Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Εχθροί πράσου"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Νέα σελίδα με '{{{top_heading|==}}}Κρεμμυδοφάγος{{{top_heading|==}}} {{:Εχθρός πράσου Κρεμμυδ...')
 
 
Γραμμή 14: Γραμμή 14:
  
 
{{:Εχθρός πράσου Νηματώδεις|top_heading={{{top_heading|==}}}=}}
 
{{:Εχθρός πράσου Νηματώδεις|top_heading={{{top_heading|==}}}=}}
 +
 +
<ref name="Κυριότεροι εχθροί βολβώδων λαχανικών"/>,<ref name="Πράσο"/>
 +
 +
==Βιβλιογραφία==
 +
<references>
 +
<ref name="Κυριότεροι εχθροί βολβώδων λαχανικών"> Κυριότεροι εχθροί βολβώδων λαχανικών, πτυχιακή μελέτη του φοιτητή Σκουλά Κωνσταντίνου, Ηράκλειο 2009.</ref>
 +
<ref name="Πράσο"> [{{#show: Ιστοσελίδα Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών/Τεχνικές βιολογικής καλλιέργειας βολβώδων λαχανικών - Πράσο| ?has link}} Πράσο, του Χαράλαμπου Θανόπουλου, MSc Γεωπόνος Εργαστήριο Κηπευτικών Καλλιεργειών, Αθήνα 2008.]]</ref>
 +
</references>
  
  
Γραμμή 20: Γραμμή 28:
 
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]]
 
[[πόσο αφορά σε γεωπόνο::30| ]]
 
[[Category:Κατάλογος]]
 
[[Category:Κατάλογος]]
 +
[[κατάσταση δημοσίευσης::10| ]]

Τελευταία αναθεώρηση της 13:36, 7 Ιουλίου 2015

Κρεμμυδοφάγος

Ο κρεμμυδοφάγος (Gryllotalpa vulgaris) είναι έντομο παμφάγο. Προτιμά εδάφη ελαφρά, δροσερά, πλούσια σε οργανική ουσία. Σπάνια απαντάται σε αργιλώδη ή χαλικώδη εδάφη. Η εξέλιξή του είναι αργή και επηρεάζεται από τις καιρικές συνθήκες. Κατά μέσο όρο συμπληρώνει μία γενεά σε δυο χρόνια. Κόβει τα λαχανικά στο λαιμό ή καταστρέφει το υπόγειο μέρος των φυτών και τα φυτά ξηραίνονται. Οι προνύμφες δραστηριοποιούνται Μάρτιο-Απρίλιο. Δημιουργεί στο έδαφος χαρακτηριστικές στοές διαμέτρου 0,5-1cm τόσο κοντά στην επιφάνεια του που γίνονται αντιληπτές γιατί προκαλείται ελαφρά ανασήκωση. Δημιουργεί και βαθιές στοές για αποθησαύριση τροφών και για ωοτοκία.

Για τη μείωση του πληθυσμού τους, μπορεί να γίνεται το φθινόπωρο τοποθέτηση στον αγρό μικρών σωρών κοπριάς, στους οποίους οι κρεμμυδοφάγοι επιζητούν για καταφύγιο. Στις αρχές του χειμώνα, οι σωροί αυτοί καταστρέφονται και τα έντομα μένουν εκτεθειμένα στον παγετό. Για τη χημική καταπολέμηση γίνεται χρήση κοκκωδών εντομοκτόνων εδάφους ή δολωμάτων. Όταν το έδαφος είναι πλούσιο σε οργανική ουσία ή έχει πρόσφατα γίνει προσθήκη κοπριάς, τότε θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ένα κοκκώδες εντομοκτόνο εδάφους σ' όλη την έκταση του αγρού (π.χ. dursban, counter κ.ά.) σύμφωνα με τις οδηγίες της ετικέτας. Στον κρεμμυδοφάγο πολύ καλά αποτελέσματα δίνουν και τα δολώματα. Στα έντομα εδάφους καλή προσελκυστικότητα έχουν τα δολώματα με βάση τα ξινισμένα πίτυρα. Η προσθήκη γλυκαντικών ουσιών (μελάσσα, ζάχαρη κ.ά.) ή σκόνης γάλακτος (250-500gr/10kg δολώματος) αυξάνει την προσελκυστικότητα και την κατανάλωση από το έντομο και μειώνει την απωθητική οσμή του εντομοκτόνου. Για την επιτάχυνση της όξυνσης στα πίτυρα προσθέτουμε και λίγη ζύμη (200-300 gr/10kg πίτυρα).Στα πιτυρούχα δολώματα προστίθενται διάφορα σκευάσματα εντομοκτόνων σε μορφή βρέξιμης σκόνης (WP), dursban 25%, thiodan 50%, carbaryl 85%, diazinon 40% κ.ά. Η αναλογία των συστατικών του δολώματος είναι για παράδειγμα:

