Helminth (Έλμινθες - Σκουλήκια)

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 09:32, 9 Αυγούστου 2013 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Νηματώδη παράσιτα

Οι νηµατώδεις είναι κυλινδρικά σκουλήκια που εµφανίζονται στην επιφάνεια τού περιβλήµατος. Το να εντοπιστεί ένα νηµατώδες παράσιτο [1] δεν είναι εύκολο. Υπάρχουν διάφορα είδη νηµατωδών. Τα πιο γνωστά και συνήθη στο Helix aspersa είναι τα εξής:

  • Alloionema appendiculatum

Το ενήλικο έχει κατά προσέγγιση µέγεθος έως 1 χιλιοστό και ζει στο έδαφος, όπου γεννάει τις προνύµφες του, που µπορούν να εισχωρήσουν στο σώµα του σαλιγκαριού µέσω της επαφής. Βασική συνέπεια είναι η υπανάπτυξη και µπορεί να οδηγήσει ακόµη και στον θάνατο σε νεαρά άτοµα.

  • Angiostoma aspersae
Εικόνα 1

Έχει µέγεθος µεγαλύτερο από το προηγούµενο, περισσότερο από 2 χιλιοστά σε µήκος. Το παράσιτο µπαίνει στο σαλιγκάρι µέσω της αναπνευστικής οδού όπου και γεννά. Οι προνύµφες δε, εγκαθίστανται ανάµεσα στο κέλυφος και το σώµα του σαλιγκαριού, το σώµα αποκολλάται στην συνέχεια από το κέλυφος (όπως φαίνεται στην εικόνα 1) µε αποτέλεσµα τον σίγουρο θάνατο. Εργαστηριακές µελέτες έχουν δείξει ότι αυτός ο νηµατώδης έχει προκαλέσει τον θάνατο σε πολλούς πληθυσµούς σαλιγκαριών.

  • Nemhelix sp. (π.χ. Nemhelix bakeri)

Αυτός ο νηµατώδης έχει µέγεθος 2 χιλιοστών και προσβάλλει το γεννητικό σύστηµα του Helix aspersa. Κανονικά δεν είναι υπεύθυνος για τους θανάτους µεγάλου αριθµού σαλιγκαριών, αλλά είναι µια αιτία της υπογονιµότητας, εάν η προσβολή είναι πολύ υψηλή.

  • Phasmarhabditis hermaphroditae
Phasmarhabditis hermaphroditae

Σύµφωνα µε ορισµένες µελέτες, το παράσιτο επηρεάζει µόνο άτοµα ηλικίας κάτω των τριών µηνών, ιδίως τα µικρά που ζυγίζουν λιγότερο από ένα γραµµάριο. Οι ενήλικοι είναι πιο ανθεκτικοί στον παρασιτισµό στην φύση.

Παθογένεια και η µορφή εµφάνισης της νόσου

Οι µολυσµατικές προνύµφες εισέρχονται στο σώµα του ξενιστή (το σαλιγκάρι) από το έδαφος και διοχετεύουν τα βακτήρια που µεταφέρουν. Αυτά τα βακτήρια πολλαπλασιάζονται και προκαλούν ασθένειες. Εν τω µεταξύ, οι προνύµφες µεταµορφώνονται µέσα στους ενήλικες και αναπαράγονται στο εσωτερικό τους. Μετά από 3-7 ηµέρες, το σαλιγκάρι πεθαίνει και οι νέες µολυσµατικές προνύµφες εκκολάπτονται και διασκορπίζονται έξω σε αναζήτηση νέων θυµάτων.

Αίτια, πρόληψη και θεραπεία της ασθένειας

  • Αν το φαγητό για τα σαλιγκάρια, βρίσκεται σε κακή κατάσταση (µούχλα ή ζύµωση).
  • Αν το υπόστρωµα αναπαραγωγής δεν είναι ασφαλές ή δεν έχει απολυµανθεί είναι πιθανή η εµφάνιση αυτής της προσβολής.
  • Τα κόπρανα είναι µια άλλη πηγή µόλυνσης, µε τα οποία τα βακτήρια και οι νηµατώδεις πολλαπλασιάζονται επιτυχώς. Οι γαιοσκώληκες είναι ικανοί βοηθοί στο έργο της καθαριότητας, καθώς ανακυκλώνουν τα κόπρανα των σαλιγκαριών. Όµως τα σκουλήκια προλαβαίνουν να καθαρίζουν µέχρις ενός σηµείου, ως ότου τα σαλιγκάρια να γίνουν τριών µηνών περίπου, µετά λόγω της αύξησης του όγκου των κοπράνων

πρέπει να υπάρξει παρέµβαση του ανθρώπου και αποµάκρυνσή τους.

