Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Αραίωμα καρπών ροδακινιάς"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Οι πρώιμες ποικιλίες, που έχουν την τάση να [[Τρόπος καρποφορίας ροδακινιάς|υπερκαρποφορούν]], πρέπει να αραιώνονται καλά, πριν από την φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου, γιατί έτσι το μέγεθος των καρπών αυξάνει σημαντικά και η ωρίμαση - επιταχύνεται. Οι πρώιμες ποικιλίες έχουν πολύ μικρότερη περίοδο ανάπτυξης του καρπού τους απ' ότι οι όψιμες. Το πρώιμο αραίωμα των καρπών στις πρώιμες ποικιλίες δεν αυξάνει μόνο το μέγεθος των καρπών, αλλά και την ποσότητα της νεαρής βλάστησης και του μεγέθους των φύλλων. Αν το αραίωμα πολλών πρώϊμων ποικιλιών καθυστερήσει πολύ μετά την έναρξη σκλήρυνσης του πυρήνα, το τελικό μέγεθος του καρπού δε θα αυξηθεί σημαντικά. Αυτό επισυμβαίνει κυρίως, όταν κατά την αρχή της βλαστικής περιόδου και κατά τη συγκομιδή επικρατούν ξηρικές [[Κλιματικές συνθήκες ροδακινιάς|καιρικές συνθήκες]].
+
Το αραίωμα των καρπών της [[Ροδακινιά|ροδακινιάς]] είναι αναγκαίο, γιατί βελτιώνει το μέγεθος και την ποιότητα των [[Ροδάκινο|καρπών]], κυρίως, όταν το δένδρο έχει μεγάλο φορτίο. Ο βαθμός αραιώματος των καρπών εξαρτάται κάπως απ' το δυνητικό μέγεθος του ώριμου καρπού μιας συγκεκριμένης [[Ποικιλίες ροδακινιάς|ποικιλίας]]. Γενικά, όσο μικρότερο είναι το κανονικό μέγεθος του καρπού κατά την [[Ωρίμανση ροδάκινων|ωρίμαση]], τόσο πιο μεγαλύτερη πρέπει να είναι η απόσταση μεταξύ των καρπών, που αφήνονται επί του βλαστού. Η κατάλληλη όμως απόσταση αραιώματος μερικώς εξαρτάται και απ' τη φυλλική επιφάνεια κατά καρπό και τη ζωηρότητα του δένδρου. Συνήθως απαιτούνται περίπου 35 υγιή, μέσου μεγέθους πράσινα φύλλα για την παραγωγή ενός καρπού καλού μεγέθους και καλής ποιότητας. Κατά το αραίωμα των καρπών, πρέπει να αφήνεται μόνον ένας καρπός σε κάθε 15-20cm επί του βλαστού. Αν και το αραίωμα αυτό είναι αυστηρό και ακριβό, πρέπει να ενθυμούμεθα ότι οι μικροί καρποί δύσκολα διατίθενται στο εμπόριο. Επίσης το αραίωμα διευκολύνει τη [[Συγκομιδή ροδάκινων|συγκομιδή]] των καρπών και μειώνει τον κίνδυνο σπασίματος των κλάδων, που φέρουν μεγάλο φορτίο. Οι πρώιμες ποικιλίες, που έχουν την τάση να [[Τρόπος καρποφορίας ροδακινιάς|υπερκαρποφορούν]], πρέπει να αραιώνονται καλά, πριν από την φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου, γιατί έτσι το μέγεθος των καρπών αυξάνει σημαντικά και η ωρίμαση - επιταχύνεται. Οι πρώιμες ποικιλίες έχουν πολύ μικρότερη περίοδο ανάπτυξης του καρπού τους απ' ότι οι όψιμες. Το πρώιμο αραίωμα των καρπών στις πρώιμες ποικιλίες δεν αυξάνει μόνο το μέγεθος των καρπών, αλλά και την ποσότητα της νεαρής βλάστησης και του μεγέθους των φύλλων. Αν το αραίωμα πολλών πρώϊμων ποικιλιών καθυστερήσει πολύ μετά την έναρξη σκλήρυνσης του πυρήνα, το τελικό μέγεθος του καρπού δε θα αυξηθεί σημαντικά. Αυτό επισυμβαίνει κυρίως, όταν κατά την αρχή της βλαστικής περιόδου και κατά τη συγκομιδή επικρατούν ξηρικές [[Κλιματικές συνθήκες ροδακινιάς|καιρικές συνθήκες]].
  
