Φυσιολογικές ιδιαιτερότητες των νεογνών χοίρων

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 12:53, 19 Ιουνίου 2015 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Μία έως 2 ώρες μετά τη γέννηση, η θερμοκρασία των νεογνών υποβιβάζεται φυσιολογικά κατά 2-3oC, επανακτά δε την κανονική της τιμή μέσα σε 24 ώρες με οξείδωση της γλυκόζης του αίματος. Αν όμως τα ζώα δεν θηλάσουν εγκαίρως και επαρκώς, η γλυκόζη και τα αποθέματα του ηπατικού γλυκογόνου εξαντλούνται γρήγορα με αποτέλεσμα να καταβάλλονται οι σωματικές δυνάμεις των νεογνών και να μειώνεται η ικανότητά τους για θηλασμό. Τα φαινόμενα αυτά είναι εντονότερα όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι χαμηλή και τα νεογνά λιποβαρή, με συνέπεια την αύξηση της θνησιμότητας από 15-20% που είναι κανονικά σε μέχρι 60%.

Τα νεογνά στερούνται ανοσίας [1] γιατί οι ανοσοσφαιρίνες της χοιρομητέρας δεν διέρχονται τον πλακούντα και τα έμβρυα δεν εφοδιάζονται με αντισώματα κατά την ενδομήτριο ζωή τους. Η φυσιολογική αυτή ατέλεια επανορθώνεται με τη λήψη του πρωτογάλακτος (ΠΓ) γιατί αυτό περιέχει 7-8% ανοσοσφαιρίνες που παράγονται στον μαστό και κυρίως την ΙgΑ, η οποία προστατεύει τα χοιρίδια από νόσους του πεπτικού και αναπνευστικού συστήματος. Η λήψη όμως του ΠΓ πρέπει να είναι έγκαιρος και επαρκής ώστε κατά τις πρώτες 12 ώρες να έχουν καταναλωθεί από κάθε χοιρίδιο >150 gΠΓ δεδομένου ότι έξι ώρες μετά τον τοκετό η περιεκτικότητα του ΠΓ σε αντισώματα υποβιβάζεται στα 50% και σε 15-16 ώρες στα 10-15% της αρχικής και μόνο κατά το πρώτο 24ωρο είναι δυνατή η απορρόφηση αναλλοίωτων αντισωμάτων από το έντερο του νεογνού, γιατί κατά το διάστημα αυτό δεν παράγεται ΗCΙ στον στόμαχο των νεογνών και συνεπώς δεν μετουσιώνονται οι ανοσοσφαιρίνες, το ΠΓ περιέχει αντιθρυψινικούς παράγοντες που εμποδίζουν τη δράση των πρωτεϊνολυτικών ενζύμων στο έντερο και ο βλεννογόνος του εντέρου είναι περατός για ακέραια μόρια πρωτεϊνών. Η παραγωγή αντισωμάτων από τα χοιρίδια (ενεργητική ανοσία) αρχίζει την 2η εβδομάδα της ζωής τους και ολοκληρώνεται σε ηλικία 6-8 εβδομάδων, κατά το διάστημα όμως αυτό τα χοιρίδια προστατεύονται, έστω και ατελώς, με τα αντισώματα του γάλακτος που παράγονται στο μαστό και προσκολλώνται σε υποδοχείς του εντερικού βλεννογόνου. Τα πεπτικά ένζυμα των νεογνών είναι προσαρμοσμένα στην πέψη των συστατικών του γάλακτος, η συγκέντρωση όμως και η ενεργότητά τους αρχίζουν να μεταβάλλονται από το τέλος της πρώτης εβδομάδας. Κατά τη γέννηση κυριαρχεί η παρουσία της λακτάσης και της λιπάσης, ενώ εκείνη της πεψίνης και θρυψίνης είναι περιορισμένη, της δε αμυλάσης και μαλτάσης ασήμαντη, με την πάροδο όμως της ηλικίας η εικόνα προοδευτικά αναστρέφεται και κατά την 5η εβδομάδα είναι αντίστοιχη εκείνης των αναπτυγμένων ζώων. Για τους λόγους αυτούς η διατροφή των χοιριδίων αρχίζει με αποκλειστική τροφή το γάλα που συμπληρώνεται γρήγορα με στερεή τροφή της οποίας η μεν ποσότητα αυξάνεται προοδευτικά και τελικά αντικαθιστά το γάλα, η σύσταση όμως, η πεπτικότητα και οι ζωοτροφές που την αποτελούν πρέπει να παρακολουθούν την εξέλιξη της πεπτικής ικανότητας των χοιριδίων. Αλλιώς εκδηλώνεται διάρροια, περιορίζεται η ανάπτυξη των χοιριδίων και αυξάνεται η θνησιμότητά τους.




Βιβλιογραφία

  1. "Διατροφή Αγροτικών Ζώων", Γ. Ζέρβα-Π. Καλαϊσκάκη-Κ. Φεγγερού, Εργαστήριο Διατροφής Ζώων, Τμήμα Ζωϊκής Παραγωγής, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών