Φυλές ορνίθων

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Εξημερωμένες όρνιθες υπάρχουν στην Ελλάδα από την αρχαιότητα. Δεν υπάρχει καμία επίσημα αναγνωρισμένη φυλή. Δεν εκτράφηκαν ποτέ συστηματικά ούτε αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης.

Πυρήνες από ντόπιες κότες ελευθέρας βοσκής εξακολουθούν να εκτρέφονται ιδιαίτερα σε απομονωμένες περιοχές της ηπειρωτικής και νησιωτικής χώρας. Τελευταία ο πληθυσμός τους μειώθηκε δραματικά διότι αντικαταστάθηκαν από εισαγώμενες φυλές. Οι ντόπιες όρνιθες είναι γενικά μικρότερες σε μέγεθος (όχι όσο κάποιες ξένες διακοσμητικές φυλές). Διατηρούν την ικανότητα επώασης και ανατροφής των νεοσσών, καταναλώνουν μικρότερη ποσότητα τροφής, έχουν μεγαλύτερη αυγοπαραγωγή, ενώ εμφανίζουν και κάποια χαρακτηριστικά άγριας όρνιθας όπως:

  • ισχυρό ένστικτο αυτοσυντήρησης,
  • ανεπτυγμένη ικανότητα να πετούν και
  • τάση να κουρνιάζουν στα υψηλότερα σημεία των δένδρων.

Υπάρχουν διάφοροι τύποι οι οποίοι θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε καθαρόαιμες φυλές. Μεταξύ αυτών είναι η Κατσουλίερα (τύπος με λοφίο), Σκαλτσουνάτη (με φτερά στα πόδια), Μπουφούνες (γενιάδα), Νανόκοτα Θράκης, Γυμνόλαιμη Λέσβου, Φιλιανή Λέσβου, Μαύρη Κότα Καλαμάτας/Μεσσηνίας, Γυφτοκόκορας (Θεσσαλίας ίσως και άλλων περιοχών), Πετρωτή/Λαθουράτη, μικρόσωμοι τύποι διάφορων περιοχών όπως Τρικάλων, Καρδίτσας (χωριό Παλαμάς).

Κάποιες ποικιλίες εκτρέφονται με βάση χαρακτηριστικά όπως την παρατεταμένη κραυγή των αρσενικών (Θεσσαλία, Θράκη), ή την χρησιμοποίησή τους σε κοκορομαχίες όπως οι Χιλιανές των Πομάκων.

Όρνιθες με κατσαρό πτέρωμα αναφέρονται στην Πελοπόννησο, Λαμία και Λέσβο. Παλαιότερα ήταν μάλλον πιο διαδεδομένες.

Κάποιοι τύποι θεωρούνται ήδη εξαφανισμένοι όπως οι Φωλιδοτές κότες Χαλκιδικής και τα Νησυριώτικα Κοκόρια (μάχης).

Η επιβεβαίωση και ο προσδιορισμός της γεωγραφικής εξάπλωσης των πληθυσμών είναι στο αρχικό στάδιο έρευνας. Ντόπιες κότες απροσδιορίστου ταυτότητας αναφέρονται στην Αλόννησο, το Σκαλοχώρι Λέσβου, Ήπειρο, Αντίπαρο, Πάρο, Κέρκυρα, Σκύρο, Μήλο και Νάξο.

Οι πιο αντιπροσωπευτικές φυλές ορνίθων αναφέρονται παρακάτω.

Plymouth Rock

Όρνιθα φυλής Plymouth Rock

Η Plymouth Rock, συχνά καλούμενη απλώς Rocks ή Barred Rocks (από το πολύ γνωστό ραβδωτό χρωματισμό τους), είναι μία φυλή όρνιθας που προήλθε από τις ΗΠΑ. Η Plymouth Rock είναι ένα πτηνό μικτής κατεύθυνσης, ανθεκτικό στο κρύο και επομένως αποτελεί μία καλή φυλή για έναν ιδιοκτήτη μικρής φάρμας ή κοτετσιού στην πίσω αυλή. Η Barred Rock συχνά αποκαλείται Plymouth Rock, αλλά αυτός ο τίτλος ορθότερα ανήκει σε ολόκληρη τη φυλή, όχι μόνο στο είδος Barred.

Προέλευση

Η φυλή αυτή αναπτύχθηκε στη Νέα Αγγλία στα μέσα του 19ου αιώνα και πρωτοπαρουσιάστηκε ως φυλή το 1849. Οι Plymouth Rock εκτράφηκαν ως πουλερικά μικτής κατεύθυνσης, εννοώντας ότι εκτιμούνταν τόσο για το κρέας όσο και για την ωοπαραγωγική τους ικανότητα. Η πρώτη Plymouth Rock είχε ραβδώσεις και τα άλλα είδη αναπτύχθηκαν αργότερα. Η φυλή έγινε διάσημη πολύ γρήγορα και στην πραγματικότητα, μέχρι το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καμία άλλη φυλή δεν κρατήθηκε και εκτράφηκε ποτέ τόσο εντατικά στις ΗΠΑ όσο η Barred Plymouth Rock. Η φήμη της προήλθε από τις αρετές της ως μία εξαιρετική όρνιθα φάρμας: την ανθεκτικότητα, την πειθαρχία και την άριστη παραγωγή τόσο αυγών όσο και κρέατος. Τα περισσότερα από τα άλλα είδη αναπτύχθηκαν από διασταυρώσεις που περιείχαν κάποιο γονίδιο από το προγονικό παρελθόν του ραβδωτού είδους. Στην αρχή της ανάπτυξής τους, το όνομα Plymouth Rock συνεπαγόταν ένα ραβδωτό πτηνό, αλλά καθώς αναπτύχθηκαν και άλλα είδη, έγινε η ονομασία για τη φυλή. Η Barred Plymouth Rock ήταν μία από τις φυλές που θεμελίωσε τη βιομηχανία πάχυνσης στα 1920, και η White Rock συνεχίζει να χρησιμοποιείται ως η θηλυκή πλευρά της εμπορικής διασταύρωσης πάχυνσης.

Η Plymouth Rock είχε επίσης τη στιγμή της δόξας της στον επιστημονικό κόσμο: χρησιμοποιήθηκε ως αντικείμενο μελέτης της ιογενούς ογκογένεσης. Ο Francis Peyton Rous, ένας παθολόγος εργαζόμενος στο Πανεπιστήμιο Rockfeller της Νέας Υόρκης ανακάλυψε το 1911 ρετροϊό (που σήμερα ονομάζεται ιός Rous sarcoma) υπεύθυνο για το νεόπλασμα των ορνίθων, χαρακτηριστικό για αυτή τη φυλή. Για αυτή την ανακάλυψη του απονεμήθηκε ένα βραβείο Nobel στη Φυσιολογία και την Ιατρική το 1966.

