Βιβλιογραφία

  1. Ιστοσελίδα Μαθαίνοντας για τα άλογα, Ασθένειες αλόγων, Ενδονυχίτιδα


Ψώρα

Η ψώρα [1] είναι μεταδοτικό δερματικό νόσημα που οφείλεται στα ακάρεα, τα οποία είναι μικρά ζωύφια μη διακρινόμενα με γυμνό οφθαλμό, αλλά με τη βοήθεια μεγεθυντικού φακού ή μικροσκοπίου.

Μεταδίδεται με την επαφή των ζώων μεταξύ τους ή με αντικείμενα, τα οποία έχουν έρθει σε επαφή με προσβεβλημένα από το νόσημα ζώα, όπως είναι η ιπποσκευή, τα εργαλεία ιπποκομίας και περιποίησης των ζώων γενικά, η στρωμνή κ.λπ. Σε ορισμένες εκτροφές ζώων και ιδιαίτερα αιγοπροβάτων, η εμφάνιση της ψώρας έιναι εποχιακή. Περισσότερο παρουσιάζεται το χειμώνα λόγω του συνωστισμού των ζώων μέσα στους στάβλους ή τα ποιμνιοστάσια. Ακόμη η κακή υγιεινή κατάσταση των ζώων, οι ανθυγιεινές συνθήκες διαβίωσης και η πενιχρή διατροφή είναι παράγοντες που ευνοούν την εμφάνιση και εξάπλωση της ψώρας.

Τα ακάρεα εισχωρούν στις κυτταρικές στιβάδες της επιδερμίδας, όπου πολλαπλασιάζονται γρήγορα, καταστρέφουν τα κύτταρα και σχηματίζουν στοές. Από τα προϊόντα της καταστροφής των κυττάρων δημιουργούνται εφελκίδες (κρούστες), οι οποίες μαζί με την τριχόπτωση που συμβαίνει συνιστούν τις χαρακτηριστικές αλλοιώσεις της ψώρας. Ανάλογα με το είδος του ακάρεως και τη διάρκεια του νοσήματος ποικίλλει η εντόπιση της πάθησης στα διάφορα μέρη του σώματος.

Τα προσβεβλημένα ζώα παρουσιάζουν έντονη φαγούρα. Το ζώο ξύνεται ή τρίβεται υπερβολικά, όπου βρίσκει ένα κατάλληλο σταθερό αντικείμενο.

Στα αγροτικά ζώα συμβαίνου οι εξής μορφές ψώρας ανάλογα με το είδος του ακάρεως που τις προκαλεί:

  • Σαρκοπτική (Sarcoptes scabiei)
  • Ψωροπτική (Psoroptes equi)
  • Χοριοπτική (Chorioptes bovis)
  • Δημοδηκτική (Demodex canis)

Τα ακάρεα αυτά προσβάλλουν όλα σχεδόν τα αγροτικά ζώα, ιπποειδή, βοοειδή, αιγοπρόβατα και προκαλούν σ' αυτά ψώρα, πλην όμως το καθένα άκαρι δείχνει κάποια ιδιαίτερη προτίμηση για ένα συγκεκριμένο είδος ζώου, στο οποίο εμφανίζεται συχνότερα. Στο χοίρο εμφανίζεται μόνο η σαρκοπτική και η δημοδηκτική ψώρα. Η σαρκοπτική ψώρα αρχίζει από το κεφάλι και τον τράχηλο του ζώου και κατόπιν εξαπλώνεται στο υπόλοιπο σώμα. Η ψωροπτική ψώρα εμφανίζεται συχνότερα στα μέρη του σώματος, τα οποία καλύπτονται από μακρύ και πυκνό τρίχωμα, όπως η χαίτη στου ίππους, η ουρά κ.λπ. Η χοριοπτική ψώρα συνήθως αρχίζει από τα άκρα ή την ουρά και κατόπιν προχωρεί προς τις άλλες περιοχές του σώματος, τους λαγόνες, την κοιλιά κ.λπ.

Η δημοδηκτική ψώρα αρχίζει να σχηματίζει αλλοιώσεις γύρω από τους οφθαλμούς και τα φρύδια. Το άκαρι Demodex προσβάλλει τους θυλάκους των τριχών και τους σμηγματογόνους αδένες και σχηματίζει βλατίδες και έλκη.

Η διάγνωση της ψώρας είναι εύκολη λόγω της εμφανιζόμενης έντονης φαγούρας και των χαρακτηριστικών αλλοιώσεων. Στις περιπτώσεις, που οι αλλοιώσεις δεν είναι αρκετά εμφανείς, αλλά υπάρχουν μόνο εστιακές τριχοπτώσεις και φαγούρα, πρέπει να αποκλείεται η φθειρίαση με τη διαπίστωση της απουσίας φθειρών. Η επιβεβαίωση της κλινικής διάγνωσης γίνεται με εργαστηριακή εξέταση. Με μαχαιρίδιο ή νυστέρι αποξέονται οι κρούστες των αλλοιώσεων του δέρματος μέχρι αιματώσεώς του και τα ξέσματα αποστέλλονται στο εργαστήριο.

Οι εστίες τριχόπτωσης και των βαρύτερων αλλοιώσεων, δηλαδή εφελκίδες, βλατίδες και εξελκώσεις, επαλείφονται με ειδική θειούχο αλοιφή ή πλύνονται με ειδικό διάλυμα.

Η θεραπεία της ψώρας μπορεί να επιχειρείται και με έναν απλό τρόπο χρησιμοποιώντας διάλυμα κρεολίνης για την πλύση των εστιών προσβολής του δέρματος. Παράλληλα με αυτή τη θεραπεία πρέπει να γίνεται και απολύμανση των στάβλων και των αντικειμένων που έρχονται σε επαφή με τα ζώα.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα






Ίππειος πιροπλάσμωση

Η ίππειος πιροπλάσμωση είναι νόσος που προκαλείται από παράσιτο του αίματος και προσβάλλει άλογα, γαιδούρια, μουλάρια και ζέβρες. Τα προσβεβλημένα ζώα παρουσιάζουν συνήθως πυρετό, αναιμία, ίκτερο και παράγουν ούρο χρώματος κόκκινου ή καφέ. Αλογα με παραμένουσα πιροπλάσμωση είναι φορείς του παρασίτου και ως εκ τούτου πηγή μόλυνσης για άλλα άλογα.

Τρόποι μετάδοσης

Η πιροπλάσμωση [1] μεταδίδεται με συγκεκριμένα τσιμπούρια από το ένα άλογο στο άλλο.

Οι άνθρωποι μπορούν να μεταδώσουν την νόσο με χρησιμοποιημένες σύριγγες ή σύριγγες που χρησιμοποιούνται μεταξύ μολυσμένων και μη μολυσμένων αλόγων. Εργαλεία χειρουργικά, οδοντιατρικά ή εργαλεία τατουάζ εάν δεν απολυμαίνονται πριν από κάθε χρήση μπορεί να μεταδώσουν τη νόσο.

Παίρνοντας αίμα από μολυσμένο άλογο (ακόμα και εάν φαίνεται υγιές) και μεταγγιζοντάς το σε μη μολυσμένο άλογο μεταδίδεται το παράσιτο.

Υπάρχουν αναφορές μετάδοσης πιροπλάσμωσης σε άλογα μετά από μετάγγιση αίματος που γίνεται για αύξηση της αθλητικής απόδοσης από μη κτηνιάτρους.




Βιβλιογραφία

  1. Ιστοσελίδα Ιππιατρικές υπηρεσίες/Ασθένεια ιπποειδών-Ίππειος πιροπλάσμωση


Θηλωμάτωση του δέρματος

Η Θηλωμάτωση του δέρματος [1] είναι πάθηση μεταδοτική που προσβάλλει όλα τα κατοικίδια ζώα. Χαρακτηρίζεται από το σχηματισμό θηλωμάτων στο δέρμα, δηλαδή όγκων, οι οποίοι δημιουργούνται πάνω στο δέρμα από τον ακανόνιστο πολλαπλασιασμό των κυττάρων της επιδερμίδας. Τα κύτταρα αυτά σχηματίζουν στιβάδες τη μια πάνω στην άλλη και έτσι δημιουργούνται τα θλώματα εμ ακανόνιστη μορφή.

Έχει αποδειχθεί ότι η πάθηση οφείλεται σε ιό, αφού επιτεύχθηκε η μετάδοσή της πειραματικά με το διήθημα θηλωμάτων ύστερα από ενοφθαλμισμό ή υποδόρια έγχυση. Η μετάδοση της νόσου γίνεται από ζώο σε ζώο με τα καπίστρια, τα λουριά και άλλα αντικείμενα που χρησιμοποιούνται από το ένα ζώο στο άλλο. Επίσης η μόλυνση μεταδίδεται με τα εκτοπαράσιτα και τα έντομα.

Τα θηλώματα αρχικά εμφανίζονται σαν επάρματα του δέρματος και σιγά σιγά μεγαλώνουν και προβάλλουν σαν εκβλαστήσεις. Πολλά απ' αυτά συγχωνεύονται μεταξύ τους και σχηματίζουν εμγαλύτερες εκβλαστήσεις, οι οποίες παίρνουν το σχήμα μούρου ή ανθροκράμβης (κουνουπιδιού). Μερικά φτάνουν στο μέγεθος του αυγού ή ακόμη και της γροθιάς.

Η θηλωμάτωση παρουσιάζεται σε όλες τις ηλικίες, αλλά πολύ συχνότερα στα νεαρά άτομα.

Στα βοοειδή προσβάλλει κυρίως το δέρμα του μαστού και εμφανίζεται συχνότερα στα σταβλισμένα ζώα παρά σε εκείνα που βόσκουν. Όταν τα θηλώματα είναι πολυάριθμα πάνω στο δέρμα της θηλής, ακθιστούν πολύ δύσκολη την άμελξη.

