Χονδροειδείς ζωοτροφές

Από GAIApedia
Αναθεώρηση της 13:02, 12 Μαρτίου 2013 υπό τον A papageorgiou (Συζήτηση)

(διαφορά) ←Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεώτερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Στις χονδροειδείς περιλαμβάνονται ζωοτροφές προερχόμενες από χλωρή φυτική ύλη (Χ.Φ.Υ.), από προϊόντα συντήρησης της Χ.Φ.Υ., και από υποπροϊόντα αλωνισμού.

Χλωρή φυτική ύλη

Στη Χ.Φ.Υ. κατατάσσονται η χλόη, τα φύλλα και κλαδιά θάμνων και δένδρων, τα γεώμηλα, οι γογγυλόριζες και οι καρποί από δενδρώδεις και κηπευτικές καλλιέργειες. Κύριο χαρακτηριστικό της Χ.Φ.Υ. είναι η μεγάλη περιεκτικότητα σε υγρασία (75-95%).

  • Χλόη, είναι η σπουδαιότερη κατηγορία Χ.Φ.Υ. και προέρχεται από το υπέργειο τμήμα καλλιεργούμενων ή αυτοφυών φυτών τα οποία δεν έχουν συμπληρώσει το βιολογικό τους κύκλο. Το είδος, η ποσότητα και η ποιότητα των διαφόρων θρεπτικών συστατικών της χλόης παρουσιάζουν μεγάλη διακύμανση, ανάλογα με το είδος του φυτού από το οποίο προέρχεται η χλόη, αλλά και από άλλους παράγοντες όπως:
  1. Η αναλογία των φύλλων προς τους βλαστούς (στελέχη) της χλόης. Όσο περισσότερο είναι το φύλλωμα τόσο περισσότερα και τα θρεπτικά συστατικά που μπορούν να αξιοποιηθούν καλύτερα από τα ζώα, ενώ αντίθετα τα στελέχη αποτελούνται κυρίως από συστατικά ινωδών ουσιών που είναι τα λιγότερο αξιοποιήσιμα.
  2. Η ηλικία των φυτών. Με την αύξηση της ηλικίας των φυτών αυξάνεται η ποσότητα της παραγόμενης χλόης, αλλά μειώνεται η ποιότητά της επειδή αυξάνει η ξυλοποίηση των φυτικών ιστών, με αποτέλεσμα την αύξηση των ινωδών ουσιών.
  3. Οι κλιματολογικές συνθήκες ανάπτυξης των φυτών. Αν η θερμοκρασία και η υγρασία του περιβάλλοντος είναι ευνοϊκές, για την ομαλή ανάπτυξη των φυτών, τότε και η παραγόμενη χλόη θα είναι καλής ποιότητας.
  4. Οι καλλιεργητικές φροντίδες. Η εφαρμογή λίπανσης, άρδευσης, κ.λπ., ευνοούν την ποσότητα και την ποιότητα της παραγόμενης χλόης.

Σε κάθε περίπτωση, η χλόη θεωρείται ως μία από τις καλύτερες φυσικές πηγές καροτινίων και βιταμινών.

Η χλόη ανήκει στην κατηγορία των βασικών ζωοτροφών για τα φυτοφάγα ζώα και υπό προϋποθέσεις μπορεί να χορηγηθεί και στα παμφάγα. Η παραγόμενη ποσότητα ανά μονάδα έκτασης (στρέμμα), εκφράζει την απόδοση της χλόης και επιζητείται η μεγαλύτερη δυνατή. Ο συνδυασμός της μεγαλύτερης δυνατής ποσότητας χλόης με τη μεγαλύτερη ποσότητα θρεπτικών συστατικών, κατάλληλων για διατροφή συγκεκριμένου είδους ζώων, εκφράζει την άριστη απόδοση της χλόης.

Η χλόη προέρχεται είτε από αυτοφυή βλάστηση (χλόη φυσικών λειμώνων), είτε από καλλιεργούμενα χλοοδοτικά φυτά όπως:χλόη τεχνητών λειμώνων, χλόη από αμειγή καλλιέργεια ψυχανθών (κυρίως μηδικής, τριφυλλιού και βίκου), χλόη από αμειγή καλλιέργεια αγρωστωδών (κυρίως αραβοσίτου, σόργου, κριθής και βρώμης).

