Μηλιά

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Γενικά στοιχεία

Δένδρο μηλιάς

Η μηλιά είναι το πιο διαδεδομένο οπωροφόρο παγκοσμίως, αντιπροσωπεύει το 50% των φυλλοβόλων οπωροφόρων δέντρων, με παγκόσμια ετήσια παραγωγή περί τα 60 εκατομμύρια τόνους. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής μήλων παγκοσμίως αποτελείται από επιτραπέζιες ποικιλίες.

Οι πιο διαδεδομένες ποικιλίες της μηλιάς είναι η Golden Delicious και οι ποικιλίες Red Delicious,η Mutsu ιαπωνικής προέλευσης και η Granny smith. Η καλλιέργεια της μηλιάς είναι διαδεδομένη σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο. Μηλεώνες απαντώνται ακόμη και στη Σιβηρία όπου η θερμοκρασία κατά τους χειμερινούς μήνες μπορεί να πέσει στους -40oC.

Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις στη χώρα μας σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή κατά το έτος 2006 ήταν 133.000 στρέμματα και η ετήσια παραγωγή ανήλθε στις 290.000 τόνους, αποτελώντας τη δεύτερη σπουδαιότερη καλλιέργεια από τα φυλλοβόλα οπωροφόρα μετά τη ροδακινιά. Η καλλιέργεια της μηλιάς σε μορφή συστηματικών οπωρώνων εντοπίζεται κυρίως στην κεντρική και δυτική Μακεδονία, στη Θεσσαλία και στην Πελοπόννησο. Η μεγαλύτερη συγκέντρωση δέντρων μηλιάς βρίσκεται στην περιοχή του Βέρμιου. Καλλιεργείται επίσης στους νομούς Ημαθίας, Πέλλας, Καστοριάς, Μαγνησίας, Λάρισας και Αρκαδίας.[1]

Βοτανικά χαρακτηριστικά

Η μηλιά είναι φυλλοβόλο, μεγάλου μεγέθους, πλαγιόκλαδο ή ορθόκλαδο και μακρόβιο.

  • Ρίζα: Το ριζικό σύστημα της μηλιάς αποτελείται από πολλές πλάγιες ρίζες και καταλαμβάνει έκταση διπλάσια από εκείνη που καταλαμβάνει η προβολή της κόμης του δέντρου. Το μεγαλύτερο ποσοστό του ριζικού συστήματος βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους αλλά η ρίζα μπορεί να φθάσει σε βάθος μέχρι 3 μέτρων και πάνω.
Άνθος μηλιάς
  • Φύλλα: Τα φύλλα είναι απλά, κατ’ εναλλαγή, ωοειδή, οδοντωτά, βραχύμισχα, με την κάτω επιφάνεια χνουδωτή. Το μέγεθος και το πάχος των φύλλων επηρεάζονται από την ποικιλία, τις καλλιεργητικές συνθήκες, το χρόνο εμφάνισής τους και τη ζωηρότητα του δέντρου. Ο μίσχος των φύλλων φέρει μερικές φορές κοντά στη βάση δύο μικρά παράφυλλα.
  • Οφθαλμοί: Οι οφθαλμοί είναι πεπλατυσμένοι, χνουδωτοί και εφάπτονται του βλαστού. Οι καρποφόροι οφθαλμοί είναι μικτοί (όταν ανοίγουν δίνουν βλάστηση μικρού μήκους 0,5 – 3 εκ., που φέρει πλάγια φύλλα και επάκρια άνθη) και ο καθένας περικλείει πέντε με έξι άνθη. Η διαφοροποίηση των οφθαλμών σε βλαστοφόρους και μικτούς αρχίζει τον Ιούλιο – Αύγουστο και ολοκληρώνεται την επόμενη άνοιξη πριν από την άνθηση.
  • Άνθη: Από κάθε μικτό οφθαλμό αναπτύσσονται περίπου πέντε άνθη σε ταξιανθία κορύμβου. Το κεντρικό άνθος καλείται βασιλικό, ανοίγει πρώτο και ακολουθείται από τα δύο άνθη της βάσης και εν συνεχεία από τα δύο ενδιάμεσα άνθη. Τα άνθη αποτελούνται από πέντε σέπαλα, πέντε πέταλα, είκοσι στήμονες με κίτρινους ανθήρες και έναν ύπερο αποτελούμενο από την ωοθήκη και πέντε στύλους που συμφύονται σε κοινή βάση. Τα άνθη είναι εντομόφιλα. Σε μερικές ποικιλίες όπου οι στήμονες είναι μακρύτεροι από τους στύλους, οι μέλισσες μπορούν να συλλέγουν γύρη χωρίς να γίνεται επικονίαση.
  • Καρπός: Ο καρπός της μηλιάς είναι ψευδής. Το βρώσιμο τμήμα αποτελείται από ιστούς που προέρχονται από την πάχυνση της βάσης του κάλυκα, της στεφάνης και των στημόνων. Έχει ποικίλο σχήμα, από σφαιρικό έως επίμηκες, σάρκα τραγανή ή αλευρώδη, εύχυμη, γλυκιά, όξινη ή υπόξινη και τα σπέρματα είναι καφέ απόχρωσης.[2]

