Τρόπος καρποφορίας μηλιάς

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 09:07, 2 Σεπτεμβρίου 2016 υπό τον P chasapis (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η μηλιά φέρει ξυλοφόρους και μικτούς ανθοφόρους οφθαλμούς, που απαντούν επάκρια ή πλάγια σ' ένα βλαστό. Οι ξυλοφόροι οφθαλμοί έχουν σχήμα κωνικό, είναι χνουώδεις και εφάπτονται του βλαστού καθόλο το μήκος τους, ενώ οι μικτοί έχουν σχήμα σφαιρικό, είναι ογκώδεις και χνουώδεις. Η διάκριση μεταξύ ξυλοφόρων και μικτών ανθοφόρων οφθαλμών είναι μακροσκοπικά εύκολη, λόγω του διαφορετικού σχήματος και μεγέθους τους. Κάθε ετήσιος κλάδος, κατά τη χειμερινή περίοδο φέρει, επάκρια, ξυλοφόρο ή μικτό οφθαλμό και πλάγια, πάνω απ' την ουλή του μίσχου του φύλλου, επίσης ξυλοφόρο ή μικτό ανθοφόρο οφθαλμό.

Την άνοιξη ο επάκριος ξυλοφόρος οφθαλμός εκπτύσσεται και δίνει βλαστό με φύλλα. Στα πλάγια, στις μασχάλες των φύλλων και επάκρια των βλαστών σχηματίζονται ξυλοφόροι ή μικτοί οφθαλμοί. Ο επάκριος ξυλοφόρος οφθαλμός εκπτυσσόμενος δίνει βλαστό επεκτάσεως, ενώ οι πλάγιοι ξυλοφόροι οφθαλμοί όταν εκπτυχθούν, δίνουν πλάγια βλάστηση ή ξυλοφόρα λογχοειδή μήκους 0.5 εώς 10cm, που ονομάζονται κεντριά ή ανθοφόρα λογχοειδή του ίδιου μήκους που καλούνται λαμβούρδες. Τα ξυλοφόρα λογχοειδή φέρουν επάκρια, ξυλοφόρο οφθαλμό, ενώ τα ανθοφόρα λογχοειδή ή λαμβούρδες μικτό οφθαλμό. Μερικοί ξυλοφόροι οφθαλμοί, κυρίως εκείνα που απαντούν προς τη βάση των ετήσιων βλαστών, μπορεί να περιπέσουν σε λανθάνουσα κατάσταση. Οι επάκριοι και πλάγιοι μικτοί οφθαλμοί, κατά την έκπτυξη τους την άνοιξη δίνουν βλάστηση μήκους 0.5 έως 10cm που φέρει στα πλάγια φύλλα και επάκρια άνθη.

Τα άνθη, αν γονιμοποιηθούν δίνουν καρπούς. Με την πάροδο του χρόνο, η βάση του άξονα της ταξιανθίας διογκώνεται και σχηματίζει τον ασκό. Πάνω στον ασκό, κατά το χρόνο του σχηματισμού του, μπορεί να σχηματιστούν ξυλοφόροι ή μικτοί οφθαλμοί, ξυλοφόρα ή ανθοφόρα λογχοειδή και λεπτοκλάδια. Τα ξυλοφόρα λογχοειδή ή κεντριά μπορεί να εξελιχθούν σε ξυλοφόρα λογχοειδή 2 ετών ή σε ανθοφόρα και σπανιότερα σε βλαστό επεκτάσεως. Τα ανθοφόρα λογχοειδή δίνουν βραχεία βλάστηση, με φύλλα και άνθη, και στη συνέχεια, αν τα άνθη γονιμοποιηθούν, καρπούς και κατ' επέκταση ασκούς, οι οποίοι φέρουν ένα ή περισσότερα απ' τα προαναφερθέντα όργανα καρποφορίας.

Αν ο ασκός φέρει μικτό οφθαλμό ή ανθοφόρο λογχοειδές, τότε, εξελισσομένων των καρποφόρων αυτών οργάνων, σχηματίζονται ασκοί. Στην περίπτωση του μικτού οφθαλμού έχουμε το σχηματισμό ασκού, που προσκολλάται στον προηγούμενο ασκό, ενώ στην περίπτωση του ανθοφόρου λογχοειδούς έχουμε το σχηματισμό ασκού, που συνδέεται με τον προηγούμενο ασκό δι' ενός βραχέος βλαστικού τμήματος. Αν ο ασκός φέρει λεπτοκλάδιο και μάλιστα καρποφόρο, τότε έχουμε πάλι το σχηματισμό ασκού στο επάκριο τμήμα του λεπτοκλαδίου, ο δε καρπός, λόγω του βάρους του, μπορεί να προκαλέσει κάμψη αυτού ή ακόμα και σπάσιμο. Γι' αυτό τα λεπτοκλάδια καλό είναι να αφαιρούνται κατά το κλάδεμα. Με βάση τα παραπάνω, η μηλιά καρποφορεί σε τρέχουσα βλάστηση, επάκρια, από μικτούς ανθοφόρους οφθαλμούς. Καρποφόρα όργανα θεωρούνται οι μικτοί οφθαλμοί, οι λαμβούρδες, τα καρποφόρα λεπτοκλάδια και οι ασκοί. Τη μεγαλύτερη καρποφορία φέρει στ' ανθοφόρα λογχοειδή.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Γενική Δενδροκομία, του Καθηγητή Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Α. Ποντίκη, 1997