  1. Χλόη φυσικών λειμώνων. Η περιεκτικότητά της στα διάφορα θρεπτικά συστατικά επηρεάζεται από το είδος των φυτών που αποτελούν τον χλοοτάπητα του λειμώνα (βοτανική σύνθεση). Εκτός των επιθυμητών φυτών (κυρίως αγρωστώδη και ψυχανθή) είναι δυνατόν να περιέχονται και φυτά ανεπιθύμητα, δηλαδή φυτά που περιέχουν σε μεγάλο ποσοστό διάφορες αντιδιαιτητικές ουσίες όπως είναι τα αλκαλοειδή, οι φωτοδυναμικές ουσίες, οι γλυκοζίτες, τα φυτοοιστρογόνα, κ.λπ. Οι αποδόσεις των φυσικών λειμώνων εξαρτώνται κυρίως από τις κλιματολογικές συνθήκες.
  2. Χλόη τεχνητών λειμώνων. Προέρχεται από συγκαλλιέργεια διαφόρων αγρωστωδών και ψυχανθών όπως είναι τα Festuca pratensis, Lolium repens, Cynodon dactylon, Medicago sativa, Trifolium pratensis ή repens κ.ά. Το είδος των θρεπτικών συστατικών της εξαρτάται από την αναλογία των φυτών που συγκαλλιεργούνται. Συνήθως το 70-75% αποτελείται από αγρωστώδη και το υπόλοιπο 25-30% από ψυχανθή. Οι αποδόσεις εξαρτώνται κυρίως από τις καλλιεργητικές φροντίδες. Στην περίπτωση που η χλόη (φυσικών ή τεχνητών λειμώνων) λαμβάνεται απευθείας από τα ζώα (βόσκηση), τότε οι αποδόσεις εξαρτώνται και από τον αριθμό των ζώων και το χρόνο παραμονής αυτών στη βοσκή.
  3. Χλόη μηδικής. Η μηδική είναι το σπουδαιότερο καλλιεργούμενο χλοοδοτικό κτηνοτροφικό φυτό. Χαρακτηρίζεται από μεγάλη απόδοση, λόγω των πολλαπλών συγκομιδών μέσα στο χρόνο οι οποίες κυμαίνονται μεταξύ 4 και 7, ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες και τις καλλιεργητικές φροντίδες. Ανά συγκομιδή και ανά στρέμμα η απόδοση υπερβαίνει τα 1000 κιλά. τα οργανικά θρεπτικά συστατικά της χλόης μηδικής υπερτερούν οι αζωτούχες ουσίες και οι ινώδεις ουσίες και στα ανόργανα στοιχείαυπερτερεί το ασβέστιο. Στη χλόη μηδικής απαντώνται και αντιδιαιτητικές ουσίες όπως οι σαπωνίνες και τα φυτοοιστρογόνα.
  4. Χλόη τριφυλλιού. Οι αποδόσεις του τριφυλλιού είναι παρόμοιες της μηδικής όπως επίσης και η περιεκτικότητά του σε θρεπτικά συστατικά, με την επισήμανση ότι στο τριφύλλι δεν περιέχονται οι αντιδιαιτητικές ουσίες της μηδικής και ότι στα ανόργανα συστατικά του τριφυλλιού πλεονάζει το κάλιο.
  5. Χλόη βίκου. Ο βίκος καλλιεργείται συνήθως σε μη αρδευόμενες εκτάσεις. Η χλόη του είναι αρκετά πλούσια σε αζωτούχες ουσίες, υδατάνθρακες και ασβέστιο αλλά περιέχει και πικρές ουσίες οι οποίες εκτός του ότι μειώνουν την ελκυστικότητά της μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά και την ποιότητα του γάλακτος των γαλακτοπαραγωγών ζώων.
  6. Χλόη αραβοσίτου. Από τα καλλιεργούμενα αγρωστώδη ο αραβόσιτος είναι το σπουδαιότερο χλοοδοτικό φυτό. Σε αρδευόμενες εκτάσεις και σε στάδιο ανάπτυξης κατά το οποίο οι καρποί έχουν γαλακτώδη υφή, η μέγιστη απόδοση σε ξηρή ουσία από χλωρή φυτική ύλη (στελέχη, φύλλα, σπάδικες) ξεπερνά τα 3.000 Kg. Χαρακτηρίζεται από μικρή περιεκτικότητα σε αζωτούχες ουσίες και ανόργανα στοιχεία, ενώ είναι πλούσια σε υδατάνθρακες μέρος των οποίων είναι υπό μορφή σακχάρων (2-4%).