Τρόπος καρποφορίας μηλιάς

Η μηλιά φέρει ξυλοφόρους και μικτούς ανθοφόρους οφθαλμούς, που απαντούν επάκρια ή πλάγια σ' ένα βλαστό. Οι ξυλοφόροι οφθαλμοί έχουν σχήμα κωνικό, είναι χνουώδεις και εφάπτονται του βλαστού καθόλο το μήκος τους, ενώ οι μικτοί έχουν σχήμα σφαιρικό, είναι ογκώδεις και χνουώδεις. Η διάκριση μεταξύ ξυλοφόρων και μικτών ανθοφόρων οφθαλμών είναι μακροσκοπικά εύκολη, λόγω του διαφορετικού σχήματος και μεγέθους τους. Κάθε ετήσιος κλάδος, κατά τη χειμερινή περίοδο φέρει, επάκρια, ξυλοφόρο ή μικτό οφθαλμό και πλάγια, πάνω απ' την ουλή του μίσχου του φύλλου, επίσης ξυλοφόρο ή μικτό ανθοφόρο οφθαλμό.

Την άνοιξη ο επάκριος ξυλοφόρος οφθαλμός εκπτύσσεται και δίνει βλαστό με φύλλα. Στα πλάγια, στις μασχάλες των φύλλων και επάκρια των βλαστών σχηματίζονται ξυλοφόροι ή μικτοί οφθαλμοί. Ο επάκριος ξυλοφόρος οφθαλμός εκπτυσσόμενος δίνει βλαστό επεκτάσεως, ενώ οι πλάγιοι ξυλοφόροι οφθαλμοί όταν εκπτυχθούν, δίνουν πλάγια βλάστηση ή ξυλοφόρα λογχοειδή μήκους 0.5 εώς 10cm, που ονομάζονται κεντριά ή ανθοφόρα λογχοειδή του ίδιου μήκους που καλούνται λαμβούρδες. Τα ξυλοφόρα λογχοειδή φέρουν επάκρια, ξυλοφόρο οφθαλμό, ενώ τα ανθοφόρα λογχοειδή ή λαμβούρδες μικτό οφθαλμό. Μερικοί ξυλοφόροι οφθαλμοί, κυρίως εκείνα που απαντούν προς τη βάση των ετήσιων βλαστών, μπορεί να περιπέσουν σε λανθάνουσα κατάσταση. Οι επάκριοι και πλάγιοι μικτοί οφθαλμοί, κατά την έκπτυξη τους την άνοιξη δίνουν βλάστηση μήκους 0.5 έως 10cm που φέρει στα πλάγια φύλλα και επάκρια άνθη.

