Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Σπορά σιταριού"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
 
{{{top_heading|==}}}Πολλαπλασιαστικό υλικό{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}Πολλαπλασιαστικό υλικό{{{top_heading|==}}}
 +
 
{{{top_heading|===}}}Καθαρισμός{{{top_heading|===}}}
 
{{{top_heading|===}}}Καθαρισμός{{{top_heading|===}}}
  
Γραμμή 9: Γραμμή 10:
  
 
Έχει διαπιστωθεί ότι η απολύμανση δεν επηρεάζει τη βλαστικότητα του σπόρου σχεδόν για μια τριετία, με την προϋπόθεση ότι η αποθήκευση γίνεται σε ξηρό και καλά αεριζόμενο περιβάλλον. Αντίθετα, σπόροι σπασμένοι, με ρωγμές στο περικάρπιο ή με υγρασία ανώτερη από 14% ζημιώνονται από την απολύμανση.
 
Έχει διαπιστωθεί ότι η απολύμανση δεν επηρεάζει τη βλαστικότητα του σπόρου σχεδόν για μια τριετία, με την προϋπόθεση ότι η αποθήκευση γίνεται σε ξηρό και καλά αεριζόμενο περιβάλλον. Αντίθετα, σπόροι σπασμένοι, με ρωγμές στο περικάρπιο ή με υγρασία ανώτερη από 14% ζημιώνονται από την απολύμανση.
 +
 +
{{{top_heading|===}}}Βλαστικότητα{{{top_heading|===}}}
 +
 +
Η βλαστικότητα του δείγματος του σπόρου που θα εξασφαλίσει μια ικανοποιητική ανάδυση και ομοιόμορφη φυτεία πρέπει να ξεπερνά το 90%. Υψηλοί βλαστικότητα έχουν σπόροι υγιείς, απαλλαγμένοι ληθάργου και αποθηκευμένοι σε κατάλληλες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας. Η ηλικία τέτοιων σπόρων δε φαίνεται να επηρεάζει δυσμενώς τη βλαστικότητά τους για ένα χρονικό διάστημα περίπου 10 ετών. Στην πράξη όμως σπάνια χρησιμοποιείται σπόρος με ηλικία μεγαλύτερη των δύο ετών, επειδή τα έξοδα για τη σωστή διατήρησή του δεν είναι ευκαταφρόνητα.
 +
 +
{{{top_heading|==}}}Χρόνος σποράς{{{top_heading|==}}}
 +
 +
Το σιτάρι σπέρνεται στην Ελλάδα σχεδόν αποκλειστικά κατά το φθινόπωρο-χειμώνα. Ανάλογα με το χρόνο σποράς έχουμε:
 +
*πρώιμες σπορές: από 15 Οκτωβρίου μέχρι 15 Νοεμβρίου
 +
*όψιμες σπορές: από 15 Νοεμβρίου μέχρι 15 Δεκεμβρίου
 +
*πολύ όψιμες σπορές: από 15 Δεκεμβρίου μέχρι 15 Ιανουαρίου.
 +
 +
Ο καθορισμός του καταλληλότερου χρόνου σποράς επηρεάζεται:
 +
*Από τις κλιματολογικές συνθήκες ([[Ατμοσφαιρική υγρασία κατάλληλη για την ανάπτυξη του σιταριού |βροχόπτωση]]-[[Θερμοκρασία και φωτοπερίοδος κατάλληλες για την ανάπτυξη του σιταριού |θερμοκρασίες]]) κατά το χειμώνα. Σε περιοχές με χαμηλές θερμοκρασίες συνιστάται πρωιμότερη σπορά για να υπάρξει δυνατότητα αυτοσκληραγώγησης των φυτών. Σε θερμότερους χειμώνες συνιστώνται οψιμότερες σπορές. Σε ότι αφορά τις βροχοπτώσεις πρέπει να ξέρουμε ότι οι πρώιμες σπορές, έστω κι αν πέσουν πρώιμες βροχές, περικλείουν τον κίνδυνο αποτυχίας στο φυτρωμα εάν ακολουθήσει ξηρασία.
 +
