Κλάδεμα δαμασκηνιάς

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Στη καλλιέργεια της δαμσκηνιάς τα πιο επικρατέστερα σχήματα μόρφωσης των δένδρων, ανεξάρτητα αν πρόκειται για τη δαμασκηνιά την Ευρωπαϊκή ή την Ιαπωνική, είναι το κυπελλοειδές και η αμφίπλευρη παλμέττα.

Κυπελλοειδές: Η κόμη του δένδρου αποτελείται από 3-4 βραχίονες, που σχηματίζουν γωνία 50-60o με τον κορμό. Κάθε βραχίονας φέρει 2 καλά ανεπτυγμένους σκελετικούς κλάδους, από τους οποίους ο πρώτος σχηματίζεται σε απόσταση 40-50cm από τη βάση του και ο δεύτερος σε απόσταση 60-80cm και αντίθετα ως προς τον πρώτο. Η διαμόρφωση του σχήματος των δένδρων πρέπει να συμπληρώνεται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και με ελαφρές επεμβάσεις, γιατί μπαίνουν νωρίτερα σε καρποφορία.

Αμφίπλευρη παλμέττα: Αποτελείται από τον κεντρικό οδηγό, που αφήνεται ακλάδευτος, και από πλάγιους κλάδους διαμορφωμένους κατά την κατεύθυνση φύτευσης των δένδρων επί της γραμμής και σε ελεύθερη διάταξη καθ' ύψος. Οι πλάγιοι κλάδοι διαμορφώνονται στο φυτώριο ή μετά τη φύτευση. Το σύστημα αυτό θεωρείται πιο κατάλληλο για μεγάλης έκτασης δαμασκεώνες. Χρειάζεται λιγότερο κλάδεμα απ' την κανονική παλμέττα της ροδακινιάς, αλλά η εφαρμογή χλωρών κλαδεμάτων κρίνεται αναγκαία.

Αφού πραγματοποιηθεί το κλάδεμα μόρφωσης, ακολουθεί το κλάδεμα καρποφορίας. Το κλάδεμα καρποφορίας της δαμασκηνιάς όπως και στ' άλλα οπωροφόρα δένδρα, πρέπει να αποσκοπεί στη διατήρηση του σχήματος των δένδρων, στην αποκοπή των ξερών κλάδων, στην έκθεση του εσωτερικού μέρους της κόμης σε άφθονο φως και επαρκή αερισμό, στην ανανέωση του καρποφόρου ξύλου και στην εξασφάλιση μιας ικανοποιητικής παραγωγής. Τα δένδρα, που βρίσκονται σε πλήρη καρποφορία, ανεξάρτητα με το είδος (δαμασκηνιά Ευρωπαϊκή ή Ιαπωνική), και με βάση τα νεώτερα δεδομένα της επιστήμης, πρέπει να κλαδεύονται αυστηρά κάθε χρόνο, για την επίτευξη ψηλών σοδειών, με καρπούς ικανοποιητικού μεγέθους από χρονιά σε χρονιά. Αν δεν κλαδευτούν ή κλαδευτούν μόνον ελαφρά, το μέγεθος των καρπών θα μειωθεί, υπερπαραγωγή και σπασίματα κλάδων θα επισυμβούν, η ζωηρότητα του δένδρου θα μειωθεί, παρενιαυτοφορία θα σημειωθεί και η διάρκεια ζωής των δένδρων θα συντομευθεί. Με άλλα λόγια το αυστηρό κλάδεμα αυξάνει τη ζωηρότητα της βλάστησης και μειώνει το καρποφόρο ξύλο και αντίστροφα, η έλλειψη κλαδέματος μειώνει τη ζωηρότητα της βλάστησης και αυξάνει το καρποφόρο ξύλο. Αλλά με περισσότερο καρποφόρο ξύλο θα έχουμε και μεγαλύτερη παραγωγή, που εξασθενεί την παραγωγική δυνατότητα του δένδρου, με το σχηματισμό λίγων ανθοφόρων οφθαλμών για την επόμενη σοδειά. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να επισυμβεί μικρή σοδειά, αλλά η μικρή σοδειά συντελεί στο σχηματισμό περισσότερων ανθοφόρων οφθαλμών, λόγω έλλειψης ανταγωνισμού. Έτσι τα δένδρα οδηγούνται σε παρενιαυτοφορία.

Η πιο ιδεώδης μέθοδος είναι να κλαδεύουμε αρκετά αυστηρά για να εκπτυχθεί νέα βλάστηση και αφαιρεθεί μερικό καρποφόρο ξύλο. Κατ' αυτό τον τρόπο η παραγωγή θα μειωθεί σε βαθμό που θα συντελέσει στην απόκτηση καρπών ικανοποιητικού μεγέθους και στη διατήρηση της ζωηρότητας του δένδρου. Επειδή όμως στο κλάδεμα υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες, όπως έδαφος, καιρικές συνθήκες, καλλιεργητική τεχνική, δεν υπάρχει μια και μόνη μέθοδος και ο παραγωγός πρέπει να έχει υπόψη του όλους αυτούς τους παράγοντες για να κάνει τις δικές του επιλογές και να επιτύχει τα αποτελέσματα που επιθυμεί. Πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας ότι με το αυστηρό κλάδεμα μειώνουμε μεν τον αριθμό των καρπών, αλλά λόγω της αύξησης του μεγέθους των, η ολική παραγωγή δεν επηρεάζεται σοβαρά. Δε θα πρέπει όμως η αυστηρότητα του κλαδέματος να υπερβαίνει κάποιο όριο πέρα από το οποίο αυτό θα έχει αρνητική επίδραση στη παραγωγή.

Το αυστηρό κλάδεμα συνίσταται σε ολοκληρωτική αφαίρεση των λαίμαργων, σε σχετικά αυστηρό αραίωμα των κλάδων και του καρποφόρου ξύλου σ' όλη την κόμη του δένδρου (στους κλάδους προς την κορυφή της κόμης αφήνονται μόνον ένας ή δυο βλαστοί κατά κλάδο, που. συντέμνονται σε κάποια πλάγια βλάστηση) και σε αυστηρή επιβράχυνση της αδύνατης βλάστησης. Η αύξηση της βλάστησης στα νεαρά δένδρα και κάθε χρόνο, θα πρέπει να είναι περίπου της τάξης των 25-50cm, ενώ στα ενήλικα 25-30cm.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Ειδική δενδροκομία Τόμος II "Ακρόδρυα-Πυρηνόκαρπα-Λοιπά καρποφόρα", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.