Τα άνθη, αν γονιμοποιηθούν δίνουν καρπούς. Με την πάροδο του χρόνο, η βάση του άξονα της ταξιανθίας διογκώνεται και σχηματίζει τον ασκό. Πάνω στον ασκό, κατά το χρόνο του σχηματισμού του, μπορεί να σχηματιστούν ξυλοφόροι ή μικτοί οφθαλμοί, ξυλοφόρα ή ανθοφόρα λογχοειδή και λεπτοκλάδια. Τα ξυλοφόρα λογχοειδή ή κεντριά μπορεί να εξελιχθούν σε ξυλοφόρα λογχοειδή 2 ετών ή σε ανθοφόρα και σπανιότερα σε βλαστό επεκτάσεως. Τα ανθοφόρα λογχοειδή δίνουν βραχεία βλάστηση, με φύλλα και άνθη, και στη συνέχεια, αν τα άνθη γονιμοποιηθούν, καρπούς και κατ' επέκταση ασκούς, οι οποίοι φέρουν ένα ή περισσότερα απ' τα προαναφερθέντα όργανα καρποφορίας.

Αν ο ασκός φέρει μικτό οφθαλμό ή ανθοφόρο λογχοειδές, τότε, εξελισσομένων των καρποφόρων αυτών οργάνων, σχηματίζονται ασκοί. Στην περίπτωση του μικτού οφθαλμού έχουμε το σχηματισμό ασκού, που προσκολλάται στον προηγούμενο ασκό, ενώ στην περίπτωση του ανθοφόρου λογχοειδούς έχουμε το σχηματισμό ασκού, που συνδέεται με τον προηγούμενο ασκό δι' ενός βραχέος βλαστικού τμήματος. Αν ο ασκός φέρει λεπτοκλάδιο και μάλιστα καρποφόρο, τότε έχουμε πάλι το σχηματισμό ασκού στο επάκριο τμήμα του λεπτοκλαδίου, ο δε καρπός, λόγω του βάρους του, μπορεί να προκαλέσει κάμψη αυτού ή ακόμα και σπάσιμο. Γι' αυτό τα λεπτοκλάδια καλό είναι να αφαιρούνται κατά το κλάδεμα. Με βάση τα παραπάνω, η μηλιά καρποφορεί σε τρέχουσα βλάστηση, επάκρια, από μικτούς ανθοφόρους οφθαλμούς. Καρποφόρα όργανα θεωρούνται οι μικτοί οφθαλμοί, οι λαμβούρδες, τα καρποφόρα λεπτοκλάδια και οι ασκοί. Τη μεγαλύτερη καρποφορία φέρει στ' ανθοφόρα λογχοειδή.[3]

Ποικιλίες

Οι σημαντικότερες ποικιλίες μηλιάς είναι οι φθινοπωρινές, οι καλοκαιρινές, οι ποικιλίες Golden Delicious, οι ποικιλίες Red Delicious, οι τύπου spur της Granny Smith, οι τύπου spur της Golden Delicious και οι τύπου spur της Red Delicious.[1],[4]

Πολλαπλασιασμός-Υποκείμενα μηλιάς

Η μηλιά πολλαπλασιάζεται με σπόρο ή με μοσχεύματα και καταβολάδες. Όταν όμως πολλαπλασιάζεται με σπόρο,τα σπορόφυτα που παράγονται διαφέρουν τόσο ως προς τους γονείς, όσο και μεταξύ αυτών. Άρα οι ποικιλίες αναπαράγονται μόνο με αγενή πολλαπλασιασμό. Η μηλιά αποτελείται από υποκείμενο και εμβόλιο. Το υποκείμενο περιλαμβάνει το ριζικό σύστημα του δέντρου και τμήμα του κορμού του, ενώ το εμβόλιο την κόμη του δένδρου και το υπόλοιπο τμήμα του κορμού. Στον παρακάτω σύνδεσμο αναλύεται εκτενέστερα η θεματική ενότητα των υποκειμένων της μηλιάς.

