Οργανογραφία των εσπεριδοειδών

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Τα καλλιεργούμενα εσπεριδοειδή είναι δένδρα μονόκορμα. Οι κύριοι βραχίονές τους συνήθως εκφύονται από τον κορμό σε ύψος 60-120εκ. από το έδαφος. Ο κορμός τους είναι κυλινδρικός, εκτός σε μεγάλης ηλικίας δέντρα, όπου σχηματίζονται πάνω στον κορμό τους ράχες, πάνω από μεγάλες ρίζες συνήθως και κάτω από μεγάλους βραχίονες. Οι ράχες αυτές απαντούν πιο συχνά στη λεμονιά παρά σε οποιοδήποτε άλλο είδος εσπεριδοειδούς.

Η κόμη των περισσότερων καλλιεργούμενων ποικιλιών των εσπεριδοειδών είναι συνήθως σφαιρική, αν και το σχήμα του δέντρου μπορεί να ποικίλλει, ανάλογα με τον τρόπο του κλαδέματος. Οι πορτοκαλιές και τα γκρέϊπ φρουτ χαρακτηρίζονται από πυκνή βλάστηση, που αποτελείται από πάρα πολλούς μικρούς βλαστούς, ενώ οι λεμονιές από κάπως αραιή βλάστηση, που αποτελείται από λιγότερους και μεγαλύτερους βλαστούς. Στη λεμονιά οι μεγαλύτεροι από τους δευτερεύοντες κλάδους αυξάνουν κατά ένα χαρακτηριστικό, εκκεντρικό τρόπο, με αποτέλεσμα ο κλάδος να λαμβάνει διατομή επιμήκη αντί για κυκλική. Αυτό οφείλεται στη μεγαλύτερη δραστηριότητα του καμβίου, που παρατηρείται στο κάτω μέρος του κλάδου και έχει σαν αποτέλεσμα το σχηματισμό δακτυλίων αυξήσεως με μεγάλο πάχος προς τα κάτω και μικρό προς τα πάνω. Εκκεντρική αύξηση παρατηρείται ακόμα και σε κλάδους πορτοκαλιάς, γκρέιπ φρουτ και άλλων εσπεριδοειδών, αλλά το φαινόμενο αυτό δεν είναι τόσο συνηθισμένο και έντονο όσο στη λεμονιά. Σε τέτοιυς κλαδους η ικανότητα επουλώσεως των πληγών είναι μεγαλύτερη στην κάτω πλευρά του κλάδου παρά στην πάνω. Η γεωτροπική όπως ονομάζεται, αύξηση φαίνεται πιο καθαρά σε κλάδους που έχουν οριζόντια περίπου κατεύθυνση.

Τα εσπεριδοειδή, στο σπορείο, φέρουν μια κύρια ρίζα. Η εμφάνιση δύο ή περισσότερων κύριων ριζών παρατηρείται συνήθως σε μεγαλύτερης ηλικίας φυτά και είναι αποτέλεσμα αποκοπής ή σπασίματος της αρχικής κύριας ρίζας κατά τη μεταφύτευση από το σπορείο.

Τα καλλιεργούμενα εσπεριδοειδή (εκτός της λεμονιάς) με την επίδραση υποτροπικού κλίματος, μεσογειακού τύπου, πέφτουν σε λήθαργο το χειμώνα, αλλά δε ρίχνουν τα φύλλα τους. Οι μασχαλιαίοι τους οφθαλμοί αρχίζουν να εκπτύσσονται κατά τη διάρκεια των ζεστών περιόδων του Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου, αλλά η νέα βλάστηση δεν αυξάνει με δραστηριότητα μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου ή Μαρτίου. Ένα μεγάλο μέρος των μασχαλιαίων οφθαλμών εκπτύσσεται κανονικά, κυρίως δε εκείνοι που βρίσκονται προς την κορυφή του βλαστού. Τα εσπεριδοειδή χαρακτηρίζονται από βλάστηση, που εμφανίζεται κατά κύματα, τουλάχιστον δύο το χρόνο, ένα την άνοιξη και ένα το καλοκαίρι. Η ανοιξιάτικη όμως βλάστηση είναι εκείνη που παράγει τα πιο πολλά άνθη. Η βλάστηση αυτή μπορεί να φέρει άνθη και λεπιόμορφα φύλλα ή να φέρει μερικά καλώς ανεπτυγμένα φύλλα, μερικά λεπιόμορφα και άνθη.

Άλλοι βλαστοί μπορεί να είναι φυλλοφόροι με άνθη στην κορυφή και στα πλάγια, στις μασχάλες των φύλλων και άλλοι μόνο φυλλοφόροι. Η καλοκαιρινή βλάστηση χαρακτηρίζεται κυρίως από ανάπτυξη φυτοζωϊκών οργάνων δηλαδή βλαστών, φύλλων και οφθαλμών. Από τον κανόνα αυτό εξαιρούνται η κιτριά, η λεμονιά και η λιμεττία, που χαρακτηρίζονται από μία τάση συνεχούς βλαστήσεως και καρποφορίας. Οι ανθοφόροι βλαστοί υπερισχύουν στα ώριμα δένδρα και οι φυλλοφόροι στα νεαρά δένδρα. Από τους βλαστούς οι ανθοφόροι φέρουν συνήθως οκτώ κόμβους, τα δε μεσογονάτια διαστήματα τόσο στους φυλλοφόρους με άνθη βλαστούς όσο και στους φυλλοφόρους που δεν παράγουν άνθη, είναι μεγάλα και τριγωνικά σε διατομή, ενώ τα μεσογονάτια διαστήματα των βλαστών με λεπιόμορφα φύλλα είναι μικρά, κυκλικής διατομής και κατά κανόνα έχουν λιγότερα από οκτώ μεσογονάτια διαστήματα. Σε μερικές περιπτώσεις κυρίως στη λεμονιά, η μορφολογία της βλάστησης, που φέρει άνθη, μπορεί να είναι τόσο διαφοροποιημένη, που να δίνει την εμφάνιση ανθικού στελέχους με μονήρη, επάκρια άνθη. Οι βλαστοί αυτοί είναι κοντοί σε μήκος, έχουν κυκλική διατομή και ελάχιστα λεπιόμορφα φύλλα. Η ανθοφορία της πορτοκαλιάς είναι πλούσια την άνοιξη, αλλά τα περισσότερα άνθη εκφυλίζονται και πέφτουν, όπως συμβαίνει άλλωστε και με τα μη καλώς ανεπτυγμένα φύλλα. Οι μικρές βλαστήσεις ξηραίνονται συνήθως, όταν πέσουν όλα τα φύλλα και οι καρποί τους.

Η δραστηριότητα του καμβίου αρχίζει με την εμφάνιση του ανοιξιάτικου κύματος βλαστήσεως και επεκτείνεται με κατεύθυνση προς τα χαμηλότερα σημεία του δένδρου, για να φτάσει στον κορμό του δένδρου μετά από διάστημα περίπου τεσσάρων εβδομάδων.

Η επιμήκυνση της ρίζας γίνεται κατά κύματα, όπως και στους βλαστούς, με την παρατήρηση, όπως υποστηρίζουν μερικοί ερευνητές, ότι η αύξηση της βλάστησης αναστέλλει την αύξηση της ρίζας.

Σε υποτροπικές περιοχές, τα καλοκαιρινά και φθινοπωρινά κύματα βλάστησης της πορτοκαλιάς διαφέρουν από την ανοιξιάτικη βλάστηση. Συνήθως δε σχηματίζουν άνθη. Τα φύλλα που παράγουν είναι μεγαλύτερα, οι βλαστοί είναι μακρύτεροι και μερικές φορές το μήκος τους είναι αρκετά μεγάλο και ο αριθμός των νέων βλαστών μικρός.