Αυτές είναι οι τρεις κύριες αιτίες για την εµφάνιση προβληµάτων υγείας. Για την θεραπεία από µια προσβολή των νηµατωδών δεν χρησιµοποιούνται φαρµακευτικά προϊόντα φωσφόρου, επειδή είναι πολύ τοξικά, αφήνουν πολλά κατάλοιπα, επηρεάζουν το νευρικό σύστηµα και αν χρησιµοποιηθούν ακόµη και σε µικρές ποσότητες µπορεί να σκοτώσουν έναν ολόκληρο πληθυσµό σαλιγκαριών. Εφόσον ο κύκλος ζωής της νόσου είναι γνωστός ακριβώς, απλά πρέπει την κάθε ηµέρα να αφαιρούνται τα σαλιγκάρια που δείχνουν άρρωστα σε εµφάνιση, έτσι ώστε οι νηµατώδεις που υπάρχουν σε αυτά να µην έχουν χρόνο να εξαπλωθούν στο έδαφος σε αναζήτηση νέων θυµάτων. Σε αυτήν την περίπτωση όπως και σε όλες τις άλλες, η καλή υγιεινή και η καθαριότητα είναι ουσιαστικής σηµασίας. Συστήνεται σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις (αν και πολύ σπάνια), η θεραπεία µε λεβαµισόλη, αλβενδαζόλη, mebendazole, γενταµυκίνη, κλπ.). Αυτά τα φάρµακα χρησιµοποιούνται για την θεραπεία παρασιτώσεων των νηµατωδών σε άλλα είδη ζώων. Οι ουσίες αυτές αναµειγνύονται µε τρόφιµα ή διαλύονται σε ποτίστρες.Παρόλο που η χρήση δεν συνιστάται, µε την λήψη κατάλληλων µέτρων καταπολεµείται η προσβολή.

Όταν η νόσος ξεκινά δεν υπάρχουν προφανή συµπτώµατα. Στη συνέχεια, όταν το στάδιο έχει προχωρήσει ήδη τα ληθαργικά σαλιγκάρια παύουν να αναπαράγονται και τελικά πεθαίνουν. Για να προσδιοριστεί η αιτία τής µόλυνσης, πρέπει να τοποθετηθεί το σαλιγκάρι σε ένα δοχείο µε νερό, να παρατηρηθεί µε µεγεθυντικό φακό το σώµα του σαλιγκαριού και το κέλυφος του. Με το φως µπορούν να διακριθούν µε την παρατήρηση πολλά παράσιτα σε σχήµα κωνικό, κυλινδρικό, συχνά µε τα δύο άκρα τους φωτεινά, λευκά ή υπόλευκα και µερικές φορές διαφανή.

Το µέγεθος αυτών των παρασίτων εξαρτάται από τον βαθµό ανάπτυξής τους, µεταξύ 0,5 και 1 χιλιοστού. Μερικές φορές είναι πολύ µικρά και µοιάζουν πολύ λεπτά. Σε µια σταγόνα νερό, παρατηρείται ότι τα παράσιτα κινούνται τροµωδώς (τρέµουλο) ή δεν κινούνται µε συντονισµένο τρόπο.



Βιβλιογραφία

  1. "Διαφορές στην κατανάλωση, πληθυσμιακές εκτιμήσεις και διατροφικές προτιμήσεις σε είδη γαστερόποδων", Πτυχιακή εργασία της Μαρτάκη Ειρήνης, Ανώτατο Τεχνολογικό Ίδρυμα Κρήτης, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Τμήμα Βιολογικών Θερμοκηπιακών Καλλιεργειών & Ανθοκομίας, Ηράκλειο 2011