Υποκείμενα μηλιάς[1]

Κλιματικές συνθήκες

Η µηλιά είναι δέντρο κυρίως των ψυχρών και υγρών περιοχών. Απαιτεί δροσερό καλοκαίρι (µέγιστη θερµοκρασία 29oC) και αντέχει στις χαµηλές θερµοκρασίες µέχρι-40oC.Οι χαµηλές θερµοκρασίες είναι απαραίτητες για τη διακοπή του λήθαργου των οφθαλµών της και το δροσερό καλοκαίρι για παραγωγή µήλων υψηλής ποιότητας. Αν και η µηλιά ανθίζει όψιµα (πρώτο 15ήµερο του Απριλίου) διατρέχει κίνδυνο από τους ανοιξιάτικους παγετούς.Οι περιοχές που βρίσκονται κοντά σε θάλασσες, λίµνες και ποτάµια προσφέρονται καλύτερα για την καλλιέργεια της µηλιάς, λόγω της µείωσης του κινδύνου να προκληθούν ζηµιές από παγετό, γιατί η υδάτινη επιφάνεια συντελεί στη διατήρηση της θερµοκρασίας σε επιθυµητά επίπεδα.Στις παραθαλάσσιες όµως ανεµόπληκτες περιοχές µπορεί να προκληθούν ζηµιές από τα σταγονίδια της θάλασσας στα φύλλα και τους καρπούς της. Περαιτέρω λεπτομέρειες στον παρακάτω σύνδεσμο.[2]

Κλιματικές συνθήκες μηλιάς

Ανεμοπροστασία

Στις ανεμόπληκτες περιοχές η εγκατάσταση ανεμοφραχτών δεν παρέχει μόνο προστασία, αλλά συμβάλλει ουσιωδώς και στη μείωση της ταχύτητας του ανέμου στην προστατευόμενη περιοχή. Η προστασία αυτή μειώνει τις απώλειες των δένδρων σε υγρασία από εξάτμιση, τις ζημιές, που προξενούνται στα δέντρα και τους καρπούς σε περιπτώσεις ανεμοθύελλας και μερικές φορές τον κίνδυνο ζημιών από παγετό. Η δημιουργία εστιών παγετού από τους φυτοφράχτες, αποφεύγεται με την αφαίρεση των κλάδων εκείνων του δένδρου που βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους και μέχρι ύψους 1,5μ ή με την τοποθέτηση των ανεμοφραχτών σε απόσταση 15-20m μακριά από την πρώτη σειρά των δένδρων του μηλεώνα. Για το σχηματισμό ανεμοφρακτών θα πρέπει να προτιμούνται φυτά, που δεν φιλοξενούν επιζήμιους φυτικούς ή ζωϊκούς εχθρούς[1]


Εδαφικές συνθήκες

Η μηλιά ευδοκιμεί σε εδάφη που έχουν διάφορη σύσταση. Η φύση όμως του υπεδάφους έχει μεγαλύτερη σημασία από το είδος και την ποιότητα του επιφανειακού εδάφους. Το υπέδαφος πρέπει να αποστραγγίζεται καλά, γιατί οι ρίζες της μηλιάς είναι πολύ ευαίσθητες σε περίσσεια νερού.

