Κλιματικές συνθήκες μηλιάς

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 13:02, 10 Ιουνίου 2015 υπό τον P chasapis (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η µηλιά είναι δέντρο κυρίως των ψυχρών και υγρών περιοχών. Απαιτεί δροσερό καλοκαίρι (µέγιστη θερµοκρασία 29oC) και αντέχει στις χαµηλές θερµοκρασίες µέχρι-40oC.Οι χαµηλές θερµοκρασίες είναι απαραίτητες για τη διακοπή του λήθαργου των οφθαλµών της και το δροσερό καλοκαίρι για παραγωγή µήλων υψηλής ποιότητας. Αν και η µηλιά ανθίζει όψιµα (πρώτο 15ήµερο του Απριλίου) διατρέχει κίνδυνο από τους ανοιξιάτικους παγετούς.Οι περιοχές που βρίσκονται κοντά σε θάλασσες, λίµνες και ποτάµια προσφέρονται καλύτερα για την καλλιέργεια της µηλιάς, λόγω της µείωσης του κινδύνου να προκληθούν ζηµιές από παγετό, γιατί η υδάτινη επιφάνεια συντελεί στη διατήρηση της θερµοκρασίας σε επιθυµητά επίπεδα.Στις παραθαλάσσιες όµως ανεµόπληκτες περιοχές µπορεί να προκληθούν ζηµιές από τα σταγονίδια της θάλασσας στα φύλλα και τους καρπούς της.

  • Θερµοκρασία: Η θερµοκρασία του καλοκαιριού επηρεάζει την εµφάνιση του κόκκινου χρώµατος των καρπών και κατά συνέπεια την ποιότητα της παραγωγής σε χώρες, που το καταναλωτικό κοινό δείχνει ιδιαίτερη προτίµηση στις κόκκινες ποικιλίες.Σαν καταλληλότερη µέση θερµοκρασία κατά τους µήνες Ιούλιο και Αύγουστο είναι 20-21oC. Οι πολύ υψηλές θερµοκρασίες, όταν συνοδεύονται και από σηµαντική έλλειψη εδαφικής υγρασίας,προξενούν σοβαρές ζηµιές στην παραγωγή.Οι κατ’ εξαίρεση χαµηλές θερµοκρασίες (κάτω των -25oC) µπορεί να προξενήσουν ζηµιές στα δέντρα κυρίως όταν ήπιες καιρικές συνθήκες ακολουθούνται από πολύ χαµηλές θερµοκρασίες. Η ανθεκτικότητα στις χαµηλές θερµοκρασίες και οι απαιτήσεις τους σε ήπιους χειµώνες και ζεστά καλοκαίρια διαφέρει από ποικιλία σε ποικιλία.
  • Βροχόπτωση: Ευδοκιμεί σε περιοχές με ετήσιο ύψος βροχόπτωσης πάνω από 500mm, που κατανέμεται σε όλη τη διάρκεια της βλαστικής του περιόδου. Σε περιοχές με λιγότερη βροχόπτωση χρειάζεται πότισμα. Όταν όμως υπάρχει νερό για πότισμα, τότε η βροχόπτωση έχει πολύ μικρή σημασία.
  • Υγρασία: Η υψηλή σχετική υγρασία κατά την περίοδο της καρποφορίας αποτελεί περιοριστικό παράγοντα λόγω των αυξηµένων δαπανών καταπολέµησης των ασθενειών, κυρίως των σκωριάσεων.
  • Ηλιοφάνεια: Το άφθονο ηλιακό φως είναι απαραίτητο γιατί επηρεάζει σηµαντικά το χρώµα των καρπών, χαρακτηριστικό που σε ορισµένες περιπτώσεις καθορίζει την ποιότητα των καρπών. Επειδή οι υπεριώδεις ακτίνες του ήλιου παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην εµφάνιση του κόκκινου χρώµατος των καρπών, οι περιοχές µε ατµόσφαιρα απαλλαγµένη σκόνης και καπνών προσφέρονται για την καλλιέργεια της µηλιάς.
  • Ανάγκες σε ψύχος: Η µηλιά έχει µεγαλύτερες ανάγκες σε χαµηλές θερµοκρασίες από οποιονδήποτε άλλο φυλλοβόλο καρποφόρο είδος. Η ανάγκη αυτή αποτελεί περιοριστικό παράγοντα για την επιτυχή καλλιέργεια της µηλιάς σε περιοχές που χαρακτηρίζονται σαν θερµές ή όπου οι χειµώνες είναι αρκετά θερµοί. Μετά από θερµούς χειµώνες πολλοί οφθαλµοί δεν εκπτύσσονται, η βλάστηση είναι αδύνατη ή απρόθυµη, η άνθηση χρονικά ανώµαλη, η καρποφορία περιορισµένη και η ωρίµανση των καρπών ασύγχρονη. Οι µη εκπτυσσόµενοι καρποφόροι οφθαλµοί που βρίσκονται,σε λήθαργο, δεν αποβάλλονται όπως συµβαίνει στα πυρηνόκαρπα (βερυκοκκιά, ροδακινιά), αλλά περικλείουν άνθη µερικώς ή ολικώς ατελή. Οι ποικιλίες που καλλιεργούνται στη χώρα µας καλύπτουν επαρκώς τις ανάγκες τους σε ψύχος (800 – 1700 ώρες κάτω από 7oC). Τα τελευταία χρόνια οι βελτιωτές έχουν επιλέξει ποικιλίες µε µικρές απαιτήσεις σε χαµηλές θερµοκρασίες για τη διακοπή του λήθαργου, που είναι κατάλληλες για σχετικά θερµές περιοχές.[1]

Βιβλιογραφία

  1. . Ανάπτυξη καρπών μηλιάς και αχλαδιάς και φυσικοχημικές μεταβολές τους, πτυχιακή εργασία της Μηνοπούλου Χαρίκλειας, Θεσσαλονίκη 2007.