Συστήματα και πίνακες αμπελογραφικής περιοχής

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Συστήματα και πίνακες αμπελογραφικής περιγραφής

Η Αμπελογραφική Περιγραφή, ως μέθοδος και εργαλείο της Αμπελογραφίας, για την διάκριση και ταξινόμηση των ειδών και ποικιλιών του γένους Vitis, αναφέρεται στους αμπελογραφικούς χαρακτήρες πολλών οργάνων του πρέμνου, στις ιδιότητες, την καλλιεργητική συμπεριφορά και την οικονομική σημασία της ποικιλίας και σε αρκετά ακόμη στοιχεία ώστε ο καθορισμός ενός (αποδεκτού) συστήματος περιγραφής είναι τελείως απαραίτητος για την αποφυγή συγχύσεως. Ακόμη είναι απαραίτητο ένα τέτοιο σύστημα, επειδή πολύ συχνά οι αμπελογραφικοί ορισμοί διακρίνονται από γενοκότητες και καμιά φορά από αοριστίες.

Στα διάφορα συστήματα αμπελογραφικής περιγραφής, χρησιμοποιούνται αλλού λιγότερα και αλλού περισσότερα όργανα του πρέμνου. Στην περιγραφή και διάκριση των ειδών του γένους Vitis χρησιμοποιούνται ορισμένα βασικά όργανα ενώ αντίθετα στην περιγραφή και διάκριση των ποικιλιών του είδους vinifera ο αριθμός των χαρακτήρων που περιγράφονται αυξάνει σημαντικά. Στη συνέχεια αναφέρονται συνοπτικά οι χαρακτήρες των κυριότερων οργάνων του πρέμνου που χρησιμοποιούνται στις αμπελογραφικές περιγραφές και στο τέλος παρατίθεται ο Πίνακας Αμπελογραφικής Περιγραφής.

  1. Νεαρή βλάστηση και αναπτυγμένα φύλλα. Νεαρή βλάστηση (εκβλάστημα) ονομάζεται η κορυφή βλαστού, που μόλις εκβλάστησε, μήκους 10-30 εκατοστά του μέτρου αποτελούμενη από νεαρά φυλλάδια που βρίσκονται κολλημένα στον άξονα του βλαστού. Οι χαρακτήρες της νεαρής βλάστησης που περιγράφονται αναφέρονται στο σχήμα και στο χρώμα της και στην ύπαρξη ή όχι χνοασμού. Το σχήμα χαρακτηρίζεται ως κλειστό (σφαιρικό), μετρίως ανοιχτό, ανοιχτό με όρθια κατεύθυνση του άξονα του βλαστού ή και πτυσσόμενη. Το χρώμα των φύλλων της νεαρής βλάστησης μπορεί να είναι πράσινο, φαιό ερυθρό, ρόδινο, υπόξανθο, χαλκοπράσινο, χαλκόχροο κλπ. Τέλος τα νεαρά φυλλάρια μπορεί να είναι χνοώδη ή άχνοα. Στην πρώτη περίπτωση ο χνοασμός χαρακτηρίζεται ως μεταξώδης (μικρά, όρθια, σκληρά τριχίδια), βελουδοειδής (τριχίδια αραιά, εύκαμπτα, πυκνά), βαμβακώδης (πολύ πυκνά εριώδη τριχίδια, ευλύγιστα, που καλύπτουν ολόκληρη την επιφάνεια του φύλλου). Τα αναπτυγμένα φύλλα (μετά την απόκτηση του τελικού μεγέθους) δεν αλλάζουν σχήμα στην ίδια περιοχή, όμως το σχήμα και το μέγεθος των φύλλων της ίδιας ποικιλίας παραλλάσουν έντονα στις διάφορες αμπελοφόρες περιοχές. Η αμπελογραφική περιγραφή του αναπτυγμένου φύλλου γίνεται κατά την περίοδο της έναρξης ωρίμανσης του φορτίου και αφορά τα φύλλα των κόμβων 8-11 (ή και 9-12). Το μέγεθος του