Κλάδεμα εσπεριδοειδών

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 11:32, 1 Απριλίου 2014 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η αφαίρεση , από υγιή και ενήλικα εσπεριδόδεντρα, μέρους της βλάστησής τους, μειώνει αναλογικά την παραγωγή τους. Το κλάδεμα ακόμη σε νεαρά δέντρα, που δεν έχουν εισέλθει σε καρποφορία, καθυστερεί την είσοδό τους σε καρποφορία. Γι' αυτό το κλάδεμα πρέπει να περιορίζεται σε επεμβάσεις μορφώσεως του σχήματος των δέντρων και διευκόλυνσης των διάφορων καλλιεργητικών εργασιών.

Η θέση που γίνεται η εναποθήκευση των τροφών, δεν είναι η ίδια μεταξύ των φυλλοβόλων δέντρων και των αειθαλών εσπεριδόδεντρων. Στα φυλλοβόλα οπωροφόρα δέντρα η εναποθήκευση των τροφών γίνεται κυρίως στο ριζικό τους σύστημα. Επομένως το κλάδεμά τους κατά τη ληθαργική περίοδο των δέντρων μειώνει ελάχιστα την ποσότητα των εναποθηκευμένων τροφών που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν από την ανοιξιάτικη βλάστηση.

Στα εσπεριδοειδή όμως οι υδατάνθρακες εναποθηκεύονται στα φύλλα, στοτς τρυφερούς βλαστούς και στους ξυλοποιημένους κλάδους των δέντρων. Μόνο ένα μικρό ποσοστό αυτών εναποθηκεύεται στο ριζικό τους σύστημα. Η εναποθηκευμένη ποσότητα τροφών φτάνει στο maximum κατά τα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου, είτε λίγο πριν από την έκπτυξη της νέας βλάστησης. Συνεπώς αφού η βλάστηση ενός εσπεριδοειδούς αποτελεί σημαντικό αποθηκευτικό χώρο, το κλάδεμα, που μειώνει τη βλάστηση αυτή, αναγκάζει το δέντρο να δημιουργήσει νέα βλάστηση, που αποβαίνει σε βάρος της παραγωγικότητάς του.

Τα εσπεριδόδεντρα, που δεν έχουν επάρκεια υδατανθράκων και αζώτου, παρουσιάζουν ασθενική βλάστηση και μικρή καρποφορία. Αν τα δέντρα παρουσιάζουν έλλειψη υδατανθράκων και επάρκεια αζώτου, τότε ευνοείται η ανάπτυξη ζωηρής βλάστησης. Όταν όμως οι υδατάνθρακες και το άζωτο βρίσκονται σε κανονικά επίπεδα, τότε επιτυγχάνεται κανονική βλάστηση και ικανοποιητική καρποφορία.

Κλάδεμα σποροφύτων

Τα σπορόφυτα κατά την εξαγωγή τους από το σπορείο για να μεταφυτευθούν στο φυτώριο, δέχονται το πρώτο κλάδεμα. Το κλάδεμα αυτό συνίσταται σε αφαίρεση μέρους του ριζικού συστήματος των σποροφύτων και μέρους της κόμης τους, για να επέλθει έτσι κάποια εξισορρόπηση μεταξύ βλαστήσεως και ριζικού συστήματος. Διαφορετικά η παρεχόμενη, με το ριζικό σύστημα των σποροφύτων, στα φύλλα ποσότητα νερού θα είναι ανεπαρκής και θα έχει σαν αποτέλεσμα την εκδήλωση μόνιμων συμπτωμάτων μαράνσεως.

Μετά τη φύτευση των σποροφύτων στο φυτώριο, λόγω του περιορισμού της βλάστησής τους, παρατηρείται έκπτυξη λαιμάργων στα χαμηλότερα σημεία του κορμού και μέχρι του ύψους, που πρόκειται να γίνει ο εμβολιασμός. Οι λαίμαργοι αυτοί συνήθως αποκόπτονται προσεκτικά με το χέρι. Η έκπτυξη των λαιμάργων μπορεί να παρεμποδιστεί, αν ο κορμός των σποροφύτων καλυφθεί με αλουμινόχαρτο.

