Πολλαπλασιασμός στέβιας

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 14:16, 20 Ιουλίου 2015 υπό τον P chasapis (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο ιδανικός τρόπος πολλαπλασιασμού του φυτού είναι αγενώς με τη χρήση μοσχευμάτων στελεχών ή φύλλων του φυτού, όμως το κόστος παραγωγής τους είναι απαγορευτικό. Για το λόγο αυτό η στέβια πολλαπλασιάζεται με σπόρο σε θερμοκήπιο (σε θερμοκρασία 24-25>oC) για την παραγωγή φυταρίων για περίοδο 8-10 εβδομάδων. Στην περίπτωση καλλιέργειας για παραγωγή φύλλων, είναι απαραίτητος ο συνεχής φωτισμός των φυτών ώστε να αποφευχθεί η πρώιμη άνθιση. Η στέβια που προορίζεται για καλλιέργεια πολλαπλασιάζεται με 4 τρόπους. Αυτοί είναι με σπόρο (παραγωγή σπορόφυτων σε σπορεία), με μοσχεύματα, με έρριζες παραφυάδες και με ιστοκαλλιέργεια φύλλων (in vitro).

Η παραγωγή σπορόφυτων είναι μια μέθοδος προσφιλής για τους καλλιεργητές, γιατί είναι πιο εύκολη και πιο οικονομική. Οι παραγωγοί λένε ότι η μισή παραγωγή παίρνεται στο σπορείο και η άλλη μισή στο χωράφι. Έχει μεγάλη σημασία τα φυτά που θα παραχθούν να είναι υγιή, ομοιόμορφα, με κανονικό πάχος και ύψος, με πλούσιο ριζικό σύστημα και προπάντων σκληραγωγημένα, ώστε να αντέξουν το στρες της μεταφύτευσης.

Η μέθοδος των έρριζων μοσχευμάτων είναι κοστοβόρα και για αυτό είναι περιορισμένη. Επιλέγονται τα φυτά της στέβια, κόβονται τα μοσχεύματα σε μήκος 10cm περίπου από τρυφερούς ετήσιους βλαστούς. Αφαιρούνται όλα τα κανονικά φύλλα και αφήνονται μόνο τα μικρά φυλλαράκια που υπάρχουν στις μασχάλες των κανονικών φύλλων, καθώς και η κορυφή του βλαστού. Το κάτω μέρος των μοσχευμάτων εμβαπτίζονται σε ορμόνες ριζοβολίας και κατόπιν τοποθετούνται σε κατάλληλο υπόστρωμα. Είναι προτιμότερο τα μοσχεύματα να τοποθετηθούν σε θερμοκήπια, όπου με τη βοήθεια της υδρονέφωσης και κάτω από ιδανικές κλιματικές συνθήκες (επαρκής φωτισμός, υγρασία γύρω στο 70% και θερμοκρασία 21 - 27oC) αρχίζει η ριζοβολία των μοσχευμάτων.

Η μέθοδος με έρριζες παραφυάδες συνιστάται στο διαχωρισμό του ριζώματος του μητρικού φυτού σε περισσότερα φυτά. Ο διαχωρισμός των ριζωμάτων γίνεται, όταν ο καιρός είναι κατάλληλος και το χωράφι έτοιμο. Η μέθοδος αυτή εφαρμόστηκε πειραματικά από το ΕΘΙΑΓΕ στην Καρδίτσα το 2007. Παρατηρήθηκε ότι τα φυτά που παρήχθησαν με τη μέθοδο αυτή ήταν πιο δυνατά, πιο ταχείας ανάπτυξης και μεγαλύτερης απόδοσης σε σύγκριση με την παραγωγή σπορόφυτων. Το κόστος παραγωγής τους είναι οικονομικά πολύ μεγάλο και ασύμφορο.

Με τη μέθοδο της ιστοκαλλιέργειας, παράγεται φυτικό υλικό από πολύ μικρά τμήματα (έκφυτα, ιστός ή κύτταρα), προερχόμενα από το μητρικό φυτό και αναπτύσσονται υπό ασηπτικές συνθήκες μέσα σε δοκιμαστικούς σωλήνες ή δοχεία που ελέγχουμε τις συνθήκες περιβάλλοντος και ανόργανης θρέψης. Στα πλεονεκτήματα, είναι η παραγωγή μεγάλου αριθμού νέων φυτών με όμοιο γονότυπο χωρίς ασθένειες. Μειονέκτημα είναι το πολύ μεγάλο κόστος.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Οδηγός καλλιέργειας στέβια, των Κωνσταντίνου και Παναγιώτη Ζαχοκώστα.