φύλλου επηρεάζεται από αρκετούς παράγοντες (ηλικία πρέμνου, ευρωστία και ζωηρότητα πρέμνου, γονιμότητα και υγρασία εδάφους, κλπ.). Για τον προσδιορισμό του μεγέθους ως κριτήριο λαμβάνεται το μήκος του φύλλου προς το μήκος του μεσογονατίου. Έτσι, μεγάλα είναι τα φύλλα, όταν το μήκος τους είναι ίσο με το μήκος ενάμισυ μεσογονατίου, μέτρια (μεσαίου μεγέθους) όταν το μήκος τους είναι ίσο με το μήκος ενός μεσογονατίου και μικρά όταν το μήκος τους είναι μικρότερο από το μήκος ενός μεσογονάτιου. Το σχήμα των φύλλων παραλλάσει έντονα. Με κριτήρια το σχετικό μήκος των κύριων νευρώσεων και των γωνιών που σχηματίζουν μεταξύ τους και ακόμη τις σχέσεις του μήκους προς το πλάτος του φύλλου, το σχήμα τους μπορεί να είναι: Καρδιόσχημο (Μήκος:Πλάτος =5, 2 (α+β) μέχρι 200 μοίρες), Σφηνοειδές (Μήκος:Πλάτος =3-4, 2(α+β) κάτω των 200 μοιρών), Κόλουρο (Μήκος:Πλάτος =1, 2(α+β) κάτω των 200 μοιρών), Κυκλικό (Μήκος:Πλάτος =1, 2(α+β) άνω των 200 μοιρών), Νεφροειδές (Μήκος:Πλάτος =1, 2(α+β) άνω των 200 μοιρών). Από το έλασμα του φύλλου (άνω και κάτω επιφάνεια) αμπελογραφικά ενδιαφέρουν οι χαρακτήρες πάχους (λεπτό, μέτριο, παχύ), χνοασμού, το χρώμα και το είδος της επιφάνειας (επίπεδο, πομφολυγώδες, μελικηρώδες, κυματώδες, κατσαρό, με αναδιπλώσεις κ.λπ.) Τα κύρια νεύρα του φύλλου είναι πέντε και σχηματίζουν σταθερές γωνίες που αποτελούν σημαντικούς αμπελογραφικούς χαρακτήρες μαζί με το σημείο συμβολής τους, το λεγόμενο μισχικό σημείο. Το έλασμα ενώνεται με το βλαστό με το μίσχο (του φύλλου) οι αμπελογραφικοί χαρακτήρες του οποίου αναφέρονται στο χρώμα, το μήκος, τη γωνία πρόσφυσης, το πάχος, την ύπαρξη χνοασμού, την παρουσία αυλακιού και που παραλλάσουν έντονα. Οι νευρώσεις των φύλλων καταλήγουν σε οξείς σχηματισμούς, τους «οδόντες», οι οποίοι διαφέρουν ανάλογα με το σχήμα, το μήκος και τον αριθμό τους. Το σχήμα τους εξαρτάται από τη γωνία που σχηματίζουν οι πλευρές τους και από τους χαρακτήρες των ίδιων των πλευρών. Έτσι οι οδόντες μπορεί να είναι οξείς με ίσιες πλευρές, αμβλείς, με κυρτές πλευρές, με κοίλες πλευρές και με διάφορους συνδυασμούς των παραπάνω στοιχείων. Τέλος λοιπούς χαρακτήρες του φύλλου αποτελούν οι κόλποι και οι λοβοί που παρουσιάζει. Συνήθως οι κόλποι (και επόμενα οι λοβοί) είναι πέντε, δύο ζεύγη πλευρικών και ο μισχικός κόλπος που μπορεί να πάρει διάφορα σχήματα. Το βάθος των πλευρικών κόλπων παραλλάσει έντονα. Όταν και οι τέσσερις πλευρικοί κόλποι είναι βαθείς το φύλλο ονομάζεται πεντάκολπο (ή πεντάλοβο), όταν οι δύο κατώτεροι πλευρικοί δεν είναι βαθείς ονομάζεται τρίκολπο (τρίλοβο) και όταν μόνο ο μισχικός κόλπος είναι εμφανής το φύλλο ονομάζεται πλήρες.
