Γλοιοσπόριο ελιάς

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Στη χώρα μας διαπιστώθηκε για πρώτη φορά το 1920 από τον Σαρακωμένο στην Κέρκυρα, όπου είναι γνωστή με το όνομα παστέλλα. Η ασθένεια ενδημεί στις ακτές της Ηπείρου (Πάργα, Πρέβεζα),τους Παξούς, τη Χαλκιδική και τη Λέσβο.

Η ασθένεια προσβάλλει κυρίως τους καρπούς, όταν πλησιάζουν στην ωρίμανση ή είναι ώριμοι και προκαλεί τη σήψη τους, και λιγότερο τα φύλλα, τους ποδίσκους των καρπών και τους νεαρούς κλαδίσκους.

Η προσβολή των καρπών αρχίζει με την εμφάνιση σε ένα σημείο της επιφάνειας, κηλίδας χρώματος καστανοϊώδους η οποία εξαπλώνεται ταχύτητα σε όλη την επιφάνεια του καρπού. Οι καρποί που προσβάλλονται είτε πέφτουν στο έδαφος είτε παραμένουν στο δένδρο οπότε λόγω αφυδάτωσης, συρρικνώνονται και μεταβάλλονται σε μούμιες. Στα φύλλα εμφανίζονται καστανόχρωμες κηλίδες που αρχίζουν από τη κορυφή του ελάσματος και συχνά καλύπτουν μέχρι το μισό περίπου του ελάσματος.

Η ασθένεια οφείλεται στον ασκομύκητα Glomerella cingulata Ο μύκητας αυτός αναπτύσσεται ικανοποιητικώς σε όλες τις θερμοκρασίες μεταξύ 10 - 25οC. Η ευνοϊκότερη ανάπτυξη παρατηρείται στους 25οC. Καμία ανάπτυξη δεν έχουμε στους 0οC και ελάχιστη 29οC. Η βλάστηση των σπορίων εντός 8 ωρών, μπορεί να γίνει σε θερμοκρασίες κυμαινόμενες μεταξύ 0 - 30οC. Οι ευνοϊκότερες όμως θερμοκρασίες για την καλύτερη βλάστηση των σπορίων είναι μεταξύ 10 και 25οC. Για την πραγματοποίηση των μολύνσεων είναι απαραίτητη η ύπαρξη σταγόνας νερού ή η ύπαρξη πολύ υψηλής σχετικής υγρασίας (92-100% επί 48-120 ώρες). Οι πράσινοι καρποί της ελιάς εμφανίζουν αντοχή στις μολύνσεις και γίνονται ευπαθείς μόνο όταν αποκτήσουν το ιώδες χρώμα.

Τα σπόρια τα οποία αποτελούν τα μολύσματα για τις αρχικές μολύνσεις προέρχονται από τους προσβεβλημένους καρπούς και προσβεβλημένα φύλλα του παρελθόντος έτους επί του εδάφους ή επί των δένδρων. Η σπουδαιότερη πηγή μολυσμάτων όμως είναι οι καρποί. Οι αρχικές μολύνσεις στην Κέρκυρα πραγματοποιούνται κατά τον Σεπτέμβριο, αλλά η κρίσιμη περίοδος της επιδημίας αρχίζει με την έναρξη ωρίμανσης των καρπών δηλαδή κατά το τέλος Οκτωβρίου – αρχές Νοεμβρίου και παρατείνεται μέχρι τέλους Δεκεμβρίου, οπότε η μέση θερμοκρασία κατέρχεται στους 10οC. Κατά το χρονικό διάστημα αυτό οι βροχές είναι άφθονες, η σχετική υγρασία υψηλή και η μέση θερμοκρασία είναι ευνοϊκή τόσο για την ταχεία βλάστηση των σπορίων, όσο και για την ταχεία ανάπτυξη του μύκητα μέσα στον καρπό. Η προσβολή του ελαιοκάρπου από το δάκο παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της επιδημίας. Ο δάκος, με τη δημιουργία νυγμάτων στους καρπούς επιταχύνει την ωρίμανση των καρπών και διευκολύνει την ταχεία είσοδο και ανάπτυξη του παρασίτου. Έντονη ανάπτυξη αυτού κατά τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο καθιστά πιο πρώιμη και πιο έντονη την επιδημία του γλοισπορίου. Η ασθένεια τέλος ευνοείται σε ελαιώνες εγκατεστημένους είτε σε αργιλώδη εδάφη που αποστραγγίζονται με δυσκολία είτε σε χαμηλές τοποθεσίες στις οποίες διατηρείται μεγάλη υγρασία.

Για τη καταπολέμηση της ασθένειας αυτής συνιστώνται δύο προληπτικοί ψεκασμοί με βορδιγάλιο πολτό ή άλλα αποτελεσματικά μυκητοκτόνα, κατά τη κρίσιμη περίοδος της επιδημίας. Στη περιοχή Κερκύρας ο πρώτος ψεκασμός εκτελείται περί το τέλος Οκτωβρίου και ο δέυτερος το τρίτο δεκαήμερο του Νοέμβρη. Επιπλέον θα πρέπει να αποφεύγεται η εγκατάσταση ελαιώνων σε χαμηλές, υγρές και κακώς αεριζόμενες θέσεις.