Χαρακτηριστικά

Όρνιθα φυλής Plymouth Rock με λευκό χρωματισμό

Οι Plymouth Rocks είναι όρνιθες μεγάλες και μεγάλου χρόνου ζωής. Κάποια είδη είναι καλά για ωοτοκία ενώ άλλα εκτρέφονται κυρίως για το κρέας. Διαθέτουν μία μεγάλη πλάτη, βαθύ γεμάτο στήθος και κίτρινο δέρμα και πόδια. Οι κότες έχουν μια βαθιά, γεμάτη κοιλιά, το οποίο είναι ένα σημάδι μιας καλής ωοτόκου. Το πρόσωπο της Plymouth Rock είναι κόκκινο με κόκκινους λοβούς αυτιών, ένα φωτεινό κίτρινο ράμφος, καφετιά μάτια και ένα ενιαίο λειρί μετρίου μεγέθους. Τα φτερά τους συγκρατούνται αρκετά χαλαρά, αλλά δεν είναι τόσο μεγάλα ώστε να μπερδεύονται εύκολα. Τα κάτω φτερά της όρνιθας είναι απαλά σαν χνούδι, όπως τα φτερά των μωρών κοτόπουλων.

Όσον αφορά στην ιδιοσυγκρασία, τόσο οι κόκορες όσο και οι κότες είναι ήρεμα και τα πηγαίνουν καλά με τους ανθρώπους και τα άλλα ζώα, όπως τα κατοικίδια.

Χρώματα

Υπάρχουν οχτώ χρώματα της φυλής Plymouth Rock αναγνωρισμένα στον περισσότερο κόσμο, εκτός από την Αυστραλία, που η ραβδόχρωμη χωρίζεται σε δύο διαφορετικά χρώματα, τη σκουρόχρωμη (Dark Barred) και την ανοιχτόχρωμη (Light Barred). Η διαφορά μεταξύ των δύο χρωμάτων είναι ιδιαίτερα αισθητή, με τις ρίγες λευκού χρώματος πλατύτερες και τις γκρίζες λεπτότερες στην ανοιχτόχρωμη από ό,τι στη σκουρόχρωμη.

Ο κατάλογος με τα χρώματα που ισχύουν για τον περισσότερο κόσμο (συγκεκριμένα το Ηνωμένο Βασίλειο, την Αμερική και τον Καναδά), είναι ο ακόλουθος:

Barred White Buff Partridge Silver Penciled Blue Columbian Black

Αυγό

Οι Plymouth Rock γεννάνε ένα μεγάλο αυγό που ποικίλει στο χρώμα από ανοιχτό μέχρι μέτριο καφετί με έναν τόνο ροζ. Τα πτηνά συνεχίζουν να γεννάνε καθ’ όλον το χειμώνα, αλλά με μειωμένη παραγωγή. Το πλήθος των αυγών εξαρτάται από την προσπάθεια των πτηνών.

Βάρος

Τα τυπικά βάρη για τις Plymouth Rocks, όπως ορίζεται από την Αμερικανική Ένωση Πουλερικών, είναι ως ακολούθως: κόκορας: 4,3 κιλά, κότα: 3,4 κιλά, κοκοράκι: 3,6 κιλά και πουλάδα: 2,3-2,7 κιλά.


Wyandotte

Όρνιθες φυλής Wyandotte

Η Wyandotte είναι μια φυλή όρνιθας που κατάγεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα πρώτα δείγματα της φυλής εμφανίστηκαν το 1870. Οι Wyandottes είναι ένα υπάκουες, ράτσα μικτής κατεύθυνσης που εκτρέφονται για τα αυγά (σε καφετί χρωματισμό) τους και για το κρέας τους. Εμφανίζονται σε μια ευρεία ποικιλία χρωμάτων και είναι. Η Wyandotte γεννάει αυγά χρώματος απαλού καφέ ή πιο σκούρου χρωματισμού και συνήθως έχει ένα άσπρο δαχτυλίδι φτερών γύρω από το λαιμό του. Τα θηλυκά άτομα της συγκεκριμένης ράτσας αποτελούν καλές μητέρες.

Χαρακτηριστικά

Η ράτσα Wyandotte είναι ένα μεσαίου μεγέθους πτηνό με μια χτένα με τριανταφυλλιές και καθαρά πόδια. Τα φτερά του κοτόπουλου είναι μεγάλα με αραιή τοποθέτηση. Η περιοχή γύρω από την οπή αερισμού είναι πολύ χνουδωτή κι αφράτη. Τα πόδια είναι κίτρινα. Υπάρχουν διάφορα χρώματα που αναγνωρίζονται από το A.P.A. (American Poultry Association) κάποια απ’ αυτά είναι το μαύρο, το μπλε, κιτρινωπού χρωματισμού, χρυσαφένιου χρωματισμού, ασημένιου χρωματισμού και γκρίζας απόχρωσης. Στα νάνα είδη της ίδιας ράτσας υπάρχει επίσης ο κοκκινόμαυρος χρωματισμός στο στήθος, ο χρωματισμός που συνδυάζει το μπλε και το κόκκινο, το κίτρινο με το κυανό, το καφεκόκκινο κ.ά. Επιπλέον χρωματισμοί επίσης αναγνωρίζονται από παρόμοιες οργανώσεις σε άλλες χώρες, όπως η PCGB (Poultry Club of Great Britain). Αυτά τα χρώματα περιλαμβάνουν το μπλε σε συνδυασμό με το κόκκινο και το κιτρινωπό. Συνολικά υπάρχουν 17 χρώματα.

Οι όρνιθες αυτής της φυλής γεννάνε περίπου 200 αυγά το χρόνο ενώ υπάρχουν και οι εξαιρέσεις της ίδιας ράτσας που φτάνουν ακόμα και τα 240 αυγά το χρόνο. Τα αυγά είναι χρώματος καφέ ή απαλού καφετί χρωματισμού. Η κότα ζυγίζει περίπου 2,75 κιλά και ο κόκορας ζυγίζει περίπου 3,85 κιλά.

Μερικές φορές είναι δύσκολο να επιτευχθεί φυσική γονιμοποίηση, λόγω του αριθμού και του πάχους των φτερών στην περιοχή της ουράς. Για τον ίδιο λόγο, είναι επιρρεπείς στη συσσώρευση των κοπράνων στην περιοχή φτερών στην οπή αερισμού οπότε και πρέπει να πλένονται τακτικά αλλιώς η περιοχή κινδυνεύει να φράξει.

Υπάρχουν αρκετές παραλλαγές αυτής της ράτσας όπως είναι η Golden Laced, η Blue Laced Red, η Partridge, η Silver Pencilled, η Buff Columbian κ.ά.


Rhode Island Red

Η Rhode Island Red είναι μια φυλή όρνιθας μικτής κατεύθυνσης. Εκτρέφονται δηλαδή και για το κρέας και για τα αυγά τους. Είναι μια εύστοχη επιλογή για εκτροφή οικόσιτων πουλερικών, λόγω της ικανότητας γέννησης αυγών και της αντοχής τους.

Χαρακτηριστικά

Κόκκορας φυλής Rhode Island Red

Ο χρωματισμός των φτερών της φυλής αυτής είναι στο χρώμα της σκουριάς, ωστόσο, είναι γνωστές και πιο σκούρες αποχρώσεις, συμπεριλαμβανομένων των καφέ που αγγίζουν το μαύρο. Οι Rhode Island Reds έχουν χρώμα ματιών κόκκινο-πορτοκαλί, κοκκινωπό-καφέ ράμφος και κίτρινα πόδια, συχνά με λίγο κοκκινωπό χρώμα στα δάχτυλα και τις πλευρές των κορμών. Οι νεοσσοί έχουν έναν ελαφρύ κοκκινωπό-καφετί χρωματισμό. Τα αρσενικά συνήθως ζυγίζουν περίπου 3,9 κιλά ενώ οι όρνιθες κατά μέσο όρο είναι ελαφρώς μικρότερες και ζυγίζουν περίπου (2,9 kg).

Προέλευση

Η ράτσα αυτή αναπτύχθηκε στη Μασαχουσέτη. Αρχικά αναπαρήχθησαν στο Adamsville, ένα χωριό που αποτελεί μέρος του Little Compton, του Rode Island. Ένας από τους προγόνους που αποτελεί θεμέλιο της φυλής ήταν ένας μαλαισιανός κόκορας με χρωματισμό στήθους μαύρο-κόκκινο που είχε εισαχθεί από την Αγγλία. Αυτό το πτηνό είναι στην έκθεση του Smithsonian Ιδρύματος κι αποτελεί τον «πατέρα» της ράτσας αυτής.

Τα Rhode Island Reds χρησιμοποιούνται στη δημιουργία πολλών σύγχρονων υβριδικών φυλών, κυρίως λόγω της ικανότητάς τους για παραγωγική ωοτοκία.

Αυγό

Η ράτσα αυτή είναι εξαιρετική ωοτόκος. Οι Rhode Island Reds ξεχωρίζουν για τα καφέ αυγά τους. Υγιείς όρνιθες μπορούν να γεννήσουν μέχρι 5-7 αυγά την εβδομάδα, ανάλογα με τη φροντίδα και τη θεραπεία που τους παρέχεται.


Jersey Black Giant

Προέλευση

Όρνιθες φυλής Jersey Black Giant

Η Jersey Giant είναι μια φυλή όρνιθας που προέρχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες γύρω στα τέλη του 19 αιώνα. Είναι γνωστές για τον τόπο καταγωγής τους (New Jersey) αλλά και για το μεγάλο τους μέγεθος. Η Jersey Giants είναι η μεγαλύτερη φυλή κοτόπουλου.

Η φυλή αυτή δημιουργήθηκε από τους John and Thomas Black με την πρόθεση της αντικατάστασης της γαλοπούλας, το είδος των πουλερικών που χρησιμοποιούντανκυρίως για το κρέας τους τότε. Η Black Jersey Giant ανακηρύχτηκε ως φυλή το 1922 από την American Standard of Perfection. Η White Jersey Giants (άλλο είδος της ίδιας ράτσας) εμφανίστηκε αργότερα μέσα στο έτος 1947. Η Black Jersey Giants είναι, κατά μέσο όρο, ένα κιλό βαρύτερο από τα White Jersey Giants. Ο ρυθμός πάχυνσης είναι πολύ βραδύτερος από ό,τι των σημερινών πουλερικών πάχυνσης και συνεπώς δεν χρησιμοποιούνται ευρέως στη βιομηχανία.

Στην Ευρώπη, η φυλή έπεσε σε δυσμένεια σε τέτοιο βαθμό που σχεδόν εξαφανίστηκαν, ωστόσο, στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ένας κτηνοτρόφος στο Ηνωμένο Βασίλειο, βρίσκει τα τελευταία τρία επιζήσαντα άτομα και αποφάσισε να τα σώσει. Άρχισε να «χτίζει» τη φυλή με το απόθεμά του, αλλά αυτά υφίστανται τις αρνητικές συνέπειες της αιμομιξίας. Βρίσκει όμως από τύχη τον κάτοχο της τελευταίας Jersey Giant στην Ολλανδία. Έτσι επανήλθε η φυλή και στις δύο χώρες.

Οι Jersey Giant εξαφανίστηκαν στην Αυστραλία στη δεκαετία του 1950, λίγες μόνο δεκαετίες μετά την καθιέρωσή τους στην εν λόγω χώρα.

Χαρακτηριστικά

Ένα μεγάλο μέρος τροφίμων και χρόνου απαιτείται για να φτάσει το Jersey Giant σε πλήρες μέγεθος. Το Jersey Giant είναι ένα ήρεμο και υπάκουο πτηνό. Τα αρσενικά άτομα της φυλής είναι σπάνια επιθετικά. Γεννούν πολύ μεγάλα καφετί χρωματισμού αυγά. Τα πουλιά είναι ευμεγέθη και αρκετά ανθεκτικά στο κρύο. Το φτέρωμα της φυλής έχει μπλε χρωματισμό, και επιπλέον μαύρο και άσπρο. Τα πόδια έχουν το χρωματισμό της ιτιάς στην απόχρωση. Το βάρος των πτηνών φτάνει τα 5,85 Kg στα αρσενικά και τα 4,5-5 Kg στα θηλυκά άτομα της φυλής.


