Αύξηση και ανάπτυξη του φυτού της αραχίδας

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 09:46, 9 Οκτωβρίου 2013 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Το φυτό της αραχίδας

Η αραχίδα παρουσιάζει επίγειο φύτρωμα. Οι πλάγιες ρίζες πολλαπλασιάζονται αρχικά στα πρώτα 20cm του εδάφους. Με την πάροδο του χρόνου οι πλάγιες ρίζες στο ανώτερο τμήμα του εδάφους σταδιακά πεθαίνουν και το ριζικό σύστημα μετακινείται σε βαθύτερα στρώματα, με την επέκταση της κεντρικής ρίζας, ακολουθώντας την υγρασία του εδάφους. Παρ 'όλη την προαναφερθείσα μετακίνηση του ριζικού σύστηματος, το μέγιστο μήκος των ζώντων ριζών παρατηρήθηκε 2-4 εβδομάδες μετά τη σπορά. Η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος είναι ταχύτατη κάτω από ευνοϊκές συνθήκες. Φυτά ηλικίας 11 ημερών μπορούν να έχουν ρίζες μηκους 30cm και ηλικίας ενός μηνός κύρια ρίζα μήκους 50cm.

Οι κοτυληδόνες σε πολύ σύντομο διάστημα από την έξοδό τους, στην επιφάνεια του εδάφους, παίρνουν χρώμα πράσινο. Η ανάπτυξη των φύλλων υπό κανονικές συνθήκες είναι ταχύτατη για έξι περίπου εβδομάδες χρονικό διάστημα που συμπίπτει με το κλείσιμο των γραμμών. Η ανάπτυξη της φυλλικής επιφάνειας στη συνέχεια είναι περισσότερο σταθερή, μέχρι οι αναπτυσσόμενοι καρποί να γίνουν ανταγωνιστικοί ως προς τα προϊόντα φωτοσύνθεσης. Η ταχύτητα της πρώτης ανάπτυξης του φυλλώματος εξαρτάται από την ποικιλία. Διαφορές επίσης μεταξύ των ποικιλιών παρατηρούνται ως προς τον αριθμό και το χρώμα των φύλλων που παραμένουν στο φυτό κατά τη συγκομιδή. Ορισμένα φυτά εμφανίζονται πράσινα και υγιή και άλλα καφετί χωρίς φύλλα. Συνήθως τα τελευταία έχουν τη μεγαλύτερη απόδοση σε λοβούς και σπόρους. Η διαφοροποίηση στην απόδοση θεωρείται ότι οφείλεται στις διαφορές μεταξύ των ποικιλιών ως προς την κατανομή των προϊόντων φωτοσύνθεσης.

Η αραχίδα είναι φυτό ουδέτερο από άποψη απαιτήσεων σε φωτοπερίοδο και παρουσιάζει συνεχή ανάπτυξη μέχρι ένα βαθμό. Παρ' όλο ότι αναφέρεται έναρξη της άνθησης τρεις εβδομάδες από τη σπορά, συνήθως γίνεται 30-40ημ. από τη σπορά, ανάλογα με το γενότυπο, τη θερμοκρασία και γενικά τις κλιματολογικές συνθήκες ανάπτυξης. Για παράδειγμα όταν η μέση ημερήσια θερμοκρασία αυξηθεί από 20oC στους 30oC, ο αριθμός ημερών για την εμφάνιση του πρώτου άνθους μειώθηκε από 38 σε 25 ημ. για το subsp. hypogaeae και από 35 σε 24 για το subsp. fustigiata. H άνθηση διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, μέχρι και 60 ημ. ακόμη, σε ορισμένες ποικιλίες μεγάλης περιόδου ανάπτυξης. Τα πλέον γόνιμα και παραγωγικά άνθη εμφανίζονται μεταξύ 5 και 11 εβδομάδων από τη σπορά, ανάλογα με το βιολογικό κύκλο των ποικιλιών και τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου της περιοχής. Τα πρώτα σχηματιζόμενα άνθη δίνουν καρπούς σε μεγαλύτερη αναλογία. Συνήθως διακρίνονται τέσσερα στάδια άνθησης. Στο I παράγονται πολύ λίγα άνθη, στο II παρατηρείται ταχεία παραγωγή ανθέων και στο III η άνθηση φτάνει σε ένα μέγιστο. Στη συνέχεια στο στάδιο IV, η παραγωγή ανθέων μειώνεται. Σε μερικές ποικιλίες παρατηρούνται δύο μέγιστα άνθησης. Πολύ λίγα άνθη που ανθίζουν μετά το μέγιστο (ή τα μέγιστα) της άνθησης παράγουν καρπούς, εκτός κι αν τα πρώτα άνθη, λόγω αντίξοων συνθηκών, δε δώσουν καρπούς. Η λίπανση με άζωτο και φώσφορο αυξάνει τον αριθμό των ανθέων και επιμηκύνει την περίοδο άνθησης, ενώ σοβαρή έλλειψη βορίου περιορίζει το σχηματισμό ανθέων. Στις ποικιλίες με όρθιους βλαστούς τα τελευταία άνθη σχηματίζονται υψηλά, οπότε η απόσταση από το έδαφος είναι μεγάλη και δεν μπορούν τα γυνοφόρια να εισχωρήσουν στο έδαφος.

