Κλάδεμα μηλιάς

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 11:57, 10 Ιουνίου 2015 υπό τον P chasapis (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Κλάδεμα μόρφωσης

Η µηλιά µπορεί να διαµορφωθεί σε διάφορα σχήµατα, τα σπουδαιότερα από τα οποία είναι τα εξής:

  • Κύπελλο
  • Κυπελλοπυραµίδα
  • Θαµνόειδές κύπελλο
  • Νάνος πυραµίδα κατά ορόφους
  • Ατρακτοειδής θάµνος
  • Οπωρώνας λιβάδι
  • Παλµέτα (κανονική – ελεύθερη παλµέτα)

Κλάδεμα καρποφορίας

Με το κλάδεµα καρποφορίας της µηλιάς, επιδιώκεται ικανοποιητική καρποφορία, που θα οδηγήσει σε παραγωγή του δέντρου κάθε χρόνο (επετειοφορία). Η µηλιά καρποφορεί κυρίως σε αιχµές που αναπτύσσονται συνήθως µέσα σε δύο χρόνια. Πρέπει εποµένως να δηµιουργείται µε κατάλληλο κλάδεµα επαρκής βλάστηση που να επιτρέπει στο δέντρο να δηµιουργήσει αιχµές.Για τον λόγο αυτό στη µηλιά ποτέ δε βραχύνονται ετήσιοι βλαστοί. Αυτοί αφαιρούνται από τη βάση τους ή µένουν ακλάδευτοι. Βραχύνσεις επιτρέπεται να γίνονται σε ξύλο ηλικίας δύο ή περισσότερων ετών.

Επειδή όπως είναι γνωστό η µηλιά καρποφορεί σε µόνιµα ή ηµιµόνιµα καρποφόρα όργανα, από τα οποία ένα µικρό ποσοστό (10%) πρέπει να ανανεώνεται κάθε χρόνο, δεν έχει ανάγκη από αφαίρεση µεγάλης ποσότητας ξύλου (αυστηρό κλάδεµα) για τη δηµιουργία νέας βλάστησης, σε σύγκριση µε άλλα καρποφόρα δέντρα και µάλιστα µε τη ροδακινιά η οποία κλαδεύεται αυστηρά ακριβώς επειδή καρποφορεί σε ξύλο του προηγούµενου έτους και όχι σε µόνιµα καρποφόρα όργανα. Η καλύτερη ποιότητα µήλων παράγεται από νέα καρποφόρα όργανα.

Ο κλαδευτής πρέπει να κάνει συνδυασµό απαλείψεων ετήσιων βλαστών παράλληλα µε την ανανέωση των παλιών καρποφόρων οργάνων. Οι απαλείψεις θα οδηγήσουν στην αραίωση της κόµης από λαίµαργους καθώς και από πυκνούς ή προστριβόµενους βλαστούς. Έτσι η κόµη θα φωτίζεται και θα αερίζεται καλύτερα και ταυτόχρονα η νέα βλάστηση θα αποτελέσει τη βάση δηµιουργίας νέων καρποφόρων οργάνων.Το κλάδεµα καρποφορίας εξαρτάται κυρίως από την ποικιλία, την ηλικία και την ζωηρότητα βλάστησης των δέντρων. Υποδιαιρείται συνήθως σε κλάδεµα των οδηγών, σε κλάδεµα ετήσιων βλαστών και σε κλάδεµα των καρποφόρων οργάνων.

Κλάδεμα οδηγών

Σε νεαρά δέντρα και σε δέντρα ζωηρής βλάστησης των οποίων οι οδηγοί δεν είναι πλαισιωµένοι καλά µε πλάγια βλάστηση, το κλάδεµα των οδηγών γίνεται συνήθως στο µέσο του µήκους τους για να πλαισιωθούν αυτοί µε πλάγια βλάστηση. Εάν το δέντρο έχει ζωηρή βλάστηση και πλαισιώνεται καλά κατά µήκος των οδηγών µε πλάγια βλάστηση, ώστε οι οδηγοί να µην είναι γυµνοί, παραλείπουµε τελείως το κλάδεµα των οδηγών και τους κλαδεύουµε στα σηµεία όπου επιθυµούµε να αποκτήσουµε διακλάδωση ή υποβραχίονες. Σε ώριµα δέντρα που βρίσκονται σε καρποφορία και έχουν κανονικό ύψος και ζωηρότητα δεν γίνεται κανονικό κλάδεµα των οδηγών, όπως δεν γίνεται και παραπάνω εάν η πλάγια βλάστηση είναι επαρκής. ∆εν θα πρέπει να αφήνεται διπλός οδηγός και ο οδηγός θα πρέπει να βρίσκεται πάντοτε 20 – 25 εκ. πάνω από τους πλευρικούς βλαστούς που τον πλαισιώνουν. Μετά 5 – 6 χρόνια, αν χρειαστεί να κοπεί, ο οδηγός κόβεται σ’ ένα πλάγιο βλαστό. Οι πλευρικοί βλαστοί που πλαισιώνουν τον οδηγό δεν πρέπει να βρίσκονται κοντύτερα από 20–25cm. ο ένας από τον άλλο.

Κλάδεμα ετήσιων βλαστών

Κατά το παρελθόν τα δέντρα κλαδεύονταν πολύ αυστηρά, σε 2 – 3 µόνο οφθαλµούς της βάσης του βλαστού, µε την ελπίδα ότι θα σχηµάτιζαν αιχµές και λαµβούρδες. Τούτο ήταν εσφαλµένο και το αποτέλεσµα ήταν να έχουµε µόνο νέους ετήσιους βλαστούς, δηλαδή βλαστοµανία και συνεπώς καθυστέρηση της καρποφορίας. Αυτό ήταν εµφανές περισσότερο στα δέντρα µε ζωηρή βλάστηση. Σήµερα αντί του αυστηρού κλαδέµατος εφαρµόζεται το κλάδεµα ανανέωσης. Αυτό γίνεται ως εξής:

Από τους ετήσιους βλαστούς αφαιρούµε το 1/3 (σε αριθµό) από τη βάση τους και αφήνουµε τα 2/3 των βλαστών τελείως ακλάδευτα. Με τον τρόπο αυτό πετυχαίνουµε αραίωµα των βλαστών και καλύτερη αφοµοίωση. Το αραίωµα αυτό των βλαστών είναι τόσο αυστηρότερο όσο πυκνότεροι είναι οι ετήσιοι βλαστοί και τόσο ελαφρύτερο όσο αυτοί είναι αραιότεροι πάνω στο κλαδί που εκφύονται. Κανονικά οι βλαστοί που θα παραµείνουν πρέπει να απέχουν 15–20cm µεταξύ τους.

Λόγω του ελαφρού αυτού κλαδέµατος στους βλαστούς που δεν κλαδεύτηκαν σχηµατίζονται πολλές αιχµές οπότε, κατά το επόµενο έτος αναστρέφουµε το κλάδεµα (κλάδεµα αντιστροφής),δηλαδή βραχύνουµε τους βλαστούς αυτούς στο µισό του µήκους τους, για να µην εξαντληθεί το δέντρο από την υπερβολική καρποφορία αλλά να σχηµατίζει παράλληλη,προς τη καρποφορία του και ετήσιους βλαστούς τους οποίους κλαδεύουµε όπως και προηγούµενα.

Εάν στη βάση ενός σύνθετου και παλιού καρποφόρου οργάνου εµφανισθεί ετήσιος βλαστός, αφαιρούµε το παλιό καρποφόρο όργανο κόβοντάς το στο σηµείο έκφυσης του νέου βλαστού, αντικαθιστώντας έτσι το παλιό καρποφόρο όργανο µε το νέο βλαστό που τον µετατρέπουµε σε καρποφόρο (κλάδεµα ανανέωσης), γιατί αποδείχτηκε ότι πάντοτε τα νεαρότερα καρποφόρα όργανα δίνουν καλύτερης ποιότητας καρπούς.

Κλάδεμα καρποφόρων οργάνων

Τα καρποφόρα όργανα (αιχµές, λαµβούρδες, ασκοί) κλαδεύονται µόνο όταν είναι πολύ πυκνά, ξερά ή έχουν γεράσει. Αλλιώς αφήνονται ακλάδευτα. Αποφεύγουµε να κλαδεύουµε τα καρποφόρα όργανα (απαιτούν περισσότερη εργασία), επιδιώκοντας την ισορροπία µε το αραίωµα του καρπού. Εάν όµως το δέντρο είναι εξασθενηµένο επιβάλλεται η αφαίρεση µε το κλάδεµα µέρους των καρποφόρων οργάνων.

Κατά την πραγµατοποίηση του κλαδέµατος καρποφορίας θα πρέπει να γίνεται προσπάθεια για την διατήρηση του σχήµατος των δέντρων καθώς και αφαίρεση µέρους της βλάστησης. Οι λαίµαργοι βλαστοί αποτελούν πάντοτε ειδική περίπτωση σε όλα τα δέντρα. Αυτοί εµφανιζόµενοι κατά τη µεγάλη κυρίως ηλικία των δέντρων υφίστανται κάθε φορά διαφορετική µεταχείριση.

Σε δέντρα µεγάλης ηλικίας και µικρής βλάστησης εφαρµόζεται αυστηρό κλάδεµα. Τόσο οι οδηγοί όσο και οι ετήσιοι βλαστοί κλαδεύονται σε 2 – 3 οφθαλµούς της βάσης τους για να ωθηθεί το δέντρο σε βλάστηση και να µειωθεί η καρποφορία του. Επίσης αφαιρούµε και απλοποιούµε πολλά καρποφόρα όργανα, ώστε να ελαττωθεί η καρποφορία και να τονωθεί η βλάστηση.

Στα δέντρα τα οποία είναι διαµορφωµένα σε σχήµα παλµέτας το κλάδεµα καρποφορίας είναι πολύ ελαφρύ. Περιορίζεται σε απαλείψεις λίγων και πυκνών βλαστών από τη βάση τους (εφ’ όσον απέχουν µεταξύ τους λιγότερο από 15 εκ. και σκιάζει ο ένας τον άλλο) και κάµψη των υπολοίπων ετήσιων ή διετών βλαστών για να δηµιουργήσουν σύντοµα άφθονα καρποφόρα όργανα. Οι βλαστοί που φέρουν καρποφόρα όργανα βραχύνονται ή ανανεώνονται όταν κοντά τους έχει αναπτυχθεί ετήσιος βλαστός που µπορεί να τον αντικαταστήσει.[1]

Βιβλιογραφία

  1. . Ανάπτυξη καρπών μηλιάς και αχλαδιάς και φυσικοχημικές μεταβολές τους, πτυχιακή εργασία της Μηνοπούλου Χαρίκλειας, Θεσσαλονίκη 2007.