New Hampshire

Όρνιθα φυλής New Hampshire
Κόκκορας φυλής New Hampshire

Η φυλή όρνιθας New Hampshire προέρχεται από την Πολιτεία του New Hampshire στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πτηνοτρόφοι, ξεκινώντας με τη φυλή Rhode Island Reds και την εκτέλεση από γενιά σε γενιά της επιλεκτικής αναπαραγωγής, εντάθηκε τα χαρακτηριστικά της πρώιμης ωριμότητας, της ταχείας ανάπτυξης του πλήρους φτερώματος και την παραγωγή των μεγάλων καφετί αυγών. Τα ενήλικα πουλιά έχουν έναν πλούσιο καστανοκόκκινο χρωματισμό και πιο ομοιόμορφη απόχρωση από τα Rhode Island Reds. Οι νεοσσοί είναι έχουν ένα ελαφρύτερο κόκκινο.

Χρήση

Πρόκειται για ράτσα μικτής κατέυθυνσης, αν και προτιμάται περισσότερο για κρεοπαραγωγή απ’ ό, τι για ωοπαραγωγή. Πρόκειται για πουλερικά μεσαίου βάρους, που δίνουν αρκετά παχύ σφάγιο που προορίζεται είτε για σχάρα είτε για ψητό.

Προέλευση

Τα New Hampshires είναι μια σχετικά νέα φυλή του 1935. Αντιπροσωπεύουν μια εξειδικευμένη επιλογή της φυλής Rhode Island Red. Με εντατική επιλογή για την ταχεία ανάπτυξη, το γρήγορο πτέρωμα, την πρώιμη ωριμότητα και το σθένος, μια διαφορετική φυλή σταδιακά αναδείχθηκε. Αυτό έλαβε χώρα στις πολιτείες της Νέας Αγγλίας, κυρίως στη Μασαχουσέτη και στο Νιού Χάμσαιρ, από το οποίο πήρε και το όνομά του.

Χαρακτηριστικά

Τα χαρακτηριστικά των πουλερικών της συγκεκριμένης ράτσας είναι ότι διαθέτουν ένα ευρύ, μεγάλο σώμα, το φτέρωμα μεγαλώνει με γρήγορους ρυθμούς κι όσον αφορά στη συμπεριφορά τους, τα θηλυκά άτομα της ράτσας πρόκειται για καλές μητέρες για τα μικρά τους. Το μεγαλύτερο μέρος του φτερώματος είναι σε κοκκινωπό χρωματισμό και, ως εκ τούτου, δεν μειώνουν την εμφάνιση του σκελετού πολύ. Το χρώμα είναι περίπου φωτεινό κόκκινο και συχνά χάνεται στο φως του ήλιου. Το λειρί είναι απλό, μεσαίου έως μεγάλου μεγέθους. Στα θηλυκά συχνά κρέμεται χαλαρά πάνω από ένα κομμάτι. Αν και είναι γνωστή φυλή για την κρεατοπαραγωγή της, δίνουν επίσης καλή παραγωγής και στα καφετί αυγά. Ορισμένα στελέχη γεννούν αυγά με κέλυφος βαθύ καφέ χρωματισμού. Τα άτομα της φυλής New Hampshires είναι ανταγωνιστικά και επιθετικά με άλλα κοτόπουλα. Το βάρος τους κυμαίνεται στα 3,9 Kg για τα αρσενικά άτομα και στα 2,9 Kg για τις όρνιθες.


Brahma

Όρνιθα φυλής Brahma

Η Brahma είναι μια μεγάλη φυλή ορνίθων που αναπτύχθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες από τα πολύ μεγάλα πουλιά που εισάγονται από το κινεζικό λιμάνι της Σαγκάης. Η Brahma ήταν η κύρια κρεοπαραγωγός φυλή στις ΗΠΑ από το 1850 μέχρι το 1930 περίπου.

Χαρακτηριστικά

Η φυλή Brahma αποτελείται από ογκώδη πουλερικά, μεγαλοπρεπή, με όρθιο παράστημα και μεγάλο κεφάλι. Όταν στέκονται η εμφάνισή τους φανερώνει ένα V και τα αρσενικά άτομα είναι αρκετά ψηλότερα από τα θηλυκά. Τα πόδια είναι αρκετά δυνατά, με φτερά που εκτείνονται σε όλο το μήκος του ποδιού μέχρι το κάτω μέρος (τα δάχτυλα) και το φτέρωμα είναι πιο σφιχτό απ΄ ό, τι της φυλής Cochin.

Το βάρος τους κυμαίνεται στα 5,5 Kg για τον κόκορα και στα 4,5 Kg για την κότα. Οι Brahma είναι καλές ωοπαραγωγές όρνιθες μεγάλων καφετί αυγών που το βάρος τους κυμαίνεται στα 55-60 g περίπου.

Αναγνωρισμένες ποικιλίες

Η American Standard of Perfection αναγνωρίζει τρεις ποικιλίες Brahma: την ανοιχτόχρωμη, τη σκουρόχρωμη και την κιτρινωπή. Οι ανοιχτόχρωμες Brahma έχουν σα βασικό χρώμα το λευκό με μαύρα στίγματα και ασπρόμαυρή ουρά. Τα φτερά του κόκορα των ανοιχτόχρωμων Brahma είναι ριγέ χρωματισμού σε συνδυασμό με μαύρο. Οι σκουρόχρωμες Brahma διαθέτουν την πιο αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ κόκορα και κότας. Η κότα έχει ένα σκούρο γκρι-μολυβί χρωματισμό με τα ίδια στίγματα όπως αυτών των ανοιχτόχρωμων ενώ ο κόκορας έχει μαύρο και άσπρο φτέρωμα και μια μαύρη βάση στην ουρά. Τα φτερά ενός σκοτεινού Brahma είναι λευκά στο ψηλότερο μέρος και τα αρχικά φτερά έχουν λευκό περίγραμμα. Ο χρωματισμός της κιτρινωπής ποικιλίας δεν διαφέρει απ' τους άλλους δύο εκτός απ' αυτό το κιτρινωπό χρώμα βάσης αντί αυτού του λευκού. Η Australian Poultry Association έχει αποδεχθεί και ποικιλίες άλλων χρωματισμων εκτός αυτών των τριών που προαναφέρθηκαν.


Cochin

Καταγωγή

Κόκορας φυλής Cochin

Αυτή η φυλή όρνιθας αρχικά ανατράφηκε στην Κίνα και στη συνέχεια εξήχθη στη Βρετανία και στην Αμερική στα μέσα του 19ου αιώνα.

