Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Φυλές χοίρων"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 
 
Γραμμή 4: Γραμμή 4:
 
{{{top_heading|==}}}[[Ξενικές φυλές χοίρων που εκτρέφονται στην Ελλάδα]]{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}[[Ξενικές φυλές χοίρων που εκτρέφονται στην Ελλάδα]]{{{top_heading|==}}}
 
{{:Ξενικές φυλές χοίρων που εκτρέφονται στην Ελλάδα|top_heading={{{top_heading|==}}}=}}
 
{{:Ξενικές φυλές χοίρων που εκτρέφονται στην Ελλάδα|top_heading={{{top_heading|==}}}=}}
 
[[Category:Κτηνοτρόφος]]
 
[[Category:Κτηνίατρος]]
 

Τελευταία αναθεώρηση της 12:12, 2 Ιανουαρίου 2014

Αυτόχθονες φυλές χοίρων που εκτρέφονται στην Ελλάδα

Ο Ελληνικός χοίρος

Ο Ελληνικός χοίρος

Οι φυλές των αυτόχθονων χοίρων είναι πλήρως προσαρμοσμένες στο περιβάλλον της χώρας, λόγω της φυσικής τους επιλογής για πολλές εκατοντάδες ή χιλιάδες χρόνια.

Ο Εγχώριος Ελληνικός Χοίρος [1] είναι η μόνη ευρέως γνωστή φυλή που αποτέλεσε αντικείμενο επιστημονικής έρευνας. Εκτός του μαύρου κυρίαρχου χρωματισμού υπάρχουν καφέ-κόκκινα και λευκά-μαύρα ζώα.

Συναντάται σε διάφορες περιοχές της Στερεάς Ελλάδας, Θεσσαλίας και Πελοποννήσου. Εμφανίζεται σε δύο μεγέθη (μεγάλο και μικρό) ανάλογα με την τοπογραφία.

Το σωματικό βάρος των ενηλίκων κυμαίνεται από 60 έως 200 χλγ και φαίνεται ότι συνδέεται με το περιβάλλον διαβίωσης των ζώων. Χοίροι που ζουν σε ημιορεινές περιοχές εύκολης πρόσβασης είναι περισσότερο μεγαλόσωμοι. Δεν παρουσιάζουν γενετήσια πρωιμότητα. Η αναπαραγωγή του εγχώριου χοίρου είναι εποχική, πραγματοποιεί δύο τοκετούς το χρόνο, την άνοιξη, αλλά το μέγεθος της τοκετοομάδας δεν ξεπερνά τα 8,5 χοιρίδια, από τα οποία απογαλακτίζονται 4-5. Σε ηλικία 3-4 μηνών τα χοιρίδια φθάνουν τα 20 χλγ. Οι χοίροι ηλικίας ενός έτους αποδίδουν σφάγια 20-90 χλγ. κατώτερης ποιότητας. Το κρέας διαθέτει χονδρές ίνες, είναι ερυθρό και στερείται ενδομυϊκής εναπόθεσης λίπους.

Βιβλιογραφία

  1. Ιστοσελίδα Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης Ζώων Αθήνας, Εγχώριος Ελληνικός χοίρος


Ο Ελληνικός αγριόχοιρος

Ο Ελληνικός αγριόχοιρος

Το αγριογούρουνο [1] είναι το μεγαλύτερο και δυνατότερο θήραμα της χώρας μας. Το κυνήγι του απαιτεί την άψογη γνώση των συνηθειών του και την άριστη συνεργασία των μελών της ομάδας των γουρουνοκυνηγών, χωρίς να ξεχνάμε την απαραίτητη συμβολή ικανών γουρουνόσκυλων. Είναι το θήραμα που δεν συστήνεται για τον μοναχικό κυνηγό. Για τους γνώστες του κυνηγιού του, το αγριογούρουνο αποτελεί πρόκληση, ενώ για τους άπειρους μπορεί να είναι επικίνδυνο. Το αγριογούρουνο (Sus scrofa) ζει και αναπαράγεται σε ολόκληρη την Ευρώπη (πλην Μ. Βρετανίας και Ιρλανδίας), στη Βόρεια Αφρική, στην Κ. και Ν. Ασία. Έχει εισαχθεί στη Β. Αμερική. Στην Ελλάδα υπάρχει στη Θεσσαλία, Ήπειρο, Μακεδονία και Θράκη ενώ έχει εισαχθεί και στην Πελοπόννησο. 
Είναι είδος δασόβιο. Ζει μέσα σε θαμνώνες, δάση, πλατυφύλλων αλλά και μικτά. Προτιμά κυρίως δάση δρυός, καστανιάς και οξυάς. Απαντάται επίσης σε ελώδης εκτάσεις, σε γεωργικές καλλιέργειες που συνορεύουν με δασικές εκτάσεις και σε μεγάλα υψόμετρα μέχρι τα δασοόρια.

