Ασθένεια πεπονιάς Περονόσπορος

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 07:40, 9 Σεπτεμβρίου 2013 υπό τον P chasapis (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Προσβολή φύλλων πεπονιάς από Περονόσπορο

Υπεύθυνο παθογόνο είναι ο μύκητας Pseudoperonospora cubensis. Είναι κοσμοπολίτικο παθογόνο. Κάτω από ευνοϊκές συνθήκες μπορεί να προκαλέσει σημαντικές ζημιές. Αν δεν παρθούν μέτρα αντιμετώπισης ακόμα και μεγάλης έκτασης θερμοκήπια μπορούν σε 7-14 μέρες να καταστραφούν ολοκληρωτικά. Αγαπάει τα τροπικά και υποτροπικά κλίματα. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να αναπτυχθεί και να προκαλέσει ζημιές και στις βορειότερες περιοχές. Προσβάλλει πολλά είδη των κολοκυνθοειδών. Ο Pseudoperonospora cubensis έχει παγκόσμια διάδοση, οι επιδημίες είναι πολύ καταστροφικές στους αγρούς στης Μεσογειακές χώρες όπου η υγρασία είναι υψηλή και θερμοκρασίες είναι χαμηλές κατά το τέλος της άνοιξης και τους καλοκαιρινούς μήνες. Οι σοβαρές μολύνσεις του φυλλώματος επηρεάζουν άσχημα την ποιότητα των καρπών και την απόδοση. Τα μολυσμένα φυτά παράγουν μικρούς, παραμορφωμένους και μη εμπορικούς καρπούς. Οι πρώιμες προσβολές μπορεί να καταλήξουν σε ολική απώλεια της παραγωγής.

Ο Pseudoperonospora cubensis προσβάλλει μόνο τα φύλλα. Οι πρώιμες μολύνσεις προκαλούν κίτρινες κηλίδες, οι οποίες συγχωνεύονται, είναι κατά κανόνα στρογγυλές, πρασινωπές πολύ φωτεινές και ελαφρά ελαιώδεις. Στη συνέχεια τα φύλλα ξεραίνονται στέκουν όρθια και καρουλιασμένα προς τα πάνω. Όταν η υγρασία είναι πολύ υψηλή, ιδιαίτερα τις πρωινές ώρες, είναι ορατός ο σχηματισμός σπόρων στο κάτω μέρος του φύλλου. Τα παλαιότερα φύλλα συνήθως μολύνονται πρώτα. Σοβαρές μολύνσεις στο φύλλωμα προκαλούν νανισμό και νέκρωση του φύλλου.


Το παθογόνο είναι ένα υποχρεωτικό παράσιτο, το οποίο μπορεί να υπάρχει στα καλλιεργούμενα φυτά, αυτοφυή φυτά και ετήσια άγρια κολοκυνθοειδή σε όλες τις κατάλληλες περιοχές. Παράγει σπόρια τα οποία μεταφέρομαι με το νερό, τον άνεμο, και τη βροχή. Σε ξερή φυτική επιφάνεια η μεταφορά των κονιδίων με τον αέρα γίνεται ευκολότερα. Ακόμα με ζεστό και υγρό καιρό είναι δυνατή η μεταφορά τους σε μεγάλες αποστάσεις. Η παραγωγή των κονιδίων γίνεται κυρίως τη νύχτα. Έντονη παραγωγή κονιδίων εμφανίζεται στα κατώτερα φύλλα. Σε άριστη θερμοκρασία τα κονίδια εμφανίζονται σε βρεγμένα φύλλα μετά από 6 ώρες. Το πορφυρό μυκηλιακό στρώμα, στην επιφάνεια του φύλλου αποτελείται από σποραγγεία τα οποία λειτουργούν ως κονίδια. Αυτά μπορούν να μεταφερθούν με βόρειους άνεμους σε μεγάλες αποστάσεις για να διαχειμάσεις το παθογόνο σε ζεστές περιοχές. Η ανάπτυξη της ασθένειας μπορεί να συμβεί σε μεγάλο εύρος θερμοκρασιών, κάτω από συνθήκες υψηλής υγρασίας που προέρχεται από δρόσο, ομίχλη, βροχόπτωση. Οι πιο ευνοϊκές συνθήκες για των σχηματισμό των σπορείων είναι 100% με σχετική υγρασία και θερμοκρασία 10-25oC. Το εύρος της θερμοκρασίας στο οποίο μπορούν να σχηματιστούν τα ζωοσποριάγγεια κυμαίνεται από 5-30oC. Οι υψηλές θερμοκρασίες ιδιαίτερα σε περιόδους μεγάλης έντασης του φωτός μειώνουν σημαντικά τη ζωτικότητα τους. Η ένταση της προσβολής είναι πάντοτε συνάρτηση της ποσότητας του μολύσματος και της διάρκειας διύγρανσης. Σε ακραίες θερμοκρασίες 5 και 28oC χρειάζεται πολύ μόλυσμα και μεγάλη διάρκεια διύγρανσης για να εκδηλωθεί προσβολή. Αντίθετα σε 12oC και 25oC με πολύ λίγο μόλυσμα και μικρό χρονικό διάστημα διύγρανσης των φύλλων εμφανίζεται μεγάλη προσβολή. Η μεγαλύτερη διασπορά των κονιδίων γίνεται το πρωί. Σε ευνοϊκές συνθήκες η μόλυνση γίνεται δια μέσου των στοματίων μέσα σε 5 ώρες. Για την αντιμετώπιση της ασθένειας εφαρμόζονται τα παρακάτω μέτρα.

  • Σπορά των φυτών σε γραμμές παράλληλες με την κατεύθυνση του ανέμου.
  • Αποφυγή ανάπτυξης των νεαρών φυτών δίπλα σε παλαιότερα μολυσμένα φυτά.
  • Κατάλληλη πυκνότητα φυτών για καλό αερισμός.
  • Στα θερμοκήπια επιβάλλεται η μείωση της υγρασίας του αέρα
  • Σε καλλιέργειες που γίνονται για πολλά χρόνια στο ίδιο χωράφι και ιδιαίτερα στο θερμοκήπιο, είναι απαραίτητη η απολύμανση της επιφάνειας του εδάφους. Η απολύμανση μπορεί να γίνει μ’ένα από τα μυκητοκτόνα που συνιστώνται για την αντιμετώπιση του παθογόνου.
  • Χημική επέμβαση με την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων με τα μυκητοκτόνα: Βορδιγάλειος πολτός (δόση εφαρμογής 67-125g/hl), Βορδιγάλειος πολτός + maneb, carbendazim + maneb (χρησιμοποιείται στη δόση που συνιστά ο παρασκευαστής), clorothalonil (δόση εφαρμογής είναι 125-150g/hl), cymoxanil (διασπάται πολύ γρήγορα σε αλκαλικό περιβάλλον. Χαρακτηρίζεται από τέσσερις μορφές δράσης. Δρα με επαφή. Η δράση αυτή παρεμποδίζει τη βλάστηση των σπορείων. Δράση διεισδυτική, που καταστρέφει το μυκήλιο κατά το στάδιο της επώασης. Δράση μείωσης της παραγωγής μολυσματικών κονιδίων τις πρώτες μέρες μετά την επέμβαση. Ο συνδυασμός με άλλα μυκητοκτόνα αυξάνει την αποτελεσματικότητα του. Γι’ αυτό χρησιμοποιείται σε μίγματα με folpet, mancozeb, metiram, oxadixyl, propineb, χαλκό).