Τα σπορόφυτα υποκείμενα, λίγες μέρες πριν εμβολιαστούν, κλαδεύονται ελαφρά, με αφαίρεση κάθε πλάγιας βλάστησης του κορμού τους μέχρι ύψους 30-40 εκ. για να διευκολυνθεί η διαδικασία του εμβολιασμού. Μετά την επιτυχία του εμβολιασμού το σπορόφυτο υποκείμενο συντέμνεται λίγα εκατοστά πάνω από το εμβόλιο. Μερικές φορές η σύντμηση διενεργείται την επόμενη άνοιξη. Η αφαίρεση του τακουνιού του υποκειμένου διενεργείται όταν ο βλαστός του εμβολίου αποκτήσει ύψος τουλάχιστον 60εκ. Η τομή, καλό είναι, να καλύπτεται με κάποια κόλλα εμβολιασμού.

Μέχρι της μεταφυτεύσεως των εσπεριδοδενδρυλλίων σε μόνιμη θέση στον οπωρώνα, διενεργείται ελαφρό μόνο κλάδεμα, που συνίσταται σε αφαίρεση των λαιμάργων. Συνήθως κατά τη μεταφύτευση τα δενδρύλλια συντέμνονται σε ύψος 75εκ. εκτός της ποικιλίας Σατσούμα της μανταρινιάς, που συντέμνεται χαμηλότερα λόγω της βραδύτερης ανάπτυξής της.

Κλάδεμα νεαρών δένδρων

Τα περισσότερα εσπεριδοειδή δε χρειάζονται κλάδεμα κατά τα δύο ή τρία πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους στον οπωρώνα, εκτός από την αφαίρεση των βλαστών, που εκφύονται κάτω από το σημείο διαμόρφωσης της κόμης του δέντρου. Ο κορμός τους πολλές φορές τυλίγεται με διάφορα υλικά, γιατί έτσι αποφεύγονται οι ζημιές από εγκαύματα ήλιου και εμποδίζεται μερικώς ή καθολοκληρία η έκπτυξη των λαιμάργων.

Όταν τα δέντρα συντέμνονται στο φυτώριο, πριν από τη μεταφύτευση στον οπωρώνα, μόνο οι οφθαλμοί, που βρίσκονται κοντά στο σημείο συντμήσεως, βλαστάνουν. Οι εκπτυσσόμενοι όμως βλαστοί βρίσκονται σε πολύ κοντινές αποστάσεις και χαρακτηρίζονται από ορθόκλαδη βλάστηση, μέχρι να καμφθούν από το βάρος τους, για να σχηματίσουν πλάγιες βλαστήσεις. Από το κέντρο της κόμης του δέντρου και από την πάνω επιφάνεια των καμπτόμενων βλαστών ξεφυτρώνουν νέοι βλαστοί, που καμπτόμενοι ξανά σχηματίζουν τις ποδιές των δένδρων. Επομένως κάθε επέμβαση κλαδέματος κατά το πρώτο στάδιο ανάπτυξης των δέντρων καθυστερεί τη διαμόρφωση της κόμης τους.

Καθώς όμως τα δέντρα μεγαλώνουν σε ηλικία και μέγεθος, το εσωτερικό μέρος της κόμης τους γεμίζει από βλαστούς. Η πυκνή αυτή βλάστηση, που παρατηρείται σε δένδρα ηλικίας 3 μέχρι 4 χρόνων, πρέπει να αραιώνεται, γιατί έτσι διευκολύνεται η είσοδος του ηλιακού φωτός προς το εσωτερικό μέρος της κόμης, που θεωρείται απαραίτητο για την επιβίωση και την αύξηση της παραγωγικότητας των δένδρων. Το κλάδεμα αυτό δεν πρέπει να είναι αυστηρό. Αν κατά τη διαμόρφωση της κόμης των δένδρων παρουσιαστούν μικρές ανωμαλίες, καλό είναι να αγνοηθούν. Συνήθως τα εσπεριδοειδή, όταν ενηλικιωθούν, αποκτούν σφαιρικό σχήμα.