Ζει μέχρι 10 χρόνια σπανιότερα μέχρι 15 ή παραπάνω. Το βάρος του φτάνει μέχρι τα 170 κιλά. Έχει ανεπτυγμένες την όσφρηση και την ακοή, ενώ η όρασή του είναι περιορισμένη. Το τρίχωμά του αποτελείται από δύο ειδών τρίχες. Τις σμηριγγώδεις τρίχες, οι οποίες είναι μακριές, σκληρές, αραιές και αποτελούν το κυρίως τρίχωμα και τις κοντές, πυκνές και μαλακές τρίχες οι οποίες αποτελούν το υποτρίχωμα. Το τρίχωμα αλλάζει δύο φορές το χρόνο, μία τον Οκτώβριο και μία το Μάιο. Οι 4 κυνόδοντες εμφανίζονται αμέσως μετά τη γέννησή του. Οι κυνόδοντες της πάνω σιαγόνας είναι μεγαλύτεροι και ισχυρότεροι απ’αυτούς της κάτω σιαγόνας. Όλοι έχουν διεύθυνση προς τα επάνω. Τα αρσενικά άτομα φέρουν αρκετά μεγαλύτερους κυνόδοντες από τα θηλυκά.
 Όταν κλείνουν οι σιαγόνες , η εξωτερική πλευρά των πάνω κυνοδόντων έρχεται σε επαφή με την εσωτερική πλευρά των κάτω. Το μέγεθος της αποτριβής της εσωτερικής πλευράς των κυνοδόντων της κάτω σιαγόνας είναι διαγνωστικό στοιχείο της ηλικίας του ζώου. Στα ανήλικα είναι ανύπαρκτη ενώ με το πέρασμα των ετών αυξάνει. Άλλο διαγνωστικό της ηλικίας είναι ο τρόπος με τον οποίο σκάβουν το έδαφος. Τα νεαρά άτομα σκάβουν ακανόνιστα, ενώ τα ενήλικα δημιουργούν συνεχείς κανονικές αυλακώσεις. 
Είναι είδος παμφάγο. Κυρίως χορτοφάγο, τρώει βελανίδια, κάστανα, διάφορα φρούτα και καρπούς, ρίζες και βολβούς τα οποία βγάζει σκάβοντας από το έδαφος. Κάνει επιδρομές στις καλλιέργειες κυρίως κοντά σε δασωμένες εκτάσεις, με προτίμηση στις πατάτες, στα παντζάρια και στα καλαμπόκια ιδίως όταν ο καρπός είναι σε γαλακτώδη μορφή. Επίσης τρέφεται με μύκητες, σκουλήκια, σαλιγκάρια, προνύμφες εντόμων, έντομα, αμφίβια, ερπετά, τρωκτικά, αυγά εδαφόβιων πτηνών και ψοφίμια. Λόγω του ότι τρωει ψοφίμια, τα οποία είναι συνήθως φορείς της τριχινιάσεως, είναι δυνατόν να μεταδώσει την ασθένεια αυτή και στον άνθρωπο, γι’αυτό συνιστάται το καλό βράσιμο του κρέατός του.

