Αγενής πολλαπλασιασμός αμπέλου

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 14:28, 16 Δεκεμβρίου 2013 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Παραγωγή έρριζων εμβολιασμένων μοσχευμάτων με τη μέθοδο παραφίνωσης

Γενικά

Η μέθοδος αυτή, απλή στη σύλληψή της και αποτελεσματική στην εφαρμογή της συνδυάζει τα πλεονεκτήματα της κατάργησης της διαδικασίας συγκόλλησης στον θερμοθάλαμο και την επίσπευση μόρφωσης και εισόδου στην καρποφορία των πρέμνων κατά ένα έτος.

Εφαρμόζεται σε έρριζα απλά μοσχεύματα αμπέλου που εμβολιάζονται με επιτραπέζιο εμβολιασμό (με μηχανές ή με το χέρι). Ειδικά με τη μέθοδο αυτή αξιοποιούνται οι σύγχρονες εμβολιαστικές μηχανές τύπου Ω (χωρίς να απαιτείται πρόσδεση) χωρίς να αποκλείονται οι λοιποί εμβολιασμοί. Μετά τον εμβολιασμό ακολουθεί η παραφίνωση, η φύτευση στην οριστική θέση και το παράχωμα για την προστασία από την αφυδάτωση.

  • Προετοιμασία εμβολίου–υποκειμένου

Κατά τη στιγμή του εμβολιασμού το εμβόλιο δεν θα πρέπει να έχει βλαστήσει. Για αυτό, οι εμβολιοφόρες κληματίδες διατηρούνται σε ψυγείο. Πριν από τη χρησιμοποίησή τους ενυδατώνονται, με την εμβάπτισή τους σε νερό για μερικές ώρες. Τα έρριζα μοσχεύματα εμβαπτίζονται τουλάχιστον για 48 ώρες στο νερό και λίγο πριν τον εμβολιασμό περιορίζεται το ριζικό σύστημα κατά το 1/4 περίπου και κλαδεύεται ώστε να διατηρηθεί τμήμα κορμού 15 – 25 cm από το οποίο εξαιρούνται οι λανθάνοντες οφθαλμοί.

  • Παραφίνωση

Μετά τον εμβολιασμό το εμβόλιο και η ζώνη ένωσης εμβολίου – υποκειμένου καλύπτονται με λεπτό στρώμα παραφίνης, με στιγμιαία εμβάπτισή τους σε λουτρό παραφίνης, με στιγμιαία εμβάπτισή τους σε λουτρό παραφίνης θερμοκρασίας 80οC. Η παραφίνη πρέπει να είναι καλής ποιότητας απαλλαγμένη τοξικών ουσιών. Ήδη κυκλοφορούν ιδιοσκευάσματα παραφίνης που περιέχουν αυξητικούς παράγοντες ή μυκητοκτόνα που ενισχύουν την καλογένεση, παρεμποδίζουν τη ριζοβόληση του εμβολίου και καταπολεμούν την τεφρά σήψη.

  • Περιποιήσεις μετά τη φύτευση

Το στρώμα παραφίνης εμποδίζει την αφυδάτωση και προστατεύει παράλληλα τη ζώνη ένωσης εμβολίου – υποκειμένου. Για την ενίσχυση του ρόλου αυτού επιβάλλεται μετά τη φύτευση στην οριστική θέση το παράχωμα του συστήματος. Συνιστούν το παραφινωμένο τμήμα να βρίσκεται εκτός χώματος. Η μέθοδος που περιγράφηκε συνοπτικά μπορεί να εφαρμοστεί και για τον εμβολιασμό απλών μοσχευμάτων αμερικάνικων υποκειμένων των οποίων η συγκόλληση και ριζοβόληση συντελείται στο φυτώριο.



Παραγωγή έρριζων εμβολιασμένων μοσχευμάτων σε δοχεία

Γενικά

Η ανάγκη για την απόκτηση ολοένα και μεγαλύτερων ποσοτήτων εμβολιασμένων μοσχευμάτων καλής ποιότητας (με πλήρη και στερεή συγκόλληση) για την εγκατάσταση ομοιγενών παραγωγικών αμπελώνων οδήγησε στην επινόηση νέων βελτιωμένων μεθόδων και τεχνικών που συνδυάζουν την ποιότητα με το μικρότερο δυνατό κόστος. Μια νέα τεχνική είναι η παραγωγή έρριζων εμβολιασμένων μοσχευμάτων μέσα σε δοχεία υπό ελεγχόμενες συνθήκες η οποία έχει στόχο τη βελτίωση των συνθηκών συγκόλλησης και την αύξηση της ταχύτητας ανάπτυξης των εμβολιασμένων μοσχευμάτων. Η φύτευση των μοσχευμάτων σε δοχεία και η τοποθέτησή τους σε ελεγχόμενες συνθήκες (θερμοκήπιο, υδρονέφωση) μετά τον θερμοθαλαμισμό δίνει νέες δυνατότητες για την παραγωγή εμβολιασμένων πρέμνων εκτός εποχής. Κατά την τεχνική αυτή μετά την ολοκλήρωση της συγκόλλησης στον θερμοθάλαμο και την έξοδο των κιβωτίων, τα εμβολιασμένα μοσχεύματα αφού υποστούν (δεύτερη) παραφίνωση φυτεύονται σε ειδικά δοχεία με προσοχή ώστε να μην υποστούν βλάβες. Τα δοχεία μεταφέρονται σε θερμοκήπιο ή πολλαπλασιαστήριο όπου παραμένουν για χρονικό διάστημα 3–5 εβδομάδων κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες και ακολούθως διατίθενται προς φύτευση στον αμπελώνα.

  • Συνθήκες θερμοκηπίου

Μετά την εισαγωγή των δοχείων στο θερμοκήπιο η θερμοκρασία σταθεροποιείται στους 25-35οC και η σχετική υγρασία σε ποσοστό περίπου 80% για τις πρώτες δύο εβδομάδες. Στις επόμενες 2 – 3 εβδομάδες η μεν θερμοκρασία παραμένει σταθερή η δε σχετική υγρασία περιορίζεται στο 70%. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα είναι απαραίτητη η ύγρανση των φυτών, ο αερισμός για τη ρύθμιση της θερμοκρασίας και η αντιμετώπιση της τεφράς σήψης, του περονόσπορου και του ωίδιου. Κατά τη παραμονή των εμβολιασμένων μοσχευμάτων στο θερμοκήπιο συντελείται η πρώτη φάση της διαφοροποίησης του κάλου, ενώ αναπτύσσεται σε ικανοποιητικό βαθμό η βλάστηση και το ριζικό σύστημα. Μετά την πάροδο των 5 εβδομάδων και πριν τη διάθεση των εντός των δοχείων φυτών, τα τελευταία παραμένουν εκτός θερμοκηπίου, σε σκιά για 2–3 μέρες ώστε να εγκληματιστούν και στη συνέχεια εκτίθενται στο ηλιακό φώς.

  • Δοχεία και υλικά φύτευσης

Τα δοχεία που χρησιμοποιούνται για τη φύτευση των εμβολιασμένων μοσχευμάτων είναι δύο ειδών:

  1. δοχεία από τύρφη ή από κυτταρίνη, εμπλουτισμένων με θρεπτικά στοιχεία.
  2. δοχείο από πεπιεσμένο χαρτί, διαστάσεων 4x4x12cm με διάτρητες πλευρές.

Μεταξύ των δύο αυτών ειδών τα πρώτα πλεονεκτούν ως προς την ανάπτυξη του ριζικού συστήματος των φυτών, τα δεύτερα στην οικονομία χώρου που καταλαμβάνουν. Ως υλικό φύτευσης χρησιμοποιείται κατά βάση η τύρφη με άλλα υλικά σε μίγματα του τύπου: 50% τύρφη + 50% ασβεστολιθική άμμος ή 75% τύρφη + 15% φυτόχωμα + 5% άμμος + 5% ζωϊκή κόπρος ή 50% τύρφη + 30% κοπρόχωμα + 20% άμμος. Η φύτευση στην οριστική θέση των δοχείων με τα εμβολιασμένα μοσχεύματα γίνεται τέλη Απριλίου–αρχές Μαΐου ενώ βραδύτερη φύτευση (Ιούνιο) πιθανόν να δημιουργήσει προβλήματα. Τα ποσοστά επιτυχίας με τη μέθοδο αυτή ανέρχονται στο 70%.




Πολλαπλασιασμός με καταβολάδα

Γενικά

Πρακτικά, ολόκληρη η αμπελουργική Ελλάδα πρέπει να θεωρείται φυλλοξηριώσα. Επομένως, η μέθοδος αυτή σπάνια θα χρησιμοποιείται. Και μόνο σε ειδικές περιπτώσεις πολλαπλασιασμού ποικιλιών ή για την κάλυψη κενών στους μητρικούς αμπελώνες αμερικάνικων υποκειμένων. Καταβολάδα ονομάζεται βλαστός ή κληματίδα πρέμνου που τίθεται προς ριζοβόληση πριν από την αποκοπή των από το μητρικό φυτό. Ο αποχωρισμός γίνεται μετά τη ριζοβόληση του βλαστού (ή της κληματίδας) που αποτελεί πλέον νέο πρέμνο. Παλαιότερα, χρησιμοποιείτο η μέθοδος αυτή για τη συμπλήρωση κενών μεταξύ των πρέμνων γιατί η φύτευση και ανάπτυξη νέων φυτών μεταξύ των ηλικιωμένων ήταν εξαιρετικά δυσχερής. Πρέπει να τονιστεί ότι ο πολλαπλασιασμός με καταβολάδα παρουσιάζει αρκετά και σοβαρά πλεονεκτήματα που αναφέρονται στη διατάραξη των γραμμών φύτευσης, στην χωρίς έλεγχο χρησιμοποίηση μη υγιών βλαστών και στην ανάπτυξη φτωχού ριζικού συστήματος.

  1. Απλή καταβολάδα. Μεγάλη μήκους κληματίδα της κόμης ή του κορμού του πρέμνου κάμπτεται μέσα σε αυλάκι βάθους 20 – 30 cm με τρόπο ώστε δύο μόνο οφθαλμοί να εξέχουν του εδάφους. Το αυλάκι καλύπτεται με υγρό χώμα για την υποβοήθηση της ριζοβολίας. Πριν την κάλυψη της καταβολάδας αφαιρούνται οι οφθαλμοί της κληματίδας στο τμήμα από το σημείο έκφυσης έως την επιφάνεια του εδάφους. Στο ίδιο τμήμα της κληματίδας τοποθετείται δεσμός από γαλβανισμένο σύρμα που δρα ως χαραγή. Καταλληλότερος χρόνος εφαρμογής της μεθόδου είναι ο χειμώνας, λίγο πριν την έναρξη της βλάστησης. Η αποκοπή της καταβολάδας από το μητρικό φυτό γίνεται μετά από παρέλευση δύο, σπανιώτερα 3 ετών ώστε να δοθεί χρόνος να αναπτυχθεί επαρκώς το νέο φυτό και να αντέξει στον ανταγωνισμό.
  2. Καταβολάδα σύμμανα. Με τη μέθοδο αυτή ολόκληρο το πρέμνο κατακλίνεται εντός κάκκου πλησίον του καρπού. Μια κληματίδα παραμένει στη θέση όπου βρισκόταν ο κορμός του πρέμνου και οι υπόλοιπες καλύπτουν κενά γύρω από το μητρικό πρέμνο. Εκτελείται κατά το χειμώνα.
  3. Αντίστροφη καταβολάδα. Παραλλαγή της απλής καταβολάδας. Η κορυφή της κληματίδας βυθίζεται στο έδαφος, σε βάθος 20–25cm. Στο εκτός του εδάφους τμήμα της κληματίδας διατηρούνται 2 οφθαλμοί αμέσως πάνω από την επιφάνεια του εδάφους. Με τη μέθοδο αυτή φαίνεται να ανατρέπεται η ιδιότητα της πολικότητας των φυτών, αφού από το ανώτερο άκρο της κληματίδας θα βγουν ρίζες και από το κατώτερο οι βλαστοί. Όμως δεν πρόκειται περί αντίφασης γιατί η ανάπτυξη ριζών από τη μορφολογική κορυφή οφείλεται στη διαταραχή κατανομής των αυξινών και στην απουσία φωτισμού.




Πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα

Γενικά

Στη μεταφυλλοξηρική αμπελουργία ο πολλαπλασιασμός της αμπέλου με μοσχεύματα απέκτησε ιδιαίτερη σημασία γιατί αποτελεί τον μοναδικό τρόπο πολλαπλασιασμού των ανθεκτικών στη ριζόβια μορφή της φυλλοξήρας αμερικάνικων ειδών και ποικιλιών, τα οποία χρησιμοποιούνται ως υποκέιμενα εμβολιασμού των ευρωπαϊκών ποικιλιών αμπέλου.

Μοσχεύματα αμπέλου είναι το τμήμα της κληματίδας που περιέχει τουλάχιστον μια βλαστητική κορυφή και που κάτω υπό κατάλληλες συνθήκες μπορεί να αναπαράγει το μητρικό φυτό. Στα μοσχεύματα αμπέλου το υπέργειο τμήμα του πρέμνου βρίσκεται σε καταβολή στους οφθαλμούς του μοσχεύματος ενώ το ριζικό σύστημα θα αναπτυχθεί μετά τη φύτευση. Η εμφάνιση και ανάπτυξη του ριζικού συστήματος στα μοσχεύματα αποτελεί περιοριστικό παράγοντα επιτυχούς εγκατάστασης αμπελώνα, δεδομένης της δυσχέρειας ριζοβόλησης των αμερικάνικων αμπέλων.

Διαδικασία ριζογένεσης και ανάπτυξης τυχαίων ριζών στα μοσχεύματα αμπέλου.

Στην άμπελο δεν είναι απαραίτητη η προΰπαρξη ριζογόνων κυττάρων ή άλλων μεριστωματικών ιστών για τη διαδικασία ριζογένεσης των μοσχευμάτων. Οι ριζικές καταβολές διαφοροποιούνται μετά τη φύτευση και η εμφάνιση των ριζών οφείλεται σε ομάδα κυττάρων που κάτω από την επίδραση εξωτερικών παραγόντων αποκτούν ικανότητα δημιουργίας νέων αρχεφύτρων. Η ριζογένεση συντελείται σε τρία στάδια. Κατά το πρώτο σχηματίζεται η ομάδα των μεριστωματικών κυττάρων, κατά το δεύτερο συντελείται η διαφοροποίηση των κυττάρων σε ριζικές καταβολές και κατά το τελευταίο στάδιο ολοκληρώνεται η ανάπτυξη και έξοδος των ριζών. Οι τυχαίες ρίζες στην άμπελο αναπτύσσονται κατά κανόνα στις νεότερες στοιβάδες της δευτερογενούς βίβλου, είναι όμως δυνατό να προέλθουν από τις εντεριώνιες ακτίνες, το κάμβιο ή και από την εντεριώνη. Καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία ριζογένεσης στα μοσχεύματα αμπέλου παίζουν οι ενδογενείς αυξητικοί ρυθμιστές με κυρίαρχη την παρουσία των αυξινών σε σχέση με τις κυτοκινίνες που δρουν ως υποκινητές στην κυτταροπλασία. Κατά τη ριζογένεση φαίνεται να υπεισέρχονται, πλην των παραπάνω ενδογενών παραγόντων και άλλοι συμπληρωματικοί παράγοντες μη γνωστής σύνθεσης. Η μελέτη του φαινομένου της ριζογένεσης αποκάλυψε την ύπαρξη και αρνητικών συντελεστών, των παρεμποδιστών, οι οποίοι ποιοτικά και ποσοτικά συμβάλλουν στη διαφοροποίηση των ειδών και ποικιλιών ως προς την ευχέρεια ή δυσχέρεια ριζοβόλησης. Στα μοσχεύματα του Vitis Berlendieri εντοπίστηκαν δύο παρεμποδιστές ριζογένεσης. Κατά μια θεωρητική άποψη, πλην της αυξίνης, που οπωσδήποτε παίζει τον κύριο ρόλο, και άλλοι παράγοντες, τροφικής και ορμονικής φύσης, που προέρχονται από τους οφθαλμούς, είναι απολύτως αναγκαίοι για την εξαπόλυση του μηχανισμού ριζογένεσης. Έρευνες έδειξαν ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ της ποσότητας και ομοιομορφίας των ριζών και της εποχής λήψης των μοσχευμάτων Ο μηχανισμός ριζογένεσης ελέγχεται ουσιαστικά από τρείς παράγοντες: από ένα ειδικό που συντίθεται στους οφθαλμούς, από ένα μη ειδικό και τέλος από ένα ενζυμικής φύσης παράγοντα. Οι αυξίνες αντιδρούν παρουσία ενός οξειδωτικού ενζύμου και σχηματίζουν τη ριζοκαλίνη η οποία υποκινεί τη διαφοροποίηση και ανάπτυξη των ριζικών καταβολών. Η γνώση του μηχανισμού ριζογένεσης είναι απαραίτητη στην αμπελοφυτωριακή πράξη πολλαπλασιασμού με μοσχεύματα, ώστε να είναι οικονομικά συμφέρουσα η επέμβαση επιτάχυνσης της διαφοροποίησης των ριζικών μεριστωμάτων και η βελτίωση ποιοτικά και ποσοτικά της ριζόβολησης.

Παράγοντες που επηρεάζουν τη ριζογένεση μοσχευμάτων.