Αυτή η φυλή κοτόπουλου όχι απλά είναι η μεγαλύτερη που έχει ποτέ υπάρξει, με τα αρσενικά άτομα της ράτσας να ζυγίζουν μέχρι και 5 Kg, αλλά το μαλακό και πλούσιο φτέρωμα κάνει τα πουλερικά αυτά να ξεχωρίζουν αρκετά και να δείχνουν ακόμα μεγαλύτερα του μεγέθους τους. Μόλις στις Ηνωμένες Πολιτείες, η φυλή αναπτύχθηκε σημαντικά μέχρι τη σημερινή της κατάσταση. Υπάρχει επίσης η αντίστοιχη μικρόσωμη φυλή η οποία συχνά αποκαλείται «Pekin bantam».

Χαρακτηριστικά

Όρνιθα φυλής Cochin

Όπως ειπώθηκε και παραπάνω το πιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης φυλής είναι το υπερβολικό φτέρωμα που καλύπτει όλο το μήκος του παιδιού. Το δέρμα κάτω απ’ τα φτερά είναι κίτρινου χρωματισμού και το χρώμα των αυγών είναι ανοιχτό καφέ. Το μέγεθος των αυγών είναι μέτριο. Τα πρότυπα βάρη είναι 5 Kg για έναν κόκορα, περίπου 4 για μία κότα Kg, 4 Kg για ένα κοκοράκι και 3,2 για ένα κοτόπουλο Kg. Τα χρώματα της ράτσας ποικίλουν περιλαμβάνοντας μαύρο, μπλε, απόχρωση του ασημί, του χρυσαφένιου, λευκό κ.ά. Τα Cochins τα συναντάμε επίσης σε μια ποικιλία αποκαλούμενη «Κατσαρά», στην οποία τα φτερά στρέφονται προς τα έξω. Η φυλή αυτή είναι επίσης γνωστή για τις καλές μητέρες που βγάζει ακόμη και ως μητέρες για κοτόπουλα άλλων φυλών καθώς επίσης κι ότι μπορούν να γεννούν πολλά αυγά, αλλά συνήθως όχι για παρατεταμένες χρονικές περιόδους. Επίσης τα άτομα αυτής της ράτσας είναι γνωστό ότι πρόκειται για ένα καλό οικόσιτο ζώο καθώς είναι ήμερο και θεωρούνται ως μία απ’ τις πιο φιλικές φυλές κοτόπουλων. Οι Cochins είναι αρκετά ήσυχες όρνιθες και τείνουν να είναι επίσης και αρκετά ήρεμες.


Langshan

Η Langshan είναι μία παλιά, βαριά, με απαλό φτέρωμα φυλή όρνιθας που πιθανότατα προήλθε απ’ την Κίνα.

Κόκκορας φυλής Langshan

Χαρακτηριστικά

Η φυλή Langshan έχει μεγάλο σώμα, βαθύ και φαρδύ στήθος το οποίο βγαίνει προς τα έξω. Το πίσω μέρος είναι αρκετά μεγάλο και η κλίση του με την ουρά αυξάνεται απότομα από την πλάτη, δίνοντας το χαρακτηριστικό σχήμα «U». Το κεφάλι είναι μικρό σε σύγκριση με το μέγεθος του σώματος, το ράμφος έχει ένα ανοιχτό έως σκούρο χρωματισμό του γκρι, το λειρί είναι μεσαίου μεγέθους, απλό κι υπάρχει σε όρθια θέση και στα δύο φύλα της ράτσας. Τα μπούτια και τα εξωτερικά δάχτυλα είναι ελαφρώς φτερωτά. Σήμερα ο κόκορας της φυλής ζυγίζει περίπου 4,3 Kg και η όρνιθα περίπου 3,5 Kg. Τα αυγά που προορίζονται για επώαση πρέπει να ζυγίζουν περίπου 58 g.

Οι όρνιθες της φυλής γεννούν 140-150 αυγά το χρόνο χωρίς να επηρεάζεται η ωοτοκία τους το χειμώνα. Τα αυγά έχουν χρωματισμό σκούρο καφέ σε συνδυασμό με το χρώμα του λουλουδιού της δαμασκηνιάς. Τα θηλυκά είναι εξαιρετικές κλώσσες και μητέρες. Η Langshans εξημερώνονται εύκολα και προσαρμόζονται πολύ καλά τόσο σε περιορισμένη όσο και σε ελεύθερη βοσκή. Ζουν καλά σε προστατευμένες συνθήκες και ξηρά εδάφη, αλλά δεν προσαρμόζονται εύκολα στις πολύ εκτεθειμένες συνθήκες. Υπό κατάλληλες συνθήκες ζουν καλά και είναι πολύ παραγωγικές. Το κρέας τους έχει λεπτή υφή και είναι εξαιρετικής ποιότητας.

Τα χρώματα της ράτσας κυμαίνονται σε μπλε, λευκό και μαύρο χρώμα.


Australo

Η Australorp είναι μια φυλή όρνιθας Αυστραλιανής προέλευσης. Είναι μεγάλου μεγέθους και με απαλό φτέρωμα πουλί, με λευκά νύχια, μαύρα πόδια και ράμφος και ένα μετρίως μεγάλο και όρθιο απλό λειρί με πέντε διαφορετικά σημεία. Η φυλή αυτή περιλαμβάνει ανθεκτικά άτομα, υπάκουα, θηλυκά με ικανοποιητική ωοτοκία καθώς και καλό κρέας.

Κόκορας φυλής Australo

Χαρακτηριστικά

Η Australorp, όπως αρκετές φυλές ορνίθων περιλαμβάνει δύο μεγέθη:

  • Μικρόσωμες ποικιλίες (νάνα ή αλλιώς bantams) και
  • Μεγαλόσωμες ποικιλίες καθώς και πολλά χρώματα.

Η Australorp σήμερα διαθέτει τρία αναγνωρισμένα χρώματα σύμφωνα με την Australian Poultry Standard: το μαύρο, το άσπρο και το μπλε. Πριν το 2012 μόνο η μπλε και η μαύρη ποικιλία αναγνωρίστηκαν, αργότερα προστέθηκε και η λευκή. Υπάρχει και ένα τέταρτο χρώμα (ένα φυσικό αποτέλεσμα της μπλε ποικιλίας) αλλά δεν αναγνωρίζεται ως επίσημο. Η μαύρη ποικιλία της ράτσας είναι το πιο συνηθισμένο χρώμα, διαθέτει γυαλιστερά μαύρα φτερά και ένα λαμπερό πράσινο χρωματισμό. Η μπλε ποικιλία έχει φτέρωμα γκρι-μπλε χρωματισμού, ενώ η λευκή είναι ένα καθαρά λευκό πουλί με τυχαία στίγματα μαύρου και γκρι φτέρωμα.