*Από τον τύπο του εδάφους. Για δεδομένο κλίμα οι σπορές είναι πρωιμότερες στα βαρύτερα εδάφη και οψιμότερες στα ελαφρότερα όπου η υγρασία εξαντλείται ταχύτερα και οι κίνδυνοι βλαβών από ξηρασία είναι μεγαλύτεροι. Επίσης, τα φτωχότερα εδάφη σπείρονται πρωιμότερα ενώ τα γονιμότερα οψιμότερα για να αποφεύγονται οι δυσμενείς επιδράσεις των θερμοκρασιών στα πολύ νεαρά στάδια και πλαγιάσματα νωρίς την άνοιξη από έντονη πρώτη ανάπτυξη.
 +
*Από την ποικιλία που επιλέχθηκε. Γενικά όσο πιο πρώιμη είναι μια ποικιλία τόσο οψιμότερα έχει τη δυνατότητα να σπέρνεται.
 +
 +
Συμπερασματικά, για δεδομένη περιοχή η σπορά δε θα πρέπει να είναι ούτε υπερβολικά πρώιμη ούτε υπερβολικά όψιμη. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχουν κίνδυνοι κακού φυτρώματος ή έντονης πρώτης ανάπτυξης με κινδύνους από πλαγιάσματα και χαμηλές θερμοκρασίες. Στη δεύτερη, καθυστερεί το φύτρωμα και αυξάνουν οι ζημιές από τα πουλιά, αυξάνουν οι κίνδυνοι από χαμηλές θερμοκρασίες, παράγονται λιγότερα γόνιμα στελέχη/φυτό και οψιμίζει σημαντικά η παραγωγή. Ένας χρήσιμος δείκτης για τον προσδιορισμό του καταλληλότερου χρόνου σποράς θα ήταν ο χρόνος εμφάνισης των πρώτων παγετών σε κάθε περιοχή. Η σπορά θα πρέπει να προσδιορίζεται περίπου ένα με ενάμιση μήνα νωρίτερα για να εξασφαλισθεί μια ικανοποιητική εγκατάσταση φυτών, αφού φυσικά ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες που προαναφέρθηκαν.
 +
 +
{{{top_heading|==}}}Ποσότητα σπόρου{{{top_heading|==}}}
 +
 +
Η σχέση πυκνότητας φυτών και αποδόσεων στο σιτάρι δεν είναι τόσο σαφής όσο στον [[Αραβόσιτος φυτό |αραβόσιτο]] λόγω των δυνατοτήτων που έχουν τα φυτά να ρυθμίζουν δραστικά το αδέλφωμά τους ανάλογα με την πυκνότητα της φυτείας. Εάν η φυτεία είναι αραιή, τα φυτά [[Αδέλφωμα (tillering) σιτηρών |αδελφώνουν]] έντονα, ενώ αν είναι πυκνή αδελφώνουν λιγότερο. Από διάφορα πειράματα συμπεραίνεται ότι οι αποδόσεις του σιταριού δε διαφέρουν ουσιαστικά σε δόσεις σπόρου μεταξύ 4 και 16kg/στρ. που αντιστοιχούν σε πυκνότητες 100-300 φυτών/m<sup>2</sup>. Οι πυκνότητες αυτές αντιστοιχούν σε 350-420 στάχεις/m<sup>2</sup>.
 +
 +
  
 
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωργό::30| ]]

Αναθεώρηση της 13:34, 7 Αυγούστου 2013

Πολλαπλασιαστικό υλικό

Καθαρισμός

Οι καινούριες τελειοποιημένες θεραλωνιστικές μηχανές απομακρύνουν ένα μεγάλο ποσοστό ξένων υλών από τους σπόρους του σιταριού. Πάντοτε όμως υπάρχει ένα ποσοστό ακαθαρσιών καθώς και ορισμένοι ξένοι ή σπασμένοι σπόροι που πρέπει να απομακρυνθούν. Αυτό γίνεται με τον καθαρισμό της παρτίδας του σπόρου σε ειδικές συσκευές, τα διάφορα καθαριστήρια σπόρων. Ο βασικός τύπος καθαριστηρίου συνίσταται από μία σειρά κοσκίνων με οπές διαφόρων μεγεθών και σχημάτων όπου απομακρύνονται αντικείμενα μεγαλύτερα, μικρότερα ή διαφορετικού σχήματος από τους σπόρους του σιταριού.