Το σύμπλοκο φαινόμενο της ριζογένεσης των μοσχευμάτων αμπέλου επηρεάζουν παράγοντες ή ομάδες παραγόντων που είναι:

  • είδος και ποικιλία

Τα διάφορα είδη του γένους Vitis αλλά και οι ποικιλίες του κάθε είδους παρουσιάζουν διαφορές στην ευχέρεια ριζοβόλησης. Μεταξύ των μοσχευμάτων των αμερικανικών ειδών και ποικιλιών που χρησιμοποιούνται στην αναμπέλωση στη χώρα μας τα 41Β, 110R και 420Α ριζοβολούν δύσκολα σε αντίθεση με τα 99R, 5BB που παρουσιάζουν ευχέρεια.

  • κατάσταση θρέψης του μητρικού φυτού

Τα αποτέλεσματα πολλών ερευνητικών εργασιών δείχνουν ότι η μεγάλη περιεκτικότητα των μοσχευμάτων σε υδατάνθρακες, που αποτελούν πηγή ενέργειας για τη διαδικασία της ριζογένεσης, αυξάνει την ικανότητα ριζοβόλησης, όταν μάλιστα συνδυάζεται με χαμηλή περιεκτικότητα αζωτούχων ουσιών. Μετά τη διαφοροποίηση όμως των ριζικών καταβολών η παρουσία αζώτου είναι ενισχυτική για το σχηματισμό των ριζών.

  • συνθήκες περιβάλλοντος

Η θερμοκρασία, η υγρασία, η παρουσία οξυγόνου και ο φωτισμός επηρεάζουν τη ριζογένεση και την εν συνεχεία ανάπτυξη και εξάπλωση των ριζών. Η ριζογένεση και εν συνεχεία ανάπτυξη των ριζών είναι δυνατή μεταξύ 11oC και 35oC με άριστη τη θερμοκρασία των 25oC-28oC. Υπερβολικά υψηλές θερμοκρασίες πρέπει να αποφεύγονται διότι προκαλούν έκπτυξη των οφθαλμών νωρίτερα της διαδικασίας ριζογένεσης με αποτέλεσμα την αφυδάτωση των μοσχευμάτων. Η παρουσία οξυγόνου ευνοεί την ανάπτυξη των ριζών, ενώ αντίθετα σε ξυλοποιημένα μοσχεύματα, ο σχηματισμός των ριζών είναι μεγαλύτερος σε συνθήκες σκότους.

  • ειδικά χαρακτηριστικά μοσχευμάτων

Συμπληρωματικούς παράγοντες που επιδρούν στη ριζοβόληση των μοσχευμάτων συγκεκριμένης ποικιλίας αμπελιού αποτελούν η ηλικία, το μήκος και η τοπόφυση. Από την άποψη ηλικίας, τα μοσχεύματα ενός έτους ριζοβολούν ευχερέστερα από μοσχεύματα που περιλαμβάνουν στη βάση τους ξύλο ηλικίας δύο ετών. Μεγαλύτερο πσοστό ριζοβόλησης παρουσιάζουν τα μεγαλύτερου μήκους μοσχεύματα. Την ευχέρεια επίσης ριζοβόλησης επηρεάζει το τμήμα της κληματίδας από το οποίο προέρχεται το μόσχευμα. Μοσχεύματα προερχόμενα από το μέσο της κληματίδας έχουν μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας στη ριζοβόληση στο φυτώριο σε σύγκριση με τα μοσχεύματα του βασικού τμήματος και ακόμα μεγαλύτερο από τα μοσχεύματα του ακραίου τμήματος της κληματίδας. Διαφοροποίηση στην ευχέρεια ριζοβόλησης παρουσιάζουν και οι διαφόρου τάξης κόμβοι των μοσχευμάτων αμερικάνικων ειδών και νόθων που χρησιμοποιούνται ως υποκείμενα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι για τα υποκείμενα 110R και 41Β, πιο πρώιμη και ευχερέστερη είναι η ριζοβόληση των κόμβων 6, 10, 11, 12.

Διάκριση μοσχευμάτων

Τα χρησιμοποιούμενα, κατά τον αγενή πολλαπλασιασμού, μοσχεύματα των ειδών και ποικιλιών του γένους Vitis, διακρίνονται σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με τη μορφή και τον προορισμό χρήσης. Στη συνέχεια παρατίθενται οι κυριότερες ομάδες μοσχευμάτων:

  • χλωρά μοσχεύματα: λαμβάνονται από τη βλάστηση τρέχουσας περιόδου και τίθενται προς ριζοβόληση με την τεχνική της υδρονέφωσης.
  • μοσχεύματα διαφοροποιημένων βλαστών: προέρχονται από κληματίδες ενός έτους και διαφέρουν ως προς το μήκος και τη διάμετρο ανάλογα με τον προορισμό χρήσης. Τα μοσχεύματα από διαφοροποιημένο βλαστό διακρίνονται σε μοσχεύματα ενός οφθαλμού και σε κανονικά μοσχεύματα των οποίων το μήκος και η διάμετρος ποικίλουν ανάλογα με την ποικιλία και τον προορισμό χρήσης. Στην αμπελοφυτωριακή πράξη χρησιμοποιούνται κατά κανόνα τα κανονικά μοσχεύματα ενώ εκείνα του ενός οφθαλμού σε ειδικές περιπτώσεις και για πειραματικούς σκοπούς.
  • μοσχεύματα vinifera: προέρχονται από πρέμνα των ποικιλιών του Vitis vinifera. Πριν από την εισβολή της φυλλοξήρας στην Ελλάδα χρησιμοποιούσαν τα μοσχεύματα vinifera για την εγκατάσταση αμπελώνων ως μοσχεύματα ριζοβόλησης. Σήμερα τα μοσχεύματα vinifera χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τη λήψη εμβολίων αφού πρακτικά ολόκληρη η χώρα θεωρείται φυλλοξηριώσα. Στη περίπτωση αυτή και προς διάκριση τα μοσχεύματα ονομάζονται εμβολιοφόρα μοσχεύματα ονομάζονται εμβολιοφόρα μοσχεύματα ή και εμβολιοφόρες κληματίδες.
  • μοσχεύματα Βορειο – αμερικανικών ειδών αμπέλου και των νόθων αυτών:

