Συγκομιδή σπανακιού

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 08:23, 9 Ιουλίου 2015 υπό τον P chasapis (Συζήτηση | συνεισφορές)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η συγκομιδή αρχίζει όταν τα φυτά αποκτήσουν εμπορεύσιμο μέγεθος. Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τη σπορά μέχρι τη συγκομιδή διαρκεί από 35-70 ημέρες, ανάλογα με τον ρυθμό ανάπτυξης του φυτού, που επηρεάζεται από την εποχή και το κλίμα που επικρατεί. Οι περισσότερες φυτείες είναι έτοιμες για συγκομιδή μετά από 40-50 ημέρες. Το φυτό συγκομίζεται όταν έχει αναπτύξει πλήρως 5-6 μεγάλα φύλλα. Κατά τη συγκομιδή το φυτό κόβεται ολόκληρο κάτω από τη ροζέτα και μεταφέρεται έτσι στην αγορά. Όταν η καλλιέργεια προορίζεται για κονσερβοποίηση, η συγκομιδή γίνεται με μηχανικά μέσα και η κοπή γίνεται στη βάση των φύλλων. Στη περίπτωση αυτή, το φυτό αναβλαστάνει και ακολουθεί δεύτερη συγκομιδή. Το σπανάκι μπορεί να συγκομίζεται αφού αποκτήσει εμπορεύσιμο μέγεθος μέχρι λίγο πριν αναπτύξει ανθικό στέλεχος. Πρώϊμες ποικιλίες σπανακιού, οι οποίες φυτεύονται για πρώιμη συγκομιδή κινδυνεύουν να σχηματίσουν ανθικά στελέχη καθώς οι ημέρες μεγαλώνουν αργά την άνοιξη και τις αρχές του καλοκαιριού. Κατά τη συγκομιδή στην Ελλάδα τα φυτά εκριζώνονται και το ρίζωμα πλένεται και στη συνέχεια τα φυτά δένονται σε δεσμίδες του 1/2 έως 1/4 του κιλού ή σε μεγαλύτερα δέματα των 5kg ή τοποθετούνται σε σειρές χύμα στα κιβώτια ή το ρίζωμα κόβεται κάτω από το σημείο της ρόζετας και παραμένει ένα πολύ μικρό τμήμα ρίζας μήκους περίπου 1cm. Θα είναι προτιμότερο το προϊόν να αποστέλλεται στην αγορά αμέσως μετά τη συγκομιδή. Στην πράξη η συγκομιδή γίνεται το απόγευμα και μεταφέρονται την ίδια νύχτα ή πολύ νωρίς την επόμενη ημέρα στην αγορά. Για να διατηρηθεί η ποιότητά του, θα πρέπει η θερμοκρασία του προϊόντος να μειωθεί αμέσως και γρήγορα μετά τη συγκομιδή για να αποφευχθεί η μάρανση και απώλεια βάρους.

Οι αποδόσεις ποικίλλουν σημαντικά, ανάλογα με την περιοχή και την εποχή καλλιέργειας από 1.000-3.000Kg/στρέμμα. Οι φθινοπωρινές καλλιέργειες δίνουν υψηλότερες αποδόσεις, ενώ οι ανοιξιάτικες χαμηλότερες. Η παραγωγή είναι μειωμένη όταν οι θερμοκρασίες είναι πολύ χαμηλές, όπως επίσης όταν επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες και μεγάλη φωτοπερίοδος κατά την ανάπτυξη της καλλιέργειας, γιατί ενθαρρύνουν την ανάπτυξη ανθοφόρων βλαστών σε βάρος της ανάπτυξης.[1]

Βιβλιογραφία

  1. Ειδική λαχανακομία - Λαχανικά υπαίθρου, του Χρήστου Ολύμπιου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1994.