Ελαιοποιήσιμες ποικιλίες

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 14:21, 13 Δεκεμβρίου 2013 υπό τον A papageorgiou (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ένα από τα πιο σηµαντικά χαρακτηριστικά είναι η παραγωγικότητα,δηλαδή η απόδοση σε λάδι,η ποσότητα και η σταθερότητα της καρποφορίας.Η καλή ποιότητα λαδιού εξαρτάται και από τον τρόπο συλλογής και τις µεθόδους αποθήκευσης και επεξεργασίας του καρπού. Από τις πιο σηµαντικές ποικιλίες για ελαιοποίηση είναι οι παρακάτω:

Κορωνέικη

Ελιές Κορωνέικες

Η κορωνέϊκη φέρει και τις συνωνυμίες: Βάτσικη, Κρητικιά, Κορωνιά, Κορώνι, Λαδολιά, Λιανολιά και Ψιλολιά. Καλλιεργείται κυρίως στους νομούς Μεσσηνίας, Αχαΐας, Αιτωλοκαρνανίας, Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Σάμου, Κυκλάδων, Χανίων, Ρεθύμνης, Ηρακλείου και Λασιθίου. Έχει το πλεονέκτηµα να προσαρµόζεται σε αντίξοες συνθήκες, άκρως ξηροθερµικές και να αντέχει σε δυνατούς ανέµους. Μπορεί να καλλιεργηθεί από τις παραθαλάσσιες περιοχές, µέχρι και σε υψόµετρο 500 µέτρων. Αναπτύσσεται σε δένδρο ύψους 5 –7 μέτρων. Τα φύλλα της είναι βαθυπράσινα,μήκους 5,47cm και πλάτους 1,03cm. Ο καρπός έχει σχήμα κυλινδροκωνικό με μέσο βάρος 1,3γρ. Η σχέση σάρκας προς πυρήνα του καρπού είναι 6,6:1. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι κυμαίνεται από 15% έως 27%. Χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την παραγωγή λαδιού εκλεκτής ποιότητας. Η απόδοση της ποικιλίας σε καρπό ανά δέντρο είναι 30 – 100 κιλά. Το φρέσκο λάδι ανεξαρτήτως οξύτητας, καίει στο λαιμό του ανθρώπου κατά τη βρώση του, ιδιότητα που οφείλεται πιθανόν σε κάποια ουσία, η οποία με τη πάροδο του χρόνου εξαλείφεται ή περιορίζεται και δεν γίνεται πλέον αισθητή κατά τη βρώση του. Μπορεί όμως να εξαλειφθεί ή να μη γίνεται αισθητή στο φρέσκο λάδι αν ο καρπός της, κατά την ελαιοποίηση, αναμειχθεί με καρπό άλλης ποικιλίας. Θεωρείται ποικιλία πολύ παραγωγική και ανθεκτική στις ξηροθερμικές περιοχές της χώρας. Έχει µικρές απαιτήσεις σε καλλιεργητικές εργασίες. Είναι ανθεκτική στο κυκλοκόνιο, µέτρια ανθεκτική στην βερτισιλλίωση και ευαίσθητη στον καρκίνο. Τέλος, είναι ευπαθής στο δάκο, στη ελιά και στο ρυγχίτη. Ο καρπός ωριµάζει από νωρίς τον Οκτώβριο έως και τον ∆εκέµβριο.