  • 3kg πίτυρο, 200gr dursban 25 WP και 1mg νερό
  • 3kg πίτυρο, 200gr thiodan 50 WP και 0,5mg νερό.

Παρόμοιες είναι οι αναλογίες και με τα άλλα εντομοκτόνα. Χρησιμοποιούνται 3-5kg δολώματος ανά στρέμμα, τις απογευματινές ή νυκτερινές ώρες και πάντοτε μετά από πότισμα. Τα δολώματα τοποθετούνται σε μικρούς σωρούς ή σε λεπτή συνεχή γραμμή μεταξύ των γραμμών της καλλιέργειας. Χρειάζεται προσοχή να μην πέφτουν πάνω στα φυτά. Αν υπάρχουν πουλιά στην περιοχή θα πρέπει οι σωροί να τοποθετούνται σε μη εμφανή μέρη (κάτω από κεραμίδια ή μέσα σε οπές).




Θρίπας

Οι θρίπες (Τhrips tabaci) με τα ξέοντος μυζητικού τύπου στοματικά τους μόρια διατρυπούν επανειλημμένα τους ιστούς των νεαρών φύλλων καταστρέφοντας το παρέγχυμά τους. Τα φύλλα παίρνουν λευκή ασημόχρωμη-πιτσιλωτή εμφάνιση και σε σοβαρή προσβολή όλος ο αγρός παίρνει αργυρόχρωμη όψη. Τα φύλλα παραμορφώνονται, η ανάπτυξη των φυτών περιορίζεται και τελικά τα φύλλα αφυδατώνονται και ξηραίνονται. Στην περιοχή προσβολής παρατηρούνται μικροί μαύροι λεκέδες που προέρχονται από τα περιττώματα των θριπών. Κατά την έναρξη της προσβολής βρίσκονται σε περιοχές ανάμεσα στα φύλλα και δεν είναι άμεσα αναγνωρίσιμη η προσβολή μέχρις ότου οι καιρικές συνθήκες ευνοήσουν μια γεωμετρική αύξηση του πληθυσμού των θριπών. Η επίπτωση της προσβολής στους βολβούς δεν θεωρείται σημαντική. Έχει πολλές γενεές το χρόνο (περισσότερες από 5) και με ευνοϊκές καιρικές συνθήκες κλείνει το βιολογικό του κύκλο σε 2-3 εβδομάδες. Το έντομο ευνοείται από θερμές περιόδους (υψηλή θερμοκρασία και χαμηλή σχετική υγρασία) οπότε έχουμε μεγάλες προσβολές που επηρεάζουν πολύ σοβαρά τόσο τα νεαρά όσο και τα μεγάλα φυτά. Τα θηλυκά αφήνουν κατά μέσο όρο 80 αυγά σε μικρές εγκοπές μέσα στα φύλλα και αυτά εκκολάπτονται σε 5-10 ημέρες. Τα ακμαία διαχειμάζουν στο έδαφος και βγαίνουν την άνοιξη. Τα ακμαία έχουν μήκος 1-2 mm, χρώμα ανοιχτό κίτρινο έως καφέ με εγκάρσιες λωρίδες στο σώμα τους. Το σώμα τους λεπταίνει προς τα δύο άκρα. Οι νύμφες μοιάζουν πολύ με τα τέλεια άτομα με τη διαφορά ότι δεν έχουν φτερά, έχουν πιο ανοιχτό χρώμα και πιο μικρό μέγεθος.