Trematodes

Trematodes

Οι παρασιτικοί σκώληκες (Trematoda, Τρηµατώδεις) [1] είναι µια τάξη στην κατηγορία των Πλατυελµίνθων (Platyhelminthes), συνοµοταξία που περιέχει δύο οµάδες των παρασιτικών επιπέδων σκουληκιών, που συνήθως αναφέρονται ως τρηµατώδεις flukes. Υπάρχουν περίπου 18.000 µε 24.000 είδη τα οποία χωρίζονται σε δύο υποκατηγορίες. Σχεδόν όλα τα trematoda είναι παράσιτα των µαλακίων και των σπονδυλωτών. Είναι επίπεδα οβάλ σκουλήκια, το µέγεθός τους αρχίζει από το ένα χιλιοστό και φτάνει τα 7 µέτρα. Χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί ο περίεργος τρόπος πολλαπλασιασµού και ανάπτυξής του Leucochloridium paradoxum. Το παράσιτο χρησιµοποιεί διάφορα πουλιά ως ξενιστές για να πολλαπλασιαστεί, ενώ για την ανάπτυξή του (ενδιάµεση υποδοχή) χρειάζεται διάφορα είδη σαλιγκαριών να παίξουν τον ρόλο του ξενιστή. Το παράσιτο ενηλικιώνεται στο έντερο του πτηνού, παράγει τα αυγά που τελικά καταλήγουν στο έδαφος σε κόπρανα του ζώου. Ορισµένα από αυτά τα αυγά καταπίνονται από ένα σαλιγκάρι όπου θα εκκολαφθούν µέσα στο σώµα του σε µικροσκοπικές, διαφανείς προνύµφες (miracidium). Αυτές οι προνύµφες µεγαλώνουν και γίνονται σαν ένας σάκος στην εµφάνιση. Αυτό το στάδιο είναι γνωστό ως σποροκύστη και αποτελεί µια κεντρική µάζα στον πεπτικό αδένα του σαλιγκαριού που εκτείνεται σε ένα σάκο γεννητόρων στο κεφάλι του, στον πόδα και στο στέλεχος του µατιού. Αυτά τα παράσιτα βρέθηκαν και σε όργανα που έχουν άµεση σχέση µε την αναπαραγωγή, µε αποτέλεσµα σε πολλές µεµονωµένες περιπτώσεις τον ευνουχισµό. Ωστόσο, σε µεγάλο βαθµό τα µολυσµένα σαλιγκάρια µπορούν να πεθάνουν λόγω των τραυµατισµών που παράγουν οι προνύµφες εντός τού σώµατος του ξενιστή τους.



Βιβλιογραφία

  1. "Διαφορές στην κατανάλωση, πληθυσμιακές εκτιμήσεις και διατροφικές προτιμήσεις σε είδη γαστερόποδων", Πτυχιακή εργασία της Μαρτάκη Ειρήνης, Ανώτατο Τεχνολογικό Ίδρυμα Κρήτης, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Τμήμα Βιολογικών Θερμοκηπιακών Καλλιεργειών & Ανθοκομίας, Ηράκλειο 2011


Cestode

Cestode

Κεστώδεις Cestoda (Cestoidea) [1] είναι το όνοµα που δόθηκε σε µια τάξη παρασιτικών επίπεδων σκουληκιών, που κοινώς τα αποκαλούν ταινίες, της συνοµοταξίας Platyhelminthes. Τα µέλη της ζουν στο πεπτικό σύστηµα των σπονδυλωτών ως ενήλικα, και συχνά στα όργανα των διαφόρων ζώων σε νεαρή ηλικία. Εισέρχονται στο σώµα του σαλιγκαριού µέσω της τροφής, στο πεπτικό σύστηµα. Μόλις αγκιστρωθεί στο εντερικό τοίχωµα του ξενιστή η ταινία απορροφά θρεπτικά συστατικά από το δέρµα του, καθώς τα τρόφιµα αφοµοιώνονται από τον ξενιστή και αρχίζει να αναπτύσσει µια µακρά ουρά, µε το κάθε τµήµα της να περιέχει ένα ανεξάρτητο πεπτικό και αναπαραγωγικό σύστηµα. Τα παράσιτα αυτά δεν προκαλούν τον θάνατο τού σαλιγκαριού.



Βιβλιογραφία

  1. "Διαφορές στην κατανάλωση, πληθυσμιακές εκτιμήσεις και διατροφικές προτιμήσεις σε είδη γαστερόποδων", Πτυχιακή εργασία της Μαρτάκη Ειρήνης, Ανώτατο Τεχνολογικό Ίδρυμα Κρήτης, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, Τμήμα Βιολογικών Θερμοκηπιακών Καλλιεργειών & Ανθοκομίας, Ηράκλειο 2011