  7. Χλόη σόργου. Είναι χλόη παρόμοιας σύστασης με αυτή του αραβοσίτου, η οποία όμως περιέχει κυανιογόνους γλυκοζίτες. Η ποσότητα των τελευταίων εξαρτάται από την ποικιλία του σόργου και μειώνεται με την αύξηση της ηλικίας των φυτών και κυρίως μετά την ανθοφορία. Επίσης σημαντική μείωση προκαλεί και η μερική μάρανση των φυτών.
  8. Χλόη βρώμης και κριθής. Η καλλιέργεια βρώμης και κριθής για παραγωγή χλόης είναι περιορισμένη και απαντάται σε ορεινές περιοχές για διατροφή κυρίως οικόσιτων φυτοφάγων ζώων. Η χλόη της βρώμης περιέχει αρκετά σάκχαρα, αλλά περιέχει και κυμαινόμενες ποσότητες νιτρικών αλάτων και σαπωνίνων. Η χλόη της κριθής επίσης είναι πλούσια σε σάκχαρα, αλλά επειδή έχει στάχεις με άγανα τα οποία είναι δυνατόν να προκαλέσουν πληγές στη στοματική κοιλότητα των ζώων, θα πρέπει να χρησιμοποιείται πριν από το σχηματισμό των αγάνων.
  • Άλλα είδη χλωρής φυτικής ύλης. Εκτός από τα διάφορα είδη χλόης, σημαντικές πηγές Χ.Φ.Υ. είναι τα:
  1. Φύλλα και κλαδιά θάμνων και δένδρων. Η περιεκτικότητά τους στα διάφορα θρεπτικά συστατικά κυμαίνεται, ανάλογα με την προέλευσή τους καθώς και την εποχή. Όλα τα είδη περιέχουν ταννίνες, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο ποσοστό. Χρησιμοποιούνται στη διατροφή εκτατικώς εκτρεφόμενων ζώων και κυρίως των αιγών.
  2. Φύλλα σακχαροτεύτλων. Αποτελούν παραπροϊόν της καλλιέργειας σακχαροτεύτλων για παραγωγή της ζάχαρης. Περιέχουν ευζύμωτους υδατάνθρακες, και αρκετές μη πρωτεϊνικές αζωτούχες ουσίες. Επίσης περιέχουν υψηλό ποσοστό οξαλικού οξέος. Χρησιμοποιούνται στη διατροφή φυτοφάγων ζώων.
  3. Γογγυλόριζες. Κυριότερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα σακχαρότευτλα και δευτερευόντως τα καρότα. Τα πρώτα, λόγω της μεγάλης περιεκτικότητάς τους σε σάκχαρα και υγρασία, αλλοιώνονται εύκολα. Ως νωπά ενδείκνυται η χρησιμοποίησή τους στους χοίρους και λιγότερο στα μηρυκαστικά ζώα. Τα δεύτερα είναι μικρότερης σημασίας.
  4. Γεώμηλα. Η χρήση τους στη διατροφή των ζώων είναι περιορισμένη, εκτός αν πρόκειται για καθαρά κτηνοτροφικές ποικιλίες. Γενικά χαρακτηρίζονται από την υψηλή περιεκτικότητα σε άμυλο (13-18% του νωπού βάρους). Αν και περιέχουν το αλκαλοειδές σολανίνη, μπορούν να χορηγηθούν σε όλα τα ζώα με καλύτερα αποτελέσματα όταν πρώτα βραστούν υπό πίεση.
  5. Καρποί από δενδρώδεις ή κηπευτικές καλλιέργειες. Πρόκειται για μη εμπορεύσιμες ποσότητες καρπών όπως αχλάδια, μήλα, κολοκύθια, πεπόνια, κ.λπ. περιέχουν δε κυρίως σάκχαρα και οργανικά οξέα. Η χρήση τους απαιτεί προσοχή για τυχόν υπολείμματα φυτοφαρμάκων.