Συνιστάται να γίνεται κανονική άρδευση της καλλιέργειας, καταστροφή των ζιζανίων και αμειψισπορά. Για τη χημική καταπολέμηση είναι απαραίτητες οι επανειλημμένες εφαρμογές λόγω των πολλών γενεών και της ταχείας αύξησης του πληθυσμού τους. Οι συχνοί ψεκασμοί όμως αυξάνουν την ανθεκτικότητα στα χρησιμοποιούμενα φάρμακα. Θα πρέπει οι ψεκασμοί να γίνονται με εναλλαγή εντομοκτόνων από διαφορετικές ομάδες για να αποφευχθεί η ανθεκτικότητα. Οι πληθυσμοί των θριπών στα νεαρά φυτά μπορούν να μειωθούν σημαντικά με ενσωμάτωση στο έδαφος κοκκωδών εντομοκτόνων πριν τη σπορά ή φύτευση. Για ψεκασμούς φυλλώματος χρησιμοποιούνται τα εντομοκτόνα methamidophos, acephate, πυρεθρίνες, methomyl κ.ά.




Φυλλορήκτης

Το λεπιδόπτερο αυτό (Acrolepiopsis asectella) παρουσιάζει ιδιαίτερη προτίμηση στο πράσο, σπανιότερα στο κρεμμύδι και περιστασιακά στο σκόρδο. Οι προνύμφες αναπτύσσονται σε βάρος των φύλλων, αλλά προσβάλλουν και τους ανθοφόρους βλαστούς και τις ανθοταξίες, προκαλώντας απώλειες στους σπόρους.

Στο πράσο η προνύμφη εισχωρεί στο μεσόφυλλο του ελάσματος, όπου ορύσει μία ή περισσότερες στοές μήκους 2-5mm, παράλληλες με τις νευρώσεις και με καθοδική κατεύθυνση. Μετά από αυτή τη δράση στο τέλος της πρώτης ηλικίας εξέρχεται και διεισδύει στο κέντρο του φυτού, φθάνοντας ενίοτε στο λαιμό, όπου προκαλεί πολλές επιμήκεις διαβρώσεις. Το προσβλημένο φυτό παρουσιάζει περιορισμένη ανάπτυξη, χλωρώσεις και ξηράνσεις των φύλλων και μπορεί ακόμη και να σαπίσει αν επικρατούν συνθήκες υψηλής υγρασίας. Οι ζημιές στο πράσο είναι ιδιαίτερα σοβαρές αμέσως μετά τη μεταφύτευση, αφού τα προσβλημένα φυτά αναρρώνουν δύσκολα ή ξεραίνονται.

Διαχειμάζει ως ακμαίο, στις σχισμές των φλοιών, εντός περιστασιακών καταφυγίων που βρίσκονται στην επιφάνεια του εδάφους, ανάμεσα στα φύλλα της βάσης των φυτών ξενιστών ή στους χώρους ξήρανσης και αποθήκευσης των ταξιανθιών. Τα ακμαία ξαναρχίζουν τη δράση στα τέλη Φεβρουαρίου ή στις αρχές Μαρτίου, όταν οι μέσες θερμοκρασίες της ημέρας φθάνουν τους 12-13oC. Δραστηριοποιούνται τις νυχτερινές ώρες και όταν η μέγιστη θερμοκρασία ξεπερνάει τους 13oC τα θηλυκά εναποθέτουν περίπου 1000 ωά, μεμονωμένα, στα φύλλα, στους ανθοφόρους βλαστούς ή στη βάση της ταξιανθίας. Η εμβρυακή ανάπτυξη πραγματοποιείται σε θερμοκρασίες πάνω από 6oC και ολοκληρώνεται στους 90 ημερήσιους βαθμούς, οι οποίοι επιτυγχάνονται αθροίζοντας τις μέσες ημερήσιες τιμές θερμοκρασίας που ξεπερνούν το ελάχιστο βιολογικό όριο. Με μέσες θερμοκρασίες 8-10oC τα ωά της 1ης γενεάς εκκολάπτονται μετά από 20-30 ημέρες, ενώ το καλοκαίρι ο χρόνος επώασης δεν ξεπερνάει τις 4-6 ημέρες. Οι προνύμφες των νεαρών γενεών ολοκληρώνουν την ανάπτυξή τους σε 35-45 ημέρες, ενώ το καλοκαίρι με μέσες θερμοκρασίες 27oC αρκούν 14. Όταν ωριμάσουν βομβυκιώνονται στα εξωτερικά φύλλα ή τον ανθοφόρο βλαστό, χρυσαλλιδώνονται μετά από 5-20 ημέρες και δίνουν στη συνέχεια τα ακμαία μερικές ημέρες αργότερα.