Στα ιπποειδή τα θηλώματα παρουσιάζονται στο πρόσωπο, κοντά στα μάτια και πάνω στη μύτη και είναι μικρού μεγέθους (2-10mm).

Εμφανίζονται συνήθως στους πώλους 1-2 ετών και είναι λίγα σε αριθμό ή μερικές φορές πολυάριθμα. Δεν προκαλούν καμιά βλάβη και συνήθως εξαφανίζονται αιφνιδίως. Σπανιότερα στα ιπποειδή κάθε ηλικίας παρουσιάζονται μεγαλύτερα θηλώματα σε διάφορα μέρη του σώματος, όχι βέβαια μεγάλης σημασίας. Αυτά είναι μεμονωμένα και συνήθως μισχωτά.

Η διάγνωση της νόσου είναι εύκολη λόγω της χαρακτηριστικής μορφής των θηλωμάτων. Σε περίπτωση αμφιβολίας, όταν μοιάζουν με όγκους κακοήθους μορφής, γίνεται βιοψία για ιστοπαθολογική εξέταση.

Τα θηλώματα συνήθως μετά ένα ορισμένο χρονικό διάστημαν εξαφανίζονται αυτόματα. Όταν αργεί να γίνει αυτό, προβαίνουμε στην αφαίρεσή τους και στον καυτηριασμό της πληγής που σχηματίζεται με σαλικιλικό οξύ ή θειικό χαλκό για να σταματήσει και η αιμορραγία που προκαλείται κατά την επέμβαση. Τα αντισηπτικά αυτά, ως γνωστό, έχουν αιμοστατικές ιδιότητες. Η αφαίρεση γίνεται εύκολα σε εκείνα τα θηλώματα που είναι μισχωτά στρίβοντάς τα μέχρι να κοπούν. Στα θηλώματα μεγάλου μεγέθους, όταν είναι μισχωτά, εφαρμόζεται ισχυρή περίδεση με μεταξωτή κλωστή στη βάση του μίσχου τους. Έτσι ύστερα από μερικές ημέρες αυτά πέφτουν μόνα τους.

Τα πολυάριθμα θηλώματα διαφόρων μεγεθών δεν είναι δυνατόν να αφαιρεθούν όλα ούτε άλλωστε υπάρχει λόγος να γίνει αυτό. Αφαιρούνται πολλά από τα μεγαλύτερα θηλώματα, γίνεται ο καυτηριασμός και συνήθως τα υπόλοιπα εξαφανίζονται ύστερα από μερικές ημέρες. Πιθανότατα με την αφαίρεση των θηλωμάτων και τον τοπικό ερεθισμό ο ιός εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος του ζώου και προκαλεί ανοσοποιητική αντίδραση στον οργανισμό με αποτέλεσμα την οριστική θεραπεία.

Αν δεν επιτευχθεί το παραπάνω αποτέλεσμα μπορεί να δοκιμασθούν οι παρακάτω τρόποι θεραπείας:

  • Χορήγηση νοβοκαΐνης 0,5% ενδοφλεβίως 100-150 ml και έγχυση μικρής ποσότητας από το ίδιο διάλυμα στη βάση των μεγαλύτερων θηλωμάτων.
  • Χορήγηση κολιχικίνης 0.0005 g υποδορίως για 3 ημέρες και συγχρόνως επάλειψη με αλοιφή κολχικίνης 1%.
  • Παρασκευή αυτεμβολίου με λειοτρίβηση θηλωμάτων και χρησιμοποίησή του στα πάσχοντα ζώα.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα





Ίωση του Δυτικού Νείλου

Ο ιός του Δυτικού Νείλου μπορεί να μολύνει και ανθρώπους αλλά και τα άλογα. Για τη μεταφορά του ενοχοποιούνται κυρίως τα αποδημητικά πτηνά.

Συντομεύσεις:

  • WNV:ιός του Δυτικού Νείλου,
  • ΝΔΝ:Νόσος του δυτικού Νείλου,
  • ΚΝΣ:Κεντρικό νευρικό σύστημα.

Η ΝΔΝ [1] διεγνώσθη για πρώτη φορά στον άνθρωπο το 1937 στήν Ουγκάντα, σαν αιτία εγκεφαλίτιδος. Από τότε η νόσος εξαπλώθηκε στην Αφρική, Δυτική Ασία, Μέση Ανατολή, Ευρώπη και τέλος στην Αμερική.

Το μέσον μετάδοσης της νόσου είναι κυρίως τα κουνούπια και προκαλεί φλεγμονή του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού (εγκεφαλομυελίτις). Προσβάλλονται αρχικά τα πουλιά, τα ιπποειδή και ο άνθρωπος. Σπανιότερα προσβάλλονται κατσίκες, πρόβατα, σκύλοι κ.λπ.

Ο ιός μεταδίδεται από τά πουλιά με την συμβολή των κουνουπιών. Τα περισσότερα πουλιά δεν αρρωσταίνουν όταν τσιμπηθούν από μολυσμένο κουνούπι. Τα οικόσιτα πουλιά όπως οι κότες δεν εμφανίζουν εγκεφαλομυελίτιδα όταν μολυνθούν αλλά ο ιός πολλαπλασιάζεται στο αίμα τους με αποτέλεσμα τα κουνούπια να τον μεταφέρουν σε ανθρώπους και άλογα. Ο άνθρωπος και το άλογο είναι οι τελικοί ξενιστές και δεν μεταδίδουν τη νόσο όταν μολυνθούν ή αρρωστήσουν.

Τα συμπτώματα της ΝΔΝ στο άλογο(και τον άνθρωπο) οφείλονται στην προσβολή από τον ιό του κεντρικού νευρικού συστήματος (δηλαδή του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού) και είναι τά εξής:

  1. Ανορεξία,
  2. Πυρετός,
  3. Αδυναμία
  4. Απώλεια όρασης,
  5. Έλλειψη συντονισμού στην κίνηση,
  6. Πιέζει το μέτωπο σε κάποιο σταθερό αντικείμενο (τοίχος, δένδρο),
  7. Περιφέρεται άσκοπα,
  8. Εμφανίζει σπασμούς,
  9. Αδυναμία κατάποσης (τροφής ή νερού),
  10. Κινείται κυκλοτερώς (κυκλικά),
  11. Κώμα και θάνατος.

Τα συμπτώματα εμφανίζονται σταδιακά και κάποια μπορεί να απουσιάζουν. Η εικόνα που παρουσιάζει το άλογο μοιάζει με την εικόνα άλλων ασθενειών του ΚΝΣ όπως η λύσσα, η αλλαντίαση και η ίππειος μυελοεγκεφαλίτις από πρωτόζωο. Η συμβολή του ιππιάτρου είναι απαραίτητη από τα αρχικά στάδια της νόσου ουτως ώστε το άρρωστο άλογο να έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να θεραπευτεί. Η θεραπεία είναι υποστηρικτικη και συμπτωματική και συνίσταται σε χορήγηση υγρών ενδοφλεβίως και αντιφλεγμονώδη. Ο ιός δεν καταπολεμείται με αντιβιοτικά ή άλλα φάρμακα.

Μέτρα πρόληψης

Εμβολιασμός πρίν την εποχή που δραστηριοποιούνται τα κουνούπια. Στην χώρα μας η καλύτερη εποχή για την έναρξη των εμβολιασμών είναι τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο. Για να επιτευχθεί η καλύτερη ανοσία πρέπει να γίνουν 2 εμβολιασμοί με διάστημα μεταξύ τους 3-6 εβδομάδων.

Σημεία που υπάρχει στάσιμο νερό ή γούρνες ποτίσματος πρέπει να καταργούνται γιατί εκεί πολλαπλασιάζονται τα κουνούπια. Απομάκρυνση κοπριάς, σάπιων φύλλων, σκουπιδιών από τον χώρο του στάβλου καί γύρω από αυτόν. Σχολαστικός καθαρισμός των συστημάτων ποτίσματος των αλόγων τουλάχιστον 1 φορά τον μήνα. Χρήση φαρμάκων στους χώρους για την καταπολέμηση των κουνουπιών (προνυμφοκτόνα). Τα άλογα να παραμένουν στον στάβλο τις ώρες δραστηριότητας των κουνουπιών δηλαδή από το σούρουπο μέχρι την ανατολή του ηλίου. Χρήση σίτας στα ανοίγματα του στάβλου και ειδικών ανεμιστήρων πάνω από τα άλογα για παρεμπόδιση των κουνουπιών. Αποφύγετε να είναι αναμμένα τα φώτα του στάβλου το βράδυ. Χρήση ειδικών αντικουνουπικών για το άλογο. Απομάκρυνση όλων των πουλιών και των οικόσιτων πουλερικών από την περιοχή του στάβλου.




Βιβλιογραφία

  1. Ιστοσελίδα Αγροτική στέγη, Νόσος του Δυτικού Νείλου


Αλλαντίαση

Η αλλαντίαση [1] είναι δηλητηρίαση από την τοξίνη του Clostridium botulinum, το οποίο αναπτύσσεται και πολλαπλασιάζεται στις τροφές των ζώων. Η αλλαντίαση δεν είναι λοίμωξη, αλλά τοξίκωση, γιατί οφείλεται στη βρώση της τροφής, μέσα στην οποία υπάρχει η τοξίνη του βακτηριδίου Clostridium botulinum. Το βακτηρίδιο αυτό είναι αναερόβιο και σπορογόνο και απαντάται στο έδαφος και στα έντερα και τα κόπρανα των ζώων.

Υπάρχουν 8 τύποι και υποτύποι του Cl.botulinum, οι οποίοι διακρίνονται μεταξύ τους βάσει της ορολογικής ειδικότητας της τοξίνης τους και είναι οι εξής: A, B, Ca, Cb, D, E, F, G. Ο καθένας απ' αυτούς τους τύπους έχει βρεθεί ότι προσβάλλει ορισμένο είδος ζώου ή τον άνθρωπο, όπως φαίνεται παρακάτω:

Οι τοξίνες όλων των τύπων του Cl.botulinum είναι πρωτεΐνες και έχουν ισχυρότατη τοξικότητα. Καθαρή τοξίνη 1mg του τύπου A ισοδυναμεί προς 40.000.000 θανατηφόρες δόσεις ποντικού.