[1]

Βιβλιογραφία

  1. "Διατροφή Αγροτικών Ζώων", Γ. Ζέρβα-Π. Καλαϊσκάκη-Κ. Φεγγερού, Εργαστήριο Διατροφής Ζώων, Τμήμα Ζωϊκής Παραγωγής, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Προϊόντα συντήρησης χλωρής φυτικής ύλης

Η χλωρή φυτική ύλη, ανάλογα με το είδος της, παράγεται εποχικά και σε τόσο μεγάλες ποσότητες που είναι πρακτικά αδύνατο να χτησιμοποιηθεί στο σύνολό της, σε νωπή κατάσταση, στη διατροφή των ζώων. Εκτός αυτού είναι αναγκαία η χορήγηση χονδροειδών ζωοτροφών σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Οι λόγοι αυτοί οδήγησαν στην αναζήτηση μεθόδων για συντήρηση της Χ.Φ.Υ. και παραγωγή προϊόντων που να μπορούν να διατηρούνται χωρίς σημαντικές αλλοιώσεις για μεγάλα χρονικά διαστήματα.

Στη Χ.Φ.Υ. που έχει αποκοπεί από το ριζικό σύστημα του φυτού, συνεχίζεται το φαινόμενο της αναπνοής και κατ' επέκταση η δραστηριότητα των οξειδωτικών κυτταρικών ενζύμων, με αποτέλσμα την απώλεια συστατικών (κυρίως υδατανθράκων), χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα αναπλήρωσης. Η δραστηριότητα των φυτικών ενζύμων είναι έντονη όταν η υγρασία στη φυτική ύλη είναι υψηλή, ενώ διακόπτεται όταν αυτή μειωθεί σε επίπεδα κάτω του 14%. Επίσης η παρουσία υγρασίας ευνοεί την ανάπτυξη μικροοργανισμών (μικροβίων, μυκήτων κ.λπ.) οι οποίοι χρησιμοποιούν ως υπόστρωμα τα διάφορα συστατικά της Χ.Φ.Υ., με αποτέλεσμα και πάλι την απώλεια αυτών των συστατικών και ενδεχομένως τη συσσώρευση τοξικών μεταβολιτών επιβλαβών για την υγεία των ζώων.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, για να είναι δυνατή η συντήρηση της Χ.Φ.Υ., θα πρέπει ή να απομακρυνθεί η περιεχόμενη υγρασία έτσι ώστε το τελικό προϊόν να έχει υγρασία λιγότερη του 14% ή, με άλλο τρόπο, να παρεμποδισθεί η δραστηριότητα των φυτικών ενζύμων και η ανάπτυξη μικροοργανισμών.

Στην πρώτη περίπτωση εφαρμόζεται η μέθοδος της ξήρανσης και στη δεύτερη η μέθοδος της ενσίρωσης.

Ξήρανση Χ.Φ.Υ. και παραγόμενα προϊόντα

Η ξήρανση εφαρμόζεται σε όλα τα είδη της χλόης και αφορά στην απομάκρυνση της υγρασίας της με τη βοήθεια θερμότητας και αέρα. Η απαιτούμενη θερμότητα κι ο αέρας μπορεί να προέρχονται:

  • από την ηλιακή ακτινοβολία και τα ατμοσφαιρικά ρεύματα, οπότε η ξήρανση ονομάζεται φυσική και
  • με χρησιμοποίηση ειδικού μηχανολογικού εξοπλισμού και η ξήρανση ονομάζεται τεχνητή.

