Λίπανση ρυζιού

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 12:17, 19 Ιουλίου 2016 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Το ρύζι παρουσιάζει μία ιδιαιτερότητα ως προς τη λίπανση γιατί το έδαφος στο οποίο καλλιεργείται βρίσκεται σε συνεχή σχεδόν κατάκλυση με νερό με συνέπεια να δημιουργούνται συνθήκες που διευκολύνουν την έκπλυση και διαρροή των χρησιμοποιούμενων λιπαντικών στοιχείων. Η διαρροή των τελευταίων επαυξάνεται επίσης λόγω της επιβαλλόμενης τακτικής ανανέωσης του νερού για την απομάκρυνση των αλάτων του εδάφους, ιδιαίτερα κατά τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης των φυτών. Να σημειωθεί ότι το ρύζι καλλιεργείται σε εδάφη τα οποία είναι συνήθως αλατούχα παθογενή. Η επιφανειακή λίπανση πρέπει να γίνεται με λιπάσματα κοκκώδους μορφής, αργά διαλυόμενα στο νερό και σε χρονικές στιγμές που να έπονται της ανανέωσής του. Η βελτίωση των αλατούχων εδαφών με ρύζι επιβάλλει επίσης τη χρησιμοποίηση όξινων λιπασμάτων τα οποία μειώνουν το ρΗ του εδάφους. Τα πιο ενδιαφέροντα λιπαντικά στοιχεία για την καλλιέργεια του ρυζιού είναι

  • το άζωτο,
  • ο φωσφόρος,
  • το κάλιο,
  • το θείο και
  • ο ψευδάργυρος.

Άζωτο: Η ποσότητα του αζώτου που θα χρησιμοποιηθεί εξαρτάται από την καλλιεργούμενη ποικιλία, από την επάρκεια νερού άρδευσης και από την αμειψισπορά. Για μια ικανοποιητική απόδοση 750-800 χγρ./στρ., ποσότητα αζώτου 14-16 χγρ./στρ. είναι αρκετή για το σύνολο σχεδόν των καλλιεργούμενων ποικιλιών. Μικρότερες γενικά ποσότητες αζωτούχων λιπασμάτων συνιστώνται για τις πρώιμες ποικιλίες, τις ευαίσθητες στην ασθένεια πυρικουλάρια και για εκείνες που παρουσιάζουν τάση πλαγιάσματος. Η ύπαρξη επαρκών ποσοτήτων νερού άρδευσης επηρεάζει επίσης την ποσότητα του αζωτούχου λιπάσματος. Μεγαλύτερη αξιοποίηση του αζώτου γίνεται σε συνθήκες κανονικής άρδευσης και μικρότερη σε περιπτώσεις ανεπάρκειας νερού. Τέλος, η ποσότητα του αζώτου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 12 χγρ./στρ. όταν γίνεται αμειψισπορά με μηδική. Γενικά δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ποσότητες αζωτούχων λιπασμάτων μεγαλύτερες από αυτές που συνιστώνται για να αποφεύγεται η επιβάρυνση του περιβάλλοντος από περίσσεια νιτρικών ιόντων και η δημιουργία υδαρών φυτών, επιρρεπών στην προσβολή από τους μύκητες.

Μακροχρόνια πειράματα έδειξαν ότι από την ποσότητα αζωτούχου λιπάσματος που θα χρησιμοποιηθεί για τη λίπανση του ρυζιού το 40% πρέπει να εφαρμόζεται βασικά με ενσωμάτωση στο έδαφος, ενώ η υπόλοιπη ποσότητα επιφανειακά σε δύο δόσεις, από τις οποίες η πρώτη, 40 %, στο αδέλφωμα (25-35 ημέρες μετά τη σπορά) και η δεύτερη, 20 %, πριν από την έναρξη της φάσης της διόγκωσης (50-60 ημέρες μετά τη σπορά).

Κατάλληλα λιπάσματα για τη βασική αλλά και την επιφανειακή λίπανση είναι αυτά που εμπεριέχουν το άζωτο σε αμμωνιακή μορφή. Η μη χρησιμοποίηση νιτρικών λιπασμάτων θεωρείται αναγκαία γιατί αυτά απονιτροποιούνται σε σημαντικό βαθμό και χάνονται.

Φωσφόρος: Τα φυτά ρυζιού έχουν ανάγκη προμήθειας φωσφόρου καθόλη τη βλαστική περίοδο. Ποσότητα φωσφόρου 4-8 χγρ./στρ. κρίνεται επαρκής για την επίτευξη υψηλών αποδόσεων, εφόσον βέβαια δεν υπάρχει έλλειψη των λοιπών θρεπτικών στοιχείων. Η μικρή κινητικότητα του φωσφόρου στο έδαφος σε συνδυασμό με την ανάγκη του στα πρώτα στάδια της ανάπτυξης των φυτών ρυζιού επιβάλλει την προσθήκη του στο έδαφος βασικά, με ενσωμάτωση.

Κάλιο: Η απορρόφηση του καλίου κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των φυτών ρυζιού ακολουθεί πορεία όμοια με εκείνη του αζώτου. Στην αρχή της βλαστικής περιόδου και κατά τη διάρκεια του αδελφώματος παίζει σπουδαίο ρόλο στον καθορισμό του αριθμού των αδελφιών. Κατά τη διάρκεια των επόμενων σταδίων της ανάπτυξης των φυτών αυτό προωθεί τη σύνθεση και μεταφορά των υδατανθράκων και το σχηματισμό και αύξηση του βάρους των κόκκων. Επειδή σκληραγωγεί τα φυτά, αυξάνει την αντοχή τους στις ασθένειες, εχθρούς και αντίξοες κλιματικές συνθήκες. Τέλος, αυξάνει την απόδοση σε καρπό και άχυρο και την αντοχή των φυτών στο πλάγιασμα με ενδυνάμωση των στελεχών τους.

Για μία ικανοποιητική απόδοση, προσθήκη 6-10 χγρ./στρ. καλίου κρίνεται ικανοποιητική. Όταν η έλλειψη του στο έδαφος είναι μικρή ολόκληρη η ποσότητα του πρέπει να εφαρμόζεται βασικά με ενσωμάτωση στο έδαφος, ενώ όταν αυτή είναι σημαντική η μισή ποσότητα του πρέπει να εφαρμόζεται βασικά και η υπόλοιπη μισή επιφανειακά, στο αδέλφωμα. Έχει διαπιστωθεί επίσης ότι η αντίδραση των φυτών ρυζιού σε άζωτο και φωσφόρο είναι σημαντικά αυξημένη μετά από προσθήκη καλίου.

Θείο: Συμβάλλει στην αύξηση της απόδοσης σε καρπό ρυζιού και στη βελτίωση της ποιότητας του. Προσθήκη στο έδαφος φωσφορικής αμμωνίας, νιτροθειικής αμμωνίας και θειικού καλίου αυξάνει την κάλυψη των αναγκών των φυτών ρυζιού σε θείο.

Ψευδάργυρος: Έλλειψη ψευδαργύρου έχει σημειωθεί σε εδάφη με υψηλό pH γιατί μπορεί να δεσμευθεί σε οργανικά σύμπλοκα. Υψηλή συγκέντρωση φωσφόρου στο έδαφος μπορεί επίσης να ελαττώσει τη διαθεσιμότητα του. Σε περίπτωση έλλειψης του μπορεί να γίνει εφαρμογή του πριν τη σπορά (βασικά) ή 2-3 εβδομάδες μετά τη σπορά.

Σε αλατούχα εδάφη όπως είναι αυτά που χρησιμοποιούνται στην καλλιέργεια ρυζιού, η εφαρμογή της γύψου μειώνει το pH του εδάφους και επομένως συντελεί στη βελτίωσή του.