Φυλή Κύμης

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Φυλή Κύμης

Κοιτίδα της φυλής αυτής είναι η περιοχή της Κύμης στην Εύβοια όπου εκτρέφεται κατά το οικόσιτο σύστημα. Προσεκτική παρατήρηση του προβάτου αυτού οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτό μοιάζει πολύ με εκείνο της φυλής Σκοπέλου και παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τα πρόβατα της φυλής Φλωρίνης και της εξαφανισθείσης φυλής Χαλκιδικής. Είναι πιθανό όλα αυτά να προέρχονται από την φυλή «τσιγγάϊα» και να εισήχθησαν στην Χώρα μας από τα Βόρεια σύνορά μας. Είναι πρόβατο γνωστό στο ευρύτερο κτηνοτροφικό κοινό για την πολυδυμία του και τις άλλες παραγωγικές του ιδιότητες. Ωστόσο όμως κινδυνεύει σοβαρά να εξαφανισθεί. Ο κίνδυνος εξαφάνισης αυτού του προβάτου έρχεται από την προτίμηση την οποία δείχνουν οι εκτροφείς του προς τα πρόβατα των φυλών Φριζάρτα -Άρτας, Χίου και Καραγκούνικης. Σήμερα ο εκτρεφόμενος πληθυσμός του προβάτου αυτού που έχει εντοπισθεί και ενταχθεί στο πρόγραμμα διάσωσής τους είναι περίπου 680 διατηρούμενος σε 15 ποίμνια. Η φυλή αυτή λόγω του αριθμού των εκτρεφομένων ατόμων έχει καταταχθεί στην κατηγορία «ευαίσθητη» στις προστατευόμενες από εξαφάνιση αυτόχθονες φυλές. Περιοχές που ενδείκνυνται ως κατάλληλες για εκτροφή είναι όλα τα χωριά της περιοχής Κύμης. Περιβαλλοντικές συνθήκες διαβίωσης: *Πεδινές και

  • Ημιορεινές περιοχές.

Ο χρωματισμός του παρουσιάζει σχετική ομοιομορφία. Η πλειονότητα των προβάτων είναι «κάλεσα», έχουν δηλαδή λευκό χρωματισμό σ’ όλο το σώμα εκτός από τα αυτιά, το στόμα και γύρω από τα μάτια που επεκτείνεται σε πολλές περιπτώσεις προς τις παρειές του προσώπου όπου είναι μαύρος ή φαιόμαυρος. Οι εκτροφείς του το ονομάζουν εξαιτίας αυτού «καραμάνικο». Η κεφαλή του είναι μετρίου μεγέθους και τριγωνική ενώ η μύτη του είναι ελαφρώς κυρτή. Τα αυτιά του είναι μετρίου μεγέθους. Τα αρσενικά φέρουν μεγάλα και ισχυρά κέρατα τα οποία περιτυλίγουν τα αυτιά τους. Τα θηλυκά σπανίως φέρουν κέρατα τα οποία είναι μικρά και αδύνατα. Το σώμα του είναι μετρίου μεγέθους. Το ύψος ακρωμίου στους κριούς είναι 69 εκ. και στις προβατίνες 65 εκ. ενώ το βάρος τους είναι 73 και 66Kgr αντίστοιχα. Τα πόδια τους είναι μετρίου μεγέθους (35εκ) και όχι ιδιαίτερα ισχυρά. Το μήκος του σώματος είναι 63εκ περίπου. Η ουρά του είναι μετρίου μεγέθους και φθάνει κατά Μ.Ο. το 31 εκ. ενώ το φάρδος της στην κορυφή της βάσης είναι 6 εκ Ο μαστός του είναι μάλλον χαλαρός όχι ιδιαίτερα σφιχτά δεμένος με τους κοιλιακούς μυς και οι θηλές του μαστού είναι πλαϊνές αφήνοντας ένα μικρό σακούλιασμα προς το κάτω μέρος.

Οι τοκετοί οι οποίοι είναι σε υψηλό ποσοστό και δίδυμοι είναι διασπαρμένοι από τον Οκτώβριο μέχρι το Μάρτιο με κάποια συγκέντρωση τους μήνες Δεκέμβριο και Ιανουάριο. Οι αμνάδες με καλές συνθήκες εκτροφής μπαίνουν στην αναπαραγωγή σε ηλικία οκτώ μηνών αλλά συνήθως μπαίνουν στην ηλικία των 12-13 μηνών. Τα αρνιά σφάζονται αμέσως μετά τον απογαλακτισμό συνήθως σε ηλικία 60 ημερών με Σ.Β 15-18 Kgr. Αρμέγεται 2 φορές την ημέρα μέχρι τέλος Ιουλίου και παράγει σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των εκτροφέων του περίπου 150-170lt γάλα αλλά υπάρχουν και προβατίνες με περισσότερο από 250Kgr γάλα.

Η εριοπαραγωγή είναι γύρω στα 2-2,5 Kgr. Ανήκει στην κατηγορία των ομοιόμαλλων προβάτων. Το μαλλί του είναι λεπτό πυκνό και καλύπτει όλο το σώμα εκτός από την κεφαλή, το κάτω μέρος του λαιμού, τα πόδια και μεγάλο μέρος της κοιλιάς.

Μολονότι είναι πρόβατο με υψηλές παραγωγικές ιδιότητες, δίνει πολύ γάλα και πολλά αρνιά στον απογαλακτισμό, τείνει να εξαφανισθεί προφανώς εξαιτίας των ευαισθησιών σε αντίξοες συνθήκες εκτροφής. Η διατροφή του στηρίζεται κυρίως σε ιδιόκτητα και ενοικιασμένα πλούσια βοσκοτόπια καθ’ όλη την διάρκεια του έτους. Συμπυκνώματα, αποτελούμενα από δημητριακά και βαμβακόπιτα προσφέρονται κατά τον τελευταίο μήνα της κύησης και τους πρώτους μήνες της γαλουχίας. Το σωματικό τους βάρος ανέρχεται στα 73 Kg για τα αρσενικά και τα 66 Kg για τα θηλυκά. Το σωματικό βάρος των αρνιών στη γέννηση είναι 3-4 Kg, ενώ στον απογαλακτισμό τους 15-18 Kg. Κατά τη σφαγή το σωματικό βάρος φτάνει είναι ίδιο με το βάρος την περίοδο του απογαλακτισμού τους. Η συχνότητα γεννήσεων είναι ανά 12μηνο. Η εριοπαραγωγή ανέρχεται στα 2-2,5 Kg.