Μαστοειδής

Είναι γνωστή και ως Τσουνάτη, Ματσολιά και Μουρατολιά. Η συγκεκριμένη ποικιλία καλλιεργείται κυρίως στους νομούς Λακωνίας, Αρκαδίας (περιοχή Μεγαλοπόλεως), Μεσσηνίας (άνω Μεσσηνίας), Χανίων, Ρεθύμνης. Αναπτύσσεται σε δένδρο ύψους 6 –8 μέτρων. Τα φύλλα της είναι ανοιχτοπράσινα, μήκους 6,18cm και πλάτους 1,18cm, μέσου μεγέθους και οξύληκτα. Ο καρπός της έχει σχήμα ωοειδές, μέσου μεγέθους σχήματος λεμονιού με ευμεγέθη θηλή στην κορυφή του. Η σχέση σάρκας προς πυρήνα του καρπού είναι 6:1. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι είναι από 20% έως 30% ανάλογα µε την εποχή συγκοµιδής. Χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή λαδιού εκλεκτής ποιότητας. Είναι ποικιλία ανθεκτική σε χαµηλές θερµοκρασίες που καλλιεργείται σε υψόµετρο έως και 1000 µέτρα. Ωριμάζει τέλη Δεκεμβρίου αρχές Ιανουαρίου. Είναι ανθεκτική στον καρκίνο και ευαίσθητη στο κυκλοκόνιο και είναι µέτρια ανθεκτική στην ξηρασία.Θεωρείται ποικιλία ανεκτική στο ψύχος.

Βαλανολιά

Φέρει και τις συνωνυμίες: Βαλάνα, Μυτιληνιά και Κολοβή. Καλλιεργείται κυρίως στους νομούς Λέσβου όπου αποτελεί και το 70% περίπου, Χίου και Ευβοίας (Σκύρο). Αναπτύσσεται σε δένδρο ύψους 6 – 8 μέτρων. Τα φύλλα της είναι βαθυπράσινα, μήκους 6,21cm και πλάτους 1,24cm. Η σχέση σάρκας προς πυρήνα του καρπού είναι 4,9:1.Είναι µέτριας παραγωγικότητας,µε ελάχιστες απαιτήσεις.Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φθάνει στο 25%. Χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή λαδιού εκλεκτής ποιότητας. Θεωρείται μία από τις καλύτερες ποικιλίες ελιάς για την παραγωγλη λαδιού.

Αδραμυττίνη

Η ποικιλία αυτή φέρει και τις συνωνυμίες: Αϊβαλιώτικη, Μυτιλινιά, Καγδαγλίτισσα, Περαϊκή και Φραγκολιά. Καλλιεργείται κυρίως στο νομό Λέσβου, όπου αποτελεί το 20% περίπου αυτού. Αναπτύσσεται σε δένδρο ύψους 6 –8 μέτρων. Τα φύλλα της είναι βαθυπράσινα, μήκους 5,83cm και πλάτους 1,43cm. Ο καρπός έχει σχήμα υποστρόγγυλο, ελαφρά ωοειδές, μέσο βάρος 3,5γρ και χρώμα κιτρινωπό όταν είναι άγουρος. Η σχέση σάρκας προς πυρήνα του καρπού είναι 5,5:1. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φθάνει μέχρι 23%. Χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή λαδιού καλής ποιότητας. Θεωρείται ποικιλία ανεκτική στο ψύχος.


Κουτσουρελιά

Η κουτσουρελιά φέρει και τις συνωνυμίες: Κουτσουλιέρα, Λαδολιά, Λιανολιά χονδρή, Λιανολιά ψιλή, Ντόπια, Πατρινή και Πατρινιά. Καλλιεργείται κυρίως στους νομούς Κορινθίας, Αχαΐας, Λακωνίας και Αιτωλοακαρνανίας. Αναπτύσσεται σε δένδρο ύψους 5–7 μέτρων. Τα φύλλα της ελιάς αυτής είναι βαθυπράσινα, μήκους 3,95cm και πλάτους 0,88cm. Ο καρπός αυτής της ποικιλίας έχει σχήμα κυλινδροκωνικό, μέσο βάρος 1,2γρ. Η σχέση σάρκας προς πυρήνα του καρπού είναι 5:1. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φθάνει μέχρι 25%. Χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή λαδιού μέτριας ποιότητας. Θεωρείται ποικιλία απαιτητική σε εδαφική υγρασία.