Είναι γνωστό ότι τα θηλυκά άτομα της φυλής είναι καλές κλώσσες και μητέρες παράγοντας που καθιστά τη ράτσα ως μία από τις καλύτερες φυλές ορνίθων.


Cornish

Η Cornish, γνωστή ως Indian Game σε μητρική κομητεία της Κορνουάλης στην Αγγλία (Ηνωμένο Βασίλειο), καθώς επίσης και ως Cornish Game fowl είναι μια φυλή ορνίθων. Τα πτηνά των Cornish, καθώς και οι διασταυρώσεις τους είναι η περισσότερη χρησιμοποιούμενη φυλή στην κρεοπαραγωγό βιομηχανία. Πρόκειται για βαριά, μυώδη πουλιά που γεννούν καφετί αυγά και απαιτούν λίγη ζωοτροφή αν βρίσκονται σε ελεύθερη βοσκή.

Όρνιθα φυλής Cornish

Χαρακτηριστικά

Πρόκειται για μεγάλη, κοντόχοντρη φυλή και συχνά διασταυρώνεται με άλλες φυλές για να ενισχυθεί η παραγωγή κρέατος. Υπάρχουν δύο ποικιλίες:

  • Η Cornish Game και
  • Η Jubilee Cornish Game.

Η Cornish Game είναι σκούρου μπλε-πράσινου χρωματισμού με καφέ διαμόρφωση για τις όρνιθες. Η Jubilee Cornish Game είναι πολύ ελαφρύτερα και λιγότερο γεροδεμένα απ’ τα αντίστοιχά τους. Συνήθως είναι ελαφρώς σταρένια στο χρώμα με ανοιχτά καφετί σημεία. Τα Indian game, επίσης γνωστά ως Cornish μερικές φορές αποκαλούνται ως μπουλντόγκ ανάμεσα στα κοτόπουλα.

Η φυλή αυτή ποικίλει στους χρωματισμούς της και είναι αρκετά δημοφιλές πτηνό σε επιδείξεις αν και έχει την τάση για κακοφτιαγμένα πόδια που οφείλεται στη μεγάλη απόσταση των γοφών. Δίνει επίσης εξαιρετική κρεοπαραγωγική όρνιθα όταν διασταυρώνεται με όρνιθες της φυλής Sussex ή της Dorking.

Κατά μέσο όρο η Indian Game παράγει 160-180 αυγά ετησίως. Η επιθετικότητα είναι κοινό χαρακτηριστικό που είναι εύκολο να αντιμετωπιστεί. Η φυλή περιλαμβάνει επίσης καλές μητέρες. Η Indian Game απαιτεί περισσότερο χώρο σε σχέση με άλλες φυλές ορνίθων κι έτσι μπορεί να μην είναι κατάλληλη για εκτροφείς στα προάστια ή για τους λάτρεις τους είδους. Η Indian Game είναι ιδιαίτερα επιρρεπής στα παράσιτα και η Cornish πρέπει να προστατεύονται περισσότερο καθώς τα φτερά τους λεπτότερα απ’ των άλλων πτηνών.

Το βάρος των πτηνών κυμαίνεται στα 4 Kg για τον κόκορα, στα 3 Kg για την όρνιθα και στο 1 Kg για το κοκοράκι και την πουλάδα. Στις αντίσοιχες μικρόσωμες ποικιλίες τα βάρη κυμαίνονται στα 2 Kg για τον κόκορα και στο 1,5 Kg για την κότα.


Dorking

Η φυλή Dorking είναι μια ράτσα κοτόπουλου που πιστεύεται ότι έχει τις ρίζες της στην Ιταλία κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ότι εισήχθη στη Μεγάλη Βρετανία κατά τη ρωμαϊκή κατάκτηση καθιστώντας τη ως μία από τις αρχαιότερες αγγλικές φυλές ορνίθων.

Κόκκορας φυλής Dorking

Χαρακτηριστικά

Η Dorking έχει ένα ορθογώνιο σώμα με πολύ κοντά πόδια που έχουν από πέντε δάχτυλα. Όπως συμβαίνει με όλα τα πουλερικά που έχουν ένα απλό λειρί, τα τμήματά του μπορεί να απαιτούν προστασία σε εξαιρετικά κρύο καιρό. Η φυλή είναι επίσης γνωστή για την ευελιξία τους αφού πρόκειται για φυλή μικτής κατεύθυνσης, εκτρέφεται δηλαδή τόσο ως ωοπαραγωγική όσο και ως κρεοπαραγωγική όρνιθα. Είναι απ’ τις λίγες φυλές που αν και έχει κόκκινους λοβούς αυτιών παράγει αυγό με λευκό κέλυφος. Το χρώμα του δέρματος κάτω από τα φτερά είναι λευκό. Το βάρος των πτηνών κυμαίνεται στα 4 Kg για τον κόκορα και περίπου στα 3,20 Kg για την όρνιθα. Επιπλέον πρόκειται για μία πολύ υπάκουη φυλή. Υπάρχουν πέντε αναγνωρισμένες ποικιλίες με χρωματισμούς λευκού, ασημι-γκρι, κόκκινου, σκουρόχρωμου και εμπριμέ.


Orpington

Όρνιθα φυλής Orpington

Η Orpington είναι μια φυλή κοτόπουλου που πήρε τ’ όνομά της απ’ την πόλη Orpington της Αγγλίας η οποία εν μέρει έγινε διάσημη απ’ αυτή τη φυλή.

Η ράτσα αυτή ανήκει στις αγγλικές φυλές κοτόπουλων που αναπαράχθηκε για να αποτελέσει μια εξαιρετική ωοτόκα όρνιθα με ταυτόχρονα καλή ποιότητα κρέατος.

Το μεγάλο τους μέγεθος και το «ωραίο» παρουσιαστικό τους μαζί με το πλούσιο χρώμα τους και τις ήπιες καμπύλες τα καθιστούν πολύ ελκυστικά πτηνά και ως εκ τούτου η δημοτικότητά τους έχει αυξηθεί σαν πουλί επίδειξης περισσότερο από μία ράτσα χρησιμότητας.

Αποτελούν καλές μητέρες για τα μικρά τους. Αν και έχουν μεγάλο μέγεθος είναι ικανά να πετάνε σε μικρές αποστάσεις αλλά σπάνια. Αποτελούν λοιπόν πουλερικά οικόσιτης μορφής. Χάρη στην κατασκευής τους ανταπεξέρχονται πολύ καλά στα ψυχρά κλίματα.

