Ασθένεια ψευδοκακίας Αδρομυκώσεις

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Οι αδρομυκώσεις είναι πολύ σοβαρές, πολλές φορές βραδέως εξελισσόμενες ασθένειες, που οφείλονται σε προσβολή των αγγειωδών ιστών από μύκητες. Τα ασθενή φυτά εκδηλώνουν σε μερικούς βλαστούς η σ’ ολόκληρο το φύλλωμα συμπτώματα μαρασμού και κακής διατροφής που τελικά καταλήγουν στην αποξήρανση κλάδων ή ολόκληρου του φυτού. Αδρομυκώσεις προκαλούν διάφορα γένη μυκήτων, αλλά οι περισσότερες, πλέον εξαπλωμένες και σοβαρότερες είναι οι ασθένειες που οφείλονται σε μύκητες του γένους Verticillium albo – atrum που παρατηρούνται στην ψευδοκακία.

Ο μύκητας Verticillium αlbo – atrum ζει στο έδαφος και κατά προτίμηση σε υγρά εδάφη, ως σαπρόφυτο και μολύνει τα δέντρα μπαίνοντας συνήθως από τις ρίζες αλλά και από πληγές του κορμού και των κλαδιών. Αναπτύσσεται μέσα στον ξυλώδη ιστό και κυρίως μέσα στους αγωγούς των ιστών, από το ύψος των ριζών ως τα άνθη και τους καρπούς. Οι προσβολές αυτού του τύπου είναι γνωστές ως αδρομυκώσεις, παρουσιάζουν δε εξωτερικά μάρανση και νέκρωση από το κορυφαίο τμήμα του δένδρου, γιατί από τις δημιουργούμενες τυλώσεις ή κομμιώδεις ουσίες μέσα στους αγωγούς ιστούς, δεν μεταφέρεται νερό στα ανώτερα τμήματα του δένδρου. Εξωτερικά συμπτώματα είναι η μάρανση των φύλλων και ξήρανση του δένδρου από την κορυφή προς τα κάτω. Εσωτερικά, με τομή στους βλαστούς παρατηρούμε πράσινο – καφετί κατά στίγματα ή συνεχή, δακτύλιο, κυρίως στο εξωτερικό σομφό ξύλο. Η μάρανση είναι συνήθως απότομη η γίνεται σιγά σιγά, με την νέκρωση του ενός, μετά το άλλο των κλαδιών, ως ότου μαραθεί όλη η κόμη. Η μάρανση οφείλεται στην έκκριση από τον μύκητα, τοξινών. Κάτω από το νεκρό τμήμα του δέντρου πιθανόν να αναπτυχθούν κορμοβλαστήματα, όπου μπορεί να έχουμε μια βλεννώδη έκκριση.

Οι βερτισιλλιώσεις των δένδρων προκαλούνται από τον αδηλομύκητα V. αlbo-atrum (μορφή σκούρου διαχειμάζοντος μυκηλίου). Ο Verticillium αlbo-atrum αναπτύσσεται σε μέσες θερμοκρασίες από 20-24oC και είναι περισσότερο διαδεδομένος σε ψυχρές περιοχές με υγρό κλίμα όπως εκείνες της Βορείου Ευρώπης. Το παθογόνο διατηρείται στο έδαφος και επιβιώνει για παρα πολλά χρόνια (μέχρι 8-14 χρόνια) ακόμη και χωρίς την παρουσία ευπαθών ξενιστών. Επιβιώνει κυρίως με τα μικροσκληρώτια αλλά και σαν μυκήλιο και κονίδια στα προσβεβλημένα υπολείμματα της καλλιέργειας. Ένας άλλος τρόπος διαιώνισης του παθογόνου και αύξησης των μολυσμάτων του στο έδαφος είναι τα διάφορα ζιζάνια-ξενιστές στα οποία διαχειμάζει το παθογόνο. Μερικά απ’ αυτά όταν μολυνθούν εμφανίζουν συμπτώματα, ενώ αρκετά άλλα ενώ έχουν στα αγγεία τους τον μύκητα δεν εκδηλώνουν συμπτώματα αλλά συντελούν και αυτά με την ενσωμάτωσή τους στο έδαφος στον εμπλουτισμό του με μολύσματα (κυρίως μικροσκληρώτια).

Γενικά ο συνδυασμός στράγγισης του εδάφους και λίπανσης με θειϊκή αμμωνία δίνει πολύ καλά αποτελέσματα. Ειδικότερα στα φυτώρια που το έδαφος είναι μολυσμένο από τον μύκητα συνιστάται η απολύμανση του εδάφους με χλωροπικρίνη. Θα πρέπει να γίνεται αποφυγή δημιουργίας πληγών στις ρίζες και στην περιοχή του λαιμού με τα καλλιεργητικά εργαλεία. Τα κοπτικά εργαλεία πρέπει να απολυμαίνονται, γιατί μπορεί να μεταδώσουν την ασθένεια σε υγιή δένδρα. Η άρδευση των δένδρων να μην γίνεται με αυλάκια γιατί μεταφέρονται τα μολύσματα με το νερό στα υγιή δένδρα. Επιπροσθέτως θα πρέπει να αποφεύγεται η συγκαλλιέργεια των δένδρων με ευπαθή ετήσια φυτά και απαραίτητα να γίνεται εκρίζωση των αποξηραμένων δένδρων μαζί με το ριζικό σύστημα και απολύμανση του εδάφους.