Είναι γνωστά και ως ανθεκτικά στη ριζόβια μορφή της φυλλοξήρας μοσχεύματα ή και απλά υποκείμενα ακριβώς επειδή χρησιμοποιούνται ως υποκείμενα εμβολιασμού των ποικιλιών vinifera. Τα μοσχεύματα διακρίνονται με τον ειδικό προορισμό χρήσης:

  1. μοσχεύματα ριζοβόλησης: προέρχονται από το ανώτερο τμήμα των κληματίδων των πρέμνων των υποκειμένων και φυτεύονται στο φυτώριο προς ριζοβόληση
  2. μοσχεύματα εμβολιάσιμα: προκύπτουν από το μεσαίο και βασικό τμήμα των κληματίδων των υποκειμένων κατά τη διαδικασία συλλογής και τεμαχισμό των κληματίδων. Πριν τοποθετηθούν στο φυτώριο προς ριζοβόληση εμβολιάζονται με την επιθυμητή ποικιλία vinifera και υπόκεινται σε ειδική μεταχείριση για την επιτυχή συγκόληση εμβολίου – υποκειμένου.
  3. έρριζα απλά μοσχεύματα: προέρχονται από το φυτώριο ριζοβόλησης. Περιέχουν 2–3 καλά αναπτυγμένες κύριες ρίζες. Προορίζονται για την εγκατάσταση αμπελώνα, φύτευση στην οριστική θέση μετά την οποία δέχονται τον κατάλληλο εμβολιασμό.
  4. έρριζα εμβολιασμένα μοσχεύματα: αποτελούν την ολοκληρωμένη μορφή μοσχευμάτων για την εγκατάσταση παραγωγικού αμπελώνα. Είναι άτομα που αποτελούνται από το εμβόλιο, το υποκείμενο και τη ζώνη ένωσης εμβολίου – υποκειμένου. Το υποκείμενο εμφανίζει καλά ανεπτυγμένο ριζικό σύστημα.

Επιλογή πρέμνων – κοπή και τεμαχισμός μοσχευμάτων

Η επιλογή των πρέμνων για τη λήψη κληματίδων διενεργείται με τα γνωστά κριτήρια επιλογής ως η υγεία, η καλή ξυλοποίηση και η κανονική ζωηρότητα. Ως προς την υγεία θεωρείται αυτονόητος ο αποκλεισμός ιωμένων πρέμνων ή προσβεβλημένων από άλλες ασθένειες. Η καλή ξυλοποίηση συσχετίζεται με τον επαρκή εμπλουτισμό των κληματίδων με υδατάνθρακες που συνιστούν ευνοϊκό παράγοντα ριζογένεσης. Για τα εμβολιοφόρα μοσχεύματα, πρόσθετα κριτήρια επιλογής αποτελούν η ηλικία των πρέμνων (άνω των 5 ετών), το φορτίο της προηγούμενης περιόδου (μέτριο) και η εφαρμογή της καλλιεργητικής τεχνικής (λίπανση, χλωρά κλαδέματα) Ο προσδιορισμός του χρόνου κοπής των μοσχευμάτων από τα μητρικά φυτά, παίζει καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα διαδικασία ριζογένεσης και ριζοβολίας δεδομένης και της δυσκολίας ριζοβόλησης που παρουσιάζουν τα υποκείμενα. Αναφέρθηκε ήδη η κρατούσα σήμερα άποψη για τη ριζογένεση κατά την οποία ουσίες (αυξίνες) απαραίτητες για την υποκίνηση της ριζογένεσης παράγονται στα φύλλα και στους οφθαλμούς που βρίσκονται σε δραστήρια φάση. Καταλληλότερος χρόνος κοπής των κληματίδων είναι το τρίμηνο Ιανουρίου–Μαρτίου. Πρακτικά η κοπή των εμβολιοφόρων κληματίδων συμπίπτει με τη χειμερινή κλάδευση καρποφορίας. Επιδιώκεται δε να μη μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ του χρόνου κοπής και εκείνου της χρησιμοποίησης των μοσχευμάτων. Συνιστάται για την αποφυγή απώλειας υγρασίας των μοσχευμάτων η κοπή των κληματίδων να γίνεται με συννεφιασμένο – υγρό καιρό και η μεταγορά των ταχύτατα στο χώρο αποθήκευσης αυτών. Ο τεμαχισμός των κληματίδων των α.ρ.μ.φ – υποκειμένων αποτελεί το επόμενο στάδιο. Οι κληματίδες μήκους έξι και πλέον μέτρων ανάλογα με το υποκείμενο, τεμαχίζονται στα μοσχεύματα ριζοβόλησης και στα εμβολιάσιμα μοσχεύματα. Κατά τον τεμαχισμό των κληματίδων η τομή στο κάτω μέρος του μοσχεύματος γίνεται κάθετα προς τον άξονα και σε απόσταση 2–3 cm από τον τελευταίο κόμβο, η δε τομή στο άνω άκρο γίνεται με κλίση 45ο και σε απόσταση τουλάχιστον 3 cm από τον τελευταίο κόμβο.