Κατά τα επόμενα 5 ή 6 χρόνια το κλάδεμα πρέπει να είναι ελαφρό και να περιορίζεται στην αφαίρεση βλαστών, που διασταυρώνονται και αλληλοκαλύπτονται.

Μετά από κάθε επέμβαση κλαδέματος παρατηρείται έκπτυξη νέων βλαστών. Οι βλαστοί αυτοί πρέπει να αφαιρούνται, όταν είναι μικροί, γιατί τότε η αφαίρεση μπορεί να γίνει εύκολα με το χέρι. Αν τους αφήσουμε να αναπτυχθούν, αφαιρούν ποσότητες υδατανθράκων, με αποτέλεσμα τα δένδρα να χρειάζονται αργότερα αυστηρότερο κλάδεμα.

Κατά το κλάδεμα αν ένας κλάδος είναι ανεπιθύμητος, αφαιρείται από τη βάση ή σε μία πλάγια βλάστηση. Η τεχνική αυτή μειώνει τον αριθμό των λαιμάργων κοντά στη δημιουργούμενη τομή. Αν όμως ένας κλάδος είναι επιθυμητός, συντέμνεται μόνο όταν αποσκοπούμε σε παραγωγή πλάγιας βλάστησης ή σε ενδυνάμωση της υπάρχουσας βλάστησης. Η αφαίρεση των κλάδων πρέπει να γίνεται με κάθετη τομή κοντά στο σημείο έκφυσής τους, χωρίς να αφήνεται τακούνι, γιατί έτσι περιορίζεται ο αριθμός των λαιμάργων.

Κλάδεμα ενήλικων δένδρων

Οι πορτοκαλιές και τα γκρέιπ φρουτ, που έχουν φτάσει στο στάδιο της πλήρους καρποφορίας, χρειάζονται ελαφρό κλάδεμα. Τα διάφορα πειραματικά δεδομένα δείχνουν, πως η παραγωγή των υγιών εσπεριδόδενδρων μειώνεται ανάλογα με την αυστηρότητα του κλαδέματος. Ένα ελαφρό αραίωμα του πάνω μέρους της κόμης ευνοεί την ανάπτυξη καρποφόρου βλαστήσεως στο εσωτερικό μέρος της κόμης των δένδρων. Επίσης ο περιορισμός του ύψους των δένδρων καθιστά την καταπολέμηση των ασθενειών πιο αποτελεσματική και διευκολύνει τη συγκομιδή των καρπών. Όταν όμως ο περιορισμός του ύψους των δένδρων είναι υπερβολικός, τότε τα πλεονεκτήματα του περιορισμού του ύψους των δένδρων εξουδετερώνονται από το μειονέκτημα της αφαίρεσης μεγάλης ποσότητας καρποφόρου βλάστησης.

