Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Φιστικιά"

Από GAIApedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 
(Μία ενδιάμεση αναθεώρηση από ένα χρήστη δεν εμφανίζεται)
Γραμμή 51: Γραμμή 51:
 
{{{top_heading|==}}}Τρόπος καρποφορίας{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}Τρόπος καρποφορίας{{{top_heading|==}}}
 
Η [[Φιστικιά|φιστικιά]] καρποφορεί πλάγια σε βλαστούς του προηγούμενου χρόνου από απλούς ανθοφόρους οφθαλμούς. Συνήθως [[Παρενιαυτοφορία φιστικιάς|παρενιαυτοφορεί]]. Η ύπαρξη ανθοφόρων οφθαλμών στους βλαστούς του προηγούμενου χρόνου, ως και ο αριθμός τους, εξαρτώνται από τη βλαστική κατάσταση του δέντρου. Σε πολύ μέτρια βλάστηση όλοι οι οφθαλμοί είναι ανθοφόροι, εκτός από τον επάκριο που είναι ξυλοφόρος. Τον επόμενο απ' τον σχηματισμό τους χρόνο, οι ανθοφόροι οφθαλμοί θα δώσουν [[Φιστίκι|καρπούς]] και οι ξυλοφόροι βλαστούς, των οποίων όμως οι ανθοφόροι οφθαλμοί θα πέσουν κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Η φιστικιά καρποφορεί μεταξύ ηλικίας 8-10 χρόνων και δίνει παραγωγή τουλάχιστον για 100 χρόνια.<ref name="Ειδική δενδροκομία"/>
 
Η [[Φιστικιά|φιστικιά]] καρποφορεί πλάγια σε βλαστούς του προηγούμενου χρόνου από απλούς ανθοφόρους οφθαλμούς. Συνήθως [[Παρενιαυτοφορία φιστικιάς|παρενιαυτοφορεί]]. Η ύπαρξη ανθοφόρων οφθαλμών στους βλαστούς του προηγούμενου χρόνου, ως και ο αριθμός τους, εξαρτώνται από τη βλαστική κατάσταση του δέντρου. Σε πολύ μέτρια βλάστηση όλοι οι οφθαλμοί είναι ανθοφόροι, εκτός από τον επάκριο που είναι ξυλοφόρος. Τον επόμενο απ' τον σχηματισμό τους χρόνο, οι ανθοφόροι οφθαλμοί θα δώσουν [[Φιστίκι|καρπούς]] και οι ξυλοφόροι βλαστούς, των οποίων όμως οι ανθοφόροι οφθαλμοί θα πέσουν κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Η φιστικιά καρποφορεί μεταξύ ηλικίας 8-10 χρόνων και δίνει παραγωγή τουλάχιστον για 100 χρόνια.<ref name="Ειδική δενδροκομία"/>
 +
 +
{{{top_heading|==}}}Κλιματικές συνθήκες{{{top_heading|==}}}
 +
Η [[Φιστικιά|φιστικιά]] ανθίσταται σε μεγάλη ξηρασία του [[Εδαφικές συνθήκες φιστικιάς|εδάφους]] και αέρα. Η υψηλή υγρασία επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξή της. Η φιστικιά ευδοκιμεί καλύτερα σε περιοχές που οι χειμώνες διέρχονται αρκετά ψυχροί, για την διακοπή του ληθάργου των οφθαλμών της και τα καλοκαίρια είναι μακρά, ζεστά (25-38 <sup>o</sup>C) και ξηρά, για την [[Ωρίμανση φιστικιών|ωρίμανση]] των καρπών της. Σε κλίμα ζεστό και υγρό, που επηρεάζεται από τη θάλασσα (Αίγινα, παραλία Αττικής, Φθιώτιδος, Εύβοιας, Μαγνησίας κ.λ.π) ευδοκιμεί άριστα. Χαμηλές θερμοκρασίες κατά τη ληθαργική περίοδο των δένδρων μέχρι και -20<sup>o</sup>C δε ζημιώνουν τα φιστικόδενδρα. Ευδοκιμεί καλά μέχρι υψόμετρου 650 μέτρων, αλλά απαντώνται και σε υψόμετρα μέχρι και 1000 μέτρα. Οι ανοιξιάτικοι παγετοί στη χώρα μας δεν προκαλούν ζημιές στα δέντρα κατά την περίοδο της [[Άνθηση φιστικιάς|ανθοφορίας]] τους, γιατί ανθίζουν όψιμα. Οι συχνές όμως βροχοπτώσεις και οι τυχόν υγρές συνθήκες κατά τη περίοδο του καλοκαιριού, πριν ή κατά την περίοδο της [[Συγκομιδή φιστικιών|συγκομιδής]], μειώνουν την ποιότητα των [[Φιστίκι|καρπών]]. Ακόμα ο υγρός και ο ζεστός καιρός κατά τη περίοδο της βλάστησης των φιστικόδεντρων, ευνοεί την ανάπτυξη μυκητολογικών [[Ασθένειες φιστικιάς|ασθενειών]]<ref name="Η καλλιέργεια της φιστικιάς στην περιοχή Μακρακώμης Ν.Φθιώτιδος"/>
 +
 +
{{{top_heading|==}}}Εδαφικές συνθήκες{{{top_heading|==}}}
 +
Η [[Φιστικιά|φιστικιά]], αν και προσαρμόζεται σε ποικιλία εδαφών, προτιμά τα σχετικώς βαθιά, [[Αμμώδη εδάφη|αμμοπηλώδη εδάφη]], με υψηλή περιεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο. Δεν ευδοκιμεί σε υγρά βαριά εδάφη και γενικά σε αυτά που δεν αποστραγγίζονται εύκολα. Ανέχεται όμως τα ελαφρά όξινα, αλκαλικά ή αλατούχα εδάφη. Νόστιμα φιστίκια παράγονται σε εδάφη στραγγερά, [[Ασβεστώδη εδάφη|ασβεστώδη]] και με [[Πηλώδη εδάφη|μέση σύσταση]]. Κανονική είναι η οξύτητα του εδάφους για την [[Καλλιέργεια φιστικιάς|καλλιέργεια φιστικιάς]] όταν η τιμή του ρH είναι γύρω στο 7 το πολύ 8. <ref name="Ειδική δενδροκομία"/>
  