Βιβλιογραφία

  1. Ιστοσελίδα iHunt.gr, Το κυνήγι στο internet, Αγριόχοιρος



Ξενικές φυλές χοίρων που εκτρέφονται στην Ελλάδα

Φυλή Δανικός Landrace

Φυλή Δανικός Landrace

Είναι μία φυλή [1] η οποία είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στη χοιροτροφία και η οποία χρησιμοποιείται πολύ στη χώρα μας. Οι χοίροι που ανήκουν στη φυλή αυτή, είναι άσπροι στο χρώμα, έχουν ένα λεπτό "παλτό" τρίχας, βαριά αυτιά που γέρνουν, πολύ μακρύ κορμό, ομοιόμορφα κατανεμημένο λιπώδη ιστό και εξαιρετική διάπλαση οπισθίου τμήματος.

Το βάρος μιας χοιρομητέρας μπορεί να φτάσει τα 150-200Kg. Ωστόσο η φυλή αυτή χρησιμοποιείται κυρίως ως χοιρομητέρες και λιγότερο ως χοίροι πάχυνσης κι αυτό γιατί οι αποδόσεις του σε κρέας είναι μικρότερες από άλλες φυλές.

Η φυλή Landrace αποτελεί σήμερα μία από τις σπουδαιότερες φυλές χοίρων και κατάγεται από την Δανία. Χαρακτηρίζεται για την ανθεκτικότητά της, τη μεγάλη γονιμότητά της, την υψηλή γαλακτοπαραγωγή των μητέρων και τις καλές μητρικές της ιδιότητες. Τα παχυνόμενα χοιρίδια αξιοποιούν καλά την τροφή, έχουν πολύ καλό ρυθμό ανάπτυξης και δίνουν σφάγιο άριστης ποιότητας. Τα τοιχώματα της κοιλιάς (πανσέτα) δίνουν πολύ καλής ποιότητας μπέικον γιατί αποτελούνται από στρώσεις λίπους και κρέατος. Μειονέκτημα της φυλής είναι οι συχνές παθήσεις των ποδιών.

Βιβλιογραφία

  1. "Οργάνωση και διαχείριση χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων στην περιφέρεια Θεσσαλίας", Διπλωματική μελέτη του Πλιάτσικα Θεοφάνη, Αθήνα 2007


Φυλή Pietrain

Φυλή Pietrain

Η φυλή [1] πήρε το όνομά της από το ομώνυμο χωριό του Βελγίου από το οποίο εικάζεται ότι προέρχεται. Τα πρώτα ζώα παρουσιάστηκαν το 1920 περίπου, αλλά η φυλή απέκτησε εμπορική σημασία στη χώρα της και παγκοσμίως μετά το 1950, όταν αυξήθηκε η ζήτηση σφάγιων με μικρό βαθμό εναπόθεσης λίπους.

Ο χρωματισμός των χοίρων αυτών μπορεί να είναι μόνο λευκός ή με διάσπαρτες μαύρες κηλίδες. Η κατασκευή του σώματος είναι πολύ χαρακτηριστική. Έχουν αυτιά μικρότερα των άλλων μεγάλων λευκών φυλών και ράχη που καλύπτεται από μεγάλους και εμφανείς μυς.

Ένα από τα πλεονεκτήματα του υβριδίου είναι οι υψηλές αποδόσεις του σε κρέας, που μπορεί να φτάσει το 66,7% και η μικρή εναπόθεση λίπους. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιείται κυρίως στην παραγωγή κρέατος. Στα μειονεκτήματα της φυλής αυτής είναι ότι δεν χαρακτηρίζεται από άριστες μητρικές ιδιότητες και υψηλή γαλακτοπαραγωγή, είναι πολύ ευαίσθητη και παράγει χαμηλής ποιότητας κρέας. Στον ελλαδικό χώρο η φυλή Pietrain χρησιμοποιείται σε διάφορες διασταυρώσεις για τη βελτίωση ορισμένων χαρακτηριστικών του σφάγιου.

