Καλλιέργεια καρπουζιάς

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Προετοιμασία εδάφους

Το έδαφος που θα καλλιεργήσουμε τα φυτά θα πρέπει να είναι μαλακό, καλά αποστραγγιζόμενο και πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά. Μπορoύμε να ακολουθήσουμε δύο τακτικές για να έχουμε καλά αποτελέσματα ακόμη κι εκεί που το χώμα δεν είναι ιδανικό. Αν φυτεύσουμε σε λάκους, για κάθε φυτό που θα φυτέψουμε, σκάβουμε ένα λάκο με διάμετρο 60cm και βάθος 30cm. Κρατάμε το μισό χώμα από αυτό που βγάλαμε από το λάκο και το αναμειγνύουμε με κομπόστ. Γεμίζουμε το λάκο, με αυτό το αφράτο και πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά μείγμα χώματος. Ο κάθε λάκος θα πρέπει να απέχει από τον άλλο, από 90 - 180cm. Όσο πιο μεγάλο καρπό παράγει η ποικιλία που θα καλλιεργήσoυμε, τόσο πιο μεγάλη θα πρέπει να είναι η απόσταση. Οι καρπουζιές θέλουν χώρο για να αναπτυχθούν. Αν αποφασίσουμε να ακολουθήσουμε την άλλη τακτική με τους λοφίσκους, ανασηκώνουμε το χώμα σε λοφίσκους και πάνω σε αυτούς σπέρνουμε τους σπόρους ή τα σπορόφυτα. Αν σκοπεύουμε να καλλιεργήσουμε λίγα καρπούζια, μπορούμε να φτιάξουμε ένα λοφίσκο για κάθε φυτό. Αν καλλιεργήσουμε πολλά καρπούζια, τότε οι λοφίσκοι θα είναι μακρόστενοι και πάνω σε αυτούς θα καλλιεργούνται πολλά φυτά σε σειρά. Εμπλουτίζουμε όπως και προηγουμένως, το χώμα του λοφίσκου με πλούσια ποσότητα κομπόστ ώστε να έχει πολλά θρεπτικά συστατικά. Η διαμόρφωση του χώματος σε λοφίσκους διατηρεί το χώμα μαλακό και ελαφρύ ώστε να αναπτυχθούν εύκολα οι ρίζες του φυτού. Επιτρέπει τον καλύτερο αερισμό το χώματος ώστε στις ρίζες να φτάνει ευκολότερα το οξυγόνο. Βοηθά στην αποστράγγιση του επιπλέον νερού και έτσι δε σαπίζουν οι ρίζες.

Σπορά

Η σπορά γίνεται απ’ ευθείας μόλις περάσουν οι ανοιξιάτικοι παγετοί (μέσα περίπου Απριλίου-Μάιο) ή σε θερμοσπορεία κατά το Μάρτιο. Υπολογίζουμε ότι σε κάθε θέση που έχουμε προετοιμάσει θα φυτέψουμε 3-4 σπόρους. Αφού έχουμε προμηθευτεί σπόρους καρπουζιάς τους ρίχνουμε σε νερό. Απομακρύνουμε τους σπόρους που επιπλέουν γιατί δε θα φυτρώσουν. Αφήνουμε τους σπόρους μέσα στο νερό για μισή ώρα περίπου και μετά τους φυτεύουμε. Για ακόμη καλύτερα αποτελέσματα, μπορούμε αντί για απλό νερό να γεμίσουμε ένα δοχείο κατά το 1/3 με χωνεμένη κοπριά και τα υπόλοιπο με νερό. Αφού ανακατέψουμε καλά, αφήνουμε το μείγμα για μία εβδομάδα ανακατεύοντας συχνά (π.χ. κάθε μέρα). Παίρνουμε λίγο από αυτό το καφετί νερό και το βουτάμε μέσα τους σπόρους. Απομακρύνουμε τους σπόρους που επιπλέουν και αφού τους άλλους τους αφήσουμε για μισή ώρα και έπειτα τους φυτεύουμε στο χωράφι.

Στο λάκο ή στο λοφίσκο που έχουμε προετοιμάσει, ανοίγουμε τρεις τρύπες βάθους περίπου 2,5cm. Για να ανοίξετε τις τρύπες, μπορείτε να χρησιμοποιήσουμε το δάχτυλό μας ή κάποιο εργαλείο. Σε κάθε τρύπα ρίχνουμε από ένα σπόρο και σκεπάζουμε με χώμα το οποίο θα πιέσουμε ελαφρά. Αν όλα πάνε καλά, μετά από 7-10 ημέρες οι σπόροι θα βλαστήσουν και θα εμφανιστούν τα φυτάκια. Ο χρόνος βλάστησης εξαρτάται από τη θερμοκρασία, την υγρασία και το βάθος που έχουν θαφτεί. Το χώμα θα πρέπει να είναι μόνιμα υγρό κατά την περίοδο της βλάστησης. Μία εβδομάδα μετά τη βλάστηση, αφαιρούμε τα πιο αδύναμα φυτά. Κρατάμε 2 φυτά ανά λάκο ή λοφίσκο. Η φύτευση σπερμάτων γίνεται σε αποστάσεις 2,3m μεταξύ των γραμμών και 0,80m επί της γραμμής.

Μεταφύτευση

Η μεταφύτευση πρέπει να γίνεται πάντοτε με το χώμα τους. Όταν γίνει η βλάστηση και τα νέα φυτά αποκτήσουν 3-4 φύλλα, τότε κορυφολογούντε επάνω από τα 2 φύλλα της βάσεως (όχι των κοτυληδόνων), για να δώσουν νέους βλαστούς στα πλάγια. Μετά 5-6 ημέρες μεταφυτεύονται σε άλλα θερμοσπορεία χλιαρά, σε μεγαλύτερες αποστάσεις 15-20cm ή σε μεγαλύτερα γλαστράκια. Η μεταφύτευση πρέπει να γίνεται πάντοτε με το χώμα τους. Όταν οι νέοι βλαστοί, οι οποίοι προέρχονται από το προηγούμενο κλάδεμα αποκτήσουν 5-6 φύλλα, κόπτονται και αυτοί με τη σειρά τους, επάνω από 4ο φύλλο, για να αναπτυχθεί η τρίτη γενεά βλαστών, επί των οποίων και θα αρχίσει η καρποφορία. Το κλάδεμα αυτό γίνεται με το νύχι η με μικρό ψαλιδάκι, έχει δε σκοπό την επίσπευση της ανθήσεως των θηλυκών λουλουδιών, τα οποία παρουσιάζονται μόνο επί των βλαστών της τρίτης γενεάς. Για αρσενικά εμφανίζονται στους βλαστούς της δεύτερης γενεάς.

Κλάδεμα

Τα φυτά της καρπουζιάς πρέπει να κλαδεύονται για αποφυγή υπερβολικής καρπόδεσης έτσι ώστε να παραμείνει ο σωστός αριθμός καρπών με το κατάλληλο εμπορικό μέγεθος. Με το πρώτο κλάδεμα απομακρύνονται όλοι οι κακοσχηματισμένοι (μη εμπορικοί) καρποί ενώ με το δεύτερο απομακρύνονται όλοι οι καρποί που σχηματίστηκαν όψιμα ώστε να αυξηθούν σε μέγεθος αυτοί που θα απομείνουν. Μετά το κλάδεμα πρέπει να υπάρχουν δυο καρποί ανά μίσχο.[1]

Άρδευση

Το καρπούζι αποτελείται κατά 90% από νερό, οπότε η επάρκεια νερού είναι καθοριστική κατά την ανάπτυξη του φυτού και του καρπού. Έλλειψη νερού μπορεί να προκαλέσει κενά στον αγρό και μείωση της φυλλικής επιφάνειας και κυρίως της σοδειάς. Η επάρκεια νερού είναι σημαντική κατά τη βλαστική ανάπτυξη αλλά τελείως καθοριστική κατά την περίοδο της ανθοφορίας και της ανάπτυξης του καρπού. Η συχνότητα και η διάρκεια της άρδευσης εξαρτάται κυρίως από τις καιρικές συνθήκες, τον τύπο του εδάφους και από μερικές εδαφογενείς ασθένειες, κυρίως μετά τη 12η εβδομάδα. Οι περισσότεροι αγροί καρπουζιού αρδεύονται με ψεκασμό. Αυτό μπορεί να είναι ένα σύστημα που αποτελείται από έναν κεντρικό άξονα, (πολύ αποτελεσματικό για αγρούς με ορθογώνιο σχήμα) ή με ένα μεγάλο μεταφερόμενο σωλήνα ή με ένα σταθερό σύστημα από φορητούς σωλήνες. Επίσης, η στάγδην άρδευση είναι μια διαδεδομένη μέθοδος στους αγρούς καρπουζιού. Αυτή η μέθοδος είναι πολύ αποτελεσματική για φυτά που καλλιεργούνται με πλαστική κάλυψη. Με την στάγδην άρδευση χρησιμοποιείται 40% λιγότερο νερό, φυτρώνουν λιγότερα ζιζάνια, και επιτυγχάνονται πρωιμότερες σοδειές. Η άρδευση πρέπει να γίνεται 2-3 φορές την εβδομάδα (σε ευνοϊκές καιρικές συνθήκες) με 15,25-24,4 cm3 να χορηγούνται σε κάθε άρδευση. Ο κύριος στόχος της άρδευσης είναι να διατηρήσει την εδαφική υγρασία σε όλες τις περιόδους αλλά χωρίς να γίνει κατάκλιση.[1]

Λίπανση

Συνιστάται η ταυτόχρονη χορήγηση λιπάσματος με το νερό ποτίσματος. Έχει υπολογιστεί ότι μία καλλιέργεια που παράγει καρπούς γύρω στους 4 τόνους/στρέμμα, αφαιρεί από το έδαφος 6,8kg άζωτο, 5,2kg φώσφορο και 10,8kg κάλιο. Κατά τη βασική λίπανση, προσθέτουμε 4-6 τόνους χωνεμένης κοπριάς/στρέμμα. Σε γενιικές γραμμές η καρπουζιά είναι ένα φυτό που δεν είναι απαιτητικό σε άζωτο, εν αντιθέσει με το κάλιο και φώσφορο που είναι σχετικό απαιτητικό σε αυτά τα στοιχεία. Κατά την επιφανειακή λίπανση επιδιώκεται η σχέση άζωτο:κάλιο (Ν:Κ) 1:1 και επιτυγχάνεται με τη διάλυση 120gr KNO3 και 110gr ΝΗ4NO3 σε 1 λίτρο νερό και μετά αραίωση 1:250[2]. Επιπροσθέτως η καρπουζιά είναι απαιτητικά σε κάποια μικροστοιχεία που δεν είναι διαθέσιμα σε πολλά εδάφη. Τόσο το χαμηλό μαγνήσιο όσο και η χαμηλή αναλογία καλίου και ασβεστίου προς το μαγνήσιο μπορούν να προκαλέσουν πτώση των φύλλων. Η χαμηλή ποσότητα ασβεστίου είναι επίσης ένα πρόβλημα. Μια σκούρα, δερματώδης περιοχή αναπτύσσεται στα καρπούζια όταν δεν υπάρχει επάρκεια νερού και το υπάρχον ασβέστιο δεν είναι διαθέσιμο για την ανάπτυξη του καρπού.[3]

Ωρίμανση

Η ωρίμανση των καρπουζιών διακρίνεται από τον χαρακτηριστικό κρότο, ο οποίος τότε είναι υπόκωφος, ενώ στα άγουρα είναι ξηρός και μεταλλικός. Επίσης από το τρίξιμο της σαρκός, το οποίο παράγεται όταν το καρπούζι πιέζεται μεταξύ των χειρών. Για εκείνα όμως τα οποία δεν είναι κομμένα, ο τρόπος αυτός πρέπει να θεωρείτε επιβλαβής και καλό είναι να αποφεύγεται. Ως τόσο πολύ θετικό και εύκολο γνώρισμα της ωριμάνσεως, είναι επίσης το κιτρίνισμα και η αποξήρανση του μικρού φύλλου που συνοδεύει το χοτσάνι. Το χαράκωμα, η συστροφή και άλλα τεχνητά μέσα, που επιταχύνουν την ωρίμανση, καταστρέφουν όμως την ποιότητα και λιγοστεύουν την παραγωγή.

Συγκομιδή

Η συγκομιδή , γίνεται κατά τους καλοκαιρινούς μήνες σταδιακά. Οι καρποί πρέπει να είναι στην ώριμη φάση τους για να συγκομισθούν ήτοι να τα επίπεδα σακχάρων τους να είναι μέγιστα. Υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα στο να γίνει αντιληπτό πότε τα καρπούζια είναι ώριμα , με κάποιους πρακτικούς τρόπους να το αναστέλλουν. Χαρακτηριστική μέθοδο αναγνώρισης αποτελεί το κιτρίνισμα και η μετέπειτα ξήρανση του μικρού υποκείμενου στον ποδίσκο φύλλου, ενώ για τους περισσότερο έμπειρους φαίνεται να διαφέρει ο ήχος που παράγεται αν χτυπήσουμε τη ράγα, ο οποίος όταν ο καρπός ωριμάσει είναι χαρακτηριστικός υπόκωφος. Η απομάκρυνση του καρπού από το φυτό γίνεται, χωρίς να αποκολληθεί ο ποδίσκος για να μην υπάρχουν προβλήματα μολύνσεων, ενώ καταλληλότερη ώρα για τη συγκομιδή είναι το βράδυ και αυτό γιατί τις πρωινές ώρες τα καρπούζια μπορεί να σπάσουν λόγω της μεγάλης περιεκτικότητάς τους σε νερό.

Σχετικές σελίδες

Βιβλιογραφία

  1. 1,0 1,1 Ανάπτυξη και εξέλιξη καρπουζιού
  2. Η τεχνική της καλλιέργειας των κηπευτικών στα θερμοκήπια, του Χρήστου Ολύμπιου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 2001.
  3. Μορφολογία καρπουζιού