  2. Σταφύλι. Οι αμπελογραφικοί χαρακτήρες του σταφυλιού βοηθούν σημαντικά στον προσδιορισμό των ποικιλιών, ιδιαίτερα της ευρωπαϊκής αμπέλου παρά το γεγονός ότι παραλλάσουν έντονα. Κυριότεροι χαρακτήρες του σταφυλιού είναι το σχήμα, το μέγεθος, η πυκνότητα και οι χαρακτήρες του ποδίσκου. Για την περιγραφή ως δείγμα λαμβάνεται το πλησιέστερο προς τη βάση της κληματίδας σταφύλι. Το σχήμα του σταφυλιού μπορεί να είναι κυλινδρικό, κωνικό, ακανόνιστο με ή χωρίς πτερυγώσεις, ενώ το μέγεθος κυμαίνεται από μικρό, μέτριο, μεγάλο έως πολύ μεγάλο. Για τον προσδιορισμό του μεγέθους χρησιμοποιείται η σχέση «μήκος σταφυλιού προς το μήκος του μεσογονατίου». Έτσι μεγάλο είναι το σταφύλι, όταν το μήκος του είναι ίσο με το μήκος δύο μεσογονατίων, πολύ μεγάλο όταν είναι μεγαλύτερο από το μήκος δύο μεσογονατίων, μέτριο όταν το μήκος του είναι ίσο ή μικρότερο με το μήκος του μεσογονατίου και τέλος μικρό είναι το μέγεθος του σταφυλιού όταν το μήκος του είναι ίσο με το ½ του μήκους του μεσογονατίου. Αν ληφθεί ως κριτήριο μεγέθους το βάρος του σταφυλιού, τότε οι αντίστοιχες τιμές κατά μέγεθος είναι μέχρι 300 γραμ. για το μικρό, μεταξύ 300-600 για το μέτριο, μεταξύ 600-900 για το μεγάλο και πάνω από 900 γραμμάρια για το πολύ μεγάλο σταφύλι. Σε σχέση με το χαρακτήρα «πυκνότητα», τα σταφύλια διακρίνονται σε πυκνόρραγα (όταν η επαφή των ραγών μεταξύ τους είναι τόσο στενή ώστε να αλλοιώνεται το σχήμα τους), μέτρια πυκνόρραγα (οι ράγες έρχονται σε επαφή χωρίς να αλλοιώνεται το σχήμα τους) και αραιόρραγα (όταν οι ράγες δεν έρχονται σε επαφή). Τέλος όσον αφορά τον ποδίσκο, μελετάται το μήκος του, η καλή ξυλοποίηση κατά την πλήρη ωρίμανση και η παρουσία ή όχι καρποφόρας έλικας στον κόμβο του. Ο ποδίσκος θεωρείται πολύ μακρύς (επιμήκης), όταν ισούται με το ½ του μήκους του σταφυλιού, μακρύς όταν ισούται με το ¼ του μήκους του σταφυλιού και βραχύς με το 1/8 του μήκους του σταφυλιού.
  3. Ράγα. Η αμπελογραφική περιγραφή των ραγών γίνεται στο στάδιο της πλήρους ωρίμανσης. Χαρακτήρες αμπελογραφικοί που μελετούνται είναι το σχήμα, το μέγεθος και το χρώμα τους. Επίσης λαμβάνονται υπόψη η παρουσία γιγάρτων, η ύπαρξη και οι χαρακτήρες της άχνης (κέρινης ανθηρότητας) και οι χαρακτήρες (τεχνολογικοί) της σάρκας και του χυμού. Το σχήμα της ράγας διακρίνεται σε δισκοειδές, σφαιροειδές, ελλειψοειδές, ωοειδές, αντωοειδές, κόλουρο, κυλινδροειδές, ατρακτοειδές και γαμψό. Το σχήμα των ραγών παρουσιάζει υψηλή παραλλακτικότητα σε ελάχιστες δε ποικιλίες έχουν τέλειο γεωμετρικό σχήμα. Για τις ελληνικές ποικιλίες αμπέλου προτάθηκε η κατάταξη των ραγών σε διάφορα σχήματα, με βάση τη σχέση «μήκος ράγας/πλάτος ράγας». Έτσι για τις δισκοειδείς ράγες η σχέση αυτή παίρνει τιμές μεταξύ 0,80-0,95, για τις σφαιρικές 1,00-1,08 και για τις λοιπές (ωοειδείς, αντωοειδείς, ελλειψοειδείς και γαμψές) μεγαλύτερη του 1,09. Το χρώμα των ραγών ποικίλλει. Πράσινο, πρασινόφαιο, κιτρινόλευκο, κίτρινο, χρυσίζον, ερυθρό, ρόδινο, ιώδες, ερυθρομελανό, κυανούν, μελανό κ.λπ. (το χρώμα προσδιορίζεται χωρίς να απομακρύνεται η κέρινη ανθηρότητα, της οποίας το χρώμα και η ποσότητα λαμβάνονται ως επί πλέον αμπελογραφικοί χαρακτήρες). Ο φλοιός χαρακτηρίζεται ως λεπτός ή παχύς, λείος ή καλυμμένος με άχνη, μαλακός ή σκληρός. Η σάρκα χαρακτηρίζεται ως τραγανή, σαρκώδης και χυμώδης. Ο χυμός μπορεί να είναι έγχρωμος ή λευκός, ξινός ή γλυκός, με γεύση αρωματική, ουδέτερη, ιδιάζουσα ή μοσχάτη. Το μέγεθος της ράγας μπορεί να εκφραστεί με τις διαστάσεις της (πλάτοςxμήκος), τον όγκο και το βάρος της. Συνήθως στην αμπελογραφική περιγραφή εκφράζεται με τη μέση τιμή της μεγαλύτερης διάστασής της. Με το κριτήριο αυτό οι ράγες χαρακτηρίζονται πολύ μεγάλες, μεγάλες, μέτριες και μικρές. Οι χαρακτήρες του ποδίσκου που λαμβάνονται υπόψη αφορούν το μήκος του, το πάχος, το χρώμα, τα ιδιαίτερα στοιχεία του χρωστήρα, η δύναμη πρόσφυσής του με τη ράγα καθώς και ο τρόπος αποχωρισμού του από αυτήν. Τα γίγαρτα τέλος απαντούν στις ράγες των εγίγαρτων ποικιλιών. Ο αριθμός τους ποικίλλει, συνήθως όμως κυμαίνεται μεταξύ 2-3 κατά ράγα. Χαρακτήρες που ενδιαφέρουν είναι το μέγεθος, το σχήμα, η μορφή και η ανάπτυξη του ράμφους και της χάλαζας.