Τα βακτηρίδια και τα σπόριά τους εισέρχονται με τις τροφές στο πεπτικό σύστημα των ζώων, χωρίς να δημιουργούν κανένα πρόβλημα κατά τη διέλευσή τους απ' αυτό. Όταν τα ζώα αποθνήσκουν, τα σπόρια του μικροβίου βλαστάνουν μέσα στους αποσυντιθέμενους ιστούς και εκκρίνεται η τοξίνη. Έτσι όταν οι ζωοτροφές ρυπαίνονται από σάρκες νεκρών μικρών ζώων, όπως ποντικών, ερπετών διαφόρων ειδών κ.λπ. υπάρχει ενδεχόμενο να περιέχουν αλλαντοτοξίνη πολύ επικίνδυνη για τα ζώα που θα καταναλώσουν τις ζωοτροφές αυτές.

Στον άνθρωπο η αλλαντίαση μπορεί να προκληθεί ύστερα από βρώση κονσερβών ή αλλάντων, που περιέχουν την τοξίνη. Λόγω πλημμελούς αποστείρωσης κατά την παρασκευή τους τα τυχόν υπάρχοντα σπόρια του μικροβίου βλαστάνουν και εκκρίνουν την τοξίνημέσα στον αναερόβιο χώρο της κονσέρβας ή του αλλαντικού.

Η τοξίνη απορροφάται από το έντερο, εισέρχεται στην κυκλοφορία και διασπείρεται στους ιστούς του σώματος. Αναστέλλει τη σύνθεση ή την απελευθέρωση της ακετυλοχολίνης στις τελικές κινητικές πλάκες με αποτέλεσμα τη διακοπή της νευρικής ώσης από τα νεύρα στις μυϊκές ίνες, δηλαδή με άλλα λόγια δρα στο περιφερειακό νευρικό σύστημα. Το αποτέλεσμα αυτής της δράσης της αλλαντοτοξίνης είναι η μυϊκή παράλυση του ζώου.

Η περίοδος επώασης διαρκεί 2-10 ημέρες και η όλη διάρκεια της νόσου είναι από λίγες ώρες έως 5 ημέρες.

Τα πρώτα συμπτώματα είναι αταξία στο βάδισμα και κατόπιν πάρεση Στη συνέχεια παρατηρείται αδυναμία μάσησης και κατάποσης και βαθμιαία γενίκευση της παράλυσης μέχρι το θάνατο.

Η διάγνωση μπορεί να γίνει με τη διαπίστωση της ειδικής τοξίνης στις ζωοτροφές ή στο πεπτικό σύστημα του προσβεβλημένου ζώου. Αυτό επιτυγχάνεται με τη δίοδο εκχυλίσματος τροφών ή εντερικού περιεχομένου από ποντικούς, οι οποίοι σε θετική περίπτωση αποθνήσκουν μέσα σε 2 ημέρες. Η απομόνωση του Cl.botulinum από τις ζωοτροφές ή το γαστροεντερικό σωλήνα δεν έχει καμιά σημασία, γιατί έτσι κι αλλιώς το μικρόβιο μπορεί να υπάρχει σ' αυτά κανονικά σε κατάσταση μη βλάστησης.

Η αλλαντίαση αντιμετωπίζεται με τη χορήγηση ειδικής αντιτοξίνης. Υπάρχει και πολυδύναμη αντιτοξίνη, η οποία καλύπτει περισσότερους του ενός τύπους του μικροβίου. Εννοείται ότι η θεραπεία πρέπει να γίνεται έγκαιρα, δηλαδή στην αρχή της εκδήλωσης της νόσου.

Εκεί που υπάρχει ενζωοτία χορηγείται αντιτοξίνη στα ζώα, για να εξασφαλισθεί η προστασία τους από την προσβολή. Εξάλλου πρέπει να δίνεται μεγάλη προσοχή στη διατροφή των ζώων, Να απορρίπτονται οι τροφές που έχουν ρυπανθεί από πτώματα μικρών ζώων.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα





Παρασιτικά προβλήματα

Η αντιπαρασιτική πάστα, σε σύριγγα, μπαίνει στο πίσω μέρος της γλώσσας του ζώου για να καταποθεί το περιεχόμενό της.

Ένα άγριο άλογο που διατρέχει ευρείες περιοχές για να τραφεί, σπανίως υποφέρει από μολύνσεις εξαιτίας εσωτερικών παρασίτων. Στο οικιακό περιβάλλον, όμως, στο οποίο υποχρεώνουμε αρκετά άλογα να τρέφονται σε περιορισμένους χώρους, οι πιθανότητες μιας τέτοιας μόλυνσης αυξάνονται με ανησυχητικούς ρυθμούς.

Ένα άλογο μολυσμένο με σκουλήκια έχει άσχημη όψη, χάνει βάρος και τρώει πολύ λιγότερο από ένα υγιές ζώο.

Μπορεί επιπλέον η κοιλιά του να είναι πρησμένη ή φουσκωμένη και οι τρίχες (ουράς) ορθωμένες αντί για ίσιες. Αν συμβαίνουν αυτά, είναι απαραίτητο να του χορηγήσουμε αντιπαρασιτικά φάρμακα (ρωτήστε τον κτηνίατρο σας). Όμως είναι καλύτερα να προλάβουμε αυτή την ασθένεια και να εμποδίσουμε το άλογό μας να υποφέρει από τις αρνητικές συνέπειες , χορηγώντας του αντιπαρασιτικά παρασκευάσματα κάθε οχτώ εβδομάδες το χειμώνα και κάθε έξι την άνοιξη και το καλοκαίρι.

Η αντιπαρασιτική πάστα, σε σύριγγα, μπαίνει στο πίσω μέρος της γλώσσας του ζώου για να καταποθεί το περιεχόμενό της.

Καθώς υπάρχουν διάφοροι τύποι εσωτερικών παρασίτων (νηματώδη, τρηματώδη και κεστώδη) το ιδανικό είναι να σπάσουμε τα αντιπαρασιτικά φάρμακα σε ένα κύκλο τριών ετών, πράγμα που πρέπει να κάνουμε αφού συμβουλευτούμε έναν Ιππίατρο.




Πιροπλασμώσεις

Οι πιροπλασμώσεις [1] είναι νόσοι των κατοικιδίων ζώων οφειλόμενες σε είδη του πρωτοζώου Babesia, τα οποία εισχωρούν στα ερυθρά αιμοσφαίρια του αίματος και τα καταστρέφουν. Χαρακτηρίζονται από πυρετό, αναιμία και πολλές φορές από αιμοσφαιρινουρία. Η μόλυνση γίνεται με τα δείγματα αιματοφάγων κροτόνων (τσιμπουριών).

Στα βοοειδή η πιροπλάσμωση προκαλείται από τη Babesia bigemina και μεταδίδεται με τον κρότονα Boophilus annulatus.

Στα αιγοπρόβατα η νόσος προκαλείται από τη B.ovis και τη B.motasi, οι οποίες μεταδίδονται με τον κρότονα Rhipicephalus bursa. Η B.ovis είναι περισσότερο διαδεδομένη, ενώ η B.motasi είναι περισσότερο λοιμογόνος.

Στα ιπποειδή η ασθένεια οφείλεται στη B.equi και στη B.caballi. Περισσότερο λοιμογόνος είναι η B.equi.

Στον χοίρο η νόσος προκαλείται κυρίως από τη B.trautmanni και λιγότερο από τη B.perroncitoi.

Τα συμπτώματα της πιροπλάσμωσης στα βοοειδή είναι ότι εκδηλώνεται ύστερα από περίοδο επώασης 5-10 ημερών. Παρουσιάζεται με υψηλό πυρετό (41,5-42oC). Στην αρχή δεν παρατηρούνται άλλα συμπτώματα και έτσι δε γίνεται αντιληπτή η προσβολή του ζώου από τη νόσο, παρά μόνο, αφού προχωρήσει η εξέλιξή της, οπότε εμφανίζεται ανορεξία και κατήφεια. Καθώς προχωρά η καταστροφή των ερυθροκυττάρων οι βλεννογόνοι γίνονται αναιμικοί και ικτερικοί και μπορεί να εμφανισθεί και αιμοσφαιρινουρία. Ο σφυγμός επιταχύνεται και οι αναπνοές αυξάνονται. Σε βαριές περιπτώσεις επέρχεται σύντομα ο θάνατος, μέσα σε 5-7 ημέρες. Γενικά η θνησιμότητα είναι μεγάλη. Μπορεί να φθάσει το 90%.

Τα βοοειδή των περιοχών, όπου ενδημεί η νόσος, αποκτούν μια μέτρια ανοσία.

Τα αιγοπρόβατα παρουσιάζουν απότομα ανορεξία, πάρεση των οπίσθιων άκρων με κοπιώδες βάδισμα, ταχύπνοια, αδιαφορία, κρατούν το κεφάλι κάτω και τρίζουν τα δόντια. Ο πυρετός είναι υψηλός και μπορεί να παρουσιασθεί αιμοσφαιρινουρία. Τελικά πέφτουν κάτω σε κώμα και επέρχεται ο θάνατος.

Στα ιπποειδή παρατηρείται πυρετός, αναιμία και ίκτερος και στις βαριές περιπτώσεις αιμοσφαιρινουρία.

Στο χοίρο τα συμπτώματα της νόσου είναι όπως και στα άλλα ζώα.

Σε όλα τα ζώα η διάγνωση της νόσου επιβεβαιώνεται με την μικροσκοπική εξέταση επιχρισμάτων αίματος ύστερα από χρώση Giemsa.