 
{{{top_heading|==}}}Παρενιαυτοφορία{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}Παρενιαυτοφορία{{{top_heading|==}}}
Γραμμή 68: Γραμμή 74:
  
 
{{{top_heading|==}}}Πολλαπλασιασμός{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}Πολλαπλασιασμός{{{top_heading|==}}}
Ο πολλαπλασιασμός των [[Υποκείμενα φιστικιάς|υποκειμένων]] της [[Φιστικιά|φιστικιάς]] γίνεται με σπόρο. Έχει επίσης επιτευχθεί ο πολλαπλασιασμός της [[Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia terebinthus cv.tsikoudia|τσικουδιάς]] με την τεχνική in vitro. Οι [[Φιστίκι|καρποί]] της τσικουδιάς [[Ωρίμανση φιστικιών|ωριμάζουν]] κατά τον Οκτώβρη. Το περικάρπιο των ώριμων με σπέρμα καρπών λαμβάνει εξωτερικά βαθυπράσινο-μολυβί χρώμα. Οι [[Κούφιοι καρποί φιστικιάς|κούφιοι καρποί]] χωρίς σπέρμα καρποί παραμένουν κόκκινοι. Τα σπέρματα υποβάλλονται, πριν από τη σπορά ή στρωμάτωσή τους (υγρή ψύξη σε 4<sup>o</sup>C), σε ειδικούς χειρισμούς, που συνίστανται σε εμβάπτισή τους σε νερό 4-5 μέρες και μετά σε τρίψιμο για να απομακρυνθεί ο φλοιός τους. Το τρίψιμο των καρπών γίνεται πάνω σε πετρινή πλάκα. Η αποφλοίωσή τους είναι αναγκαία, γιατί το περικάρπιο περιέχει λαδί, που εμποτίζει το ενδοκάρπιο και το κάνει αδιάβραχο, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά το φύτρωμα των σπερμάτων. Περισσότερες λεπτομέρειες στον παρακάτω σύνδεσμο:
+
Ο πολλαπλασιασμός των [[Υποκείμενα φιστικιάς|υποκειμένων]] της [[Φιστικιά|φιστικιάς]] γίνεται με σπόρο. Έχει επίσης επιτευχθεί ο πολλαπλασιασμός της [[Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia terebinthus cv.tsikoudia|τσικουδιάς]] με την τεχνική in vitro. Οι [[Φιστίκι|καρποί]] της τσικουδιάς [[Ωρίμανση φιστικιών|ωριμάζουν]] κατά τον Οκτώβρη. Το περικάρπιο των ώριμων με σπέρμα καρπών λαμβάνει εξωτερικά βαθυπράσινο-μολυβί χρώμα. Οι [[Κούφιοι καρποί φιστικιάς|κούφιοι καρποί]] χωρίς σπέρμα καρποί παραμένουν κόκκινοι. Τα σπέρματα υποβάλλονται, πριν από τη σπορά ή στρωμάτωσή τους (υγρή ψύξη σε 4<sup>o</sup>C), σε ειδικούς χειρισμούς, που συνίστανται σε εμβάπτισή τους σε νερό 4-5 μέρες και μετά σε τρίψιμο για να απομακρυνθεί ο φλοιός τους. Το τρίψιμο των καρπών γίνεται πάνω σε πετρινή πλάκα. Η αποφλοίωσή τους είναι αναγκαία, γιατί το περικάρπιο περιέχει λαδί, που εμποτίζει το ενδοκάρπιο και το κάνει αδιάβραχο, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά το φύτρωμα των σπερμάτων. Το φύτρωμα των σπερμάτων μπορεί να επισπεφθεί, αν τα σπέρματα εμβαπτιστούν σε πυκνό θειϊκό οξύ για 1-2 ώρες και σε θερμοκρασία 24<sup>o</sup>C. Για σκαριφάρισμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και διάλυμα καυστικού νατρίου 1% για μερικές ώρες (12-24) για να σαπωνοποιηθούν τα λίπη και στη συνέχεια ξεπλυθούν με άφθονο νερό. Η σπορά του τσικοδόσπορου στο σπορείο γίνεται από το τέλος Φλεβάρη μέχρι τις αρχές Μαρτίου. Οι σπόροι βλαστάνουν σε διάστημα 4-5 εβδομάδων. Μερικοί φυτωριούχοι προτιμούν να σπέρνουν 2-3 σπόρους κατευθείαν σε πλαστικά σακκουλάκια, που φέρνουν τρύπες στα πλάγια, ή σε γλαστράκια από τύρφη, από τα οποία διατηρείται για εμβολιασμό το πιο ανεπτυγμένο. Τα σπορόφυτα της τσικουδιάς εμβολιάζονται, όταν αποκτήσουν διάμετρο 9-12mm, με ενοφθαλμισμό με όρθιο Τ και σε ύψος 40cm από την επιφάνεια του [[Εδαφικές συνθήκες φιστικιάς|εδάφους]]. Ο εμβολιασμός μπορεί να γίνει από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο, αρκεί να υπάρχουν τα κατάλληλα εμβόλια και να αποκολλάται εύκολα ο φλοιός του υποκειμένου. Συνήθως διενεργείται από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο, γιατί η επιτυχία την περίοδο είναι μεγαλύτερη. Την άνοιξη, ικανοποιητικό ποσοστά επιτυχίας δίνουν μόνο οι εγκεντρισμοί με εμβόλια από βλαστό διατηρήμενο σε ψυγείο που εφαρμόζονται σε ενήλικα δέντρα.
  