Η αραχίδα παράγει πολύ περισσότερα άνθη από εκείνα που μπορούν να εξελιχθούν σε λοβό. Ο αριθμός των καρπών που σχηματίζονται καθημενρινά είναι σχεδόν σταθερός, άσχετα από τον αριθμό των ανθέων. Περίπου το 40% των ανθέων δεν αναπτύσσονται κανονικά, ενώ ένα άλλο 40% παράγει μόνο γυνοφόρια τα οποία δεν εξελίσσονται σε καρπό. Κατά μέσο όρο μόνο το 15-20% των ανθέων παράγει καρπό. Η υπερπαραγωγή των ανθέων θεωρείται μηχανισμός επιβίωσης των φυτών σε αντιξοότητες.

Από τα τρία άνθη της ταξιανθίας της αραχίδας, σε μία συγκεκριμένη ημέρα, επιμηκύνεται μόνο το ένα. Το δεύτερο και το τρίτο άνθος, ανθίζουν σταδιακά σε διαδοχικές ημέρες, εάν ο καιρός είναι ζεστός ή σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα σε ψυχρό ή υγρό καιρό. Το άνοιγμα των ανθέων γίνεται νωρίς το πρωί. Η αραχίδα είναι αυτογονιμοποιούμενο φυτό και έχει παρατηρηθεί περίπου 2% σταυρογονιμοποίηση. Το ποσοστό όμως σταυρογονιμοποίησης αυξάνεται με την επίσκεψη μελισσών στα άνθη. Η επικονίαση γίνεται είτε πριν ανθίσει το άνθος είτε κατά το άνοιγμα και η γονιμοποίηση συνήθως μετά 2 ημ. Παρ' όλο ότι σε κάθε ωοθήκη υπάρχουν 2-5 ωάρια, συχνά σε κάθε λοβό σχηματίζεται ένας μόνο σπόρος, με αποτέλεσμα η απόδοση να είναι μειωμένη. Ενώ η αραχίδα παράγει περισσότερα άνθη σε μακροήμερες συνθήκες, βρέθηκε ότι σε βραχυήμερες συνθήκες η απόδοση είναι μεγαλύτερη.

Το έμβρυο παρουσιάζει μία αρχική ανάπτυξη μέχρι το στάδιο των 8-16 κυττάρων και στη συνέχεια η ανάπτυξή του σταματά για 5-10 ημέρες χρονικό διάστημα που χρειάζεται το γυνοφόριο για να εισέλθει στο έδαφος. Η επιμήκυνση του γυνοφορίου σταματά 1-2 ημ. μετά την είσοδό του στο έδαφος, το άκρο του αρχίζει να εξελίσσεται σε λοβό και το έμβρυο επαναρχίζει μία ταχεία ανάπτυξη. Η αναστολή της ανάπτυξης του εμβρύου σε αυτό το χρονικό διάστημα οφείλεται απλώς στην έλλειψη θρεπτικών στοιχείων, λόγως της μεγάλης ανάγκης που παρουσιάζει το ταχύτατα αναπτυσσόμενο γυνοφόριο. Οι λοβοί σχηματίζονται μόνο στο σκοτάδι καιγι' αυτό γυνοφόρια που δεν εισέρχονται στο έδαφος, για διάφορους λόγους, δεν σχηματίζουν λοβό. Συμβαίνει όμως σπάνια και ανάπτυξη λοβών πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, όταν η σχετική υγρασία είναι υψηλή. Το βάθος σχηματισμού των λοβών καθορίζεται κυρίως από το είδος του εδάφους και τις συνθήκες ανάπτυξης και λιγότερο από την ποικιλία. Η πλειονότητα των λοβών βρίσκεται σε βάθος 3-10cm. Η συνεκτικότητα με την οποία ο λοβός είναι συνδεδεμένος με το γυνοφόριο είναι χαρακτηριστικό της ποικιλίας και είναι σπουδαίας σημασίας για τη μηχανική συγκομιδή. Λιγότερες απώλειες συγκομιδής παρατηρούνται όταν ο λοβός συνδέεται γερά με το γυνοφόριο.