Η αντιμετώπιση βασίζεται κυρίως σε χημικά σκευάσματα. Λόγω της μειωμένης σημασίας των δύο πρώτων γενεών η αντιμετώπιση, κατά κανόνα, αποσκοπεί στον περιορισμό της τρίτης γενεάς, η οποία επειδή συμπίπτει με τη μεταφύτευση του πράσου είναι και η πιο επικίνδυνη και επεκτείνεται και στις επόμενες γενεές. Για να είναι αποτελεσματικοί οι ψεκασμοί καλά θα είναι οι επεμβάσεις να γίνονται αμέσως μετά την εμφάνιση των ακμαίων, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ωοθεσίες πραγματοποιούνται ήδη από την επόμενη ημέρα της πτήσης και η επώαση των ωών είναι πολύ σύντομη. Λίγες ημέρες μετά την εκκόλαψη, οι προνύμφες μεταφέρονται στο εξωτερικό τμήμα του φυτού, όπου είναι δύσκολο να καταπολεμηθούν. Γι' αυτούς τους λόγους είναι πρoφανές, το πόσο σημαντικό είναι να εξακριβωθούν οι χρόνοι πτήσεων μέσω παγίδων, συνθετικής σεξουαλικής φερομόνης ή μέσω ελέγχου κάποιων προσβλημένων φυτών, τα οποία καλλιεργούνται σε κλωβούς σύλληψης. Σε συνδυασμό με τη διάρκεια των πτήσεων κρίνονται άλλωστε απαραίτητοι, κατά της ίδιας γενεάς, ακόμη και δύο ψεκασμοί σε διάστημα 10-12 ημέρες, με Bacillus thuringiensis νar. kurstαki.




Νηματώδεις

Το είδος αυτό περιλαμβάνει περίπου 30 φυλές, που ξεχωρίζουν μεταξύ τους με ειδική δοκιμή σε σειρά διαφορετικών ξενιστών. Ορισμένες φυλές είναι εξειδικευμένες σε ορισμένα φυτά, ενώ άλλες προσβάλλουν πλήθος φυτών ξενιστών. Τα τέλεια άτομα και οι νύμφες του έχουν νηματόμορφο σχήμα και μήκος 0,6-1,5mm. Προσβάλλουν βολβούς, φύλλα και στελέχη. Ο βιολογικός του κύκλος στους 15oC συμπληρώνεται εντός 19-23 ημερών. Έχει 4 εκδύσεις και 4 νυμφικά στάδια. Η πρώτη έκδυση γίνεται μέσα στο ωό, από όπου εκκολάπτεται η νύμφη 2ου σταδίου και μετά 3 εκδύσεις γίνεται το τέλειο θηλυκό ή άρρεν άτομο. Τα τέλεια θηλυκά γονιμοποιούνται και μετά 4 ημέρες αρχίζουν να γεννούν ωά επί 25-50 ημέρες, και γεννούν συνολικά 200-500 ωά έκαστο. Αρσενικά και θηλυκά άτομα ζουν περίπου 45-73 ημέρες. Κάτω από δυσμενείς συνθήκες υγρασίας - κυρίως οι νύμφες 4ου σταδίου αλλά και μερικώς τα άλλα στάδια μπορούν να επιβιώσουν, μέσα στο ξηρό φυτικό υλικό, για αρκετά χρόνια. Μόλις δε επανεμφανισθεί αρκετή υγρασία, οι νηματώδεις αρχίζουν πάλι να κινούνται και με βροχερό καιρό δραστηριοποιούνται και μετακινούνται στην εξωτερική επιφάνεια των φυτών, μέσα σε ελάχιστη ποσότητα επιφανειακής υγρασίας, προς τα επάνω και εισέρχονται από τα στομάτια των φύλλων μέσα στο φυτικό ιστό.