Το κατάλληλο έδαφος πρέπει να έχει αμμοπηλώδη σύσταση. Τα εδάφη με πολύ άργιλλο ή με συνεκτικό υπέδαφος πρέπει να αποφεύγονται. Σαν καταλληλότερο έδαφος θεωρείται εκείνο που έχει σύσταση αμμοπηλώδη και βάθος 2-3m. Το ρΗ του εδάφους πρέπει να κυµαίνεται µεταξύ 6,5-6,8. Τα εδάφη που θα επιλεγούν για την εγκατάσταση του μηλεώνα πρέπει να αποστραγγίζουν καλά κυρίως κατά τα τέλη του χειμώνα με αρχές άνοιξης. Οι µεγαλύτερες αποδόσεις επιτυγχάνονται στις πεδινές περιοχές, όπου υπάρχει η δυνατότητα εντατικής εκµετάλλευσης και η καλύτερη ποιότητα στις ηµιορεινές ή ορεινές περιοχές λόγω πιο ευνοϊκού κλίµατος. Έτσι έχει καθιερωθεί στις πεδινές περιοχές, που έχουν γόνιµα εδάφη και κλίµα όχι άριστο, να καλλιεργούνται κίτρινα µήλα και πράσινα,ενώ στις ορεινές και ηµιορεινές περιοχές, που έχουν εδάφη φτωχά και άριστο κλίµα, να καλλιεργούνται κόκκινα µήλα υψηλής ποιότητας και µεγάλης ικανότητας συντήρησης στα ψυγεία. [2]


Ανθοφορία

Άνθηση: Είναι η διαδικασία κατά την οποία τα σέπαλα και τα πέταλα των ανθέων σιγά – σιγά µεγαλώνουν, διαχωρίζονται και εµφανίζονται τα στίγµατα και οι στήµονες. Όταν ανοίξει το 12 – 15% των ανθέων του δέντρου τα στάδιο αυτό ορίζεται ως έναρξη της άνθησης, ενώ όταν έχει ανοίξει το 95 – 100% των ανθέων ως πέρας της άνθησης. Η διαφοροποίηση των οφθαλμών της µηλιάς γίνεται το καλοκαίρι και οι πρώτες καταβολές άνθεων διαπιστώνονται κατά τα τέλη Ιουνίου έως τα µέσα Ιουλίου. Η μηλιά ανθίζει την άνοιξη περίπου µαζί µε την αχλαδιά ή λίγο αργότερα.Η ανάπτυξη των διαφόρων ανθικών ιστών στη µηλιά αρχίζει από το δεύτερο πενθήµερο του Ιουλίου. Ωστόσο η περίοδος διαφοροποιήσεως των οφθαλμών, που γίνεται τέλη Ιουνίου µε µέσα Ιουλίου, είναι πιο κρίσιµη από την περίοδο της εξέλιξης των ανθικών ιστών των οφθαλμών που ακολουθεί γιατί η τελευταία έτσι και ξεκινήσει µόνο από βαριές µορφές τροφοπενίας µπορεί να σταµατήσει. Πιστεύεται ότι στο σχηµατισµό των ανθέων παίζει σηµαντικό ρόλο η αναλογία υδατανθράκων και αζώτου στους φυτικούς ιστούς. Ανθοφορία παρουσιάζεται όταν υπάρχει κάποια µικρή υπεροχή των υδατανθράκων ως προς το άζωτο. Η ένταση του φωτός, το κλάδεµα της κόµης και των ριζών, η νέκρωση φύλλων από ασθένειες, η έλλειψη νερού, η υπερβολική αζωτούχος λίπανση, η κάµψη των βλαστών και η δακτυλίωση παίζουν σπουδαίο ρόλο στην ανθοφορία.[2]

Επικονίαση-Γονιμοποίηση

Η φάση της καρπόδεσης στα διάφορα είδη καρποφόρων δέντρων είναι η πιο σηµαντική και γίνεται σε δύο στάδια: της επικονίασης, που συνίσταται στη µεταφορά της γύρης από τα άνθη ενός δέντρου στα στίγµατα των ανθέων ενός άλλου δέντρου ή του ίδιου δέντρου και της γονιµοποίησης κατά την οποία ο σπερµατικός πυρήνας δια της προβολής της γύρης συγχωνεύεται µε τον πυρήνα του ωαρίου και σχηµατίζει το ζυγωτικό κύτταρο, από την εξέλιξη του οποίου, όπως και των άλλων ανθικών ιστών, θα προέλθει ο καρπός.