Διατήρηση και προστασία μοσχευμάτων

Τα μοσχεύματα οδηγούνται στους χώρους διατήρησης συσκευασμένα. Τα μεν ριζοβόλησης σε δέματα των 200 τεμαχίων, τα δε εμβολιάσιμα σε 100 τεμαχίων. Η δεματοποίηση εκτελείται με χειροκίνητα μηχανήματα τα οποία με δύο ή τρία σύρματα συγκρατούν τα μοσχεύματα. Σε κάθε δέμα αναρτάται πινακίδα που δηλώνει την ποικιλία ή το υποκείμενο, τη χώρα προέλευσης, την πιστοποίηση και άλλα χρήσιμα στοιχεία. Οι διαδικασίες και συνθήκες συντήρησης έχουν σκοπό την προφύλαξη των μοσχευμάτων από την αφυδάτωση, την ασφυξία και την πρώιμη εκβλάστηση καθώς και την προστασία τους από προσβολές παρασίτων. Οι χώροι διατήρησης των μοσχευμάτων ποικίλλουν ανάλογα με την υλικοτεχνική υποδομή και το μέγεθος των αμπελοφυτωριακών μονάδων, από ένα απλό όρυγμα έως τον ψυκτικό θάλαμο μιας σύγχρονης μονάδας. Η αφυδάτωση των μοσχευμάτων αποτελεί το κύριο πρόβλημα κατά τη διατήρησή των. Η περιεκτικότητα των μοσχευμάτων σε νερό μπορεί τάχιστα να μειωθεί. Διαπιστώθηκε ότι η απώλεια νερού ανέρχεται σε 5% της αρχικής περιεκτικότητας ανά εβδομάδα και ότι απώλεια της τάξης του 15% δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην ικανότητα βλάστησης και ριζογένεσης των μοσχευμάτων. Τα μοσχεύματα κατά τη διάρκεια της διατήρησής τους, επιτελούν τη λειτουργία της αναπνοής της οποίας η ένταση είναι μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερη είναι η θερμοκρασία και όσο μικρότερο το μήκος της κληματίδας. Πέραν τούτων η έκλυση CO2 μπορεί να προκαλέσει ασφυξία των μοσχευμάτων. Με τα παραπάνω δεδομένα είναι απαραίτητη η διατήρηση μοσχευμάτων μεγαλύτερου μήκους σε θερμοκρασία 1οC, σχετική υγρασία 100% και επαρκή αερισμό. Σε περιπτώσεις που η σχετική υγρασία είναι μικρότερη των 90% συνιστάται η τοποθέτηση των μοσχευμάτων σε πλαστικούς σάκκους. Στην αμπελοκομική πραξη όπου δεν είναι δυνατή η ύπαρξη ψυκτικού θαλάμου, χρησιμοποιούνται διάφοροι χώροι και μέθοδοι διατήρησης των μοσχευμάτων. Τα εμβολιάσιμα μοσχεύματα των οποίων ο χρόνος διατήρησης είναι μικρότερος εκείνου της ριζοβόλησης, τοποθετούνται σε ψυχρές συνήθως αποθήκες, οι οποίες επιτρέπουν καλό αερισμό και χαμηλή θερμοκρασία. Τα δεματοποιημένα μοσχεύματα τοποθετούνται σε στίβες και η απαραίτητη υγρασία εξασφαλίζεται με τη χρησιμοποίηση μέσων τα οποία κατά χρονικά διαστήματα διαβρέχονται. Ακόμα καλύτερη είναι η συντήρηση των μοσχευμάτων σε κιβώτια στρωμμάτωσης με υλικά ως ο περλίτης και η τύρφη. Τα μοσχεύματα ριζοβόλησης πριν από την τοποθέτησή τους στους χώρους διατήρησης (τάφροι, ορύγματα, κ.ά), εμβαπτίζονται σε νερό δεξαμενής επί αρκετό χρονικό διάστημα (1–2 εβδομάδες) για την πλήρη ενυδάτωσή τους.

Ιδιαίτερη μεταχείριση απαιτούν οι εμβολιοφόρες κληματίδες. Συνήθως στρωμματώνονται μέσα σε υλικά (τύρφη, περλίτης, πριονίδι ξύλου) σε χώρους με υψηλή σχετικά υγρασία, επαρκή αερισμό και χαμηλή θερμοκρασία. Ακόμη καλύτερη είναι η μέθοδος διατήρησης κατά την οποία οι εμβολιοφόρες κληματίδες εμβαπτίζονται επί 24ώρο σε δεξαμενή με νερό και τοποθετούνται σε πλαστικούς σάκκους με υλικό στρωμάτωσης, πριονίδια, βρύα ή τύρφη. Τα δέματα σημαίνονται κατάλληλα και τοποθετούνται σε ψυκτικούς θαλάμους σε θερμοκρασία 1oC. Κατά μια άλλη τεχνική πριν την τοποθέτησή τους στους πλαστικούς σάκκους, οι εμβολιοφόροι κληματίδες βυθίζονται κατά τα δύο άκρα τους σε λιωμένη παραφίνη για την πληρέστερη προστασία τους από αφυδάτωση.

Για την προστασία των μοσχευμάτων από τις προσβολές του μύκητα Botrytis cinerea συνιστάται πριν τη στρωμάτωση, η εμβάπτιση των σε μυκητοκτόνα διαλύματα για μια περίπου ώρα.




Πολλαπλασιασμός με τη μέθοδο της ιστοκαλλιέργειας

Γενικά

Μέθοδος αγενούς πολλαπλασιασμού των φυτών με τεράστιες δυνάτοτητες, ποσοτικές–ποιοτικές, παραγωγής νέων φυτών, βασισμένη στη σύγχρονη τεχνολογία που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια. Μέχρι πρότινος η ιστοκαλλιέργεια αναφερόταν σε ποώδη φυτά, ενώ την τελευταία δεκαετία εφαρμόστηκε στα δενδρώδη φυτά και την άμπελο. Ο in vitro πολλαπλασιασμός της αμπέλου αφορά την καλλιέργεια κορυφαίου μεριστώματος σε υγρό ή στερεό θρεπτικό διάλυμα. Εκτός του κορυφαίου μεριστώματος μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά περίπτωση φυτικοί ιστοί από φύλλο, ανθικές καταβολές και τελευταία πρωτοπλάστες. Ειδικά η καλλιέργεια πρωτοπλαστών περικλείει εν δυνάμει ως μέθοδος πρωτοφανείς δυνατότητες στον πολλαπλασιασμό των φυτών. Ιδιαίτερα με την ανάπτυξη της γενετικής μηχανικής στα επόμενα χρόνια η «εμφύτευση» γόνων διαφορετικής προέλευσης στους πρωτοπλάστες θα ανοίξει νέους ορίζοντες για την παραγωγή νέων φυτών με επιθυμητές ιδιότητες.