Για να έχει ευνοϊκά αποτελέσματα η θεραπεία, πρέπει να εφαρμόζεται εγκαίρως πριν από την καταστροφή μεγάλου αριθμού ερυθροκυττάρων. Χορηγείται ενδοφλεβίως ακριφλαβίνη ή υποδορίως ακαπρίνη. Η πρόληψη γίνεται με την εξόντωση των κροτόνων.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα






Τέτανος

Ο τέτανος [1] είναι νόσος τοξιναιμική που χαρακτηρίζεται από τονικούς και κλονικούς σπασμούς των σκελετικών μυών και είναι εξαπλωμένη σ' όλο τον κόσμο.

Η νόσος προκαλείται από το αναερόβιο βακτηρίδιο Clostridium tetani, το οποίο φέρει τελικό σπόριο και υπάρχει στο έδαφος και τα κόπρανα των ζώων και περισσότερο στα κόπρανα των ιπποειδών. Τα σπόρια του βακτηριδίου είναι πολύ ανθεκτικά και μάλιστα, όταν είναι εκτός από την επίδραση του φωτός και της θερμότητας.

Τα σπόρια βλαστάνουν μέσα στους ιστούς του σώματος μόνο υπό αναερόβιες συνθήκες, δηλαδή μέσα σε βαθιά τραύματα, που προξενούνται με αιχμηρά όργανα. Οι νεκρώσεις και άλλες αλλοιώσεις των ιστών και η αναερόβια κατάσταση, που δημιουργούνται μέσα στα βαθιά τραύματα, αποτελούν άριστες συνθήκες για την ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό των βακίλλων του τετάνου. Αντίθετα σε υγιείς ιστούς δεν μπορούν να αναπτυχθούν. Στις εστίες αυτές λοιπόν οι βάκιλλοι αναπτύσσονται, πολλαπλασιάζονται και εκκρίνουν την τοξίνη, η οποία απορροφάται από τα κινητικά νεύρα και προχωρεί προς το κέντρο προκαλώντας τον ανιόντα τέτανο. Παράλληλα η τοξίνη δια μέσου του λεμφικού συστήματος εισέρχεται στην κυκλοφορία και με το αίμα φθάνει στο κεντρικό νευρικό σύστημα, οπότε προκαλείται ο κατιών τέτανος. Τα βακτηρίδια βέβαια βρίσκονται στην αρχική εστία μόλυνσης, όπου συνεχίζεται ο πολλαπλασιασμός και η ανάπτυξή τους και η παραγωγή τοξίνης. Από όλα τα ζώα περισσότερο ευαίσθητα είναι τα ιπποειδή.

Η περίοδος επώασης διαρκεί 1-3 και σπάνια μέχρι 4 εβδομάδες. Στην αρχή παρουσιάζεται μια δυσκινησία και ιδιαίτερα των οπίσθιων άκρων. Τη δεύτερη ημέρα παρατηρούνται τονικοί σπασμοί, υπεραισθησία, φωτοφοβία και στη συνέχεια συνεχής σύσπαση των μασητήρων μυών (τρισμός) και εμφάνιση του τρίτου βλεφάρου. Η συνείδηση διατηρείται σχεδόν μέχρι το τέλος της εξέλιξης της νόσου. Τα συμπτώματα χειροτερεύουν με γρήγορο ρυθμό και γενικεύονται με δραματικό τρόπο. Το ζώο καθίσταται δυσκίνητο, έχοντας τα πόδια του τεντωμένα σαν να είναι καρφωμένα στο έδαφος, ιδρώνει, αναπνέει δύσκολα και κρατά τους ρώθωνες ανοικτούς και το λαιμό και τα αυτιά τεντωμένα. Λίγο πριν από το θάνατο η θερμοκρασία του σώματος φτάνει τους 42oC και πάνω.

Για τη θεραπεία της νόσου το ζώο κλείνεται σε ένα ήσυχο και σκοτεινό χώρο. Χορηγούνται ηρεμιστικά ή ναρκωτικά και αντιτετανικός ορός σε μεγάλες δόσεις (100,000-200,000 I.U. ενδοφλεβίως κάθε ημέρα). Συγχρόνως μπορεί να χορηγείται πενικιλλίνη.

Για την πρόληψή της κατά τις χειρουργικές επεμβάσεις πρέπει να τηρούνται αυστηρά οι όροι ασηψίας και αντισηψίας. Όταν συμβαίνουν τραυματισμοί, να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται καλά τα τραύματα και ιδιαίτερα τα βαθιά τραύματα και να χορηγείται αντιτετανικός ορός (1,500-3,000 I.U.). Ακόμη και ύστερα από κάθε χειρουργική επέμβαση είναι απαραίτητο τουλάχιστον για τα ιπποειδή να χορηγείται αντιτετανικός ορός.

Προληπτικά μπορεί να γίνεται εμβολιασμός σε όλα τα ζώα με εμβόλιο ανατοξίνης. Ο εμβολιασμός επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο, οπότε τα ζώα είναι προστατευμένα καθόλη τη ζωή τους.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα




Γρίπη ιπποειδών

Το σωματίδιο του ιού της γρίπης τύπου Α

Η γρίπη των ιπποειδών [1] οφείλεται σε ιό της γρίπης τύπου Α. Τα ιπποειδή αποτελούν έναν από τους τρεις κύριους ξενιστές των ιών της γρίπης Α στα θηλαστικά, ενώ οι άλλοι δύο είναι οι χοίροι και ο άνθρωπος. Ο πυρετός, ο βήχας, η κατάπτωση και το ρινικό έκκριμα είναι τα πιο συχνά συμπτώματα της νόσου, θάνατοι όμως αναφέρονται σπάνια, εκτός των περιπτώσεων δευτερογενούς επιπλοκής.

Αναγνωρίστηκε ως ασθένεια για πρώτη φορά το 1956, όταν είχε ξεσπάσει ενζωοτία στον πληθυσμό των ίππων στην Ανατολική Ευρώπη. Από τότε μέχρι σήμερα έχουν απομονωθεί 2 αντιγονικοί τύποι.

Λόγω των σημαντικών οικονομικών επιπτώσεων που έχει η γρίπη των ιπποειδών στην διοργάνωση αγώνων και διαγωνισμών, η μεταφορά των ζώων διέπεται από κανόνες εμβολιασμού και καραντίνας. Παρόλα αυτά συνεχώς νέα στελέχη του ιού (και πιο συγκεκριμένα τα τελευταία χρόνια του υπότυπου 2) φαίνεται ότι προκαλούν ενζωοτίες σε όλο τον κόσμο, σε εμβολιασμένους και μη πληθυσμούς ίππων.

Παθογένεια

Από τη νόσο προσβάλλονται ζώα όλων των ηλικιών. Ιδιαίτερα ευπαθή είναι τα νεαρά ιπποειδή (μέχρι 2 ετών), τα εξασθενημένα, τα καταπονημένα και τα υπερήλικα. Τα ευαίσθητα ζώα μολύνονται με την εισπνοή μολυσμένων μικροσταγονιδίων. Ο χρόνος επώασης είναι σχετικά βραχύς (1-3 ημέρες).

Ο ιός, με τα μικροσταγονίδια, εισέρχεται στην αναπνευστική οδό και εγκαθίσταται στο βλεννογόνο της πρόσθιας και οπίσθιας αναπνευστικής οδού. Αν ο ιός εισέλθει σε μεγάλη δόση είναι ικανός να διαπεράσει το βλεννογόνο και να προσβάλλει τα κροσσωτά κυλινδρικά επιθηλιακά κύτταρα. Πολλαπλασιάζεται στα προσβεβλημένα κύτταρα σε διάστημα 4-6 ημερών, μετά από το οποίο απελευθερώνεται από αυτά και προσβάλει τα παρακείμενα κύτταρα. Με τον τρόπο αυτό, η μόλυνση μεταδίδεται από τις αρχικά λίγες εστίες σε μεγάλο αριθμό κυττάρων του αναπνευστικού συστήματος προκαλώντας υπεραιμία, οίδημα, νέκρωση, εστιακή διάβρωση του βλεννογόνου και διήθηση της περιοχής από ουδετερόφιλα και πτώση των κροσσών σε μεγάλη έκταση του αναπνευστικού επιθηλίου. Λιγότερο συχνά ο ιός προσβάλλει και άλλα κύτταρα της αναπνευστικής οδού, όπως τα κυψελιδικά κύτταρα, τα κύτταρα των βλεννογονίων αδένων και τα μακροφάγα.

Επομένως, η αναπνευστική οδός καθίσταται ευάλωτη στην είσοδο βακτηρίων ή άλλων μολυσματικών παραγόντων. Οι κυριότερες δευτερογενείς λοιμώξεις, που έχουν καταγραφεί αφορούν τα γένη Streptococcus spp., Pasteurella spp. και Actinobacillus spp.

Κλινική εικόνα

Τα συμπτώματα της νόσου χωρίς επιπλοκές μοιάζουν με εκείνα της ρινοπνευμονίτιδας. Παρόλο που ο ιός της γρίπης παραδοσιακά προκαλεί αναπνευστικά συμπτώματα, κατά την επιζωοτία του 2003 αναφέρονται για πρώτη φορά νευρολογικά συμπτώματα σε δύο ανεμβολίαστους ίππους προσβεβλημένους από τον ιό. Κατά τη νεκροψία του ενός περιστατικού διαπιστώθηκαν αλλοιώσεις ιογενούς, μη πυώδους εγκεφαλίτιδας.

Μετάδοση του ιού

Η μετάδοση συμβαίνει κυρίως μέσω της αναπνευστικής οδού. Το νόσημα είναι άκρως μεταδοτικό και μπορεί να μεταδοθεί άμεσα ανάμεσα στις διάφορες ομάδες ζώων. Αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι στα σταγονίδια του "αεροζόλ", που διασπείρονται με τον έντονο βήχα ή/και τον πταρμό των ήδη μολυσμένων ζώων, περιέχεται μεγάλη ποσότητα ιικών σωματιδίων. Επομένως τα ζώα μπορούν να μολυνθούν είτε με την εισπνοή ελεύθερων ιικών σωματιδίων είτε μολυσμένων με ιό κυττάρων που προέρχονται από τις αναπνευστικές εκκρίσεις μολυσμένων ζώων. Ο ιός μπορεί να μεταφερθεί και να παραμείνει μολυσματικός ακόμα και σε αποστάσεις 32 μέτρων.