Μεγαρείτικη

Φέρει και τις συνωνυμίες: Βοβωδίτικη, Περαχωρίτικη, Χονδρολιά βοβώδης και Λαδολιά. Καλλιεργείται κυρίως στους νομούς Αττικής και Βοιωτίας και σποραδικά στους νομούς Κορινθίας, Αχαΐας, Αργολίδας, Αρκαδίας (περιοχή Κυνουρίας), Εύβοιας, Φθιώτιδας, Μαγνησίας, Πιερίας και Χαλκιδικής. Αναπτύσσεται σε δένδρο πλαγιόκλαδο ύψους 5 –8 μέτρων. Τα φύλλα της είναι πράσινα, μήκους 6,64cm και πλάτους 0,93cm. Ο καρπός έχει σχήμα κυλινδροκωνικό, με τη μία πλευρά κυρτωμένη, μέσο βάρος 0,42γρ. Η σχέση σάρκας προς πυρήνα του καρπού είναι 9:1. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φθάνει στο 21%. Χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή λαδιού καλής ποιότητας και για την παρασκευή κονσερβών (πράσινες τσακιστές και μαύρες πατητές). Θεωρείται ποικιλία παραγωγική και ανεκτική στο ψύχος.








Κολυμπάδα

Η Κολυμπάδα φέρει και τις συνωνυμίες Καρυδολιά, Κολυμπάτη, Μηλολιά και Στρουμπουλολιά. Καλλιεργείται σε μικρές εκτάσεις στους νομούς Αττικής, Κυκλάδων, Μεσσηνίας και Εύβοιας. Αναπτύσσεται σε δένδρο ύψους 5 – 7 μέτρων. Τα φύλλα της είναι πράσινα, μήκους 6,57cm και πλάτους 1,13cm. Ο καρπός έχει σχήμα σφαιρικό, μέσο βάρος 6γρ και χρώμα ερυθροϊώδες κατά την ωρίμανση. Η σχέση σάρκας προς πυρήνα του καρπού είναι 4,2:1. Η περιεκτικότητα του καρπού κυμαίνεται στο 19%. Χρησιμοποιείται κυρίως για την παρασκευή πράσινων κονσερβών μέτριας ποιότητας.




Λιανολιά Κέρκυρας

Λιανολιά Κέρκυρας

Η Λιανολιά Κερκύρας φέρει και τις συνωνυμίες: Κορφολιά,Λαδολιά,Νερολιά,Πρεβεζάνα,Σουβλολιά και Στρυφτολιά. Καλλιεργείται κυρίως στο νομό Κερκύρας και σε μικρότερη έκταση στους νομούς Ζακύνθου,Κεφαλληνίας,Λευκάδας,Πρεβέζης και Θεσπρωτίας. Αναπτύσσεται σε δένδρο ύψους 12 –14 μέτρων. Τα φύλλα της ελιάς αυτής είναι βαθυπράσινα,μήκους 6,67cm και πλάτους 1,49cm. Ο καρπός της ποικιλίας αυτής έχει σχήμα κυλινδροκωνικό,με τη μια πλευρά ελαφρά κυρτωμένη,μέσο βάρος 2,3γρ.Η σχέση σάρκας προς πυρήνα του καρπού είναι 7,5:1. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φθάνει στο 19%.Χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή λαδιού καλής ποιότητας. Θεωρείται ποικιλία απαιτητική σε υγρασία, για αυτό ευδοκιμεί σε περιοχές μεγάλων βροχοπτώσεων και υψηλής ατμοσφαιρικής υγρασίας.


Αγουρομανακολιά

Η ποικιλία αυτή φέρει και τις συνωνυμίες: Αγουρομάνακο και Αγουρομανάκι. Καλλιεργείται στους νομούς Αργολίδας, Κορινθίας και Αρκαδίας. Αναπτύσσεται σε δένδρο ύψους 5–7 μέτρων. Τα φύλλα της είναι βαθυπράσινα, μήκους 6,50cm και πλάτους 1,3cm. Ο καρπός έχει σχήμα ωοειδές, μέσο βάρος 3,3γρ. Η σχέση σάρκας προς πυρήνα του καρπού είναι 6:1. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φθάνει μέχρι 30%. Χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την παραγωγή λαδιού εκλεκτής ποιότητας. Θεωρείται ποικιλία ανεκτική στο ψύχος και όψιμης ωριμάνσεως.