Οι πρώτες προσπάθειες ιστοκαλλιέργειας στην άμπελο αφορούσαν όπως ήταν φυσικό τα α.ρ.μ.φ–υποκείμενα και στη συνέχεια περιέλαβαν ποικιλίες vinifera. Μοσχεύματα αμπέλου τοποθετούνται σε συνθήκες υδρονέφωσης για τη γρήγορη εκβλάστηση των οφθαλμών. Από τους βλαστούς που προκύπτουν, με τεμαχισμό, λαμβάνονται μοσχεύματα με ένα οφθαλμό. Μετά αποστειρώνονται τα μοσχεύματα ενός οφθαλμού και μεταφέρονται σε δοκιμαστικούς σωλήνες που περιέχουν θρεπτικό υπόστρωμα Murashige – Skook. Οι δοκιμαστικοί σωλήνες μεταφέρονται σε ειδικούς θαλάμους ανάπτυξης (συνθήκες θερμοκρασίας 26oC, φωτισμού έντασης 3.000 Lux, φωτοπεριόδου 16 ώρων). Μετά την ταχεία ανάπτυξη των βλαστών λαμβάνονται εκ νέου μοσχεύματα ενός οφθαλμού προς βλάστηση και ριζοβόληση. Η εργασία αυτή επαναλαμβάνεται 3–4 φορές. Για την ταχεία ανάπτυξη των φυτών και την απόκτηση πλούσιου ριζικού συστήματος το πολλαπλασιαστικό υλικό μεταφέρεται σε θερμοκήπιο υδρονέφωσης. Τα νεαρά φυτά μεταφυτεύονται σε δοχεία από πλαστικό, υφίστανται τη διαδικασία σκληραγώγησης και διατίθενται για τη φύτευσή τους στην οριστική τους θέση. Μία άκρως ενδιαφέρουσα εφαρμογή της ιστοκαλλιέργειας αναφέρεται στην παραγωγή φυτών απαλλαγμένων από ιώσεις. Με την ιστοκαλλιέργεια μειώνονται αισθητά τα χρονικά διαστήματα για την απαλλαγή από τους ιούς ή ασθένειες που αποδίδονται στους ιούς.




Συγκόλληση εμβολιασμένων μοσχευμάτων στο θερμοθάλαμο

Γενικά

Η συγκόλληση των εμβολιασμένων μοσχευμάτων στο θερμοθάλαμο αποτελεί μια πρώτη μέθοδο για την αύξηση των ποσοστών επιτυχίας των εμβολιασμών και την ταχεία εγκατάσταση παραγωγικών αμπελώνων. Η τεχνική αυτή έχει σκοπό να εξασφαλίσει άριστες συνθήκες θερμοκρασίας, υγρασίας και αερισμού ώστε να επιτευχθεί η κατά το δυνατόν τελειότερη και ισχυρότερη συγκόλληση εμβολίου και υποκειμένου.

Σε επιχειρηματικού τύπου αμπελοφυτωριακές μονάδες, η παραπάνω μέθοδος προϋποθέτει πέραν των κτιριακών εγκαταστάσεων την ύπαρξη πλησίον των μονάδων εκτάσεων για την εγκατάσταση φυτωρίου. Μια πλήρης ανάπτυξη περιλαμβάνει εργοτάξιο για τον εμβολιασμό, δεξαμενή ενυδάτωσης των απλών μοσχευμάτων και των εμβολιοφόρων κληματίδων, το κτίριο του θερμοθάλαμου και χώρους για την αποθήκευση των κιβωτίων και των υλικών στρωμάτωσης.

Η λειτουργικότητα του όλου συστήματος εξαρτάται κύρια από τις δυνατότητες παροχής των κατάλληλων συνθηκών θερμοκρασίας, υγρασίας, φωτισμού και αερισμού. Πέραν της παροχής της κατάλληλης θερμότητας σημαντικό ρόλο στη λειτουργία παίζουν τα συστήματα τεχνιτής κυκλοφορίας του αέρα και του φωτισμού του κυρίως θερμοθάλαμου. Με την τεχνιτή κυκλοφορία του αέρα εξασφαλίζεται σταθερή η θερμοκρασία και η υγρασία σε ολόκληρο το χώρο του θερμοθαλάμου.