Η φυσική ξήρανση εφαρμόζεται με διάφορες παραλλαγές με απλούστερη αυτή της ξήρανσης στο έδαφος. Κατά τη μέθοδο αυτή η χλόη κόβεται κι αφήνεται στο έδαφος, όπου με τη βοήθεια της ηλιακής θερμότητας και των ρευμάτων του αέρα απομακρύνεται η περιεχόμενη υγρασία μέχρι τα επιθυμητά επίπεδα. Για διευκόλυνση της διαδικασίας, η χλόη αναστρέφεται μερικές φορές έτσι ώστε περιοδικά να έρχεται όλη η επιφάνειά της σε επαφή με την ηλιακή ακτινοβολία και τον αέρα. Όταν ολοκληρωθεί η ξήρανση τότε το προϊόν που παράγεται ονομάζεται σανός (π.χ. μηδικής, τριφυλλιού, βίκου, βρώμης κ.λπ.) ή χόρτο (όταν προέρχεται από χλόη φυσικών ή τεχνητών λειμώνων). Μεταξύ της χλόης και του παραγόμενου σανού ή χόρτου, παρατηρούνται διαφορές ως προς τη χημική τους σύσταση που οφείλονται σε απώλειες διαφόρων συστατικών της χλόης. Κύρια αίτια αυτών των απωλειών είναι οι οξειδώσεις λόγω της υπολειπόμενης αναπνοής των φυτών και η δράση μικροοργανισμών που αναπτύσσονται στη χλόη. Και στις δύο περιπτώσεις το μέγεθος των απωλειών θα είναι ανάλογο του χρόνου που θα απαιτηθεί μέχρις ότου η υγρασία μειωθεί στο επίπεδο αναστολής αυτών των δραστηριοτήτων.

Εκτός αυτών των αιτιών, απώλειες πραγματοποιούνται και από άλλα αίτια όπως είναι η έκπλυση υδατοδιαλυτών συστατικών, σε περιπτώσεις που κατά τη διάρκεια της ξήρανσης συμβούν βροχοπτώσεις και οι θρυμματισμοί ως απόρροια των διαφόρων χειρισμών (αναστροφές, δεματοποίηση, μεταφορά, κ.λπ.).

Οι άλλες παραλλαγές της φυσικής ξήρανσης αφορούν στη χρησιμοποίηση διαφόρων υποστηριγμάτων υπό μορφή πασσάλων με σταυροειδείς βραχίονες ή υπό μορφή πυραμίδων, πάνω στα οποία συσσωρεύεται η προς ξήρανση χλόη. Η χρήση των υποστηριγμάτων αυξάνει το κόστος σε σχέση με την ξήρανση στο έδαφος, αλλά πλεονεκτεί έναντι αυτής διότι μειώνει το χρόνο της ξήρανσης και τις απώλειες από τις αναστροφές και τη βροχή και επί πλέον ελευθερώνεται το έδαφος.

Οι σανοί και τα χόρτα χρησιμοποιούνται στη διατροφή όλων των φυτοφάγων ζώων.

Η τεχνητή ξήρανση εφαρμόζεται με κοπή, τεμαχισμό και μεταφορά της χλόης σε ειδικές εγκαταστάσεις. Εκεί διοχετεύεται μέσα σε ειδικό ξηραντήρα στον οποίο υφίσταται τη δράση υπέρθερμου αέρα (150-900oC) και σε μικρό χρονικό διάστημα (5-10 min) αφυδατώνεται. Με την εφαρμογή της τεχνητής ξήρανσης οι απώλειες μειώνονται στο ελάχιστο, αλλά επειδή το κόστος είναι πολύ μεγάλο πρέπει να εφαρμόζεται για ξήρανση πολύ καλής ποιότητας χλόης, έτσι ώστε το παραγόμενο προϊόν (το οποίο ονομάζεται αφυδατωμένη χλόη) να μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη διατροφή όλων των ειδών των ζώων.

Εκτός από τη φυσική και την τεχνητή ξήρανση, εφαρμόζεται και η λεγόμενη αερορρευματική, κατά την οποία η χλόη μετά την κοπή της αφήνεται για απομάκρυνση ενός ποσοστού υγρασίας (προμάρανση), κάτω από φυσικές συνθήκες και στη συνέχεια μεταφέρεται σε ειδικούς χώρους, όπου με τη βοήθεια ανεμιστήρων και κατάλληλων σωληνώσεων διοχετεύεται μέσα στη φυτική μάζα κρύος ή ζεστός αέρας μέχρις ότου ολοκληρωθεί η ξήρανση. Οι απώλειες της χλόης σε θρεπτικά συστατικά κατά τη διαδικασία της ξήρανσης, εξαρτώνται από τις συνθήκες της ξήρανσης αλλά και από την εφαρμοζόμενη μέθοδο. Στον πίνακα 3.4 φαίνεται ενδεικτικά το μέγεθος των απωλειών σε μερικά συστατικά, ανάλογα με τη μέθοδο.