 
Στις μεσοπρώϊμες και όψιμες ποικιλίες το αραίωμα πρέπει να γίνεται αμέσως μετά τη φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου, κατά το οποίο θα πρέπει να αφαιρούνται οι μικρότεροι και ελαττωματικοί καρποί. Πειραματικά δεδομένα, που αφορούν την [[Ποικιλίες ροδακινιάς|ποικιλία]] [[Επιτραπέζια ποικιλία ροδακινιάς Elberta|Elberta]] έχουν δείξει ότι, αν η καρπόδεση είναι μέτρια και η καρπόπτωση του Ιουνίου είναι μέτρια μεγάλη και το πραίωμα γίνει αμέσως μετά την καρπόπτωση του Ιουνίου, συνήθως συμβάλλει στην παραγωγή καρπών καλού μεγέθους και χρώματος. Αν όμως το αραίωμα καθυστερήσει και γίνει κατά την περίοδο σκλήρυνσης του πυρήνα ή και αργότερα μέχρι την έναρξη της τρίτης περιόδου αύξησης του καρπού, συνεχίζει να έχει θετική επίδραση στην τελική αύξηση του μεγέθους του καρπού. Καλό είναι, κατά το αραίωμα, να λαμβάνεται υπόψη, εκτός απ' τη συγκεκριμένη απόσταση (15-20cm), που πρέπει να αφήνεται από καρπό σε καρπό επί του βλαστού, η φυλλική επιφάνεια, η ζωηρότητα και η παραγωγική ικανότητα του δένδρου. Μετά από έναν ανοιξάτικο παγετό, μερικές φορές, τα μόνα [[Βοτανικά χαρακτηριστικά ροδακινιάς|άνθη]] που επιβιώνουν είναι εκείνα που βρίσκονται στη βάση των επάκριων βλαστών του δένδρου. Όταν αυτό επισυμβεί, οι καρποί δεν αραιώνονται, και αν ακόμα ο ένας καρπός αγγίζει τον άλλο, γιατί η φυλλική επιφάνεια είναι επαρκής γι’ όλους τους καρπούς.
 
Στις μεσοπρώϊμες και όψιμες ποικιλίες το αραίωμα πρέπει να γίνεται αμέσως μετά τη φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου, κατά το οποίο θα πρέπει να αφαιρούνται οι μικρότεροι και ελαττωματικοί καρποί. Πειραματικά δεδομένα, που αφορούν την [[Ποικιλίες ροδακινιάς|ποικιλία]] [[Επιτραπέζια ποικιλία ροδακινιάς Elberta|Elberta]] έχουν δείξει ότι, αν η καρπόδεση είναι μέτρια και η καρπόπτωση του Ιουνίου είναι μέτρια μεγάλη και το πραίωμα γίνει αμέσως μετά την καρπόπτωση του Ιουνίου, συνήθως συμβάλλει στην παραγωγή καρπών καλού μεγέθους και χρώματος. Αν όμως το αραίωμα καθυστερήσει και γίνει κατά την περίοδο σκλήρυνσης του πυρήνα ή και αργότερα μέχρι την έναρξη της τρίτης περιόδου αύξησης του καρπού, συνεχίζει να έχει θετική επίδραση στην τελική αύξηση του μεγέθους του καρπού. Καλό είναι, κατά το αραίωμα, να λαμβάνεται υπόψη, εκτός απ' τη συγκεκριμένη απόσταση (15-20cm), που πρέπει να αφήνεται από καρπό σε καρπό επί του βλαστού, η φυλλική επιφάνεια, η ζωηρότητα και η παραγωγική ικανότητα του δένδρου. Μετά από έναν ανοιξάτικο παγετό, μερικές φορές, τα μόνα [[Βοτανικά χαρακτηριστικά ροδακινιάς|άνθη]] που επιβιώνουν είναι εκείνα που βρίσκονται στη βάση των επάκριων βλαστών του δένδρου. Όταν αυτό επισυμβεί, οι καρποί δεν αραιώνονται, και αν ακόμα ο ένας καρπός αγγίζει τον άλλο, γιατί η φυλλική επιφάνεια είναι επαρκής γι’ όλους τους καρπούς.

Τελευταία αναθεώρηση της 08:19, 26 Ιουνίου 2015

Το αραίωμα των καρπών της ροδακινιάς είναι αναγκαίο, γιατί βελτιώνει το μέγεθος και την ποιότητα των καρπών, κυρίως, όταν το δένδρο έχει μεγάλο φορτίο. Ο βαθμός αραιώματος των καρπών εξαρτάται κάπως απ' το δυνητικό μέγεθος του ώριμου καρπού μιας συγκεκριμένης ποικιλίας. Γενικά, όσο μικρότερο είναι το κανονικό μέγεθος του καρπού κατά την ωρίμαση, τόσο πιο μεγαλύτερη πρέπει να είναι η απόσταση μεταξύ των καρπών, που αφήνονται επί του βλαστού. Η κατάλληλη όμως απόσταση αραιώματος μερικώς εξαρτάται και απ' τη φυλλική επιφάνεια κατά καρπό και τη ζωηρότητα του δένδρου. Συνήθως απαιτούνται περίπου 35 υγιή, μέσου μεγέθους πράσινα φύλλα για την παραγωγή ενός καρπού καλού μεγέθους και καλής ποιότητας. Κατά το αραίωμα των καρπών, πρέπει να αφήνεται μόνον ένας καρπός σε κάθε 15-20cm επί του βλαστού. Αν και το αραίωμα αυτό είναι αυστηρό και ακριβό, πρέπει να ενθυμούμεθα ότι οι μικροί καρποί δύσκολα διατίθενται στο εμπόριο. Επίσης το αραίωμα διευκολύνει τη συγκομιδή των καρπών και μειώνει τον κίνδυνο σπασίματος των κλάδων, που φέρουν μεγάλο φορτίο. Οι πρώιμες ποικιλίες, που έχουν την τάση να υπερκαρποφορούν, πρέπει να αραιώνονται καλά, πριν από την φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου, γιατί έτσι το μέγεθος των καρπών αυξάνει σημαντικά και η ωρίμαση - επιταχύνεται. Οι πρώιμες ποικιλίες έχουν πολύ μικρότερη περίοδο ανάπτυξης του καρπού τους απ' ότι οι όψιμες. Το πρώιμο αραίωμα των καρπών στις πρώιμες ποικιλίες δεν αυξάνει μόνο το μέγεθος των καρπών, αλλά και την ποσότητα της νεαρής βλάστησης και του μεγέθους των φύλλων. Αν το αραίωμα πολλών πρώϊμων ποικιλιών καθυστερήσει πολύ μετά την έναρξη σκλήρυνσης του πυρήνα, το τελικό μέγεθος του καρπού δε θα αυξηθεί σημαντικά. Αυτό επισυμβαίνει κυρίως, όταν κατά την αρχή της βλαστικής περιόδου και κατά τη συγκομιδή επικρατούν ξηρικές καιρικές συνθήκες.

Στις μεσοπρώϊμες και όψιμες ποικιλίες το αραίωμα πρέπει να γίνεται αμέσως μετά τη φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου, κατά το οποίο θα πρέπει να αφαιρούνται οι μικρότεροι και ελαττωματικοί καρποί. Πειραματικά δεδομένα, που αφορούν την ποικιλία Elberta έχουν δείξει ότι, αν η καρπόδεση είναι μέτρια και η καρπόπτωση του Ιουνίου είναι μέτρια μεγάλη και το πραίωμα γίνει αμέσως μετά την καρπόπτωση του Ιουνίου, συνήθως συμβάλλει στην παραγωγή καρπών καλού μεγέθους και χρώματος. Αν όμως το αραίωμα καθυστερήσει και γίνει κατά την περίοδο σκλήρυνσης του πυρήνα ή και αργότερα μέχρι την έναρξη της τρίτης περιόδου αύξησης του καρπού, συνεχίζει να έχει θετική επίδραση στην τελική αύξηση του μεγέθους του καρπού. Καλό είναι, κατά το αραίωμα, να λαμβάνεται υπόψη, εκτός απ' τη συγκεκριμένη απόσταση (15-20cm), που πρέπει να αφήνεται από καρπό σε καρπό επί του βλαστού, η φυλλική επιφάνεια, η ζωηρότητα και η παραγωγική ικανότητα του δένδρου. Μετά από έναν ανοιξάτικο παγετό, μερικές φορές, τα μόνα άνθη που επιβιώνουν είναι εκείνα που βρίσκονται στη βάση των επάκριων βλαστών του δένδρου. Όταν αυτό επισυμβεί, οι καρποί δεν αραιώνονται, και αν ακόμα ο ένας καρπός αγγίζει τον άλλο, γιατί η φυλλική επιφάνεια είναι επαρκής γι’ όλους τους καρπούς.

Το αραίωμα των καρπών μπορεί να γίνει με το χέρι, με κλάδεμα (αφαίρεση βλαστών) κατά τη χειμερινή περίοδο ή κατά την άνθηση (σε παγετοπληκτες περιοχές), με ειδικά κοντάρια μήκους 1,3 έως 2,6 μέτρων ή και μακρύτερα, με δονητές και με χημικά μέσα. Το αραίωμα των καρπών με το χέρι, αν και είναι ο ακριβότερος τρόπος αραιώματος, είναι όμως και ο καλύτερος. Στη χώρα μας συνηθίζεται το αραίωμα να γίνεται με το χέρι. Οι τρόποι αραιώματος με κλάδεμα, με κοντάρια και δονητές εφαρμόζονται κυρίως στις ΗΠΑ, Αυστραλία και Ν. Αφρική, αλλά δεν είναι πολύ αποτελεσματικοί και χρειάζεται να γίνει συμπληρωματικό αραίωμα με το χέρι. Τα χημικοαραιωτικά (άλλα αποτελεσματικά κατά την άνθηση και άλλα επί των αναπτυσσόμενων καρπών) μπορεί να χρησιμοποιηθούν για αραίωμα των καρπών της ροδακινιάς κάτω υπό ειδικές συνθήκες. Αλλά το καθένα χωριστά δε δίνει σταθερά αποτελέσματα. Τα πιο πολλά προκαλούν χλώρωση στα φύλλα και μερικά φυλλόπτωση στις συνιστώμενες αποτελεσματικές δόσεις. Συνεπώς το χημικό αραίωμα, με τα σημερινά δεδομένα, δε συνιστάται για τη ροδακινιά.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Ειδική δενδροκομία Τόμος II "Ακρόδρυα-Πυρηνόκαρπα-Λοιπά καρποφόρα", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.