Βιβλιογραφία

  1. "Οργάνωση και διαχείριση χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων στην περιφέρεια Θεσσαλίας", Διπλωματική μελέτη του Πλιάτσικα Θεοφάνη, Αθήνα 2007


Φυλή Largewhite

Φυλή Largewhite

Η φυλή [1] αυτή κατάγεται από την επαρχία Yorkshire της Αγγλίας και δημιουργήθηκε από διασταυρώσεις διαφόρων φυλών. Ο χοίρος που ανήκει στη φυλή αυτή, θεωρείται ανθεκτικό και ευπροσάρμοστο ζώο, με μεγάλο κεφάλι και μεγάλα ισχυρά άκρα. Είναι μεγαλόσωμη φυλή, άσπρου χρώματος με μεγάλα όρθια αυτιά.

Παράγει άριστης ποιότητας σφάγιο τόσο σε μικρά όσο και σε μεγάλα σωματικά βάρη σφαγής, εναποθέτοντας περιορισμένη ποσότητα λίπους και αποδίδοντας άριστης ποιότητας κρέας. Η φυλή αυτή χαρακτηρίζεται για την ανθεκτικότητά της, την πρωιμότητά της, την καλή αξιοποίηση της τροφής, την γρήγορη ανάπτυξη. Οι χοιρομητέρες της φυλής αυτής είναι γνωστές για τις μεγάλες τοκετοομάδες, την υψηλή γαλακτοπαραγωγή και τις εξαιρετικές μητρικές ιδιότητες. Στην Ελλάδα οι περισσότερες χοιρομητέρες που εκτρέφονται είναι καθαρόαιμες και είναι κυρίως της φυλής Largewhite ή Landrace ή Dalant.

Βιβλιογραφία

  1. "Οργάνωση και διαχείριση χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων στην περιφέρεια Θεσσαλίας", Διπλωματική μελέτη του Πλιάτσικα Θεοφάνη, Αθήνα 2007


Φυλή Hampshire

Φυλή Hampshire

Η φυλή του Hampshire [1] είναι μία από τις παλαιότερες αμερικανικές φυλές χοίρων. Αν και υπάρχει κάποια αμφιβολία για την προέλευσή της, τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι το Χαμσάϊρ προήλθε πιθανώς από την παλαιά αγγλική φυλή. Πήρε τ'όνομά της από το νόμο του Χαμσάϊρ στην Αγγλία.

Τα κυριότερα χαρακτηριστικά της εν λόγω φυλής είναι η μεγάλη σωματική ανάπτυξη, τα μεγάλα όρθια μάτια, ο ευρύς και μακρύς κορμός. Ο χρωματισμός της είναι κυρίως μαύρος ή ασπρόμαυρος.

Η φυλή αυτή αποδίδει πολύ καλής ποιότητας κρέας με απόδοση που μπορεί να φτάσει το 63% και για το λόγο αυτό χρησιμοποιείται σε πολύ μεγάλο βαθμό στις μονάδες τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό. Τέλος διακρίνεται για τον υψηλό δείκτη μετατρεψιμότητας της τροφής σε κρέας.

Βιβλιογραφία

  1. "Οργάνωση και διαχείριση χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων στην περιφέρεια Θεσσαλίας", Διπλωματική μελέτη του Πλιάτσικα Θεοφάνη, Αθήνα 2007


Φυλή Duroc

Φυλή Duroc

Η φυλή Duroc [1] των χοίρων έχει προέλευση τις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Πρόκειται για κόκκινους ή καφεκόκκινους χοίρους, μακριούς και ψιλόλιγνους, που μπορούν να αποκτήσουν μεγάλο σωματικό βάρος κατά την ωριμότητα.

Είναι φυλή ανθεκτική, εύκολα προσαρμόσιμη και παρέχει υψηλής ποιότητας κρέας. Πρόκειται γαι φυλή με ανθεκτικότητα στις ασθένειες. Ωστόσο, το μειονέκτημα της φυλής αυτής είναι η υψηλή εναπόθεση λίπους και διασταυρώσεων για τη βελτίωση της ποιότητας του κρέατος.

Βιβλιογραφία

  1. "Οργάνωση και διαχείριση χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων στην περιφέρεια Θεσσαλίας", Διπλωματική μελέτη του Πλιάτσικα Θεοφάνη, Αθήνα 2007