  1. Κιβώτια στρωμάτωσης. Ξύλινα ή πλαστικά χρησιμοποιούνται για τη στρωμάτωση των εμβολιασμένων μοσχευμάτων. Τα ξύλινα κιβώτια έχουν διαστάσεις 80 x 60 x 55cm, το πάχος της σανίδας είναι 2,5cm οι σανίδες απέχουν μεταξύ των 1 – 2 cm στο δε πυθμένα υπάρχουν οπές για την ευχερή στράγγιση.
  2. Υλικά στρωμάτωσης. Ως υλικά στρωμάτωσης αλλά και ριζοβόλησης εμβολιασμένων και μη μοσχευμάτων αμπέλου χρησιμοποιούνται η τύρφη, ο περλίτης, ο βερμικουλίτης και το πολυστηρένιο.
  3. Τεχνική στρωμάτωσης. Κατά τη στρωμάτωση των εμβολιασμένων μοσχευμάτων ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται ώστε το πάνω άκρο του μοσχεύματος να βρίσκεται στο ίδιο ύψος από την επιφάνεια του κιβωτίου. Το κιβώτιο τοποθετείται με κλίση, στη μια, τη μικρότερη πλευρά που καλύπτεται με υγρή τύρφη. Πάνω σε αυτή τοποθετούνται τα εμβολιασμένα μοσχεύματα. Οι στρώσεις των μοσχευμάτων εναλλάσονται με στρώματα τύρφης μέχρι να γεμίσει το κιβώτιο. Ακολούθως, τοποθετούνται η κινητή πλευρά και τοποθετείται σε όρθια θέση ώστε να καλυφθούν οι κορυφές των εμβολίων με στρώμα ρινισμάτων ξύλου πάχους 2 – 3 cm.
  4. Συνθήκες θερμοθαλαμισμού. Τα κιβώτια με τα στρωματωμένα εμβολιασμένα μοσχεύματα τοποθετούνται στον κυρίως θερμοθάλαμο για τη συγκόλληση εμβολίου – υποκειμένου, σε ελεγχόμενες ευνοϊκές συνθήκες. Ο κάλος σχηματίζεται σε θερμοκρασία 15-35oC. Άριστη θερμοκρασία για ταχεία και καλής ποιότητας παραγωγή κάλου θεωρείται η μεταξύ των 28-30oC, με την οποία επιτυγχάνεται η αρχική συγκόλληση εντός 7 – 10 ημερών, ενώ σήμερα αποδέχονται ότι καλύτερα αποτελέσματα συγκόλλησης επιτυγχάνονται σε θερμοκρασία των 31oC. Σε θερμοκρασία μικρότερη των 21oC η ανάπτυξη του κάλου είναι αργή και οι κίνδυνοι προσβολής από την τεφρά σήψη μεγάλοι. Η διάρκεια θερμοθαλαμισμού σε συνάρτηση της θερμοκρασίας είναι κατά τις τρείς βασικές μεθόδους: 10–12 μέρες με θερμοκρασία 33-35oC, 21–22 μέρες με θερμοκρασία 20-22oC, 18 μέρες με θερμοκρασία 24-26oC. Η γρήγορη ανάπτυξη του κάλου παρουσιάζει το πλεονέκτημα μετά τις πρώτες 7–10 μέρες που ολοκληρώνεται η πρώτη φάση συγκόλλησης να βλαστάνει ο οφθαλμός του εμβολίου και να μειώνονται οι πιθανότητες προσβολής από την τέφρα σήψη. Η υγρασία στο χώρο του θερμοθάλαμου πρέπει να μην υπερβαίνει το 75%, ενώ μέσα στα στοιχεία να κυμαίνεται μεταξύ 95 – 100%. Με τις συνθήκες αυτές αποτρέπονται προσβολές από την τεφρά σήψη που αποτελεί σημαντικό παράγοντα αποτυχίας της μεθόδου. Σε περιπτώσεις που οι συνθήκες αυτές διαταράσσονται, τα κιβώτια δέχονται λουτρό θερμού ύδατος για την αποκατάστασή των, συνήθως μετά το πρωί το δεκαήμερο οπότε αποκαλύπτονται οι οφθαλμοί του εμβολίου. Τέλος, με τον κατάλληλο αερισμό (παρουσία Ο2) και φωτισμό ευνοείται η ανάπτυξη του κάλου και η ταχύτερη συγκόλληση.
  5. Καταπολέμηση της τεφράς σήψης. Κατά την κρίσιμη περίοδο του πρώτου δεκαημέρου συγκόλλησης εμβολίου – υποκειμένου υπάρχει κίνδυνος προσβολής τόσο του συγκολλητικού ιστού όσο και των οφθαλμών που βρίσκονται στα πρώτα στάδια εκβλάστησης, από το μύκητα της τεφράς σήψης. Προς αντιμετώπιση του κινδύνου συνιστάται συνδυασμένη δράση με απολύμανση των μοσχευμάτων πριν από τη στρωμάτωση και με ψεκασμό των υλικών στρωμάτωσης κατά το στάδιο εξοίδησης του οφθαλμού με μυκητοκτόνα. Για την απολύμανση των μοσχευμάτων συνιστάται το Chinosol (διάλυμα με 0,5% Chinosol) και για ψεκασμούς το Βentate (0,2%).
  6. Εξαγωγή από τον θερμοθάλαμο. Κατά τη διάρκεια του θερμοθαλαμισμού ελέγχεται περιοδικά η πορεία της συγκόλλησης εμβολίου – υποκειμένου. Μετά από 3 περίπου εβδομάδες ο κάλος γίνεται συνεκτικός, παίρνει κιτρινωπό χρώμα και περιβάλλει τη ζώνη ένωσης εμβολίου – υποκειμένου. Στο σημείο αυτό διακόπτεται η θέρμανση. Τα κιβώτια οδηγούνται στο θάλαμο διαφοροποίησης. Κατά την έξοδο των κιβωτίων η συγκόλληση ελέγχεται ως ικανοποιητική αν η διαφοροποίηση του κάλου περιλαμβάνει πρωτογενές ξύλο. Η παρατεταμένη διαμονή των μοσχευμάτων στο θερμοθάλαμο συμβάλλει στην ανάπτυξη άφθονου κάλου αλλά παράλληλα προκαλεί πρώιμη ανάπτυξη ριζιδίων μη χρήσιμων και έντονη βλάστηση των οφθαλμών με αποτέλεσμα τη μείωση ποσοτικά και ποιοτικά του ριζικού συστήματος, ενώ αυξάνονται οι κίνδυνοι βλαβών από μηχανικά αίτια. Στο θάλαμο εξοικείωσης τα εμβολιασμένα και συγκολλημένα μοσχεύματα παραμένουν μερικές μέρες (3 – 5) σε θερμοκρασία 5–6oC χαμηλότερη του θερμοθαλάμου και στη συνέχεια μεταφέρονται στο φυτώριο προς φύτευση. Η μέθοδος του θερμοθαλάμου για την παραγωγή εμβολιασμένων και συγκολλημένων μοσχευμάτων, παρά τις βελτιώσεις που επέφερε κατά το χρόνο εφαρμογής της, παρουσιάζει και αρκετά μειονεκτήματα που αναφέρονται στο κόστος εγκατάστασης και λειτουργίας και στα μικρά ποσοστά επιτυχίας (περίπου 35–40 %). Για τους λόγους αυτούς ο θερμοθάλαμος υποχωρεί στη διαδικασία παραγωγής αμπελοπολλαπλασιαστικού υλικού.