Αρχικά η ανάπτυξη του σπόρου γίνεται παράλληλα με την ανάπτυξη του λοβού, στη συνέχεια όμως, ενώ ο λοβός έχει πάρει το μέγιστο μέγεθός του ο σπόρος συνεχίζει να αναπτύσσεται. Συνεπώς κακή ανάπτυξη των λοβών συνεπάγεται περιορισμό στην ανάπτυξη των σπόρων. Διακρίνονται τρεις φάσεις στην ανάπτυξη των σπόρων:

  • Ταχεία ανάπτυξη τόσο του χλωρού όσο και του ξηρού βάρους του σπόρου. Σε αυτό το στάδιο η ανάπτυξη κυρίως οφείλεται στη διαίρεση των κυττάρων. Στο τέλος αυτού του σταδίου όλες οι βασικές δομές του σπόρου είναι παρούσες παρ' όλο που δεν έχουν πλήρως διαφοροποιηθεί.
  • Συγκέντρωση προϊόντων φωτοσύνθεσης στο σπόρο, με συνήθως σταθερή ταχύτητα , αύξηση της ξηράς ουσίας, ενώ η περιεκτικότητα του σπόρου σε υγρασία αρχίζει να μειώνεται. Στο στάδιο αυτό γίνεται διόγκωση των κυττάρων, ενώ η μείωση του ποσοστού υγρασίας οφείλεται στην αυξημένη αναλογία αδιάλυτων προϊόντων που τοποθετούνται στον αποθηκευτικό ιστό. Στο τέλος αυτού του σταδίου το οποίο αναφέρεται ως φυσιολογική ωρίμανση, ο σπόρος έχει πάρει το μέγιστο ξηρό βάρος.
  • Ο σπόρος χάνει υγρασία και ωριμάζει, συνήθως με μικρή μεταβολή στην ξηρά ουσία.

Οι σπόροι των περισσοτέρων ποικιλιών παρουσιάζουν λήθαργο. Από πρακτική άποψη ο λήθαργος στην αραχίδα δεν αποτελεί πρόβλημα, γιατί συνήθως γίνεται διακοπή του πριν από την επόμενη περίοδο που θα χρησιμοποιηθεί ο σπόρος για σπορά. Αντίθετα, η ύπαρξη λήθαργου προστατεύει τους σπόρους από το φύτρωμα μέσα στους λοβούς στο έδαφος, πριν γίνει η συγκομιδή, όταν η υγρασία του εδάφους είναι αυξημένη. Επίσης η ύπαρξή του είναι επιθυμητό χαακτηριστικό για το σπόρο που προορίζεται για τη ζαχαροπλαστική και ως ξηρός καρπός.

Ο λήθαργος μπορεί να οφείλεται σε υδατοδιαλυτούς αναστολείς του περιβλήματος, σε παράγοντες του εμβρύου κ.α. Βρέθηκε σημαντική παραλλακτικότητα ως προς τη διάρκεια λήθαργου μεταξύ των ποικιλιών, αλλά και μεταξύ σπόρων της ίδιας ποικιλίας που παράχθηκαν όμως κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Επιπλέον ο λήθαργος και η διάρκειά του εξαρτώνται από την ωριμότητα των σπόρων (μεγαλύτερη διάρκεια έχουν οι ανώριμοι σπόροι) και από τη διάρκεια παραμονής των ώριμων λοβών στο έδαφος (μικρότερη διάρκεια με καθυστέρηση της συγκομιδής). Ο λήθαργος μπορεί να διακοπεί με την εφαρμογή διάφορων επεμβάσεων, όπως με κυαναμίδη, βενζιλαμινοπουρίνη, γιββεριλλινικό οξύ, ethephon (ethrel). Πολλές από αυτές τις ουσίες όμως είναι δυνατόν να επηρεάσουν δυσμενώς το φύτρωμα και την ανάπτυξη των νεαρών φυταρίων.