Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Σιτάρι φυτό"
Γραμμή 12: | Γραμμή 12: | ||
Σε πολλές εύκρατες χώρες με υψηλό βιοτικό επίπεδο, το σιτάρι αποτελεί την κύρια πηγή υδατανθράκων για ανθρώπινη κατανάλωση. Υψηλή αναλογία κατανάλωσης σιταριού σε σχέση με τα άλλα [[Σιτηρά |σιτηρά]] αποτελεί δείκτη υψηλού βιοτικού επιπέδου. | Σε πολλές εύκρατες χώρες με υψηλό βιοτικό επίπεδο, το σιτάρι αποτελεί την κύρια πηγή υδατανθράκων για ανθρώπινη κατανάλωση. Υψηλή αναλογία κατανάλωσης σιταριού σε σχέση με τα άλλα [[Σιτηρά |σιτηρά]] αποτελεί δείκτη υψηλού βιοτικού επιπέδου. | ||
+ | |||
+ | Τα τελευταία 34 χρόνια οι καλλιεργούμενες εκτάσεις σε παγκόσμια κλίμακα αυξήθηκαν σταθερά από 173 σε 239 εκ. ha ενώ η παραγωγή αυξήθηκε από 171 σε 481 εκ. tn και οι μέσες αποδόσεις από 98.8 σε 201 kg./στρ. Οι υψηλότερες αποδόσεις παρατηρούνται σε ευρωπαϊκές χώρες: Ολλανδία, Ιρλανδία, Μ. Βρετανία και Δανία κ.λπ. | ||
+ | |||
+ | Η Ελλάδα ήταν ελλειμματική σε σιτάρι μέχρι περίπου το 1957. Κατά το 1981 το σκληρό σιτάρι κατέλαβε το 27% της συνολικής έκτασης και αποτέλεσε το 23% της συνολκιής παραγωγής σιταριού. | ||
{{{top_heading|==}}}Βοτανικά χαρακτηριστικά{{{top_heading|==}}} | {{{top_heading|==}}}Βοτανικά χαρακτηριστικά{{{top_heading|==}}} |
Αναθεώρηση της 12:55, 30 Ιουλίου 2013
Γενικά στοιχεία
Ως κριτήρια [1] για τον καθορισμό της εξελικτικής πορείας του οσιταριού λαμβάνονται τα εξής:
- Το γονίωμα.
- Το εύθραυστο ή όχι της ράχης του στάχυ. Τα καλλιεργούμενα και φυλογενετικά νεότερα είδη έχουν περισσότερο ανθεκτική ράχη και επομένως συγκρατούν περισσότερους καρπούς μέχρι τη συγκομιδή.
- Το μέγεθος του καρπού. Είναι μεγαλύτερο στα καλλιεργούμενα και νεότερα είδη λόγω της μεγαλύτερης διάρκειας γεμίσματος των καρπών, του μεγαλύτερου και μακροβιότερου φυλλώματος, της μικρότερης ανάπτυξης των ριζών προς όφελος του στάχυ και άλλων παραγόντων.
- Η επένδυση ή όχι του καρπού. Σε παλαιότερους τύπους οι καρποί ήταν επενδεδυμένοι με λέπυρα ή και λεπυρίδια.
- Τα αρχαιολογικά ευρήματα.
Το σιτάρι είναι το πρώτο από πλευράς σημασίας (σε έκταση και παραγωγή) καλλιεργούμενο φυτό σε παγκόσμια κλίμακα. Καλλιεργείται σε ξηρές και ημίξερες περιοχές, που αποτελούν και τις αρχικές περιοχές καταγωγής του, όσο και σε ύφυγρες και υγρές. Στις ημίξερες περιοχές αποτελούσε ανέκαθεν την κύρια καλλιέργεια εδώ και 10-15.000 χρόνια και η υπεροχή του σε σύγκριση με άλλες καλλιέργειες είναι αναμφισβήτητη. Μόνο υπό αρδευόμενες συνθήκες μπορεί να είναι λιγότερο αποδοτικό από άλλες καλλιέργειες, αλλά και εκεί η καλλιέργειά του ως σκέλους της αμειψισποράς μπορεί να έχει ευεργετικές επιδράσεις.
Σε πολλές εύκρατες χώρες με υψηλό βιοτικό επίπεδο, το σιτάρι αποτελεί την κύρια πηγή υδατανθράκων για ανθρώπινη κατανάλωση. Υψηλή αναλογία κατανάλωσης σιταριού σε σχέση με τα άλλα σιτηρά αποτελεί δείκτη υψηλού βιοτικού επιπέδου.
Τα τελευταία 34 χρόνια οι καλλιεργούμενες εκτάσεις σε παγκόσμια κλίμακα αυξήθηκαν σταθερά από 173 σε 239 εκ. ha ενώ η παραγωγή αυξήθηκε από 171 σε 481 εκ. tn και οι μέσες αποδόσεις από 98.8 σε 201 kg./στρ. Οι υψηλότερες αποδόσεις παρατηρούνται σε ευρωπαϊκές χώρες: Ολλανδία, Ιρλανδία, Μ. Βρετανία και Δανία κ.λπ.
Η Ελλάδα ήταν ελλειμματική σε σιτάρι μέχρι περίπου το 1957. Κατά το 1981 το σκληρό σιτάρι κατέλαβε το 27% της συνολικής έκτασης και αποτέλεσε το 23% της συνολκιής παραγωγής σιταριού.
Βοτανικά χαρακτηριστικά
Κλιματικές συνθήκες
Εδαφικές συνθήκες
Ανάπτυξη του φυτού του σιταριού
Ποικιλίες
Εχθροί
Ασθένειες
Πληροφοριακά στοιχεία
Ευδοκιμεί στις περιοχές
|