  4. Άνθος. Οι μορφολογικοί χαρακτήρες και ο λειτουργικός τύπος του άνθους αποτελούν ενδιαφέροντα στοιχεία για την αμπελογραφική περιγραφή. Το σχήμα του άνθους μπορεί να είναι σφαιρικό, σφαιροειδές, απιοειδές, κυλινδρικό, ενώ ο λειτουργικός τύπος κατατάσσει τα άνθη σε άρρενα, ερμαφρόδιτα και θήλεα.
  5. Έλικες. Αναρρηχητικό από τη φύση του η άμπελος, χαρακτηρίζεται από την παρουσία των ελίκων. Οι αμπελογραφικοί χαρακτήρες των ελίκων αναφέρονται στη συνεχή ή διαλείπουσα παρουσία τους στους κόμβους του βλαστού και στη διακλάδωσή τους. Συνεχείς χαρακτηρίζονται όταν εμφανίζονται σε όλους τους κόμβους (εκτός εκείνων της βάσης της κληματίδας), διαλείπουσες όταν οι έλικες απαντούνται σε δύο συνεχόμενους κόμβους αλλά απουσιάζουν από τον τρίτο κατά σταθερό τρόπο και ασυνεχείς (ή διακοπτόμενες) όταν αριθμός κόμβων στερείται ελίκων, αλλά υπάρχουν τρεις τουλάχιστον κόμβοι με έλικα. Αν χαρακτηριστεί με 0 ο κόμβος που στερείται ελίκων και με 1,2,3,…. Ο αριθμός των κόμβων που έχουν έλικα τότε, με αρχή εκκίνησης τη βάση της κληματίδας, οι διαλείπουσες έλικες έχουν τύπο (0-0-0-2-0-2……), οι ασυνεχείς δε τον τύπο (0-0-0-3-0-4-0-3….). Με κριτήριο την ύπαρξη διακλάδωσης ή όχι οι έλικες διακρίνονται σε απλές και διακλαδιζόμενες. Οι διακλαδιζόμενες μπορεί να είναι δισχιδείς, τρισχιδείς ή και πολυσχιδείς. Στις ποικιλίες vinifera οι έλικες είναι συνήθως δισχιδείς, ενώ συμπληρωματικά για την περίπτωση αυτή αναφέρεται και η ύπαρξη σταφυλιών ή όχι.
  6. Κληματίδα. Οι αμπελογραφικοί χαρακτήρες της κληματίδας που λαμβάνονται υπόψη είναι: το μήκος και η διάμετρος (που επηρεάζονται έντονα από τις εδαφοκλιματικές συνθήκες και την καλλιεργητική τεχνική), η μέτρηση των οποίων γίνεται μεταξύ του όγδοου και ενδέκατου κόμβου (ή και μεταξύ του έννατου και δωδέκατου), μεσογονάτια που έχουν μήκος μικρότερο των 8 εκ. ονομάζονται βραχέα, μεγαλύτερο των 14 εκ. μακρά ενώ εκείνα μεταξύ των 8 και 14 εκ. ονομάζονται μέσου μήκους. Η κατεύθυνση της κλιματίδας επηρεάζεται από το μήκος και τη διάμετρο και είναι ενδιαφέρων χαρακτήρας. Κατακόρυφη κατεύθυνση έχουν οι μικρού μήκους κλιματίδες (ονομάζονται ορθοφυείς), ενώ πλάγια κατεύθυνση έχουν οι μεγάλου μήκους και μικρής διαμέτρου κληματίδες (έρπουσες). Μελετούνται ακόμη οι χαρακτήρες του φλοιού, η εγκάρσια τομή στο μέσο του μεσογονατίου, οι χαρακτήρες του κόμβου και οι ιδιότητες των οφθαλμών που βρίσκονται σ’αυτόν.