Η νόσος παρουσιάζει ευρεία γεωγραφική εξάππλωση. Εκτός από τη Νέα Ζηλανδία, σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο έχουν περιγραφεί εξάρσεις της.

Στο pdf που ακολουθεί παρατίθενται λεπτομέρειες για τον ιό της γρίπης των ιπποειδών. Γρίππη ιπποειδών: Απομόνωση, Μοριακός Χαρακτηρισμός και Φυλογενετική Ανάλυση στελεχών του Ιού από τις Επιζωοτίες 2003 και 2007 στην Ελλάδα



Βιβλιογραφία

  1. "Γρίππη ιπποειδών: Απομόνωση, Μοριακός Χαρακτηρισμός και Φυλογενετική Ανάλυση στελεχών του Ιού από τις Επιζωοτίες 2003 και 2007 στην Ελλάδα", Διδακτορική Διατριβή της Μαρίας Θ. Μπουντούρη, Αθήνα 2011


Αφρικανική Πανώλη ιπποειδών

Εισαγωγή

Η Αφρικανική Πανώλη των ιπποειδών [1] είναι λοιμώδης, μη μεταδοτική ασθένεια που οφείλεται σε ιό (orbivirus). Mεταδίδεται από τα έντομα Culicoides και παρατηρείται συνήθως κατά τους μήνες του καλοκαιριού και του φθινοπώρου κατά τους οποίους ευνοείται ο πολλαπλασιασμός τους. Προσβάλλει όλα τα είδη των ιπποειδών και δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο. Ενδημεί στην Αφρική και κυρίως στις υποσαχάριες χώρες. Στην Κύπρο εμφανίστηκε για τελευταία φορά το 1960. Με την αλλαγή του κλίματος παγκόσμια και την επέκταση των εντόμων σε βορειότερες χώρες, έχει εκδηλωθεί αυξημένο ενδιαφέρον για την ασθένεια και έχουν καταρτιστεί σχέδια για την αντιμετώπισή της.

Κλινικά συμπτώματα

Η θνησιμότητα ποικίλει ανάλογα με το στέλεχος του ιού και το είδος του προσβαλλόμενου ζώου. Στα άλογα μπορεί να φτάσει το 90% ενώ στα γαϊδούρια, που είναι ανθεκτικά, το 10%.

Υπάρχουν τέσσερις κλινικές μορφές: η πνευμονική, η καρδιακή, η μικτή και η ήπια. Η πνευμονική ή υπεροξεία μορφή έχει μικρή περίοδο επώασης (3-5 μέρες) και χαρακτηρίζεται από πυρετό, κατάπτωση, έντονη εφίδρωση, δύσπνοια, στάση με ανοιχτά τα μπροστινά πόδια και έκταση της κεφαλής, σπασμωδικό βήχα και άφθονο αφρώδες έκκριμα από τη μύτη. Τα συμπτώματα διαρκούν από 30 λεπτά μέχρι μερικές ώρες. Οδηγεί στο θάνατο στο 95% των περιπτώσεων.

Η καρδιακή ή υποξεία μορφή έχει περίοδο επώασης 7-14 μέρες και τα κλινικά συμπτώματα αρχίζουν με ψηλό πυρετό που διαρκεί 3-6 μέρες. Χαρακτηριστικά είναι τα οιδήματα που αρχικά εντοπίζονται κάτω από τα μάτια ενώ στη συνέχεια επεκτείνονται στα χείλη, τη γλώσσα και τον υπογνάθιο χώρο και πολλές φορές μέχρι το κάτω μέρος του λαιμού, στους ώμους και το θώρακα. Στο τελικό στάδιο εμφανίζεται έντονη συμφόρηση και αναστροφή του επιπεφυκότα. Το ζώο είναι ανήσυχο και μπορεί να παρουσιάσει κολικό πριν το θάνατο από ανακοπή καρδιάς. Η θνησιμότητα είναι γύρω στο 50%.

Στη μικτή μορφή παρατηρούνται συμπτώματα και από τις δύο πιο πάνω μορφές και συχνά είναι η πιο συνηθισμένη μορφή της ασθένειας στα άλογα και τα μουλάρια. Η θνησιμότητα φτάνει το 70% και ο θάνατος επέρχεται σε 3-6 μέρες από την εμφάνιση του πυρετού. Η μορφή αυτή μπορεί να παρουσιαστεί με δύο τρόπους:

  • Ελαφράς μορφής αναπνευστικά συμπτώματα ακολουθούνται από έντονο οίδημα της κεφαλής και του λαιμού και ο θάνατος επέρχεται λόγω καρδιακής ανακοπής.
  • Χαρακτηριστικά οιδήματα της καρδιακής μορφής ακολουθούνται από αιφνίδια δύσπνοια και άλλα τυπικά συμπτώματα της πνευμονικής μορφής.

Η ήπια ή υποκλινική μορφή περνά συνήθως απαρατήρητη. Η περίοδος επώασης είναι 5 με 14 μέρες και ακολουθείται από διαλείποντα πυρετό για 5–8 μέρες με υποχώρηση το πρωϊ και έξαρση το απόγευμα. Σπάνια παρατηρούνται άλλα συμπτώματα όπως ελαφριά συμφόρηση του επιπεφυκότα, αύξηση στους καρδιακούς παλμούς, ανορεξία, κατάπτωση και οίδημα κάτω από τα μάτια. Η μορφή αυτή δεν καταλήγει στο θάνατο. Παρατηρείται συνήθως σε ζώα που έχουν μερική ανοσία ή σε ανθεκτικά ζώα όπως τα γαϊδούρια και οι ζέβρες.

Διαφορική διάγνωση

Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα σε συνδυασμό με το ιστορικό και την επιδημιολογική κατάσταση είναι αρκετά για να τεθεί διάγνωση. Όμως, όπως περιγράφηκε πιο μπροστά, τα συμπτώματα μπορεί να είναι ελαφρά και όχι χαρακτηριστικά της ασθένειας. Για το λόγο αυτό πρέπει να διαφοροποιηθεί από άλλες ασθένειες όπως η λοιμώδης αναιμία, η ρινοπνευμονίτιδα, η αρτηρίτιδα, ο άνθρακας, η πιροπλάσμωση και η αιμορραγική πορφύρα.

Διάγνωση

Γίνεται με απομόνωση και ταυτοποίηση του ιού. Στο εργαστήριο πρέπει να αποστέλλονται δείγματα: από ζωντανά ζώα, αίμα με αντιπηκτικό και από νεκρά ζώα σπλήνας, πνεύμονας και λεμφογάγγλια.

Προφύλαξη και έλεγχος

  • Οταν η ασθένεια εμφανίζεται για πρώτη φορά σε μια χώρα, τα προσβεβλημένα ζώα θανατώνονται αμέσως. Τα υγιή ζώα εμβολιάζονται με πολυδύναμο εμβόλιο και αναπαύονται για δύο εβδομάδες. Με την ταυτοποίηση του ιού, εμβολιάζονται ξανά με τον ομόλογο ορότυπο.
  • Προστατεύονται τα ζώα από τα έντομα (π.χ. χρήση εντομοκτόνων και εντομοαπωθητικών) και ενσταβλίζονται σε χώρους στους οποίους λαμβάνονται μέτρα ώστε να μην μπαίνουν έντομα.
  • Μη εισαγωγή ευαίσθητων ζώων από χώρες που ενδημεί η ασθένεια. Ιπποειδή που εισάγονται από Αφρικανικές χώρες μπαίνουν σε περιορισμό για δύο μήνες.



Βιβλιογραφία

  1. "Αφρικανική Πανώλη των ιπποειδών" Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, Λευκωσία Ιούνιος 2010, Κείμενο του Δρ. Κυριάκου Γεωργίου, Ανώτερου Κτηνιατρικού Λειτουργού των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών


Υπερφλοιοεπινεφριδισμός ιπποειδών

Ο υπερφλοιοεπινεφριδισμός[1], που είναι η συχνότερη ενδοκρινοπάθεια των ιπποειδών, οφείλεται στην παρουσία υπερπλασίας ή λειτουργικού αδενώματος, κατά κανόνα στο διάμεσο λοβό της αδενοϋπόφυσης. Η νόσος αυτή διαπιστώθηκε σε ένα Ιρλανδικό κυνηγετικό εκτομία 20 χρόνων (περιστατικό 1), σε έναν αγγλικό επιβήτορα 13 χρόνων (περιστατικό 2), σε έναν αρσενικό όνο 18 χρόνων (περιστατικό 3) και σε μία φοράδα ακαθόριστης φυλής και ηλικίας 22 χρόνων (περιστατικό 4). Τα συχνότερα συμπτώματα, με βάση τα στοιχεία του ιστορικού και της κλινικής εξέτασης, ήταν η υπερτρίχωση (4/4), η απώλεια του σωματικού βάρους (3/4), η πολυουρία-πολυδιψία (3/4), η ενδονυχίτιδα (3/4), η κατάπτωση-λήθαργος (2/4), η λόρδωση της ράχης (2/4), η κρεμάμενη κοιλία (2/4), η αύξηση και προβολή του υπερκόγχιου λιπώδους ιστού (2/4), η υπερίδρωση (2/4) και η καθυστερημένη επούλωση των τραυμάτων (2/4). Από την αιματολογική εξέταση διαπιστώθηκαν λεμφοπενία (4/4), αναιμία (2/4), ώριμη ουδετεροφιλία (1/4) και μονοκυττάρωση (1/4), ενώ υπερτριγλυκεριδαιμία, αυξημένη δραστηριότητα της αλκαλικής φωσφατάσης, υπασβεστιαιμία και υπολευκωματιναιμία βρέθηκαν σε 4, 3, 3 και 2 ζώα, αντίστοιχα. Επιπλέον, το περιστατικό 2 παρουσίαζε και τύπου ΙΙΙ σακχαρώδη διαβήτη. Η διάγνωση του υπερφλοιοεπινεφριδισμού στηρίχθηκε στην τυπική κλινική εικόνα που διαπιστώθηκε σε όλα τα ζώα και επιβεβαιώθηκε με την ολονύχτια δοκιμή καταστολής με δεξαμεθαζόνη σε 3 από αυτά (περιστατικά 1, 3, 4). Θεραπευτικά χορηγήθηκε από το στόμα βρωμοκρυπτίνη (δοπαμινεργική ουσία) σε δύο άλογα (περιστατικά 1, 4), που είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική υποχώρηση των συμπτωμάτων σε σύντομο χρονικό διάστημα.