Με την ενηλικίωση των δένδρων, σε μη πυκνές εσπεριδοφυτείες, οι πρώτοι κλάδοι, που παρακμάζουν σε παραγωγή και ποιότητα καρπών, είναι συνήθως οι εκπτυσσόμενοι προς την κορυφή της κόμης. Ένα ελαφρό επομένως αραίωμα των κλάδων αυτών ευνοεί την ανάπτυξη νέας καρποφόρου βλάστησης, αλλά δε θα πρέπει να ανοιχτεί το δέντρο σε τέτοιο βαθμό, που να υπάρχει ενδεχόμενο να υποστούν οι κλάδοι του ζημιές από ηλιακά εγκαύματα. Αν υπάρξει περίπτωση ένας κλάδος να εκτεθεί επικίνδυνα στον ήλιο, τότε καλό είναι να καλυφθεί με κάποιο υλικό ή να επαλειφθεί με διάλυμα ασβεστίου. Το αραίωμα γίνεται πάντοτε σε κάποια πλάγια βλάστηση. Τα ξηρά κλαδιά πρέπει να αφαιρούνται τακτικά αλλά η αφαίρεση μικρών ξηρών βλαστών είναι εργασία αντιοικονομική. Η αδύνατη και μη καρποφόρος βλάστηση στο κέντρο της κόμης του δέντρου πρέπει να αφαιρείται, αλλά οι ζωηροί βλαστοί, όταν προσφέρονται , πρέπει να διατηρούνται και να κάμπτονται, για να γεμίσουν τα μέρη εκείνα της κόμης, που είναι αραιά, με καρποφόρο βλάστηση. Οι ποδιές του δέντρου είναι εκείνες που φέρουν το μεγαλύτερο φορτίο των καρπών, γι' αυτό το κλάδεμα πρέπει να είναι πολύ ελαφρό μέχρι ν' αρχίσει η παρακμή της παραγωγικής βλάστησης. Οι μη καρποφόρες ποδιές πρέπει να αφαιρούνται με κόψιμο από το κάτω μέρος αφήνοντας τις πάνω και τις νέες βλαστήσεις να αντικαταστήσουν τις αφαιρούμενες. Η επέμβαση αυτή αυξάνει την παραγωγική ικανότητα των ποδιών.

Καθώς όμως τα δένδρα μεγαλώνουν, είναι αναγκαίο να κλαδευτούν, για να περιοριστεί η ανάπτυξή τους στην έκταση, που έχει καθορίσει η απόσταση φύτευσης των δένδρων. Αυτό συνήθως παρατηρείται σε εσπεριδοφυτείες πυκνής φύτευσης. Το κλάδεμα που αποσκοπεί σε διατήρηση του δένδρου σε ένα ορισμένο μέγεθος, πρέπει να γίνεται με το χέρι, αλλά προκαλεί κάποια μείωση στην παραγωγή. Αν τα δένδρα μιας εσπεριδοφυτείας είναι πολύ πυκνά φυτευμένα, τότε ενδείκνυται η εκρίζωση κάθε δεύτερου δένδρου. Αυτό όμως πρέπει να γίνεται πριν καταστραφεί μεγάλο μέρος της καρποφόρου βλάστησης των ποδιών απ' τη σκιά.

Οι ενήλικες λεμονιές έχουν την τάση να παράγουν βλάστηση, που αναπτύσσεται πιο ελεύθερα από τη βλάστηση άλλων εσπεριδοειδών και να δίνουν αφθονία καρπών, όταν παραμείνουν ακλάδευτες. Αλλά στα ακλάδευτα δένδρα η βλάστηση είναι αδύνατη και πολύ μπερδεμένη. Η μορφολογική αυτή κατάσταση των δένδρων δε διευκολύνει τη συλλογή των καρπών και την αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης των διαφόρων ασθενειών. Ακόμα η πυκνότητα αυτή των δένδρων επιφέρει δυσκολίες στην εκτέλεση διαφόρων καλλιεργητικών εργασιών. Επιπρόσθετα το μη κλάδεμα των δένδρων επιταχύνει την ανάπτυξη νεκρώσεων. Η εκδήλωση της πάθησης αυτής στο φλοιό μπορεί να μειωθεί, αν όχι να αποφευχθεί, με το κατάλληλο κλάδεμα.

Για τις λεμονιές ενδείκνυται να καταστρωθεί ένα συστηματικό πρόγραμμα κλαδέματος, όταν ακόμα αυτές είναι μικρές και να συνεχιστεί μέχρι της ενηλικίωσής τους. Ενδείκνυται το ελαφρό και κατά συχνά διαστήματα κλάδεμα. Περιοδικά αραιώματα ανεπιθύμητων κλάδων και συντμήσεις άλλων σε κάποια πλάγια βλάστηση, συμβάλλουν στην ανάπτυξη δένδρων με κόμη διαμορφωμένη χαμηλά προς το έδαφος, που διευκολύνει τη συλλογή των καρπών.

Κλάδεμα ζημιωθέντων δένδρων

Τα δένδρα, που παθαίνουν ζημιές, από παγετό, από πολύ ψηλές θερμοκρασίες ή από τρωκτικά ζώα, χρειάζονται ειδικό κλάδεμα. Περιοδικοί παγετοί συμβαίνουν συχνά σε μερικές τουλάχιστον εσπεριδοπαραγωγικές περιοχές της χώρας. Αν η ζημιά είναι ελαφρή και έχει προσβληθεί μόνο το φύλλωμα και οι μικροί βλαστοί, τότε δε χρειάζεται κλάδεμα. Όταν όμως έχουν προσβληθεί μεγαλύτεροι κλάδοι από έναν ισχυρό παγετό, τότε το κλάδεμα είναι αναγκαίο.

Η ζημιά από παγετό γίνεται εμφανής μέσα σε λίγες μέρες στο φύλλωμα και στις νέες βλαστήσεις. Για μεγαλύτερης όμως ηλικίας κλάδους είναι αδύνατο να καθοριστεί η έκταση της ζημιάς. Η αποξήρανση των κλάδων μετά από ισχυρό παγετό, μπορεί να συνεχιστεί καθ' όλη την εποχιακή περίοδο, που σημειώθηκε ο παγετός. Ακόμα κλάδοι, που φαίνεται αρχικά να έπαθαν μεγάλη ζημιά και πρέπει να αφαιρεθούν, ενδέχεται να αναλάβουν ξανά. Γι' αυτό το κλάδεμα πρέπει να αναβάλλεται για έξι τουλάχιστον μήνες από τότε που σημειώθηκε ο παγετός. Έτσι παρέχεται χρόνος στα δένδρα να δημιουργήσουν νέα βλάστηση και να εκδηλώσουν την έκταση της ζημιάς με την αποξήρανση των ζημιωθέντων κλάδων τους. Τα δένδρα, που έπαθαν ζημιά από παγετό, αν δεν κλαδευτούν αμέσως μετά τον παγετό, αναλαμβάνουν γρηγορότερα από εκείνα που κλαδεύονται αμέσως μετά τον παγετό.

Κατά το κλάδεμα παγετόπληκτων δένδρων, αφαιρούνται όλοι οι ζημιωθέντες κλάδοι, μέχρι του σημείου εκείνου που αναβλαστάνουν νέοι ζωηροί βλαστοί. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να διορθώνεται και ο σκελετός της κόμης του δένδρου με ελαφρά μετέπειτα κλαδέματα.

Σε περιπτώσεις ισχυρών ζημιών, όπου καταστρέφεται ολόκληρη η κόμη του δένδρου μέχρι τον κορμό αυτού, ενδείκνυται η ανάπτυξη νέας κόμης. Σε τέτοιες περιπτώσεις αφαιρείται η κόμη του δένδρου και μέρος του κορμού αυτών, με ενδεχόμενο να παραχθούν δένδρα με πολλαπλό κορμό. Η κατάσταση αυτή δεν είναι ανεπιθύμητη. Μετά τον παγετό και μέχρι να σχηματισθεί κάπως η νέα κόμη, πρέπει να επιτρέπεται η ανάπτυξη όλων των λαιμάργων, για να αποκατασταθεί η ισορροπία μεταξύ του υπεργείου και υπογείου συστήματος ωτν δένδρων. Όταν επιτευχθεί αυτό, κάθε περιττή βλάστηση πρέπει να αφαιρείται, αφού αφεθεί αρκετός αριθμός βλαστών, για τη διαμόρφωση του σκελετού της κόμης των δένδρων.

Αν όμως καταστραφεί το επάκριο τμήμα της κόμης νεαρών δένδρων, ενδείκνυται η ανανέωση αυτού, που ευνοεί την ανάπτυξη ενός ζωηρού βλαστού. Ο δε βλαστός, που θα επιλεγεί για να αναπληρώσει το κατεστραμμένο μέρος της κόμης, φορτσάρεται εμ κορυφολόγημα, που έχει σαν σκοπό την παραγωγή νέων πλάγιων βλαστήσεων.

Ζημιές επίσης προκαλούν στα δένδρα και οι ζεστοί ξεροί άνεμοι. Στις περιπτώσεις αυτές πολλοί από τους αποφυλλωθέντες κλάδους αναλαμβάνουν, αλλά η αναβλάστηση είναι βραδύτερη από εκείνη του παγετού. Οι κλάδοι, που δε θα αναλάβουν, πρέπει να αφαιρεθούν από το δένδρο προσεχτικά, για να μην καταστραφεί αξιόλογη ποσότητα υγιούς φυλλώματος.

Μερικές φορές παρατηρούνται και σπασίματα κλάδων στα δένδρα από ισχυρούς ανέμους. Πιο ευαίσθητα είναι τα νεαρά και ζωηρά λεμονόδενδρα. Αν ένας κλάδος, που φέρει καρπούς, σπάσει, αλλά συνεχίζει να εφάπτεται και να τρέφεται επαρκώς, η αφαίρεσή του αναβάλλεται μέχρι να ωριμάσουν και να συλλεγούν οι καρποί. Ενδεχομένως να χρειαστεί αργότερα κάποιο κλάδεμα αραιώσεως των εκπτυσσόμενων βλαστών.

Αν τα δένδρα υποστούν ζημιά από τρωκτικά ζώα, συνήθως αναλαμβάνουν μόνα τους. Αυτό οφείλεται στο ότι είναι υγιή και τα τρωκτικά κατά κανόνα προσβάλλουν τέτοιου είδους δένδρα. Αν όμως το ριζικό σύστημα των δένδρων έχει υποστεί σοβαρή ζημιά και δεν μπορεί να τροφοδοτήσει το υπέργειο τμήμα του δένδρου με την αναγκαία ποσότητα νερού, τότε αποκαθίσταται με κλάδεμα η ισορροπία μεταξύ υπογείου και υπεργείου τμήματος των δένδρων.

Σε περιπτώσεις πλήρους χαρακώματος των δένδρων, η επιβίωσή τους εξασφαλίζεται με την άμεση εφαρμογή του γεφυρωτού εμβολιασμού σε συνδυασμό με αυστηρό κλάδεμα.

Εποχή κλαδέματος

Η εποχή του κλαδέματος δεν είναι κρίσιμη για τα εσπεριδοειδή. Πειραματικά όμως δεδομένα δείχνουν, ότι καλύτερα αποτελέσματα, από φυσιολογικής πλευράς του δέντρου, πρέπει να αναμένονται αν το κλάδεμα γίνει νωρίς την άνοιξη, όταν έχει παρέλθει ο κίνδυνος των παγετών και δεν έχει ξεκινήσει ο ανοιξιάτικος κύκλος βλάστησης των δέντρων. Μεγαλύτερη ανανέωση βλάστησης επιτυγχάνεται με το ανοιξιάτικο κλάδεμα και η μικρότερη με το φθινοπωρινό κλάδεμα. Το φθινοπωρινό κλάδεμα ευνοεί την ανάπτυξη ενός όψιμου κύματος βλάστησης, που είναι πολύ ευαίσθητο στους παγετούς του χειμώνα.

Η εποχή του κλάδέματος μπορεί να επηρεαστεί από την παρουσία ώριμων καρπών πάνω στα δέντρα. Μικρό πρόβλημα παρουσιάζεται στις πορτοκαλιές Μέρλιν και τις χειμωνιάτικες ποικιλίες των γκρέιπ φρουτ, όταν η παραγωγή συγκομίζεται πριν την άνοιξη.

Στις πορτοκαλιές Βαλέντσια και στις καλοκαιρινές ποικιλίες των γκρέιπ φρουτ, κατά το ίδιο διάστημα, πάνω στα δέντρα απαντούν άγουροι και ώριμοι καρποί. Στις περιπτώσεις αυτές προτιμάται κλάδεμα κατά τα τέλη του καλοκαιριού μετά τη συλλογή των καρπών, όταν η παρουσία του καρπού πάνω στο δέντρο σπανίζει. Σε μερικά είδη, που χαρακτηρίζονται από κάποια τάση παρενιαυτοφορίας, ενδείκνυται το κλάδεμα να γίνεται κατά το χρόνο της μη κανονικής καρποφορίας των δέντρων.

Κλάδεμα ανανέωσης

Όταν ένας οπωρώνας από εσπεριδοειδή γεράσει, τότε μειώνεται η ζωηρότητα των δένδρων, με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής και την υποβάθμιση της ποιότητας των καρπών. Η μείωση της ζωηρότητας των δένδρων συνοδεύεται από ξηράνσεις μικρών βλαστήσεων και μικρών κλάδων, χωρίς αυτό να προέρχεται από παθολογικά αίτια.

Η παρακμή αυτή των δένδρων προέρχεται από το γήρας των δένδρων, τις μικρές βροχοπτώσεις, τα ακατάλληλα ποτίσματα, τις συγκεντρώσεις των αλάτων στο έδαφος, τις προσβολές από ιώσεις και άλλα παθογόνα και τη μόλυνση της ατμόσφαιρας, παράγοντες, που επιδρούν χωριστά ο καθένας ή σε διάφορους συνδυασμούς.

Το κλάδεμα ανανέωσης αναγκάζει το δένδρο να δημιουργήσει νέα καρποφόρο βλάστηση και ποικίλλει σε αυστηρότητα από μέτριο, που συνίσταται σε αραίωση κλάδων της κόμης των δένδρων, μέχρι πλήρους σκελετοκλαδέματος των δένδρων. Με το σκελετοκλάδωμα αφαιρούμε κάθε βλάστηση μικρότερη σε διάμετρο από 2.5εκ., αφήνοντας μόνο τους κύριους και δευτερεύοντες βραχίονες του δένδρου. Όταν αφαιρούνται τα παλιά και αδύνατα μέρη του δένδρου, νέοι οφθαλμοί βλαστάνουν και νέα καρποφόρος βλάστηση σχηματίζεται. Σε αυτές τις περιπτώσεις, αν και διορθώνεται η αιτία της παρακμής, τα αποτελέσματα του κλαδέματος είναι προσωρινά και τα δένδρα γρήγορα ξαναπαρακμάζουν.

Μόνο ένα καλοσχεδιασμένο πρόγραμμα ποτίσματος, λίπανσης, καταπολέμησης των ασθενειών και ένα καλό κλάδεμα χρειάζονται, για να επαναφέρουμε ξανά τον παρακμάζοντα οπωρώνα σε παραγωγικότητα.

Το αυστηρό κλάδεμα των λεμονόδενδρων, που προσβλήθηκαν από παθήσεις νεκρώσεως του ξύλου, είναι η μόνη επέμβαση, που μπορεί να τα διατηρήσει σε παραγωγή για πολλά χρόνια.

Μετάδοση ασθενειών με κλάδεμα

Επειδή με το κλάδεμα μπορεί να μεταδοθούν διάφοροι παθολογικοί μικροοργανισμοί, ενδείκνυται τα μολυσμένα δέντρα να κλαδεύονται τελευταία ή να γίνεται απολύμανση των εργαλείων, που χρησιμοποιούνται για κλάδεμα. Η απολύμανση των χειροκίνητων εργαλείων είναι εύκολη, ενώ είναι αδύνατη στις κλαδευτικές μηχανές. Η απολύμανση όπου είναι δυνατή μπορεί να γίνει με εμβάπτιση των εργαλείων σε διάφορα απολυμαντικά. Μετά την απολύμανση τα εργαλεία εκπλέονται με υδατικό διάλυμα ξυδιού, προς αποφυγήν ζημιών που ενδέχεται να προκληθούν από το απολυμαντικό.