Χαρακτηριστικά

Όρνιθα φυλής Orpington

Η συγκεκριμένη φυλή έχει ένα βαρύ, μεγάλο σώμα με χαμηλή στάση και το κάτω μέρος του σώματός τους καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των ποδιών τους. Ορισμένα χαρακτηριστικά της Oprington είναι τα εξής:

  • Πρόκειται για βαριά πουλιά βάρους περίπου 4,5 Kg ο κόκορας, 3,6-48 Kg η κότα, 3,8 Kg το κοκοράκι και 3,2 Kg η πουλάδα. Τα βάρη των αντίστοιχων μικρόσωμων ποικιλιών κυμαίνονται γύρω στα 2 Kg για τον κόκορα και 1,6 Kg για την κότα.
  • Απαλό και πλούσιο πτέρωμα που κρύβει σχεδόν τα πόδια του πουλιού
  • Καμπυλωτό σχήμα με κοντή πλάτη που σχηματίζει το γράμμα U, μικρό κεφάλι με ένα μεσαίου μεγέθους μικρό λειρί. Μεγάλα και χνουδωτά φτερά κάνοντάς το να φαίνεται εξαιρετικά μεγάλο.

Χρησιμότητα

Η φυλή αυτή γεννά γύρω στα 175-200 αυγά το χρόνο, μεσαίου έως μεγάλου μεγέθους και χρώματος ανοιχτού καφετί. Η ωοτοκία τους δε σταματά κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Παλιότερα άτομα της φυλής ήταν ικανά να γεννάνε μέχρι και 340 αυγά το χρόνο. Αυτή η μείωση της παραγωγής οφείλεται στην επιλογή των κτηνοτρόφων για την εμφάνιση του πτηνού πέρα απ’ τη χρησιμότητα. Τα κοτόπουλα επίσης γίνονται μεγαλόσωμα κι έτσι είναι κατάλληλα για κατανάλωση. Δημιουργούν επίσης καλές μητέρες. Όλες αυτές οι ιδιότητες τα καθιστούν ως κατάλληλη οικόσιτη φυλή.


Sussex

Όρνιθα φυλής Sussex
Κόκκορας φυλής Sussex

Η φυλή όρνιθας Sussex είναι μικτής κατεύθυνσης. Είναι μία ράτσα που προέρχεται από την Αγγλία την εποχή της ρωμαϊκής κατάκτησης της Βρετανίας το 43μ.Χ. Πρόκειται για πουλερικά οικόσιτης μορφής σε πολλές χώρες. Η φυλή περιλαμβάνει 8 χρώματα και έχει και αντίστοιχη μικρόσωμη ποικιλία στο μέγεθος του ¼. Οι μικρόσωμες ποικιλίες μπορούν να έχουν οποιοδήποτε απ’ τα 8 χρώματα.

Χαρακτηριστικά

Όρνιθα φυλής Sussex

Τα χρώματα που συναντάει κανείς στη συγκεκριμένη φυλή είναι το καφέ, το λευκό, το ασημί, το κιτρινωπό, το κόκκινο, με στίγματα κ.ά. Τα κοτόπουλα της φυλής ανεξαρτήτως χρώματος έχουν χαριτωμένη εμφάνιση λόγω της μακριάς, μεγάλης και επίπεδης πλάτης και της ορθογώνιας κατασκευής τους. Η ουρά σχηματίζει γωνία 45 μοιρών με το υπόλοιπο σώμα. Τα μάτια είναι κόκκινου χρωματισμού με σκουρότερες αποχρώσεις, αλλά και πιο ανοιχτόχρωμα πορτοκαλί κάποιες φορές. Το λειρί είναι μεσαίου μεγέθους, απλό και σε όρθια στάση. Οι λοβοί των αυτιών είναι κόκκινοι και τα πόδια και το δέρμα τους λευκά σε κάθε ποικιλία. Τα αρσενικά άτομα της φυλής ζυγίζουν περίπου 4 Kg, οι όρνιθες περίπου 3,2 Kg, τα κοκοράκια περίπου 3,4 Kg και οι πουλάδες περίπου 2,7 Kg. Οι αντίστοιχες μικρόσωμες ποικιλίες ζυγίζουν περίπου 1,5 Kg ο κόκορας και 1,1 Kg η κότα. Η καφέ και η κόκκινη ποικιλία της φυλής είναι πιο σπάνιες, ενώ οι υπόλοιπες πιο συνηθισμένες.

Τα κοτόπουλα της φυλής Sussex θεωρούνται έξυπνα και δραστήρια πτηνά, υπάκουη φυλή που μπορούν να προσαρμοστούν σε οποιοδήποτε περιβάλλον. Προσαρμόζονται επίσης και στις δύο μεθόδους σταβλισμού, είτε είναι σε ελεύθερη βοσκή είτε σε περιορισμένους χώρους. Επιπρόσθετα είναι άνετα και με την ανθρώπινη παρουσία στο χώρο τους, αν και αναπαράγονται καλύτερα σε μεγαλύτερους χώρους. Τα άτομα της φυλής είναι πιο υποτονικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Είναι σε γενικές γραμμές ανθεκτικά πουλιά για εκτροφή οικόσιτης μορφής.

Αυγό

Η φυλή Sussex αναπτύχθηκε για φυλή μικτής κατεύθυνσης και πρόκειται για μία απ’ τις πιο παραγωγικές ράτσες στην πτηνοτροφία. Γεννούν μεγάλα αυγά τα οποία είναι κρεμώδους χρωματισμού ή απαλού καφετί. Ένας κάτοχος πουλερικών της συγκεκριμένης ράτσας θα πρέπει να περιμένει 240-260 αυγά το χρόνο ανά όρνιθα. Ωστόσο οι ανοιχτόχρωμες και λευκές ποικιλίες είναι η καλύτερη επιλογή για ωοτόκες όρνιθες. Πρόσφατα υπήρξε αυγό χρώματος λαδί που παρήχθη από ανοιχτόχρωμες όρνιθες της φυλής, ωστόσο αυτού του χρώματος αυγά είναι σπάνια.

Κρέας

Η συγκεκριμένη φυλή δίνει καλό σφάγιο και όλες οι ποικιλίες της φυλής αποτελούν καλή επιλογή για κρεοπαραγωγική εκτροφή. Οι νεοσσοί της φυλής ωριμάζουν γρήγορα σε αντίθεση με την ποικιλία που φέρει στίγματα στο χρωματισμό της. Το σφάγιο είναι μεγαλύτερου μεγέθους απ’ τα κοτόπουλα του εμπορίου αλλά έχει κληρονομήσει του κρέατος που παράγονταν στο παρελθόν. Τα κοκοράκια που σφάζονταν σε ηλικία 6 μηνών είχαν πιο σφιχτό κρέας από σημερινά μικρότερα κοτόπουλα κρεοπαραγωγής.


Leghorn

Όρνιθα φυλής Leghorn

Η Leghorn είναι μια φυλή όρνιθας που έχει ως τόπο καταγωγής την Τοσκάνη, στην κεντρική Ιταλία. Τα πουλερικά αυτά πρωτοεξάγονται στη Βόρεια Αμερική το 1828 απ΄ το λιμάνι της πόλης του Λιβόρνο, στα δυτικά παράλια της Τοσκάνης. Αρχικά ονομάζονταν Italians αλλά το 1865 η φυλή έγινε γνωστή ως Leghorn. Η φυλή εισήχθη για πρώτη φορά στη Βρετανία από τις Ηνωμένες Πολιτείες το 1870. Η λευκή ποικιλία της φυλής συνήθως χρησιμοποιείται για ωοπαραγωγή σε πολλές χώρες του κόσμου. Οι υπόλοιπες ποικιλίες της φυλής είναι λιγότερο συνηθισμένες.

Χαρακτηριστικά

Τόσο η American Poultry Association όσο και η American Bantam Association αναγνωρίζουν αρκετές ποικιλίες Leghorn που περιλαμβάνουν λευκό, κόκκινο, πουλερικά με ουρά μαύρου και κόκκινου χρωματισμού, απαλό καφέ, σκουρόχρωμο καφετί, μαύρο, κιτρινωπό, ασημί κ.ά. Τα περισσότερα Leghorns έχουν απλό λειρί. Τα πόδια έχουν ένα φωτεινό κίτρινο χρωματισμό και οι λοβοί των αυτιών λευκό.

Το ιταλικό πρότυπο δίνει ένα εύρος βάρους των πουλερικών μεταξύ 2,4-2,7 Kg για τα αρσενικά και 2-2,3 Kg για τις όρνιθες. Σύμφωνα με το βρετανικό πρότυπο τα πλήρως αναπτυγμένα αρσενικά ζυγίζουν περίπου 3,4 Kg, οι όρνιθες 2,5 Kg, οι νεαροί κόκορες 2,7-2,95 Kg και οι πουλάδες 2-2,25 Kg. Για τις μικρόσωμες ποικιλίες το μέγιστο βάρος είναι 1.020 g για τα αρσενικά και 910 g για τα θηλυκά. Τα αυγά είναι λευκά και ζυγίζουν τουλάχιστον από 55 g.


Minorca

Κόκκορας φυλής Minorca

Η Minorca είναι μια φυλή κοτόπουλου που έχει σαν τόπο καταγωγής την Ισπανία. Αυτή η φυλή κατατάσσεται στη Μεσογειακές φυλές από την American Poultry Association. Γεννούν λευκά αυγά. Περιλαμβάνουν ποικιλία χρωμάτων συμπεριλαμβανομένων των κιτρινωπού, μαύρου, λευκού και μπλε. Τα άτομα της ράτσας αυτής ωριμάζουν γρήγορα και το λάλημα αρχίζει νωρίτερα σε σχέση με άλλες φυλές. Οι όρνιθες Minorca παρουσιάζουν ιδιότροπη συμπεριφορά.

Χαρακτηριστικά

Η Minorca είναι η μεγαλύτερη απ’ τις μεσογειακές φυλές ορνίθων, με του κόκορες να ζυγίζουν γύρω στα 4,08 Kg και τις όρνιθες γύρω στα 3,40 Kg. Πρόκειται για κύρια εμπορεύσιμα πουλερικά που κάποτε ανήκαν στην ομάδα μεγάλων κοπαδιών μικτής κατεύθυνσης (για ωοπαραγωγή και κρεοπαραγωγή), όπως η φυλή Leghorn που αποτελούν και τη μικρότερη φυλή αυτής της τάξης (των μεσογειακών φυλών).

Τα κοτόπουλα της φυλής συνήθως δεν είναι υποτονικά αλλά αρκετά δραστήρια, μπορούν επίσης να εκπαιδευτούν αν αυτό γίνει συστηματικά ενώ είναι ακόμα νεοσσοί. Το χαρακτηριστικό της ράτσας αυτής είναι το αρκετά μεγάλο λευκό σημάδι που μοιάζει με αυτί και καθιστά τα πτηνά αναγνωρίσιμα από απόσταση. Η φυλή αναπτύχθηκε στην Αγγλία.


Andalusian

Κόκκορας φυλής Andalusian

Η Andalusian είναι μια φυλή πουλερικών που έχει καταγωγή απ’ της περιοχή της Ανδαλουσίας (όπου και πήρε το όνομά της) της Ισπανίας. Συχνά αναφέρονται ως Blue Andalusians γιατί το μόνο χρώμα που είναι επίσημα αναγνωρισμένο είναι το μπλε. Λόγω της φύσης του μπλε χρωματισμού στα κοτόπουλα, όταν δύο απ’ αυτά ζευγαρώνουν ο απόγονος μπορεί να καταλήξει να έχει, μπλε, μαύρο ή ένα υπόλευκο χρώμα που ονομάζεται Splash.

Η φυλή αυτή προέρχεται από διασταυρώσεις πουλερικών μαύρου χρωματισμού με λευκού κι απ’ αυτή τη διασταύρωση παράγεται ο μπλε χρωματισμός του σχιστόλιθου. Η νεότερη εκδοχή των Andalusian είναι συμμετρική, χαριτωμένη, συμπαγής, μεσαίου μεγέθους και αρχοντική στην κίνηση. Ο θαμπός κι ανομοιόμορφος μπλε χρωματισμός του παρελθόντος έχει μετατραπεί σε ένα ελκυστικό χρώμα σήμερα μετά από χρόνια επιστημονικής αναπαραγωγής. Η φυλή αυτή ανήκει στις μεσογειακές φυλές και όπως και άλλα κοτόπουλα αυτής της ομάδας έχουν στενό φτέρωμα, ενεργά πτηνά, δραστήρια και τα θηλυκά παρουσιάζουν καλή ωοτοκία άσπρων αυγών.

Το βάρος των πουλερικών κυμαίνεται γύρω στα 3,18 Kg για τον κόκορα και περίπου στα 2,50 Kg για την όρνιθα. Οι αντίστοιχες μικρόσωμες ποικιλίες (bantams) έχουν βάρη περίπου 0,79 Kg για τον κόκορα και 0,68 Kg για την όρνιθα.