Πίνακας 3.4 Απώλειες χλόης σε ξηρή ουσία (ΞΟ), αζωτούχες ουσίες (ΑΟ) και καροτίνια ανάλογα με τη μέθοδο ξήρανσης
Μέθοδος ξήρανσης Απώλειες (%) ΞΟ Απώλειες (%) ΑΟ Απώλειες (%) Καροτίνια
Φυσική 10-35 10-45 60-80
Αερορευματική 10-25 5-25 50-70
Τεχνητή <8 2-10 5-15

Ενσίρωση Χ.Φ.Υ. και παραγόμενα προϊόντα

Η ενσίρωση είναι μέθοδος συντήρησης νωπών υλικών, που περιέχουν υδατοδιαλυτούς υδατάνθρακες, με οξίνιση και μπορεί να εφαρμοστεί για συντήρηση όλων των ειδών Χ.Φ.Υ. Πραγματοποιείται με τη δημιουργία αναερόβιου και όξινου περιβάλλοντος μέσα σε ειδικούς χώρους που ονομάζονται σιροί, στους οποίους σωρεύεται η προς συντήρηση φυτική ύλη. Υπό τις συνθήκες αυτές ανακόπτεται κάθε δραστηριότητα που επιφέρει αλλοιώσεις, με αποτέλεσμα η Χ.Φ.Υ. να συντηρείται νωπή για μεγάλα χρονικά διαστήματα.

Η προς ενσίρωση Χ.Φ.Υ. κόβεται, τεμαχίζεται (για τη χλόη χρησιμοποιούνται ειδικά σιροκοπτικά μηχανήματα) και μεταφέρεται μέσα στο σιρό. Εκεί συμπιέζεται για εκδίωξη του αέρα κι ο σιρός κλείνεται αεροστεγώς. Απουσία του αέρα, στη νωπή φυτική μάζα αναπτύσσονται ιδιαίτερα στελέχη αναερόβιων γαλακτοβακίλων. Αυτοί χρησιμοποιούν ως υπόστρωμα τους υδατοδιαλυτούς υδατάνθρακες και παράγουν κυρίως γαλακτικό οξύ και υπό προϋποθέσεις οξικό οξύ. Η συγκέντρωση των οξέων μέσα στη φυτική μάζα δημιουργεί όξινο περιβάλλον, η δε μείωση του pH κάτω ενός ορίου (περίπου <4) καθώς και η απουσία του αέρα συντελούν στην αναστολή κάθε ενζυμικής δραστηριότητας και επομένως στη συντήρηση της φυτικής ύλης. Το προϊόν που παράγετα με τη μέθοδο της ενσίρωσης ονομάζεται ενσίρωμα (ενσίρωμα χλόης αραβοσίτου, μηδικής, κ.λπ.).

Οι γαλακτοβάκιλοι που είναι απαραίτητοι για την ενσίρωση βρίσκονται ήδη στην προς ενσίρωση Χ.Φ.Υ. Υπάρχουν πολλά γένη, που όλα αναπτύσσονται σε αναερόβιο περιβάλλον και σε pH>3, ενώ από πλευράς θερμοκρασίας άλλα είδη μπορούν και αναπτύσσονται σε χαμηλή (min 10oC) και άλλα σε υψηλή (max 50oC).

Η τελευταία ιδιότητα έχει ιδιαίτερη σημασία διότι πάντοτε στα πρώτα στάδια της εξέλιξης της ενσίρωσης, η θερμοκρασία της Χ.Φ.Υ. αυξάνεται ως αποτέλεσμα της αναπνοής των φυτικών κυττάρων. Αυτό οφείλεται στην παρουσία αέρα που εγκλωβίζεται μέσα στη φυτική μάζα πριν από το αεροστεγές κλείσιμο του σιρού.

Εκτός από τους επιθυμητούς γαλακτοβακίλους, στη Χ.Φ.Υ. υπάρχουν και άλλοι μικροοργανισμοί που θεωρούνται ανεπιθύμητοι διότι άλλοι μεν διασπούν της πρωτεΐνες της Χ.Φ.Υ. και παράγουν αμμωνία, άλλοι ανταγωνίζονται τους γαλακτοβακίλους και παράγουν βουτυρικό οξύ και άλλοι θα μπορούσαν να εμπλουτίσουν το ενσίρωμα με τοξικούς μεταβολίτες. Κύριο χαρακτηριστικό αυτών των μικροοργανισμών και ανεξαρτήτως του αν είναι αερόβιοι ή αναερόβιοι είναι το ότι αναπτύσσονται σε pH>4. Ο αποκλεισμός της ανάπτυξης αυτών εξαρτάται, κατ' αρχήν από τον καλό αποκλεισμό του αέρα και κυρίως από το πόσο σύντομα θα παραχθεί γαλακτικό οξύ ώστε να επιτευχθεί τιμή του pH κοντά στο 4.

Μεταξύ Χ.Φ.Υ. και του παραγόμενου από αυτήν ενσιρώματος, παρατηρούνται μερικές σημαντικές διαφορές ως προς τα συστατικά τους. Οι διαφορές αυτές οφείλονται στο ότι οι υδατοδιαλυτοί υδατάνθρακες της Χ.Φ.Υ. διασπώνται από τους μικροοργανισμούς και αντί αυτών στο ενσίρωμα υπάρχουν οργανικά οξέα (κυρίως γαλακτικό). Επίσης ένα μέρος των πρωτεϊνών της Χ.Φ.Υ. διασπάται και το ενσίρωμα εμπλουτίζεται με μη πρωτεϊνικές ενώσεις (κυρίως αμμωνία). Επιπλέον ένα μέρος συστατικών (κυρίως υδατανθράκων) διασπάται λόγω αναπνοής ή άλλων ζυμωτικών δραστηριοτήτων και ένα μέρος συστατικών χάνεται παρασυρόμενο από το χυμό που δημιουργείται κατά τη συμπίεση της Χ.Φ.Υ.

Ένα καλό ενσίρωμα πρέπει να πείέχει κυρίως γαλακτικό οξύ, λίγο οξικό οξύ και ίχνη ή και καθόλου βουτυρικό οξύ. Το τελευταίο είναι ανεπιθύμητο διότι προσδίδει κακή οσμή στο ενσίρωμα. Οι σιροί που κατασκευάζονται για την ενσίρωση είναι δύο ειδών. Απλούστεροι και με μικρότερο κόστος είναι οι ταφροειδείς (ένα δάπεδο και δύο παράλληλα, κατακόρυφα τοιχώματα), ενώ καλύτεροι αλλά με μεγαλύτερο κόστος (λόγω κατασκευής και απαιτούμενου εξοπλισμού) είναι οι πυργοειδείς.

[1]

Βιβλιογραφία

  1. "Διατροφή Αγροτικών Ζώων", Γ. Ζέρβα-Π. Καλαϊσκάκη-Κ. Φεγγερού, Εργαστήριο Διατροφής Ζώων, Τμήμα Ζωϊκής Παραγωγής, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Υποπροϊόντα αλωνισμού

Στην κατηγορία αυτή το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα άχυρα. Οι μεγάλες ποσότητες αυτών προέρχονται από τον αλωνισμό των σιτηρών και αποτελούνται από τα ξυλοποιημένα στελέχη των φυτών και δευτερευόντως από τα φύλλα αυτών. Περιέχουν μεγάλο ποσοστό ινωδών ουσιών (>35%) και χρησιμοποιούνται ευρέως στη διατροφή των φυτοφάγων ζώων για ρύθμιση των ινωδών ουσιών και συμπλήρωση της ΞΟ των σιτηρεσίων τους.

[1]

Βιβλιογραφία

  1. "Διατροφή Αγροτικών Ζώων", Γ. Ζέρβα-Π. Καλαϊσκάκη-Κ. Φεγγερού, Εργαστήριο Διατροφής Ζώων, Τμήμα Ζωϊκής Παραγωγής, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών