Συγκράτηση νερού από τα ασβεστούχα εδάφη

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Τα χαρακτηριστικά της συγκράτησης του νερού των υπόψη εδαφών σχετίζονται άμεσα με τα αναπτυσσόμενα φυτά. Το σχετικό ερώτημα που τίθεται εν προκειμένω είναι σε τι βαθμό το CaCO3 των ασβεστούχων εδαφών επηρεάζει τη σχέση τους με το νερό; Από τη συσσωρευμένη πειραματική μαρτυρία προκύπτει ότι η καμπύλη συγκράτησης του νερού από τα ασβεστούχα εδάφη υπό την τάση 1-15 atm είναι περίπου όμοια μ' εκείνη των ελαφρών αμμωδών εδαφών, όπου παρατηρείται μια έντονη μείωση του νερού του εδάφους στο επίπεδο τάσης 1 atm σε σύγκριση με τις υψηλότερες τάσεις. Με άλλα λόγια, η επίδραση του CaCO3 στη σχέση νερού-ασβεστούχων εδαφών φαίνεται ότι σχετίζεται περισσότερο με τη δράση του CaCO3 στο σχηματισμό των δομικών μονάδων του εδάφους (συσσωματώματα) παρά με την ικανότητα συγκράτησης νερού από τα εδάφη αυτά. Συνέπεια των ανωτέρω, η άρδευση των καλλιεργειών στα ασβεστούχα εδάφη θα πρέπει να γίνεται σε χαμηλή τάση, δηλαδή να εφαρμόζεται το νερό με μεγαλύτερη συχνότητα, ώστε να διατηρείται η τάση συγκράτησης του νερού χαμηλή.

Το νερό στα ασβεστούχα εδάφη κινείται με μεγαλύτερη ταχύτητα απ' ότι σε κανονικό έδαφος της ίδιας μηχανικής σύστασης, που στερείται όμως του CaCO3. Όσο δε είναι μεγαλύτερη η περιεκτικότητα του, τόσο η διήθηση όσο και η κίνηση του νερού δια της μάζας του εδάφους είναι μεγαλύτερη. Αυτό εξηγείται εκ του ότι η παρουσία του CaCO3 συνεπάγεται τη βελτίωση της συσσωμάτωσης και κατ' επέκταση της δομής, με αποτέλεσμα να διευκολύνεται η κίνηση του νερού εντός της μάζας του εδάφους. Αυτή η ευνοϊκή δράση του CaCO3 ισχύει για αντίστοιχη περιεκτικότητα του ίση με 10-15%. Στο εύρος αυτά τα συσσωματώματα είναι σταθερά και εξασφαλίζεται η επιθυμητή αναλογία μάκρο προς μικροπόρους, ενώ σε υψηλότερα επίπεδα CaCO3 (> 15%) παρατηρούνται φαινόμενα κατακρήμνισης του CaCO3 στους χώρους των μακροπόρων με συνέπεια την αύξηση των μικροπόρων, γεγονός που οδηγεί στον περιορισμό της περατότητας και στη δημιουργία δυσχερειών στην κίνηση του νερού. Η επίδραση αυτή του CaCO3 σχετίζεται περαιτέρω και με το μέγεθος και το βαθμό κατανομής των κόκκων του ανθρακικού ασβεστίου στο έδαφος, καθώς βέβαια και με την ολική περιεκτικότητά του. Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι τόσο πιο αδρομερείς είναι οι κόκκοι του CaCO3, τόσο πιο αποτελεσματική θα είναι η κίνηση του νερού και επομένως θα είναι περισσότερο διαθέσιμο στα φυτά.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Τα προβληματικά εδάφη και η βελτίωση τους, Π. Κουκουλάκης τ. Αναπληρωτής Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ, ΑΡ. Παπαδόπουλος Τακτικός Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