Λόγοι δημιουργίας αγροτικών συνεταιρισμών

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 14:00, 12 Μαρτίου 2013 υπό τον A papageorgiou (Συζήτηση)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Oι παραγωγοί δημιουργούν συνεταιρισμούς για να μπορούν μέσω αυτών να εμπορεύονται τα προϊόντα τους για διάφορους λόγους. Αυτοί οι λόγοι μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις βασικές κατηγορίες:

  1. Ασύμμετρη δύναμη της αγοράς των παραγωγών αγροτικών προϊόντων ή των διεκπεραιωτών.
  2. Ατελής πληροφόρηση μεταξύ παραγωγών και εμπόρων.
  3. Κόστη συναλλαγών που σχετίζονται με τις επενδύσεις των παραγωγών.

Ασύμμετρη δύναμη της αγοράς των παραγωγών αγροτικών προϊόντων ή των διεκπεραιωτών

Η ασύμμετρη δύναμη της αγοράς είναι η πιο συνηθισμένη αιτία δημιουργίας συνεταιρισμών σύμφωνα με διάφορες έρευνες. Η ασύμμετρη δύναμη της αγοράς απορρέει από τη διαφορά του αποδοτικού μεγέθους της αγροτικής παραγωγής και της επεξεργασίας και προώθησής της. Επειδή οι περισσότερες αγροτικές μονάδες οργανώνονται σε οικογενειακή βάση, το μέγεθος της αγροτικής μονάδας καθορίζεται από την εργασία και συγκεκριμένα η διοικητική ικανότητα παρέχεται από την οικογενειακού τύπου αγροτική μονάδα παραγωγής. Η επεξεργασία και η προώθηση των αγροτικών προϊόντων υπόκεινται σημαντικά σε οικονομίες κλίμακας, κάτι που δίνει τη δυνατότητα σε μικρό αριθμό ατόμων να ασχοληθούν με την επεξεργασία και προώθηση σε μία συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Η δημιουργία του εν λόγω ολιγοπωλίου οδηγεί σε χαμηλές τιμές για τους αγρότες, εν αντιθέσει με αυτές που θα πετύχαιναν σε μία ανταγωνιστική αγορά.






Ατελής πληροφόρηση μεταξύ παραγωγών και εμπόρων

Η ατελής πληροφόρηση μεταξύ παραγωγού και αγοραστή των προϊόντων, είναι αποτέλεσμα της μέτρησης του κόστους. Για παράδειγμα, η μέτρηση των γνωρισμάτων του προϊόντος ή η μέτρηση της ανθρώπινης απόδοσης δημιουργούν ασυμμετρίες στην πληροφόρηση. Η μέτρηση του κόστους σε μία σχέση είναι προβληματική, όταν οι εμπορικά συναλλασσόμενοι έχουν αποκλίνοντα συμφέροντα. Η ατελής πληροφόρηση δίνει τη δυνατότητα ευκαιριακών συμπεριφορών από τα άτομα δυο τύπων, της μετά συμβατικής καιροσκοπίας που αναφέρεται στην έλλειψη προσπάθειας από μέρους του αντιπροσώπου και της προσυμβατικής καιροσκοπίας που αναφέρεται στη διαστρέβλωση της ικανότητας ή της ποιότητας από τον αντιπρόσωπο.

Το αποτέλεσμα της ατελούς πληροφόρησης είναι ότι οι αμοιβαία πλεονασματικές συναλλαγές ίσως να μην πραγματοποιηθούν γιατί το ένα ή το άλλο μέρος φοβάται μην εξαπατηθεί. Οι συνεταιρισμοί ιδρύθηκαν για να λύσουν τα προβλήματα μέτρησης μεταξύ των παραγωγών και των αγοραστών τους. Για παράδειγμα, οι πρώτοι συνεταιρισμοί ιδρύθηκαν γιατί κάποιο παραγωγοί δεν είχαν τη δυνατότητα να μετρήσουν την ποιότητα των φυτοφαρμάκων και των τροφών που αγόραζαν. Ο Hennesy (1996), έδειξε ότι η ατελής πληροφόρηση σχετικά με την ποιότητα του προϊόντος ίσως αποτέλεσε και την αιτία για την κάθετη ολοκλήρωση. Ακόμη, υποστήριξε ότι η ατελής πληροφόρηση είναι η αιτία για τη δημιουργία τοπικών πιστωτικών συνεταιρισμών από τους παραγωγούς (credit cooperatives). Το 19o αιώνα οι αγρότες δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση με συμφέροντα επιτόκια. Τα επιτόκια ήταν πολύ υψηλά αντικατοπτρίζοντας την μονοπωλιακή δύναμη του τοπικού δανειστή και το υψηλό κόστος πληροφόρησης σχετικά με το δανειζόμενο. Οι τράπεζες βρίσκονταν συνήθως σε πόλεις, έχοντας δυσκολία στη συλλογή πληροφοριών για την πιστοληπτική ικανότητα των πελατών τους. Για τους παραπάνω λόγους, δημιουργήθηκαν συνεταιρισμοί οι οποίοι συνέλεγαν στοιχεία για τα μέλη τους και για οποιαδήποτε πίστωση χορηγούνταν σε αυτά, ήταν υπεύθυνοι. Έτσι είχαν ένα κίνητρο να συλλέγουν ορθές πληροφορίες για να μην έχουν πρόβλημα με την τράπεζα, κάτι που έκανε συμφέρον το επιτόκιο χρηματοδότησης.






Κόστη συναλλαγών που σχετίζονται με τις επενδύσεις των παραγωγών

Η θεωρία αναφορικά με τα κόστη συναλλαγών ξεκινά από την υπόθεση ότι οι άνθρωποι (αντιπρόσωποι), χαρακτηρίζονται από περιορισμένη λογική και ευκαιριακή συμπεριφορά. Η μεταβλητή που χρησιμοποιείται για τη συναλλαγή, σε αυτή τη θεωρία, είναι η παρουσία συγκεκριμένων στοιχείων ενεργητικού ή επενδύσεων. Οι συγκεκριμένες επενδύσεις είναι διαρκείς και πραγματοποιούνται για την υποστήριξη συγκεκριμένων συναλλαγών με ένα συγκεκριμένο εμπορικό εταίρο. Το κόστος ευκαιρίας αυτών των επενδύσεων των παραγωγών είναι πολύ μικρότερο στην καλύτερη εναλλακτική λύση ή η πραγματική συναλλαγή πρέπει να περατωθεί πρόωρα από τους χρήστες. Αυτά τα κόστη συναλλαγών μπορούν να αποφευχθούν διεξάγοντας τις συναλλαγές μέσα στην ίδια εταιρία διαλέγοντας την κάθετη ολοκλήρωση. Τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία φέρνουν αντιμέτωπους τους επενδυτές με τον κίνδυνο να γίνουν όμηροι από τον άλλο εταίρο της συναλλαγής.