Απολύμανση

Η απολύμανση του σπόρου του σιταριού αποτελεί σήμερα μια συνηθισμένη και απαραίτητη καλλιεργητική πρακτική. Αποσκοπεί στον έλεγχο ορισμένων ασθενειών που μεταφέρονται με το σπόρο (κυρίως του δαυλίτη) και στην προστασία του σπόρου και των αρτιβλάστων υπό προσβολές μυκήτων εδάφους. Τα διάφορα σκευάσματα εφαρμόζονται υπό μορφή σκόνης με επίπαση του σπόρου, υπό μορφή διαλύματος στο οποίο βυθίζεται για ορισμένο χρονικό διάστημα ο σπόρος και μετά ξηραίνεται ή υπό μορφή πολτού που σχηματίζεται με πυκνή διάλυση της σκόνης του σκευάσματος σε νερό. Ανεξάρτητα από τον τρόπο εφαρμογής, μεγάλη σημασία έχει η ομοιόμορφη επένδυση του σπόρου που εξασφαλίζει την αποτελεσματική του προστασία. Τα πιο συνηθισμένα για το σιτάρι είναι το carboxin (διασυστηματικό που καταπολεμά αποτελεσματικά εκτός από το δαυλίτη και το γυμνό άνθρακα), το thiram, το chloroneb, το mancozeb, το benomyl, κ.ά. Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι το oxycarboxin έχει βρεθεί να μειώνει τις εντάσεις προσβολών από σκωριάσεις, ενώ το διασυστηματικό ethirimol τις προσβολές από ωίδιο. Στην πράξη χρησιμοποιούνται μίγματα από διάφορα μυκητοκτόνα που ορισμένες φορές περιέχουν και εντομοκτόνα για προστασία των φυταρίων από τους σιδηροσκώληκες, τον κάραβο και ορισμένα δίπτερα.

Έχει διαπιστωθεί ότι η απολύμανση δεν επηρεάζει τη βλαστικότητα του σπόρου σχεδόν για μια τριετία, με την προϋπόθεση ότι η αποθήκευση γίνεται σε ξηρό και καλά αεριζόμενο περιβάλλον. Αντίθετα, σπόροι σπασμένοι, με ρωγμές στο περικάρπιο ή με υγρασία ανώτερη από 14% ζημιώνονται από την απολύμανση.

Βλαστικότητα

Η βλαστικότητα του δείγματος του σπόρου που θα εξασφαλίσει μια ικανοποιητική ανάδυση και ομοιόμορφη φυτεία πρέπει να ξεπερνά το 90%. Υψηλοί βλαστικότητα έχουν σπόροι υγιείς, απαλλαγμένοι ληθάργου και αποθηκευμένοι σε κατάλληλες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας. Η ηλικία τέτοιων σπόρων δε φαίνεται να επηρεάζει δυσμενώς τη βλαστικότητά τους για ένα χρονικό διάστημα περίπου 10 ετών. Στην πράξη όμως σπάνια χρησιμοποιείται σπόρος με ηλικία μεγαλύτερη των δύο ετών, επειδή τα έξοδα για τη σωστή διατήρησή του δεν είναι ευκαταφρόνητα.

Χρόνος σποράς

Το σιτάρι σπέρνεται στην Ελλάδα σχεδόν αποκλειστικά κατά το φθινόπωρο-χειμώνα. Ανάλογα με το χρόνο σποράς έχουμε:

  • πρώιμες σπορές: από 15 Οκτωβρίου μέχρι 15 Νοεμβρίου
  • όψιμες σπορές: από 15 Νοεμβρίου μέχρι 15 Δεκεμβρίου
  • πολύ όψιμες σπορές: από 15 Δεκεμβρίου μέχρι 15 Ιανουαρίου.

