Κολιβακίλλωση βοοειδών

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 14:06, 7 Απριλίου 2015 υπό τον K kaponi (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η κολιβακίλλωση [1] είναι οξεία εντερική ή γενικευμένη λοίμωξη των νεογέννητων μόσχων και οφείλεται στη μόλυνση από την Escherichia coli. Είναι πολύ σοβαρή νόσος των μόσχων με σημαντικές απώλειες για την αγελαδοτροφία. Ως αίτιο της νόσου θεωρείται η E. coli, αν και η αιτιολογία της μερικές φορές είναι συζητήσιμη. Τα κολοβακτηρίδια, και συγκεκριμένα τα διάφορα στελέχη της E. coli, και κυρίως των οροτύπων O,K και H, υπάρχουν στους στάβλους και γενικά στο περιβάλλον των βουστασίων και στο πεπτικό σύστημα των βοοειδών και αποτελούν μέρος της μικροβιολογικής χλωρίδας των εντέρων τους. Η νόσος εκδηλώνεται στους νεογέννητους μόσχους, είτε όταν ορισμένα στελέχη της E. coli αποκτούν λοιμογόνο δύναμη και προσβάλλουν τους μόσχους, είτε όταν οι νεογέννητοι μόσχοι έχουν στερηθεί του πρωτογάλακτος με συνέπεια να διαθέτουν μειωμένη ανοσία, οπότε προσβάλλονται εύκολα από τα στελέχη αυτά του μικροβίου. Μειωμένη παθητική ανοσία μπορεί να έχουν οι μόσχοι, όταν οι ετοιμόγεννες αγελάδες μετακινούνται και γεννούν σε νέο στάβλο, όπου υπάρχουν διαφορετικά στελέχη του βακίλλου, για τα οποία φυσικά δεν έχει αναπτυχθεί σ' αυτές ανοσία. Το ίδιο μπορεί να συμβεί, όταν αλλάξουν περιβάλλον οι νεογέννητοι μόσχοι.

Η μόλυνση του μόσχου γίνεται κατά το θηλασμό. Προδιαθέτοντες παράγοντες μπορεί να είναι η ψύξη, η δυσμενής επίδραση της μεταφοράς (stress), ο φόρτος του στομάχου κ.λπ.

Η νόσος παρουσιάζεται σποραδικά τις πρώτες 2-3 ημέρες μετά τη γέννηση. Ο μόσχος, ενώ έχει γεννηθεί φυσιολογικός, αιφνιδίως παρουσιάζει κατήφεια, ανορεξία και διάρροια ή ακόμη μπορεί και να πεθάνει χωρίς να παρουσίασει αυτά τα συμπτώματα. Η νόσος εξελίσσεται γρήγορα και διαρκέι από μερικές ώρες μέχρι 2-3 ημέρες. Επειδή το ζώο δεν θηλάζει λόγω της ανορεξίας, παρουσιάζει σύντομα αφυδάτωση και αδυναμία ανέγερσης λόγω απώλειας των δυνάμεών του.

Η διάγνωση στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην εμφάνιση των χαρακτηριστικών συμπτωμάτων. Η απομόνωση της E. coli δν βοηθά στη διάγνωση, αφού έτσι κι αλλιώς θα υπήρχε ως σαπρόφυτο.

Για τη θεραπεία χορηγούνται αντιβιοτικά και σουλφοναμίδες συγχρόνως από το στόμα και παρεντερικώς. Από τα αντιβιοτικά προτιμώνται η χλωραμφενικόλη και η κολιστίνη κατά προττεραιότητα και αν τα αποτελέσματα δεν είναι ικανοποιητικά δοκιμάζονται οι τετρακυκλίνες, η στρεπτομυκίνη κ.ά. Παράλληλα χορηγούνται ενδοφλεβίως οροί, φυσιολογικός και γλυκόζης σε ποσότητες ανάλογες προς το βαθμό αφυδάτωσης.

Πολύ μεγαλύτερη σημασία έχει η πρόληψη της νόσου από όσο η θεραπεία. Οι επίτοκες αγελάδες απομακρύνονται από το στάβλο, όπου υπάρχει το λοιμογόνο στέλεχος της E. coli και γεννούν σε άλλο χώρο. Οι μόσχοι απομακρύνονται αμέσως μετά τον τοκετό από τη μητέρα τους και τρέφονται με το αρμεγόμενο πρωτόγαλα και κατόπιν με το κανονικό γάλα της. Η προετοιμασία των σκευών και η περιποίηση των μόσχων γίνεται με την τήρηση αυστηρών όρων ασηψίας και αντισηψίας (απολύμανση των σκευών πριν και μετά τη χρήση τους, αλλαγή ρούχων και υποδημάτων στους εισερχόμενους στο χώρο, όπου ανατρέφονται οι μόσχοι κ.λπ.). Λίγο μετά τον τοκετό χορηγείται ένα από τα παραπάνω αντιβιοτικά και σουφλοναμίδες από το στόμα και παρεντερικώς.

Ο εμβολιασμός των αγελάδων 1-3 εβδομάδες πριν από τον τοκετό σε πολλές περιπτώσεις έχει ευνοϊκά αποτελέσματα.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα