Κοπριά αγροτικών ζώων

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η κοπριά συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον κυρίως στα κηπευτικά , την πατάτα το καλαμπόκι και το βαμβάκι. Η λίπανση με κοπριά πρέπει να συμπεριληφθεί στο λιπαντικό πρόγραμμα για να διατηρηθεί το επίπεδο της οργανικής ουσίας του εδάφους και επομένως η γονιμότητα.

Η κοπριά περιέχει σε μεγάλο ποσοστό οργανικά υλικά και θρεπτικά στοιχεία (μακροστοιχεία και μικροστοιχεία) και δικαιολογημένα χαρακτηρίζεται ως ολοκληρωμένο λίπασμα. Η σημασία της κοπριάς έχει πλήρως κατανοηθεί από τους βιοκαλλιεργητές. Στη βιολογική γεωργία η θρέψη των φυτών βασίζεται στην κοπριά και στις αμειψισπορές και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις επιτρέπεται η χρήση ανόργανων φυσικών στοιχείων.

Η ειδική σύσταση της κοπριάς εξαρτάται από το είδος των ζώων, από την ηλικία τους, από τον τρόπο ενσταβλισμού τους και από το είδος της τροφής τους.

Η κοπριά των προβάτων και των αλόγων περιέχει περισσότερη οργανική ουσία και άζωτο από την κοπριά των άλλων ζώων.

Είδη ζώων Ξηρά ουσία Οργανική ουσία Ν Ρ2Ο5 Κ2Ο CaO MgO
Μέση οργανική και ανόργανη σύσταση (%) της κοπριάς διαφόρων ζώων
Βόδι 23 20 0,40 0,16 0,50 0,45 0,10
Άλογο 29 25 0,60 0,28 Ο,53 0,25 0,14
Πρόβατο 36 32 0,80 0,23 0,67 0,33 0,18
Γουρούνι 20 18 0,55 0,76 0,50 0,40 0,20
Κότα 26 17 1,30 1,10 0,60 3,40


Κατά τον προγραμματισμό των αναγκών σε ανόργανα λιπάσματα, οι μεθοδικοί γεωργοί υπολογίζουν την ποσότητα της κοπριάς που μπορούν να διαθέσουν σε συνδυασμό με τις ανάγκες που έχουν σε ανόργανα λιπάσματα.

Η χώνεψη της κοπριάς πραγματοποιείται στο έδαφος με αργό ρυθμό. Η κοπριά των προβάτων και των αλόγων περιέχει λιγότερο νερό και περισσότερο άζωτο και χωνεύεται γρήγορα από τους μικροοργανισμούς του εδάφους, γι αυτό θεωρείται η καλύτερη για βαριά και με μικρό βαθμό βιολογικής δραστηριότητας εδάφη. Η κοπριά των πουλερικών είναι συνήθως φτωχή σε υγρασία, αλλά πλούσια σε θρεπτικά στοιχεία και επιδρά σχετικά γρήγορα στα φυτά. Η κοπριά από βόδια και γουρούνια περιέχει μεγαλύτερες ποσότητες νερού και έχει χαμηλότερες περιεκτικότητες αζώτου.

Η ποιότητα της αγελαδινής κοπριάς εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το σύστημα ενσταβλισμού , το είδος και την ποιότητα των ζωοτροφών.

Για τεχνικούς και οικονομικούς λόγους η κοπριά δεν αφήνεται εκτεθειμένη στον ήλιο και στην βροχή. Οι απώλειες σε οργανική ουσία και σε άζωτο, όταν η φύλαξη της κοπριάς δεν γίνει σωστά ξεπερνούν το 50%.

Τα θρεπτικά στοιχεία που βρίσκονται στη κοπριά σε διάφορες οργανικές ενώσεις μετά την χώνεψη μετατρέπονται σε προσλήψιμες μορφές. Κατά τη χώνεψη της κοπριάς γίνεται και καταστροφή των σπόρων των ζιζανίων και των διάφορων παθογόνων. Η χώνεψη θεωρείται ότι έχει τελειώσει, όταν ο λόγος μεταξύ άνθρακα και αζώτου είναι 20/1. Υπάρχει και η άποψη ότι η κοπριά δεν πρέπει να χωνεύεται πριν ενσωματωθεί στον αγρό, για να αποφεύγονται οι απώλειες σε οργανική ουσία. Οπωσδήποτε όμως, καλά χωνεμένη κοπριά πρέπει να χρησιμοποιείται κατά την εγκατάσταση σπορείων. Για να περιοριστούν οι απώλειες στο ελάχιστο κατά τη φύλαξη, πρέπει η θερμοκρασία της κοπριάς στο εσωτερικό της να μην υπερβαίνει τους 30oC.

Η κοπριά εκτός από άζωτο , φώσφορο, κάλιο και ασβέστιο περιέχει και σημαντικές ποσότητες μαγνησίου. Με ποσότητα κοπριάς 1 τόνο/στρ. προστίθενται στο έδαφος 6,0 Kg Ν, 3,0 Kg P2O5, 7,0 Kg K2O και 7,2 Kg CaO. Η περιεκτικότητα της κοπριάς σε μικροστοιχεία είναι κυρίως σε βόριο, κοβάλτιο, χαλκός, μαγγάνιο, μολυβδαίνιο, ψευδάργυρο.

Η εφαρμογή στον αγρό της κοπριάς γίνεται κάθε δύο ή τρία χρόνια σε δόσεις 2 - 4 τόνους / στρ..Το βάθος στο οποίο πρέπει να παραχώνεται η κοπριά σχετίζεται άμεσα με το είδος του εδάφους και το κλίμα. Προς αποφυγή απωλειών αζώτου(Ν) θα πρέπει η κοπριά να ενσωματώνεται στα 15 - 20 εκ. στα έντονα αεριζόμενα εδάφη και στα 5 - 10 εκ. στα βαριά εδάφη. Σε περιοχές με λίγες βροχοπτώσεις, αποδείχθηκε ότι το παράχωμα της κοπριάς στα 25 εκ. επιδρά πιο ευεργετικά στην αξιοποίηση του αζώτου από τα φυτά. Αυτό αξιοποιείται από τα φυτά σε ποσοστό 30% τον πρώτο χρόνο και 10% τον δεύτερο χρόνο. Μια μικρή επίδραση παρατηρείται και στα επόμενα χρόνια. Αυτό συμβαίνει γιατί το 1/3 του αζώτου δεσμεύεται σε οργανικές μορφές και αποδεσμεύεται προοδευτικά. Το 1/3 του αζώτου χάνεται. Όλες οι καλλιέργειες δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσουν το άζωτο της κοπριάς ικανοποιητικά. Υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι η αξιοποίηση του Ν είναι περίπου 50% (Dam, K. 1976. Cooke 1977, Bus 1985, Korschens 1987).

Ο φώσφορος αξιοποιείται από τα φυτά σε ποσοστό 25%, όσο από ένα κοινό φωσφορικό λίπασμα.

Σχετικές σελίδες

Βιβίογραφία

  • "Βιολογική γεωργία", Πρόγραμμα Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς - ΑΤΕΙ Πειραιά: Επιστημονική υποστήριξη νέων αγροτών, Επιστημονική ομάδα έργου: Δημήτριος Τσελές - Καθηγητής - επιστημονικός υπεύθυνος, Ασπασία Ευθυμιάδου - Λέκτορας Ανοιχτού Πανεπιστημίου Κύπρου, Μαρία Γκούλτα - γεωπόνος