Οι πιο πολλές ποικιλίες της µηλιάς είναι αυτόστειρες και χρειάζονται σταυρογονιµοποίηση. Γι’ αυτό δεν είναι µόνο αναγκαία η µεταφορά της γύρης από ένα άνθος στο άλλο, αλλά από άνθος ποικιλίας που πληροί τις προϋποθέσεις για την οµαλή διαδικασία της βλάστησης των γυρεοκόκκων, της ανάπτυξης του γυρεοσωλήνα και γονιµοποίηση του ωαρίου. Σαν πιο κατάλληλο στάδιο επικονίασης θεωρείται το στάδιο της πλήρους διάνοιξης του άνθους, όταν η στιγµατική επιφάνεια είναι κολλώδης, κατάσταση που διευκολύνει την προσκόλληση και βλάστηση των γυρεοκόκκων των επικονιαστριών ποικιλιών. Στον παρακάτω σύνδεσμο αναλύεται με περισσότερες λεπτομέρειες η ενότητα της επικονίασης και γονιμοποίησης στη μηλιά.

Επικονίαση και Γονιμοποίηση στη μηλιά[2]

Αύξηση-Ανάπτυξη καρπών

Μετά την καρπόδεση ακολουθεί η αύξηση του καρπού η οποία είναι αποτέλεσµα των κυτταροδιαιρέσεων και τανύσεως των κυττάρων του. Η αύξηση του καρπού µετράτε µε την αύξηση του όγκου, του ξηρού ή νωπού βάρους και της διαµέτρου σε συνάρτηση µε το χρόνο µέχρι την ωρίµανσή του και παριστάνεται µε την καµπύλη αύξησης. Στο µέρος αυτό εξετάζονται: η αύξηση στα διάφορα είδη καρπών οπωροφόρων µαζί µε τους παράγοντες που την επηρεάζουν, µε σκοπό να γίνει καλύτερα κατανοητή η επίδραση που µπορεί να έχουν οι διάφορες καλλιεργητικές φροντίδες όπως το αραίωµα καρπών,το κλάδεμα, η λίπανση κ.λ.π. ανάλογα µε το στάδιο αύξησης του καρπού. Η περίοδος αυτή των κυτταροδιαιρέσεων διαρκεί 4 µε 5 εβδοµάδες. Οι τανύσεις των κυττάρων αρχίζουν λίγο πριν τελειώσει η περίοδος των κυτταροδιαιρέσεων. Τα κύτταρα κατά την άνθηση είναι µικρά χωρίς µεσοκυττάριους χώρους. Με την τάνυση έχουµε µεγέθυνση του όγκου που προκαλείται κυρίως από την αύξηση του όγκου των χυµοτοπίων και ελάχιστα από την αύξηση της πρωτοπλασµατικής µάζας. Με την τάνυση των κυττάρων έχουµε σχηµατισµό µεσοκυττάριων χώρων που καταλαµβάνουν µεγάλο όγκο στους ώριµους καρπούς.[1]

Ασθένειες μηλοειδών

Οι ασθένειες των μηλοειδών διακρίνονται σε ιολογικές, μη μεταδοτικές, μυκητολογικές και προκαρυωτικές.[5]

Εχθροί μηλοειδών

Οι σπουδαιότεροι εχθροί των μηλοειδών είναι η καρπόκαψα της μηλιάς, η ψύλλα αχλαδιάς, οι αφίδες, ο ανθονόμος, ο σκολύτης, η ζευζέρα, οι φυλλοδέτες, οι φυλλορίχτες, ο θρίπας αχλαδιάς, ο κόσσος, ο κόκκινος τετράνυχος, η βαμβακάδα μηλιάς, η ψώρα του San Jose και ο τίγρης της μηλιάς.[2]