  7. Κορμός. Δευτερεύουσας σημασίας αμπελογραφικός χαρακτήρας. Οι ιδιότητές του επηρεάζονται από την ηλικία του πρέμνου και την καλλιεργητική τεχνική. Εξετάζονται η διάμετρός του και οι χαρακτήρες του ρυτιδώματος. Το ρυτίδωμα του κορμού των πρέμνων των ποικιλιών vinifera αποτελείται από στρώματα φλοιού και αποκολλάται με τη μορφή λωρίδων.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΜΠΕΛΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗΣ

  • Ονομασία:
  1. Τύπος ποικιλιών vinifera,
  2. Τύπος ποικιλιών άλλων ειδών,
  3. Νόθα,
  4. Συνώνυμα.
  • Περιγραφή:
  1. Νεαρή βλάστηση (μήκους 10-20 εκ. με κλειστά τα νεαρά φυλλάρια). Εξετάζεται η μορφή, το χρώμα και ο χνοασμός.
  2. Ποώδης βλαστός (κατά την ανθοφορία). Εξετάζεται η μορφή, ο χνοασμός, το χρώμα και η εγκάρσια τομή του μεσογονατίου.
  3. Νεαρά φύλλα κορυφής (τα τρία ακραία φύλλα της κορυφής). Εξετάζεται το χρώμα, ο χνοασμός και η κατάστασή της.
  4. Νεαρά φύλλα βάσης: όπως παραπάνω.
  5. Τυπικό αναπτυγμένο φύλλο (θεωρείται εκείνο κατά της εποχή ανάσχεσης της ανάπτυξης της βλάστησης). Στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη κατά την περιγραφή του είναι: σχέδιο ή φωτογραφία (υπό κλίμακα), μορφή, μέγεθος, σχήμα, μίσχοι και πλευρικοί κόλποι, χνοασμός άνω και κάτω επιφάνειας, έλασμα, λοβοί, οδόντες, χρώμα, μίσχος.
  6. Άνθος: σχήμα και λειτουργικοί τύποι.
  7. Έλικες.
  8. Σταφύλι: σχήμα ή φωτογραφία (υπό κλίμακα), μέγεθος, σχήμα, μορφή, ποδίσκος.
  9. Ράγα (ώριμη): σχέδιο ή φωτογραφία (υπό κλίμακα), μέγεθος, χρώμα, χυμός, σάρκα, φλοιός, γεύση, ποδίσκος, πρόσφυση ποδίσκου, τρόπος απόσπασης ποδίσκου, χρωστήρας, παρουσία γιγάρτων, μέσο βάρος ραγών.
  10. Γίγαρτα: σχέδιο ή φωτογραφία (υπό κλίμακα), μέσος αριθμός γιγάρτων, μέσο βάρος 100 γιγάρτων, σχήμα, μέγεθος.
  11. Κληματίδα: μήκος, διάμετρος, φλοιός, μεσογονάτια, χρώμα, χαρακτήρες οφθαλμών.
  12. Κορμός: μορφή, ρυτίδωμα.
  13. Ρίζες ενός έτους: κανονικότητα, σύσταση, μορφή.
  • Φαινολογικές παρατηρήσεις:
  1. Συνθήκες κάτω απ’ τις οποίες πραγματοποιούνται όπως θέση, κλίμα, έδαφος, λοιπά στοιχεία.
  2. Υποχρεωτικοί χαρακτήρες: εκβλάστηση, ωρίμανση των σταφυλιών.
  3. Προαιρετικοί χαρακτήρες: ανθοφορία, ανάσχεση ανάπτυξης της βλάστησης, πτώση φύλλων, λοιπά.
  4. Καλλιεργητική συμπεριφορά και ιδιότητες: ευρωστία, παραγωγή, αριθμός σταφυλιών κατά καρποφόρο βλαστό, θέση πρώτου καρποφόρου βλαστού, γονιμότητα μεσοκαρδίων, συμπεριφορά στον αγενή και εγγενή πολλαπλασιασμό, αντοχή σε αντίξοες συνθήκες, σε εχθρούς και ασθένειες.
  5. Προορισμός χρήσης: σταφιδοποίηση, οινοποίηση, νωπή κατανάλωση, χυμοποίηση, κονσερβοποίηση,
  6. Οικονομική σημασία και γεωγραφική κατανομή.
  7. Διάφορα.