Κάθε πότισμα, βροχή ή πιτσίλισμα διευκολύνει την εξάπλωση του Ditylenchus dipsαci σε υγιή φυτά. Εντός των φυτικών ιστών, οι νηματώδεις πολλαπλασιάζονται και ο πληθυσμός τους μπορεί να φθάσει τους 50.000 ανά φυτό. Πάντως και με 20 νηματώδεις ανά 1.000gr χώματος παρατηρούνται ζημιές στα φυτά. Μεγάλους πληθυσμούς νηματωδών βρίσκουμε σε μολυσμένους βολβούς, φύλλα ή σκελίδες σκόρδου. Άριστη θερμοκρασία εισόδου των νυμφών και προσβολής των φυτών είναι περίπου 21oC. Προσβολή έχουμε και σε βλαστάνοντα φυτάρια από το σπόρο εντός του εδάφους ή και σε νεαρά φυτά. Όπως το φυτό μεγαλώνει, οι νηματώδεις μετακινούνται εντός των βολβών. Τα κύτταρα καταστρέφονται από την εκκρινόμενη σίελο (sa1iva) των νηματωδών και ο χυμός τους απομυζάτε από τους νηματώδεις. Σε αποθηκευμένους βολβούς τα καταστρεμμένα κύτταρα γίνονται σαν μια λευκή και αλευρώδης ουσία.

Τα συμπτώματα στο κρεμμύδι, σκόρδο και ενίοτε πράσου είναι νανισμός των φυτών, κάμψης των φύλλων μέχρι το χώμα, εξογκώματα και επιμήκη σχίσματα στα φύλλα. Επίσης έχουμε μικρότερα φύλλα, παχύτερα, με κιτρινοκαστανές αποχρώσεις και εξογκώματα επί των στελεχών. Τα μολυσμένα μικρά φυτά συστρέφονται, και νεκρώνονται, αν η προσβολή είναι σοβαρή. Με την πάροδο των ημερών τα φύλλα θρυμματίζονται οι βολβοί μαλακώνουν στο λαιμό και η προσβολή προχωρεί προς τα κάτω. Οι σκελίδες μαλακώνουν και αποκτούν χρώμα γκριζωπό. Τελικά οι βολβοί ξηραίνονται, συρρικνώνονται, χάνουν βάρος και σαπίζουν με ιδιάζουσα άσχημη μυρωδιά.

Η καταπολέμηση των νηματωδών (Ditylenchus dispaci) μπορεί να επιτευχθεί

  • Με αμειψισπορά 4ετή με φυτά μη-ξενιστές.
  • Με καταστροφή μολυσμένων φυτικών τμημάτων.
  • Με φύτευση υγιών φυτών.
  • Με εμβάπτιση βολβών και σκελίδων σε θερμό νερό + 1% φορμαλδεΰδη σε 38oC επί 30-40 λεπτά, μετά σε 49oC επί 20 λεπτά, μετά σε 18-22oC επί 10-20 λεπτά. Μετά στέγνωμα και ακολούθως φύτεμα.
  • Απονημάτωση με χρήση νηματοκτόνων πριν τη φύτευση ή και μετά τη φύτευση.




[1],[2]

Βιβλιογραφία

  1. Κυριότεροι εχθροί βολβώδων λαχανικών, πτυχιακή μελέτη του φοιτητή Σκουλά Κωνσταντίνου, Ηράκλειο 2009.
  2. Πράσο, του Χαράλαμπου Θανόπουλου, MSc Γεωπόνος Εργαστήριο Κηπευτικών Καλλιεργειών, Αθήνα 2008.]