Μορφολογικά χαρακτηριστικά κεχριού

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ριζικό σύστημα

Ορισμένα είδη κεχριού αναπτύσσουν μία μόνο δευτερογενή εμβρυακή ρίζα. Η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος εξαρτάται από το είδος (ιδιαίτερα τη διάρκεια του βιολογικού κύκλου) και τις εδαφικές συνθήκες. Έτσι, το κοινό κεχρί χαρακτηρίζεται ως επιπολαιόρριζο, ενώ το μαργαριτώδες είναι βαθύρριζο, αφού έχει αναφερθεί ότι οι ρίζες του φτάνουν υπό ορισμένες συνθήκες σε βάθος 2m.

Βλαστός

Το τελικό ύψος του βλαστού ποικίλλει ευρύτατα τόσο μεταξύ των ειδών όσο και μέσα σε κάθε είδος. Με εξαίρεση το μαργαριτώδες κεχρί, το ύψος του οποίου κυμαίνεται από 150-300cm, τα άλλα είδη είναι γενικώς χαμηλόσωμα με ύψος που κυμαίνεται από 30-150cm ανάλογα με τον γονότυπο και το περιβάλλον. Ο βλαστός μπορεί να είναι εσωτερικά κοίλος (κοινό κεχρί) ή να έχει εντεριώνει (μαρφαριτώδες κεχρί). Μπορεί να καλύπτεται, όπως και τα φύλλα, από τρίχωμα (κοινό, μαργαριτώδες κεχρί). Η διάμετρος του βλαστού κυμαίνεται από 5-25mm. Ο βαθμός αδελφώματος είναι συνάρτηση του γονότυπου και των περιβαλλοντικών συνθηκών. Στο κοινό κεχρί είναι δυνατόν να αναπτύσσονατι πλευρικές διακλαδώσεις σε αρκετό ύψος από την επιφάνεια του εδάφους. Στο μαργαριτώδες κεχρί το αδέλφωμα ξεκινά μετά την εμφάνιση του 6ου ή 7ου φύλλου και σταματά όταν κλείνει η συστάδα και αρχίζει η αύξηση του στελέχους.

Τα φύλλα είναι λογχοειδή με μήκος που μπορεί να φτάσει και τα 90cm, πλάτος από 1 έως 7,5cm και συνήθως καλύπτονται από τρίχωμα. Στο δακτυλοειδές κεχρί το έλασμα των πλήρως ανεπτυγμένων φύλλων έχει την τάση να κάμπτεται και να σπάζει προς το ανώτερο άκρο του. Στο μαργαριτώδες κεχρί το περίγραμμα του ελάσματος φέρει ελαφρά οδόντωση, όπως στο σόργο. Οι κολεοί των φύλλων είναι ανοιχτοί και τριχωτοί, οι γλωσσίδες βραχείες και χονδρές, ενώ δεν υπάρχουν ωτία. Ο αριθμός των φύλλων είναι συνάρτηση του μήκους του βιολογικού κύκλου ενός γονότυπου. Με εξαίρεση το δακτυλοειδές κεχρί, σε όλα τα άλλα είδη η ανατομία του μεσοφύλλου είναι πανικοειδούς τύπου, χαρακτηριστική των φυτών κατηγορίας C4.

Ταξιανθία

Υπάρχουν αρκετές διαφορές στη γενική μορφολογία των ταξιανθιών μεταξύ διαφόρων ειδών.

Στο κοινό κεχρί η ταξιανθία είναι φόβη παρόμοια με εκίνη της βρώμης σε ποικίλους βαθμούς συμπάγειας. Τα σταχύδια φέρονται κοντά στα άκρα των επιμήκων διακλαδώσεων της φόβης. Όπως σε όλα τα είδη, εκτός από το δακτυλοειδές κεχρί, κάθε σταχύδιο φέρει δύο άνθη, από τα οποία μόνο το ανώτερο είναι γόνιμο. Το σταχύδιο περικλείεται από δύο άνισα λέπυρα, ενώ το γόνιμο άνθος από χιτώνα και λεπίδα με ποικίλο χρωματισμό (λευκό, κιτρινόλευκο, κίτρινο, κόκκινο, πράσινο, καφέ ή σχεδόν μαύρο).

Στο ιταλικό κέχρί η φόβη είναι συμπαγής, σταχυοειδής, με κυλινδρικό σχήμα. Η δομή των σταχυδίων είναι ανάλογη με εκείνη του κοινού κεχριού, με τη διαφορά ότι κάτω από κάθε σταχύδιο υπάρχουν από ένα έως τρία επιμήκη ακίδια. Τα ακίδια αυτά είναι, κατά πάσα πιθανότητα, μεταμορφωμένα στείρα σταχύδια. Οι χρωματισμοί των λεπυριδίων που περιβάλλουν τον καρπό ποικίλλουν από το λευκοκίτρινο μέχρι το ιώδες.

Στο ιαπωνικό κεχρί η φόβη αποτελείται από 5 έως 15 ορθότονες διακλαδώσεις κατά μήκος του κύριου άξονα. Τα σταχύδια είναι διατεταγμένα συμπαγώς προς τη μία πλευρά κάθε διακλάδωσης. Τα λεπυρίδια έχουν συνήθως χρώμα αχυρώδες και σπάνια γκριζοπράσινο και περικλείουν τον καρπό.

Στο μαργαριτώδες κεχρί η ταξιανθία είναι ουσιαστικά πολύ συμπαγής στάχυς. Και εδώ υπάρχουν ακίδια στη βάση των σταχυδίων τα οποία εκφύονται ανά ζεύγη επάνω σε πολύ βραχείς ποδίσκους. Τα λεπυρίδια δεν περιβάλλουν στενά τους καρπούς οι οποίοι έτσι προεξέχουν και δίνουν στην ταξιανθία μια συνολική μαργαριτώδη μορφή. Υπάρχει τάση για τίναγμα των καρπών.

Στο δακτυλοειδές κεχρί η ταξιανθία αποτελείται από 4-6 στάχεις οι οποίοι βγαίνουν από το άκρο ενός επιμήκους ποδίσκου.