Πληροφοριακά στοιχεία

Ποικιλίες Μηλιά
Καλοκαιρινές ποικιλίες μηλιάς
Ποικιλία μηλιάς Akane
Ποικιλία μηλιάς Auvilspur
Ποικιλία μηλιάς Badami Golden
Ποικιλία μηλιάς Clear Red
Ποικιλία μηλιάς Crispin
Ποικιλία μηλιάς Delicious
Ποικιλία μηλιάς Delicious Πιλαφά
Ποικιλία μηλιάς Ed Gould Golden
Ποικιλία μηλιάς Eden Spur
... περισσότερα αποτελέσματα
Ασθένειες Μηλιά
Ασθένειες μηλοειδών
Ιολογικές ασθένειες μηλοειδών
Ιολογική ασθένεια μηλιάς Μωσαϊκό μηλιάς
Μαύρη σήψη
Μη μεταδοτικές ασθένειες μηλοειδών
Μη μεταδοτική ασθένεια μηλοειδών Πικρή κηλίδωση
Μη μεταδοτική ασθένεια μηλοειδών Τροφοπενία βορίου
Μη μεταδοτική ασθένεια μηλοειδών Τροφοπενία σιδήρου
Μη μεταδοτική ασθένεια μηλοειδών Τροφοπενία ψευδαργύρου
Μυκητολογικές ασθένειες μηλοειδών
... περισσότερα αποτελέσματα
Εχθροί Μηλιά
Εχθροί μηλοειδών
Εχθρός μηλοειδών Ανθονόμος
Εχθρός μηλοειδών Αφίδες
Εχθρός μηλοειδών Βαμβακάδα μηλιάς
Εχθρός μηλοειδών Ζευζέρα
Εχθρός μηλοειδών Καρπόκαψα της μηλιάς
Εχθρός μηλοειδών Κόκκινος τετράνυχος
Εχθρός μηλοειδών Κόσσος
Εχθρός μηλοειδών Πράσινη αφίδα μηλιάς
Εχθρός μηλοειδών Ρόδινη αφίδα μηλιάς
... περισσότερα αποτελέσματα
Υποκείμενα φυτά Μηλιά
Ζωηρά υποκείμενα μηλιάς
Ημινάνα υποκείμενα μηλιάς
Νάνα υποκείμενα μηλιάς
Υποκείμενα κλώνοι μηλιάς
Υποκείμενα μηλιάς
Υποκείμενα σπορόφυτα μηλιάς
Προϊόν
Μήλο

Ευδοκιμεί στις περιοχές

Περιοχή
Νομός Αρκαδίας
Νομός Γρεβενών
Νομός Θεσσαλονίκης
Νομός Καρδίτσης
Νομός Μαγνησίας
Νομός Ευβοίας
Νομός Κοζάνης
Νομός Κορινθίας
Νομός Καστοριάς
Νομός Πιερίας
Νομός Ημαθίας
Νομός Φλωρίνης
Νομός Πέλλης
Νομός Λαρίσης
Νομός Τρικάλων
Νομός Χανίων
Νομός Λασιθίου


Σχετικές σελίδες

Βιβλιογραφία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Ειδική δενδροκομία Τόμος I "Μηλοειδή", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 . Ανάπτυξη καρπών μηλιάς και αχλαδιάς και φυσικοχημικές μεταβολές τους, πτυχιακή εργασία της Μηνοπούλου Χαρίκλειας, Θεσσαλονίκη 2007.
  3. Γενική Δενδροκομία, του Καθηγητή Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Α. Ποντίκη, 1997
  4. Οι ποικιλίες της μηλιάς, Σωτηρόπουλου Θωμά,Αναπληρωτής ερευνητής, Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός ‘ΔΗΜΗΤΡΑ’, Ινστιτούτο Φυλλοβόλων Δένδρων.
  5. Ασθένειες καρποφόρων δέντρων και αμπέλου του Παναγόπουλου Χ., Καθηγητή Φυτοπαθολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.