Βιβλιογραφία

  1. Ιστοσελίδα Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία/Υπερφλοιοεπινεφριδισμός στα ιπποειδή


Οδοντικά προβλήματα αλόγου

Σκελετική απεικόνιση στοματικής κοιλότητας αλόγου

Συνήθως τα οδοντικά προβλήματα [1] προκαλούν στα άλογα εμφανή συμπτώματα όπως πόνο και ερεθισμό, μπορεί όμως τα συμπτώματα να μην είναι εμφανή. Αυτό οφείλεται στο ότι πολλά άλογα συνηθίζουν τον πόνο που δημιουργείται από τα δόντια. Για τον λόγο αυτό είναι σημαντικός ο περιοδικός έλεγχος του στόματος από τον ιππίατρο.

Είναι σημαντικό να γίνεται η διάγνωση των παθήσεων των δοντιών έγκαιρα. Εάν το άλογό σας αρχίζει να συμπεριφέρεται παράξενα, μία συχνή αιτία είναι τα οδοντικά προβλήματα. Δείτε τις παρακάτω ενδείξεις προβλημάτων των δοντιών που συνιστάται να ζητήσετε την βοήθεια του ιππιάτρου.

  1. Απώλεια τροφής από τό στόμα όταν τρώει τό άλογο, δυσκολία στην μάσηση ή υπερβολική σιελόρροια.
  2. Αδυνάτισμα του αλόγου.
  3. Άπεπτη τροφή στα κόπρια.
  4. Κινήσεις της κεφαλής πάνω-κάτω, μάσημα της στομίδος, παίξιμο της γλώσσας, αντίδραση στην χρήση της στομίδος, αντίσταση στην τοποθέτηση της χαλίνωσης.
  5. Μειωμένη αθλητική απόδοση, όπως στήριξη της κεφαλής στην στομίδα, αρνείται το άλογο να στρίψει ή να σταματήσει ή αρνείται να προχωρήσει.
  6. Άσχημη μυρωδιά από το στόμα ή τους μυκτήρες. Αίμα από το στόμα.
  7. Έκκριμα από τους μυκτήρες, διόγκωση της κεφαλής, των σιαγόνων ή του στόματος.

Η εξέταση του στόματος του αλόγου συνιστάται να γίνεται μία φορά τον χρόνο κατά τον ετήσιο έλεγχο του αλόγου από τον ιππίατρο. Τα άλογα 2-5 χρονών πρέπει να εξετάζονται δύο φορές τον χρόνο.



Βιβλιογραφία

  1. Ιστοσελίδα Ιππιατρικές υπηρεσίες, Πως αναγνωρίζουμε τα οδοντικά προβλήματα του αλόγου


Ο παράγοντας του στρες επηρεάζει τα άλογα

Πως το στρες επηρεάζει τα Άλογα

Γνωρίζουμε πως το άλογο ξεχωρίζει για την ικανότητά του να προσαρμόζεται στις διάφορες απαιτήσεις του ανθρώπου. Από τη φύση του μας έδωσε τη δυνατότητα να το εκμεταλλευτούμε με πολλούς τρόπους. Θυμηθείτε πως στο άλογο βασίζονταν κάποτε η μετακίνηση, η επικοινωνία, η καλλιέργεια, οι μάχες κ.λπ. Συνήθως αναγκάζαμε το άλογο να προσαρμοστεί σε όλα αυτά τα συστήματα, έχοντας πάντα υπόψη την δική μας διευκόλυνση. Στις περισσότερες περιπτώσεις μάλιστα, οι αντοχές του ζώου ωθούνταν στα άκρα. Ας δούμε όμως πως οι σημερινές δραστηριότητες ενός αλόγου προκαλούν στρες, επιφέροντας αρνητικές συνήθειες και άσχημη συμπεριφορά.

Ο κολικός ειδικά αν εμφανίζεται συχνά είναι σημάδι χρόνιου στρες.

Τι είναι το στρες

Το στρες από μόνο του δεν είναι κάτι κακό η κάτι καλό. Είναι μία αόριστη απάντηση του σώματος σε κάθε ερέθισμα. Κάποιες ορμόνες απελευθερώνονται στο αίμα μέσω των ενδοκρινικών αδένων, εξειδικευμένα νευρικά κύτταρα ανταποκρίνονται, δίνοντας στο σώμα εντολές για το πώς θα αντιδράσει. Για παράδειγμα, σε περίπτωση κίνδυνου, εκκρίνεται αδρεναλίνη που αυξάνει το ρυθμό αναπνοής, τους χτύπους της καρδιάς και ενισχύει τη δύναμη των μυών. Αυτές οι αντιδράσεις προετοιμάζουν το σώμα για να παλέψει ή να το σκάσει. Εδώ το στρες δρα ως καταλυτικός παράγοντας πολλαπλασιάζοντας την ενέργεια του σώματος, οξύνοντας τα αντανακλαστικά και μειώνοντας το χρόνο ανταπόκρισης του αλόγου. Αυτό ίσως να φαίνεται θετικό καθώς αυξάνει την ικανότητα του σώματος να ανταπεξέλθει σε απαιτητικές καταστάσεις. Όταν όμως μακροπρόθεσμα θέτουμε το άλογό μας σε καταστάσεις που πρέπει να υπερβεί τις δυνατότητές του, τότε πλέον δεν μιλάμε για απλό στρες αλλά για στενοχώρια.

Επίδραση εκτεταμένου στρες στη φυσική κατάσταση

Οι συνέπειες από πολύ στρες παρουσιάζουν αύξηση στην παραγωγή οξέων στο στομάχι, όπου με τη σειρά τους βοηθούν στη δημιουργία στομαχικού και δωδεκαδακτυλικού έλκους. Μερικές από τις ορμόνες και τους νευροδιαβιβαστές που παράγονται σε καταστάσεις άγχους έχουν διαπιστωθεί ότι επηρεάζουν το ανοσοποιητικό σύστημα, αφήνοντας το σώμα ευαίσθητο σε μικρόβια και παράσιτα κάθε είδους.

Το στρες στα άγρια (ελεύθερα) άλογα

Τα ελεύθερα άλογα βιώνουν εντελώς διαφορετικές καταστάσεις που προκαλούν άγχος από αυτές των κατοικίδιων. Παρότι πολλά έχουν γραφτεί για το άλογο σαν θήραμα, πολύ λίγες είναι οι περιοχές όπου το άλογο απειλείται από σαρκοφάγους κυνηγούς. Σε περιοχές των ΗΠΑ το πούμα, ο πάνθηρας μπορεί να επιτεθεί σε πουλάρια η στα αδύναμα μέλη της φυλής. Οι αρκούδες μπορεί να επιτεθούν σε άλογο, αλλά δεν αποτελούν σοβαρή απειλή. Η αφρικανική ζέβρα, που ανήκει στην οικογένεια ιπποειδών, απειλείται από μεγάλους θηρευτές όπως το λιοντάρι, την λεοπάρδαλη, την ύαινα και περνώντας από ποτάμια, από κροκόδειλους. Γενικά, μεγάλοι κυνηγοί που θεωρούνται απειλή, δεν ζούνε σε περιοχές όπου κατοικεί πλέον το άλογο. Η έλλειψη φαγητού και νερού μπορεί να προκαλέσει το λεγόμενο "Διατροφικό Στρες". Αλλά και πάλι, εκτός από περιπτώσεις υπερβολικής ξηρασίας, ακόμη και τα άλογα της έρημου Ναμίμπ διατηρούνται υγιή. Τα άγρια άλογα συνήθως δεν υπερασπίζονται περιοχές. Μεγάλες παρέες όμως γνωρίζουν περίπου το χώρο που χρησιμοποιούν για τις καθημερινές τους δραστηριότητες και μπορεί να αγχωθούν σε περίπτωση που μία άλλη αγέλη εισβάλει εκεί. Συνήθως αν ο νέος επιβήτορας διώξει τον παλιό, δημιουργείται μεγάλο στρες στις φοράδες και τα μικρά τους. Και φυσικά η ευθύνη του επιβήτορα να προστατεύει την αγέλη, θα του προκαλεί αρκετό άγχος κάποιες φορές. Παρόλα αυτά, μιλάμε για καταστάσεις μικρής διαρκείας και που σίγουρα δεν συμβαίνουν καθημερινά. Σε γενικές γραμμές τα άγρια άλογα ζουν χωρίς άγχος. Και φυσικά στερεοτυπική συμπεριφορά, όπως ύφανση, μάσημα ξύλου, αεροκατάπωση κ.λπ. δεν έχει μέχρι στιγμής παρατηρηθεί στις ελεύθερες αγέλες.

