Τραυματική γαστρίτιδα των βοοειδών

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η τραυματική γαστρίτιδα [1] προκαλείται από την τρώση του τοιχώματος του κεκρυφάλου και σπανιότερα της μεγάλης κοιλίας με ένα αιχμηρό ξένο σώμα.

Τα βοοειδή και τα μικρά μηρυκαστικά καταπίνουν την τροφή τους χωρίς να τη μασούν αρκετά, αφού πρόκειται να την ξαναμασήσουν κατά το μηρυκασμό. Έτσι συνήθως καταπίνουν μαζί με την τροφή τους διάφορα ξένα σώματα, όπως καρφιά, κομμάτια από σύρμα, βελόνες κ.λπ., τα οποία καταλήγουν κυρίως στον κεκρύφαλο και σπανιότερα παραμένουν στη μεγάλη κοιλία. Εκεί τραυματίζουν ή και τρυπούν το τοίχωμα και προκαλούν την τραυματική γαστρίτιδα.

Τα συμπτώματα ποικίλλουν ανάλογα με το βαθμό και την έκταση των αλλοιώσεων που έχει προκαλέσει το ξένο σώμα κατά τη διαδρομή του. Σε πολλές περιπτώσεις το ξένο σώμα υπάρχει στον κεκρύφαλο του ζώου καθόλη του τη ζωή, χωρίς να έχει δημιουργήσει κανένα πρόβλημα και ανευρίσκεται κατά τη σφαγή του ζώου. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να τραυματίσει ελαφρά το τοίχωμα και να προκαλέσει ελαφρές πεπτικές διαταραχές εύκολα αντιμετωπιζόμενες ή και παρερχόμενες χωρίς καμιά θεραπεία. Μόνο στις περιπτώσεις που τραυματίζει σοβαρότερα και διατρυπά το τοίχωμα προκαλείται οξεία φλεγμονή με αποτέλεσμα μια εντοπισμένη περιτονίτιδα, που συνοδεύεται από τα εξής συμπτώματα: ανορεξία, ο μηρυκασμός σταματά, μείωση της γαλακτοπαραγωγής, γαστρικός φόρτος διαφόρου βαθμού και στην αρχή χαμηλός πυρετός. Ακόμη το ζώο φαίνεται σα να βαδίζει με προφύλαξη και μερικές φορές παρουσιάζει βογγητό.

Όταν τα παραπάνω συμπτώματα δεν είναι τόσο σαφή και ευδιάκριτα, πράγμα που συμβαίνει συνήθως, μπορεί να γίνουν οι παρακάτω δοκιμές, οπότε σε θετική περίπτωση, το ζώο αντιδρά με βογγητό:

  • Το ζώο οδηγείται σε μια κατωφέρεια.
  • Ισχυρή πίεση στην ακρωμία με τις δυο παλάμες.
  • Ισχυρή πίεση με τη γροθιά στην ξιφοειδή απόφυση του στέρνου.
  • Ισχυρή πίεση με μια δοκό στο στέρνο, καθώς την ανασηκώνουν δυο άνθρωποι ο καθένας από το ένα άκρο.

Άλλο σημαντικό διαγνωστικό στοιχείο της τραυματικής γαστρίτιδας είναι ο λευκοκυτταρικός τύπος του αίματος (σημαντική αύξηση των ουδετεροφίλων λευκοκυττάρων που σημαίνει παρουσία φλεγμονής).

Τα ξένα σώματα μπορεί να εντοπισθούν και να γίνει η διάγνωση της τραυματικής γαστρίτιδας με τον ανιχνευτή ξένων σωμάτων.

Μερικές φορές η τραυματική γαστρίτιδα δεν συνοδεύεται από τελείως εμφανή συμπτώματα, αλλά παρέρχεται αθόρυβα και ύστερα από ένα χρονικό διάστημα εμφανίζονται βαρύτερα συμπτώματα, ανορεξία, βογγητό, ταχυκαρδία με ασθενείς καρδιακούς τόνους και διόγκωση της σφαγίτιδας φλέβας λόγω στάσης του αίματος κ.λπ. Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για τραυματική περικαρδίτιδα. Ορισμένα αιχμηρά ξένα σώματα (βελόνες, τεμάχια σύρματος, ακέφαλα καρφιά κ.λπ.) με τις κινήσεις του τοιχώματος του κεκρυφάλου και του διαφράγματος διαπερνούν το τοίχωμα του κεκρυφάλου και το διάφραγμα και φτάνουν στο περικάρδιο τραυματίζοντάς το. Έτσι προκαλείται η τραυματική περικαρδίτιδα, η οποία είναι ανίατη και γι' αυτό συνιστάται η αξιοποίηση του ζώου ως σφάγιου.

Όσον αφορά στη θεραπεία, ριζική αντιμετώπιση της πάθησης είναι η χειρουργική επέμβαση με γαστροτομή για την ανεύρεση και απομάκρυνση των ξένων σωμάτων. Η εγχείρηση βέβαια τις περισσότερες φορές μπορεί να αποφευχθεί με την εφαρμογή συντηρητικής θεραπείας.

Το ζώο συγκρατείται για μερικές ημέρες σε κεκλιμένο επίπεδο με το κεφάλι υψηλότερα. Χορηγούνται παρεντερικώς αντιβιοτικά και από το στόμα ένας ειδικός μαγνήτης ή μαγνητοκλωβός. Το σιτηρέσιο αποτελείται μόνο από υδαρείς τροφές σε μικρές ποσότητες και νερό κατά βούληση.

Επειδή συνήθως όλα τα βοοειδή καταπίνουν αιχμηρά ξένα σώματα, είναι σκόπιμο να χορηγείται σε κάθε γαλακτοφόρο αγελάδα και ταύρο αναπαραγωγής προληπτικά ένας ειδικός μαγνήτης η μαγνητοκλωβός, που παραμένει στον κεκρύφαλο καθόλη τη ζωή του ζώου και συγκεντρώνει όλα τα επικίνδυνα σιδηρά αιχμηρά αντικείμενα.

Γενικά όσο είναι δυνατό στους στάβλους και τις βοσκές να μην απορρίπτονται αιχμηρά αντικείμενα, τα οποία μπορεί αν φαγωθούν με την τροφή από τα μηρυκαστικά.

Βιβλιογραφία

  1. "Υγιεινή και στοιχεία παθολογίας των αγροτικών ζώων" Αποστόλου Μ. Ζαφράκα