Το κλαδευμένο σε σχέση με το ακλάδευτο

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Το χειμερινό κλάδευμα νεαρού δένδρου μειώνει το μέγεθος του εναέριου μέρους του δένδρου, αλλά αφήνει άθικτο το ριζικό σύστημα. Η δημιουργούμενη ανισορροπία μεταξύ της κόμης και του ριζικού συστήματος αυξάνει τη ζωηρότητα της κόμης την επόμενη άνοιξη, γιατί οι τροφές που αποθηκεύονται στις ρίζες και στον κορμό κατά την προηγούμενη βλαστική περίοδο χρησιμοποιούνται από λιγότερους οφθαλμούς.

Καθώς τα κλαδευμένα δένδρα αυξάνουν σε μέγεθος, οι βλαστοί επιμηκύνονται λιγότερο και χρειάζονται ελαφρότερο χειμερινό κλάδευμα. Τα δένδρα μπαίνουν στην κλάση ΙΙΙ της σχέσης C/N και αρχίζουν να σχηματίζουν ανθοφόρους οφθαλμούς και να παράγουν καρπούς. Επομένως το κλάδευμα καθυστερεί την έναρξη σχηματισμού ανθέων, αλλά επειδή τα δένδρα είναι καλοκλαδευμένα και καλοδιατηρημένα, παράγουν κάθε χρόνο καλής ποιότητας καρπούς.

Τα ακλάδευτα δένδρα μπαίνουν νωρίτερα σε καρποφορία σε σχέση με τα κλαδευμένα, γιατί τα ακλάδευτα δένδρα χάνουν νωρίς τη ζωηρότητα τους, και τα άνθη που σχηματίζονται δεν αφαιρούνται. Αν, ωστόσο, τα δένδρα αφεθούν ακλάδευτα για μια μεγάλη περίοδο, οι κλάδοι της κόμης πυκνώνουν και περιορίζουν την είσοδο του φωτός στα ενδότερα μέρη αυτής.

Κάτω από τις συνθήκες αυτές σκιάσεως τα περισσότερα φύλλα φωτοσυνθέτουν λίγο περισσότερο απ' το σημείο αναπλήρωσης , γεγονός που οδηγεί στο σχηματισμό ελαχίστων ανθοφόρων οφθαλμών.

Όταν το δένδρο δεν κλαδευτεί κατά τα πρώτα στάδια της αναπτύξεως του, η κατάσταση αυτή ευνοεί το σχηματισμό ανθοφόρων οφθαλμών, αλλ' αυτό βαθμηδόν καταλήγει σε ακαρπία. Οι καρποί των ακλάδευτων δένδρων συνήθως είναι υποβαθμισμένης ποιότητας και δυσκολοσυγκομιζόμενοι.

Οι σκιαζόμενοι βλαστοί σχηματίζουν λίγα άνθη και σε μεγάλο ποσοστό ατελή.[1]


Βιβλιογραφία

  1. Γενική Δενδροκομία, του Καθηγητή Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Α. Ποντίκη, 1997