Ο καθορισμός του καταλληλότερου χρόνου σποράς επηρεάζεται:

  • Από τις κλιματολογικές συνθήκες (βροχόπτωση-θερμοκρασίες) κατά το χειμώνα. Σε περιοχές με χαμηλές θερμοκρασίες συνιστάται πρωιμότερη σπορά για να υπάρξει δυνατότητα αυτοσκληραγώγησης των φυτών. Σε θερμότερους χειμώνες συνιστώνται οψιμότερες σπορές. Σε ότι αφορά τις βροχοπτώσεις πρέπει να ξέρουμε ότι οι πρώιμες σπορές, έστω κι αν πέσουν πρώιμες βροχές, περικλείουν τον κίνδυνο αποτυχίας στο φυτρωμα εάν ακολουθήσει ξηρασία.
  • Από τον τύπο του εδάφους. Για δεδομένο κλίμα οι σπορές είναι πρωιμότερες στα βαρύτερα εδάφη και οψιμότερες στα ελαφρότερα όπου η υγρασία εξαντλείται ταχύτερα και οι κίνδυνοι βλαβών από ξηρασία είναι μεγαλύτεροι. Επίσης, τα φτωχότερα εδάφη σπείρονται πρωιμότερα ενώ τα γονιμότερα οψιμότερα για να αποφεύγονται οι δυσμενείς επιδράσεις των θερμοκρασιών στα πολύ νεαρά στάδια και πλαγιάσματα νωρίς την άνοιξη από έντονη πρώτη ανάπτυξη.
  • Από την ποικιλία που επιλέχθηκε. Γενικά όσο πιο πρώιμη είναι μια ποικιλία τόσο οψιμότερα έχει τη δυνατότητα να σπέρνεται.

Συμπερασματικά, για δεδομένη περιοχή η σπορά δε θα πρέπει να είναι ούτε υπερβολικά πρώιμη ούτε υπερβολικά όψιμη. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχουν κίνδυνοι κακού φυτρώματος ή έντονης πρώτης ανάπτυξης με κινδύνους από πλαγιάσματα και χαμηλές θερμοκρασίες. Στη δεύτερη, καθυστερεί το φύτρωμα και αυξάνουν οι ζημιές από τα πουλιά, αυξάνουν οι κίνδυνοι από χαμηλές θερμοκρασίες, παράγονται λιγότερα γόνιμα στελέχη/φυτό και οψιμίζει σημαντικά η παραγωγή. Ένας χρήσιμος δείκτης για τον προσδιορισμό του καταλληλότερου χρόνου σποράς θα ήταν ο χρόνος εμφάνισης των πρώτων παγετών σε κάθε περιοχή. Η σπορά θα πρέπει να προσδιορίζεται περίπου ένα με ενάμιση μήνα νωρίτερα για να εξασφαλισθεί μια ικανοποιητική εγκατάσταση φυτών, αφού φυσικά ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες που προαναφέρθηκαν.

Ποσότητα σπόρου

Η σχέση πυκνότητας φυτών και αποδόσεων στο σιτάρι δεν είναι τόσο σαφής όσο στον αραβόσιτο λόγω των δυνατοτήτων που έχουν τα φυτά να ρυθμίζουν δραστικά το αδέλφωμά τους ανάλογα με την πυκνότητα της φυτείας. Εάν η φυτεία είναι αραιή, τα φυτά αδελφώνουν έντονα, ενώ αν είναι πυκνή αδελφώνουν λιγότερο. Από διάφορα πειράματα συμπεραίνεται ότι οι αποδόσεις του σιταριού δε διαφέρουν ουσιαστικά σε δόσεις σπόρου μεταξύ 4 και 16kg/στρ. που αντιστοιχούν σε πυκνότητες 100-300 φυτών/m2. Οι πυκνότητες αυτές αντιστοιχούν σε 350-420 στάχεις/m2.