Μορφολογία άνθους

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Τα άνθη διαφέρουν σημαντικά σε κατασκευή. Κάθε άνθος σχηματίζεται στην κορυφή ενός ειδικού στελέχους, του ποδίσκου. Κάθε άνθος σχηματίζεται στην κορυφή ενός ειδικού στελέχους του ποδίσκου. Η κορυφή του ανθικού άξονα του (ποδίσκου), όπου εφάπτονται τα ανθικά μέρη, μεγεθύνεται και ονομάζεται ανθοδόχη. Η ανθοδοχική περιοχή στο νεαρό άνθος είναι παρόμοια με την κορυφή ενός βλαστού, όπου αντί φύλλων, σχηματίζει τ' ανθικά μέρη. Επομένως άνθος θεωρείται ένας διαφοροποιημένος βλαστός, ο οποίος στην κορυφή του καταλήγει σ' ένα βραχύ άξονα με μεταμορφωμένα τα φύλλα σ' ανθικά μέρη.

Τα κύρια μέρη του άνθους είναι:

  • Σέπαλα: Συνιστούν τον κάλυκα, τα οποία είναι συνήθως μικρά, χρώματος πράσινου, μοιάζουν σαν φυλλικές κατασκευές και βρίσκονται κάτω από τα πέταλα.
  • Πέταλα: Συνιστούν τη στεφάνη και είναι το πιο εντυπωσιακό τμήμα των περισσότερων ανθέων, τα οποία είναι συχνά έντονα έγχρωμα και μπορεί να περιέχουν αρωματοφόρους και νεκταροφόρους αδένες.
  • Στήμονες: Aποτελούν τ' αρσενικά μέρη του άνθους. Κάθε στήμονας αποτελείται από τον ανθήρα, που παράγει τη γύρη, και το νήμα, όπου στηρίζεται ο ανθήρας.
  • Ύπερος: Αποτελεί το θηλυκό μέρος του άνθους και ο οποίος αποτελείται από την ωοθήκη και το στύλο, του οποίου η κορυφή ή επάκρια επιφάνεια καλείται στίγμα.

Το στίγμα, το οποίο δέχεται τους γυρεόκοκκους, έχει επιφάνεια λεία ή τραχεία, κολλώδη και μπορεί να είναι απλό ή διακλαδισμένο. Ο διακλαδισμένος τύπος αποτελεί χαρακτηριστικό των ανεμόφιλων φυτών.

Η ωοθήκη είναι είτε απλή, είτε σύνθετη. Η σύνθετη ωοθήκη αποτελείται από δυο ή περισσότερα καρπόφυλλα. Οι σπερματικές βλάστες, οι οποίες αργότερα αναπτύσσονται σε σπέρματα, σχηματίζονται στην εσωτερική επιφάνεια των καρπόφυλλων, κοντά στα άκρα αυτών. Ο κάλυκας και η στεφάνη μαζί συνιστούν το περιάνθιο.

Τα πέταλα και τα σέπαλα του άνθους, ως επίσης και τ' αναπαραγωγικά μέρη (στήμονες, ύπερος) είναι στοιχειώδη τροποποιημένα φύλλα. Τ' άνθη τα οποία φέρουν σέπαλα, πέταλα, στήμονες και ύπερους ονομάζονται τέλεια.

Ατελή ονομάζονται τ' άνθη τα οποία δε φέρουν ένα ή περισσότερα απ' αυτά τ' ανθικά μέρη. Όταν λείπουν οι στήμονες ονομάζονται υπεροφόρα ή θηλυκά άνθη και όταν ο ύπερος ή ύπεροι ονομάζονται στημονοφόρα ή αρσενικά άνθη.

Σ' εκείνα που φέρουν στήμονες και υπέρους (τέλεια, δισεξουαλικά, ή ερμαφρόδιτα άνθη) μπορεί να λείπει ο κάλυκας ή η στεφάνη. Τα καρποφόρα δένδρα, που φέρουν άνθη ερμαφρόδιτα ονομάζονται μόνοικα.

Ορισμένα καρποφόρα δένδρα, που φέρουν χωριστά τ' αρσενικά και τα θηλυκά άνθη στο ίδιο άτομο, ονομάζονται μόνοικα δίκλινα, ενώ εκείνα, που φέρουν χωριστά τ' αρσενικά και τα θηλυκά άνθη σε διαφορετικά άτομα του ίδιου είδους ονομάζονται δίοικα.

Στα καρποφόρα δένδρα σπάνια παρουσιάζονται και οι περιπτώσεις να υπάρχουν στο ίδιο άτομο τέλεια και ατελή άνθη ή να απαντούν στο ίδιο είδος άτομα με τέλεια άνθη και άτομα μ' ατελή άνθη οπότε ονομάζονται πολύγαμα.

Στα μόνοικα υπάγονται η μηλιά, αχλαδιά, κυδωνιά, μουσμουλιά Ιαπωνική, μουσμουλιά Γερμανική, ροδακινιά, βερικοκκιά, κερασιά, βυσσινιά, δαμασκηνιά, αμυγδαλιά, μηλοροδακινιά, ελιά, λεμονιά, πορτοκαλιά, γκρέιπ φρουτ, μανταρινιά, κιτριά, φράππα, μπεργαμόττο, τανγκέλο, λιμεττία κουμ-κουάτ, αβοκάντο κ.α., στα μόνοικα δίκλινα υπάγονται η καρυδιά, φουντουκιά, καστανιά το πεκάν, στα δίοικα υπάγονται η φιστικιά, ξυλοκερατιά, συκιά, παπάγια, λωτός, ακτινίδιο κ.α. και στα πολύγαμα η ξυλοκερατιά κ.α.[1]


Βιβλιογραφία

  1. Γενική Δενδροκομία, του Καθηγητή Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Α. Ποντίκη, 1997