Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Εδαφικές συνθήκες πεπονιάς θερμοκηπίου"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 
(2 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από ένα χρήστη δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Η πεπονιά μπορεί να καλλιεργηθεί σε ποικιλία εδαφών, από τα ελαφρά αμμώδη μέχρι τα πηλώδη εδάφη. Για πρώιμη παραγωγή πρέπει να προτιμώνται τα ελαφρά αμμώδη εδάφη, γιατί θερμαίνονται πιο εύκολα, στραγγίζουν και αερίζονται καλά και υποβοηθούν στην πρωίμιση της παραγωγής. Επειδή τα αμμώδη εδάφη δεν συγκρατούν ικανοποιητικά το νερό και έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε θρεπτικά στοιχεία πρέπει να ποτίζονται και να λιπαίνονται συχνά, διαφορετικά οι καρποί παραμένουν μικροί και η ποιότητα τους είναι μέτρια. Η πεπονιά αποδίδει καλύτερα στα αμμοπηλώδη εδάφη, που είναι πλούσια σε θρεπτικά στοιχεία, έχουν οργανική ουσία, έχουν την ικανότητα να συγκρατούν νερό και στραγγίζουν καλά. Η περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία και ο τεχνητός εμπλουτισμός του, αποτελούν σημαντικό παράγοντα επιτυχίας στην καλλιέργεια της πεπεονιάς, γιατί είναι πολύ ευαίσθητα στις ελλείψεις, τόσο των κύριων στοιχείων όσο και των ιχνοστοιχείων. Βαρύτερα εδάφη (πηλοαμμώδη) οψιμίζουν την παραγωγή. Τα πολύ βαριά εδάφη όπως και τα οργανικά, καλόν είναι να αποφεύγονται. Εδάφη ελαφρά όξινα ή ουδέτερα ή πολύ ελαφρά αλκαλικά θεωρούνται ικανοποιητικά (pH=6,0-7,5)
+
Η [[Πεπονιά θερμοκηπίου|πεπονιά]] μπορεί να καλλιεργηθεί σε ποικιλία εδαφών, από τα ελαφρά αμμώδη μέχρι τα πηλώδη εδάφη. Για πρώιμη παραγωγή πρέπει να προτιμώνται τα ελαφρά [[Τύποι εδαφών|αμμώδη εδάφη]], γιατί θερμαίνονται πιο εύκολα, στραγγίζουν και αερίζονται καλά και υποβοηθούν στην πρωίμιση της παραγωγής. Επειδή τα αμμώδη εδάφη δεν συγκρατούν ικανοποιητικά το νερό και έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε [[Ρόλος θρεπτικών στοιχείων στα φυτά|θρεπτικά στοιχεία]] πρέπει να ποτίζονται και να λιπαίνονται συχνά, διαφορετικά οι καρποί παραμένουν μικροί και η ποιότητα τους είναι μέτρια. Η πεπονιά αποδίδει καλύτερα στα αμμοπηλώδη εδάφη, που είναι πλούσια σε θρεπτικά στοιχεία, έχουν οργανική ουσία, έχουν την ικανότητα να συγκρατούν νερό και στραγγίζουν καλά. Η περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία και ο τεχνητός εμπλουτισμός του, αποτελούν σημαντικό παράγοντα επιτυχίας στην καλλιέργεια της πεπεονιάς, γιατί είναι πολύ ευαίσθητα στις ελλείψεις, τόσο των κύριων στοιχείων όσο και των ιχνοστοιχείων. Βαρύτερα εδάφη (πηλοαμμώδη) οψιμίζουν την παραγωγή. Τα πολύ βαριά εδάφη όπως και τα οργανικά, καλόν είναι να αποφεύγονται. Εδάφη ελαφρά όξινα ή ουδέτερα ή πολύ ελαφρά αλκαλικά θεωρούνται ικανοποιητικά (pH=6,0-7,5). Τα αρκετά όξινα, όπως και τα πολύ αλκαλικά εδάφη, προκαλούν προβλήματα στην ανάπτυξη του φυτού (είναι δηλαδή περιορισμένη) και τα φύλλα κιτρινίζουν. Το [[PH θρεπτικού διαλύματος|pH]] του εδάφους μπορεί να διορθωθεί σε κάποιο βαθμό με προσθήκη υλικών που το επηρεάζουν. Το φυτό της πεπονιάς έχει μέτρια αντοχή στα άλατα, βρίσκεται μεταξύ της [[Αγγουριά|αγγουριάς]] και [[Ντομάτα φυτό|τομάτας]] όσον αφορά το βαθμό ανθεκτικότητας. Σύμφωνα με στοιχεία της FAO με ολική αλατότητα ECe 3 mmhos/cm η παραγωγή μειώνεται κατά 10%, ενώ με 4 και 6 mmhos/cm η παραγωγή μειώνεται κατά 25% και 50% αντίστοιχα. Μια καλλιέργεια πεπονιάς δεν πρέπει να ακολουθεί [[Καλλιέργεια πεπονιάς θερμοκηπίου|καλλιέργεια]] πεπονιάς, για λόγους ευαισθησίας σε παθογόνα εδάφους, όπως φουζαρίωση και βερτισιλλίωση. Πολλές φορές η εφαρμογή πολυετούς [[Αμειψισπορά|αμειψισποράς]] (10ετής) δεν είναι δυνατή και πρέπει να επιλέγονται άλλες λύσεις, όπως αποτελεσματική απολύμανση του εδάφους, χρήση ανθεκτικών ποικιλιών, εμβολιασμός σε ανθεκτικά υποκείμενα κ.λπ. <ref name="Πεπονιά θερμοκηπίου"/>
. Τα αρκετά όξινα, όπως και τα πολύ αλκαλικά εδάφη, προκαλούν προβλήματα στην ανάπτυξη του φυτού (είναι δηλαδή περιορισμένη) και τα φύλλα κιτρινίζουν. Το pH του εδάφους μπορεί να διορθωθεί σε κάποιο βαθμό με προσθήκη υλικών που το επηρεάζουν.  
+
 
+
 
+
 
+
<ref name="Πεπονιά θερμοκηπίου"/>
+
  
  

Τελευταία αναθεώρηση της 08:09, 1 Δεκεμβρίου 2015

Η πεπονιά μπορεί να καλλιεργηθεί σε ποικιλία εδαφών, από τα ελαφρά αμμώδη μέχρι τα πηλώδη εδάφη. Για πρώιμη παραγωγή πρέπει να προτιμώνται τα ελαφρά αμμώδη εδάφη, γιατί θερμαίνονται πιο εύκολα, στραγγίζουν και αερίζονται καλά και υποβοηθούν στην πρωίμιση της παραγωγής. Επειδή τα αμμώδη εδάφη δεν συγκρατούν ικανοποιητικά το νερό και έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε θρεπτικά στοιχεία πρέπει να ποτίζονται και να λιπαίνονται συχνά, διαφορετικά οι καρποί παραμένουν μικροί και η ποιότητα τους είναι μέτρια. Η πεπονιά αποδίδει καλύτερα στα αμμοπηλώδη εδάφη, που είναι πλούσια σε θρεπτικά στοιχεία, έχουν οργανική ουσία, έχουν την ικανότητα να συγκρατούν νερό και στραγγίζουν καλά. Η περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία και ο τεχνητός εμπλουτισμός του, αποτελούν σημαντικό παράγοντα επιτυχίας στην καλλιέργεια της πεπεονιάς, γιατί είναι πολύ ευαίσθητα στις ελλείψεις, τόσο των κύριων στοιχείων όσο και των ιχνοστοιχείων. Βαρύτερα εδάφη (πηλοαμμώδη) οψιμίζουν την παραγωγή. Τα πολύ βαριά εδάφη όπως και τα οργανικά, καλόν είναι να αποφεύγονται. Εδάφη ελαφρά όξινα ή ουδέτερα ή πολύ ελαφρά αλκαλικά θεωρούνται ικανοποιητικά (pH=6,0-7,5). Τα αρκετά όξινα, όπως και τα πολύ αλκαλικά εδάφη, προκαλούν προβλήματα στην ανάπτυξη του φυτού (είναι δηλαδή περιορισμένη) και τα φύλλα κιτρινίζουν. Το pH του εδάφους μπορεί να διορθωθεί σε κάποιο βαθμό με προσθήκη υλικών που το επηρεάζουν. Το φυτό της πεπονιάς έχει μέτρια αντοχή στα άλατα, βρίσκεται μεταξύ της αγγουριάς και τομάτας όσον αφορά το βαθμό ανθεκτικότητας. Σύμφωνα με στοιχεία της FAO με ολική αλατότητα ECe 3 mmhos/cm η παραγωγή μειώνεται κατά 10%, ενώ με 4 και 6 mmhos/cm η παραγωγή μειώνεται κατά 25% και 50% αντίστοιχα. Μια καλλιέργεια πεπονιάς δεν πρέπει να ακολουθεί καλλιέργεια πεπονιάς, για λόγους ευαισθησίας σε παθογόνα εδάφους, όπως φουζαρίωση και βερτισιλλίωση. Πολλές φορές η εφαρμογή πολυετούς αμειψισποράς (10ετής) δεν είναι δυνατή και πρέπει να επιλέγονται άλλες λύσεις, όπως αποτελεσματική απολύμανση του εδάφους, χρήση ανθεκτικών ποικιλιών, εμβολιασμός σε ανθεκτικά υποκείμενα κ.λπ. [1]


Βιβλιογραφία

  1. Η τεχνική της καλλιέργειας των κηπευτικών στα θερμοκήπια, του Χρήστου Ολύμπιου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 2001.