Χρόνια προβλήματα υγείας

Στα οικόσιτα άλογα, χρόνια προβλήματα όπως, συχνές ιογενείς λοιμώξεις, έλλειψη όρεξης χωρίς αιτία, περίοδοι κολικών και στομαχικών έλκων, ίσως είναι συνέπειες μακροπρόθεσμου στρες. Σε έρευνες που έγιναν στο Hong Kong, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, και την Αγγλία παρατηρήθηκε πως άλογα επιδείξεων και ιππόδρομου παρουσιάζουν σε μεγάλο ποσοστό, γαστρικά έλκη. Οι ενδείξεις μιλούν για 60% σε άλογα επίδειξης και για 90% σε άλογα ιπποδρόμου. Αναλυτικά, τα έλκη δημιουργούνται από περίσσεια οξέος στο επάνω μέρος του στομαχιού που –σε αντίθεση με το χαμηλότερο, στομαχικό μέρος– δεν προστατεύεται από τα οξέα και ένζυμα που διασπούν την τροφή. Το βασικό αίτιο που αυτά τα άλογα πάσχουν από αυτό το πρόβλημα είναι οι πολλές ώρες που μένουν στο box και η ελάχιστη ποσότητα χόρτου. Η κατανάλωση χόρτου, σανού ή τροφής (τριφύλλι) τακτικά, βοηθάει στην εξουδετέρωση γαστρικών οξέων. Ωστόσο, η δίαιτα στα συγκεκριμένα άλογα συνήθως βασίζεται σε υψηλές ποσότητες καρπού, που βασικά προκαλεί τις γαστρικές εκκρίσεις οξέων.

Μολονότι η παρατεταμένη κακή δίαιτα αποτελεί το βασικό αίτιο γαστρικών έλκων, το στρες που σχετίζεται με το περιβάλλον και την εντατική προπόνηση, μπορεί να είναι ένας ακόμη παράγοντας. Υπερβολική εξάσκηση μπορεί να μειώσει το αίμα που πηγαίνει στο στομάχι, ελαττώνοντας την προστασία κατά των οξέων. Οι μετακινήσεις, η αλλαγή περιβάλλοντος, η έλλειψη συντροφικότητας και επικοινωνίας και η συναναστροφή με ανόμοιους χαρακτήρες είναι παράγοντες που φέρνουν αρκετό στρες, προκαλώντας την έκκριση οξέων στο στομάχι. Τα πουλάρια είναι αρκετά ευάλωτα στα έλκη. Το στρες από τον πρόωρο χωρισμό τους από την μητέρα, μπορεί να προκαλέσει συσσώρευση οξέων στο στομάχι. Η συσσώρευση μπορεί να δημιουργήσει διάτρηση έλκους και θάνατο.

Συμπτώματα συμπεριφοράς

Συνήθως όταν υπάρχει στρες, προβλήματα δεν παρουσιάζονται μόνο στο σώμα αλλά και στη συμπεριφορά. Τα περισσότερα προβλήματα οφείλονται σε κακή ιδιοσυγκρασία ή σε ανεπαρκή εκπαίδευση, μπορεί όμως και να οφείλονται στο στρες που προκλήθηκε από το ακατάλληλο περιβάλλον, ή από τη λάθος πρακτική προπόνησης και χειρισμού.

Επιθετικότητα προς άλλα άλογα

Η επιθετικότητα προς τα άλλα άλογα μπορεί να είναι αποτέλεσμα περιβαλλοντικού στρες.

Εδώ μπορεί να δούμε το άλογο να κυνηγά, να δαγκώνει να κλωτσάει ή να απειλεί ότι θα κάνει κάτι αντίστοιχο, παράτυπη συμπεριφορά, καθώς τα άλογα είναι γενικά ήρεμα ζώα. Στη φύση η επιθετικότητα περιορίζεται σε λίγες περιπτώσεις, όπως την άφιξη ενός νέου επιβήτορα ή στην περίπτωση που η μητέρα προστατεύει το πουλάρι της από τις υπόλοιπες φοράδες. Απρόκλητη επιθετικότητα σε ένα οικόσιτο άλογο σημαίνει πως υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στη διαχείριση.

Επιθετικότητα προς εμάς

Η επιθετικότητα προς τους ανθρώπους μπορεί να είναι προϊόν από κακές εμπειρίες ή αποτέλεσμα κακού περιβάλλοντος. Εδώ αυτή η φοράδα υπερασπίζεται τον προσωπικό της χώρο.

Πολύ σπάνια, κάτι τέτοιο μπορεί να οφείλεται σε κακή ιδιοσυγκρασία. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως, η επιθετικότητα είναι αποτέλεσμα από κακές εμπειρίες με ανθρώπους.

Ευερεθιστότητα και γενικά κακή διάθεση

Κακή διάθεση στο στάβλο. Απροθυμία να συνεργαστεί στον καθαρισμό, στην προετοιμασία, στο σέλωμα, στη βόλτα κ.λπ. Κάτι που όμως θα πρέπει να εξετάσετε ότι δεν συμβαίνει από παροδικό η χρόνιο πόνο.

Σωματική ένταση

Κοιτάξτε για τεταμένους, σκληρούς μύες γύρω από τα μάτια και το στόμα, τα πίσω αυτιά, γυρισμένα μάτια και την απειλητικά κινούμενη ουρά (το άλογο κουνάει έντονα την ουρά πάνω κάτω, πέρα δώθε η σε κύκλο βίαια κάτι που ξεχωρίζει από την χαρωπή κίνηση που κάνει για να διώξει τις μύγες).

Stable Vices

Είναι απλά η προσπάθεια του αλόγου να ανακουφίσει την αποτυχία του στο να εκτελέσει συγκεκριμένες διαδικασίες. Αναφέρομαι στη στερεοτυπική συμπεριφορά.

Βάδισμα στο χώρο

Μπορεί ένα άλογο να μην παρουσιάζει στερεοτυπική συμπεριφορά μέσα στο στάβλο, αλλά να περνάει ώρες βαδίζοντας άσκοπα ή κάνοντας κύκλους στο χώρο. Αυτό είναι ένα σημάδι ότι το άλογο νιώθει άβολα με κάτι στο γύρω περιβάλλον ή ότι δεν ταιριάζει με τα υπόλοιπα άλογα του χώρου. Οτιδήποτε μπορεί να ενοχλεί το άλογο, όπως σκυλιά, γάτες ή άλλα ζώα, φασαρία, πρόσφατες αλλαγές στο χώρο κ.λπ.

Απροθυμία να κινηθεί

Πολλές φορές το άλογο δεν θέλει να βγει από το στάβλο, να περπατήσει στο χωράφι, να πάει βόλτα κ.λπ. Πρέπει να γίνεται έλεγχος πάντα μήπως το πρόβλημα οφείλεται σε πόνο και όχι στο στρες.

Switch Off

Το άλογο μπορεί να είναι υπάκουο, αλλά να κάνει ό,τι του ζητηθεί με μηχανικό τρόπο σαν υπνωτισμένο.

Καταστάσεις που μπορεί να προκαλέσουν στρες

Ο θηλασμός δεν αποτελεί μόνο διατροφική ανάγκη, αλλά και αίσθηση ασφάλειας, όπως γι' αυτό το 9 μηνών πουλαράκι.

Πρόωρος και απότομος απογαλακτισμός

Τα πουλάρια χρειάζονται την φροντίδα και την ασφάλεια που προσφέρει η παρουσία της μητέρας τους για πολύ περισσότερο χρόνο από αυτόν που ορίζουν οι συνηθισμένες πρακτικές απογαλακτισμού.

Περιορισμός στο στάβλο για μεγάλη περίοδο

Το άλογο δεν μπορεί να ικανοποιήσει την ανάγκη του, να κινηθεί και να φάει όπως έχει συνηθίσει.

Απομόνωση από συντροφιά μακροπρόθεσμα

Σαν κοινωνικά όντα τα άλογα έχουν την ανάγκη από παρέα.

Ανεπαρκής τροφή

Ο πεπτικός μηχανισμός του αλόγου απαιτεί αρκετές ώρες κατανάλωσης τροφής. Το άλογο στην φύση του αφιερώνει το 60% του χρόνου του στο φαγητό. Η έλλειψη φαγητού για αρκετή ώρα μπορεί να προκαλέσει πεπτικές αναταραχές, έλκη και στερεοτυπική συμπεριφορά.

Υπερβολική δόση καρπού

Η υψηλή σε ενέργεια τροφή, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή άσκηση, θα προκαλέσουν υπερένταση, ανησυχία, ταραχή, εκρηκτικότητα και οπισθοδρόμηση στην ιππασία, καθώς και στομαχικές αναταραχές.

Ευερεθιστικότητα ή αδιαφορία

Για παράδειγμα ο στάβλος για ένα άλογο, μπορεί να το κρατά υπερβολικά ανήσυχο, δυνατές φωνές, γαυγίσματα, φασαρία και να μην του επιτρέπει να ξεκουραστεί σωστά. Ή το περιβάλλον του να είναι εντελώς γυμνό παρέχοντας ανεπαρκή δραστηριότητα για να το κρατήσει απασχολημένο.

Συμβίωση με επικίνδυνους η επιθετικούς συντρόφους

Παρότι τα άλογα έχουν ανάγκη από παρέα, σε πολλές μονάδες τα άλογα βρίσκονται περιορισμένα όλα μαζί, σε πολύ μικρό χώρο, μην έχοντας τη δυνατότητα φυγής σε περίπτωση καβγά.

Καταπιεστική εκπαίδευση

Μέθοδοι που βασίζονται στην "αρνητική ενίσχυση", ή σε ακατάλληλες ιδέες για το τι θεωρείται βασική αρχή σε κάθε άλογο. Ακόμη και μεταξύ έμπειρων εκπαιδευτών, υπάρχει μεγάλη σύγχυση πάνω στην έννοια "φυσιολογική" συμπεριφορά.

Υπερβολική άσκηση

Το άλογο πιέζεται στα, ή πέρα από τα, όρια των σωματικών και νοητικών του ικανοτήτων.

Χρήση τιμωρίας στην εκπαίδευση

Πολλοί εκπαιδευτές μπερδεύονται στη διαδικασία της εκμάθησής τους και χρησιμοποιούν την τιμωρία χωρίς να καταλαβαίνουν ότι το κάνουν.

Ασυνέπεια στην εκπαίδευση και το χειρισμό

Πολλοί τιμωρούν ή επιβραβεύουν το άλογό τους για μια συγκεκριμένη πράξη τη μια μέρα, αλλά όχι την επόμενη.

Σύγχυση εντολών από τον ιππέα-εκπαιδευτή

Κάτι πάρα πολύ συνηθισμένο, να δίνουν στο άλογο αντίθετες εντολές. Για παράδειγμα, χτυπώντας το άλογο στην κοιλιά για να ξεκινήσει έχοντας τα ινία τραβηγμένα.

Προετοιμασία αγώνων

Για πολλούς η επιτυχία στο διαγωνισμό είναι τόσο σημαντική, που τους κάνει να ξεχάσουν πως το άλογό τους δεν είναι μηχανή, αλλά έχει φυσικά όρια.

Συχνότητα διαγωνισμών

Κάποια άλογα προσαρμόζονται ευκολότερα στις απαιτήσεις της αγωνιστικής σε σχέση με άλλα.

Αποτυχία στο διαγωνισμό

Δεν θα πρέπει ποτέ να ρίχνετε την απογοήτευσή σας στο άλογο. Παρότι τα άλογα είναι πολύ εξυπνότερα από ό,τι πιστεύουμε, δεν μπορούμε να περιμένουμε να μοιράζονται μαζί μας τις ανθρώπινες προσδοκίες και να αντιληφθούν τον λόγο για τον οποίο οι αγώνες είναι κάτι τόσο σημαντικό για τον αναβάτη τους.

Κακές εμπειρίες στη μεταφορά

Άγαρμπη οδήγηση, ανεπαρκής χώρος στο τρέιλερ, έλλειψη ισορροπίας και κλειστοφοβία είναι πολλοί από τους παράγοντες που καθιστούν την μετακίνηση μια κακή εμπειρία, που κάνει το άλογο να νιώθει ανασφάλεια.

Συχνές και μεγάλες μετακινήσεις

Πολλά άλογα με τον καιρό μπορεί να συνηθίσουν στη διαδικασία της μετακίνησης. Άλλα πάλι όχι και η επανάληψη δημιουργεί όλο και περισσότερο στρες στο άλογο.

Ανύπαρκτα αιτήματα

Ένα αποτέλεσμα ιδεών και προκαταλήψεων από κάποιο εκπαιδευτή, αναβάτη, για ένα άλογο μιας συγκεκριμένης ράτσας. Οι ιδιαιτερότητες του κάθε αλόγου ποικίλουν, οδηγώντας τον καθένα να πιστεύει ότι αυτές θα ισχύουν για κάθε άλογο αυτής της φυλής.

Ο φόβος του αλόγου για το φράχτη είναι εμφανής στο μαζεμένο ρύγχος και τα ελαφρώς γυρισμένα μάτια.

Το γεγονός ότι μία κατάσταση προκαλεί στρες δεν αποτελεί από μόνο του αιτία για να ανησυχούμε ιδιαίτερα. Όπως και με τους ανθρώπους, τα υγιή άλογα μπορούν να ανταπεξέλθουν σε μέτριες καταστάσεις στρες. Το υπερβολικό και μακροπρόθεσμο άγχος θέτει την υγεία του αλόγου σε κίνδυνο. Επίσης ένας μεγάλος παράγοντας που επιδεινώνει την κατάσταση, είναι πως το ίδιο το άλογο δεν γνωρίζει και δεν μπορεί να ελέγξει τις καταστάσεις που του προκαλούν στρες. Για παράδειγμα, ένας επιτυχημένος διευθυντής, γνωρίζει της πτυχές, το βάθος και τις ευθύνες της επιχείρησής του. Μπορεί να ελέγξει το φόρτο και τον τρόπο της δουλειάς του, πληρώνεται περισσότερα, έχει καλύτερη ασφάλεια. Αντίθετα, σε έναν εργαζόμενο χαμηλότερης τάξης, δεν του δίνονται αυτές οι δυνατότητες, με αποτέλεσμα τη δημιουργία στρες και ανασφάλειας.

Τα άλογα έχουν ελάχιστο, αν όχι καθόλου, έλεγχο στη διαχείριση της ζωής τους, που σημαίνει πως οι πιθανότητες να περιορίσουν από μόνα τους το στρες, είναι ελάχιστες. Στο κάτω-κάτω, δεν έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν παραίτηση και να αλλάξουν ιδιοκτήτη. Όπως είδαμε παραπάνω υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις στις οποίες προκαλούμε άθελά μας στρες στο άλογο. Κάποιες από αυτές είναι πως χρησιμοποιούμε μεθόδους βολικές μόνο προς εμάς, αδιαφορώντας για την κατάσταση που βάζουμε το άλογο. Σε άλλες περιπτώσεις το πρόβλημα μπορεί να οφείλεται σε ανεπάρκεια στην αντίληψη, από εκπαιδευτές και αναβάτες σε θεμελιώδεις αρχές συμπεριφοράς ιπποειδών.

Συνήθως όλοι θέλουν να παρέχουν το καλύτερο στο άλογό τους, αλλά αποτυγχάνουν λόγω έλλειψης γνώσεων η ευελιξίας στην προπόνηση. Τα άλογα, όπως κι εμείς αρνούνται να συμμορφωθούν σε ακατάλληλες ιδέες για το πώς θα πρέπει να συμπεριφέρονται και να αντιδρούν σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Παρότι έχουν περάσει σχεδόν 6.000 χρόνια από την εξημέρωση του αλόγου, είμαστε ακόμη πολύ μακριά από το να καταλάβουμε πλήρως τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες τους. Οι ιδέες πάνω στη συμπεριφορά των ιπποειδών έχουν βελτιωθεί, καθώς επιστημονικές έρευνες μας έχουν διδάξει περισσότερα για τα άλογα και τους συγγενείς τους στην άγρια φύση. Όσο περισσότερα γνωρίζουμε, όλο και πιο πολύ συνειδητοποιούμε πόσα πρέπει ακόμη να μάθουμε. Παρόλα αυτά αν χρησιμοποιήσουμε τις γνώσεις που έχουμε συνετά και έχοντας την ευημερία του αλόγου μας υπόψη, μπορούμε εύκολα να αποφύγουμε η να ελαττώσουμε κάποια από τα προβλήματα συμπεριφοράς που προκύπτουν από τη μακροχρόνια, σχέση μας με το άλογο.




Ακτινομύκωση

Η ακτινομύκωση [1] είναι χρόνια πυώδης κοκκιωματώδης νόσος των κατοικιδίων ζώων. Στα πρόβατα μόνο συμβαίνει σπάνια. Η νόσος οφείλεται στο μύκητα Avtinomyces bovis, ο οποίος χρωματίζεται θετικά κατά Gram. Στα βοοειδή, τα οποία παρουσιάζουν τη νόσο συχνότερα από ό,τι τα άλλα ζώα, προσβάλλονται συνήθως τα οστά των γνάθων και άλλα οστά της κεφαλής, ενώ σπάνια προσβάλλονται τα μαλακά μόρια. Τα οστά της άνω και κάτω γνάθου παρουσιάζουν διόγκωση λόγω ίνωσης και οστεΐτιδας. Κατά την πορεία της νόσου μπορεί να εμφανισθούν συρίγγια, τα οποία πυορροούν. Με χειρουργική διάνοιξη εξέρχεται άοσμο κίτρινο πύο, μέσα στο οποίο μπορεί να υπάρχουν μικρά κοκκία.

Στο χοίρο ο A. bovis προσβάλλει τους μαστούς. Παρουσιάζονται μικρά αποστήματα σε έναν ή περισσότερους μαστούς με πηχτό κίτρινο άοσμο πύο. Τα αποστήματα περιβάλλονται από πλατιά ζώνησυνδετικού ιστού. Αποστήματα μπορεί να εμφανιστούν και στο κοιλιακό τρίχωμα.

Στον ίππο ο A. bovis μαζί με τη βρουκέλλα προκαλεί τα συρίγγια της ακρωμίας. Σπάνια ο ακτινομύκητας προκαλεί αποστήματα με συρίγγια στην υπογνάθια χώρα και στο φάρυγγα.

Για τη διάγνωση της νόσου γίνεται λήψη πύου από τα συρίγγια, το οποίο αναμιγνύεται με φυσιολογικό ορό μέσα σε ένα δισκίο Petri, όπου διακρίνονται τα κίτρινα κοκκία. Μερικά κοκκία συνθλίβονται πάνω σε μια αντικειμενοφόρο πλάκα, γίνεται επίχρισμα και χρώση κατά Gram. Ο A. bovis εμφανίζεται με τη μορφή διακλαδούμενων νηματίων, ράβδων και κόκκων θετικών κατά Gram.

Η θεραπεία στα βοοειδή γίνεται με απόξεση του οστού που έχει προσβληθεί. Στην κοιλότητα που θα σχηματισθεί μετά την απόξεση τοποθετείται γάζα εμποτισμένη με στρεπτομυκίνη ή βάμμα ιωδίου. Γύρω από την πάσχουσα περιοχή γίνονται ενέσεις στρεπτομυκίνης, 5g ημερησίως για 5-10 ημέρες. Στο χοίρο εφαρμόζεται χειρουργική εξαίρεση των μαστών, που πάσχουν ή των αποστημάτων της κοιλιακής χώρας και μετά την επούλωση των χειρουργικών τραυμάτων το ζώο αξιοποιείται ως σφάγιο. Στον ίππο γίνεται πλύση του συριγγίου της ακρωμίας με ιωδιούχα διαλύματα ή διάλυμα υπερμαγγανικού καλίου και τοποθέτηση γάζας κατά μήκος του συριγγίου για παροχέτευση. Η θεραπεία αυτή επαναλαμβάνεται κάθε 2-4 ημέρες ως την πλήρη επούλωση του συριγγίου.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα