Έλεγχος της Αλατότητας στον Αγρό

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η ακριβής γνώση του βαθμού μεταβολής του επιπέδου της αλατότητας του εδάφους είναι προφανώς μεγάλης πρακτικής αξίας. Με βάση αυτή μπορούμε αποτελεσματικά να χειριστούμε τα προβλήματα που συνδέονται με την αξιοποίηση των αλατούχων εδαφών στην πράξη.

Καθώς το θέμα της αλατότητας οξύνεται με την πάροδο του χρόνου λόγω της υποχρεωτικής εφαρμογής της άρδευσης στις καλλιέργειες των ξηροθερμικών κλιματικών περιοχών και της χρήσης νερών υφαλμύρου προέλευσης συνέπεια της ανυπαρξίας νερών καλής ποιότητος, η ανάγκη του ελέγχου του επιπέδου της αλατότητας του εδάφους καθίσταται με την πάροδο του χρόνου αδήριτη. Ο έλεγχος αυτός συνίσταται στη μέτρηση της ηλεκτρικής αγωγιμότητας του εδάφους στο εργαστήριο ή τον αγρό. Οι μέθοδοι που εφαρμόζονται εν προκειμένω είναι οι εξής: α) Δειγματοληψία εδάφους και προσδιορισμός της ηλεκτρικής αγωγιμότητας στο εργαστήριο. Η μέθοδος αυτή είναι αναμφίβολα χρονοβόρα, διότι το ληφθέν δείγμα εδάφους θα πρέπει να ξηρανθεί, κοσκινιστεί και ακολούθως να προετοιμαστεί η πάστα κορεσμού, να εκχυλιστεί εν κενώ και να προσδιοριστεί η ηλεκτρική αγωγιμότητα (EC) με τη γέφυρα αγωγιμότητας. Το μειονέκτημα της μεθόδου αυτής είναι ότι η μέτρηση της EC γίνεται μακράν του αγρού, δηλαδή στο εργαστήριο, κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Εξάλλου, η τιμή της αγωγιμότητας του εκχυλίσματος κορεσμού διαφέρει από εκείνη του εδαφοδιαλύματος. Ωστόσο, είναι μια μέθοδος διεθνώς αποδεκτή και μάλιστα λόγω της στενής σχέσης μεταξύ της ECΤ του εκχυλίσματος κορεσμού και του εδαφοδιαλύματος. Ωστόσο, είναι μια μέθοδος διεθνώς αποδεκτή και μάλιστα λόγω της στενής σχέσης μεταξύ της EC του εκχυλίσματος κορεσμού και του εδαφοδιαλύματος, την τιμή EC του τελευταίου την θεωρούμε ότι αντανακλά την αγωγιμότητα του εδαφοδιαλύματος. Στον αγρό η μέτρηση της EC μπορεί να γίνει ως εξής: α) εκχύλιση εν κενώ του εδάφους, όταν η υγρασία του είναι στο επίπεδο της υδατοϊκανότητας, β) τοποθέτηση αισθητήρων (sensors) στο έδαφος (In place sensors), γ) μέτρηση της EC απευθείας στη μάζα του εδάφους στον αγρό (Βulk Elemental Conductivity) και δ) χρήση ανιχνευτών τεσσάρων ηλεκτροδίων με καθετήρα αγωγιμότητας (The Four electrode salinity Probe).

Από τις πιο πάνω μεθόδους, η μέν: α) εκχυλίζει το έδαφος σε περιορισμένη κλίμακα και εφόσον η υγρασία του βρίσκεται στο επίπεδο της υδατοϊκανότητας. β) Η μέθοδος προσδιορίζει την αγωγιμότητα σε περιορισμένη μάζα εδάφους και σε εντοπισμένες θέσεις, όπου δηλαδή τοποθετούνται οι αισθητήρες. Ειδικότερα, ο ανιχνευτής των 4 ηλεκτροδίων δίνει την EC τόσο οριζοντίως όσο και καθέτως και τη μετρά στη φυσική κατάσταση του εδάφους και στο αντίστοιχο επίπεδο υγρασίας (νερού). Όμως οι μετρήσεις ισχύουν για κάθε ξεχωριστό έδαφος, δηλαδή, είναι εξειδικευμένες για κάθε περίπτωση και απαιτείται η βαθμολόγηση του οργάνου για κάθε ξεχωριστό έδαφος για να μπορούν τα αποτελέσματα να ερμηνευτούν σωστά. Το κύριο πλεονέκτημα της μεθόδου αυτής είναι ότι οι μετρήσεις γίνονται πολύ εύκολα και γρήγορα και μάλιστα ανά πάσα στιγμή. Το γεγονός αυτό δίνει τη δυνατότητα να ελέγχεται η EC, οπότε το επιθυμούμε, και να λαμβάνουμε τα αντίστοιχα μέτρα. Οι μονάδες που χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση της EC είναι dS x m^-1 ή mmhos x cm^-1 σε 250C.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Τα προβληματικά εδάφη και η βελτίωση τους, Π. Κουκουλάκης τ. Αναπληρωτής Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ, ΑΡ. Παπαδόπουλος Τακτικός Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