[[Πολλαπλασιασμός φιστικιάς]]<ref name="Ειδική δενδροκομία"/>
+
Το ποσοστό επιτυχίας του εμβολιασμού επηρεάζεται σημαντικά από τη ρητίνη, που επιδρά ανασχετικά στο σχηματισμό του επουλωτικού ιστού. Ακόμα επηρεάζεται από την έλλειψη εδαφικής υγρασίας, τη πολύ χαμηλή σχετική ατμοσφαιρική υγρασία και την πολύ υψηλή θερμοκρασία του αέρα (πάνω από 30<sup>o</sup>C) κατά την περίοδο του εμβολιασμού. Το ποσοστό επιτυχίας των εμβολίων αυξάνεται κατά 10-15<sup>o</sup>C αν κατά την απόσταση του οφθαλμού αφαιρεθεί ο μίσχος του [[Βοτανικά χαρακτηριστικά φιστικιάς|φύλλου]]. Συνήθως οι βλαστοί της [[Φιστικιά|φιστικιάς]] είναι ικανοποιητικά ώριμοι για ενοφθαλμισμό από τα μέσα Ιουλίου και μετά. Μπορεί όμως να επιτευχθεί με κατάλληλο χειρισμό προωρίμασή τους, για να μπορεί να χρησιμοποιηθούν νωρίτερα. Ο χειρισμός συνίσταται στην αφαίρεση των βασικών και μεσαίων φύλλων.<ref name="Ειδική δενδροκομία"/>
  
 
{{{top_heading|==}}}Ποικιλίες{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}Ποικιλίες{{{top_heading|==}}}
Γραμμή 76: Γραμμή 82:
  
 
[[Ποικιλίες φιστικιάς]] <ref name="Ειδική δενδροκομία"/>
 
[[Ποικιλίες φιστικιάς]] <ref name="Ειδική δενδροκομία"/>
 
{{{top_heading|==}}}Κλιματικές συνθήκες{{{top_heading|==}}}
 
Η [[Φιστικιά|φιστικιά]] ανθίσταται σε μεγάλη ξηρασία του [[Εδαφικές συνθήκες φιστικιάς|εδάφους]] και αέρα. Η υψηλή υγρασία επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξή της. Η φιστικιά ευδοκιμεί καλύτερα σε περιοχές που οι χειμώνες διέρχονται αρκετά ψυχροί, για την διακοπή του ληθάργου των οφθαλμών της και τα καλοκαίρια είναι μακρά, ζεστά (25-38 <sup>o</sup>C) και ξηρά, για την [[Ωρίμανση φιστικιών|ωρίμανση]] των καρπών της. Σε κλίμα ζεστό και υγρό, που επηρεάζεται από τη θάλασσα (Αίγινα, παραλία Αττικής, Φθιώτιδος, Εύβοιας, Μαγνησίας κ.λ.π) ευδοκιμεί άριστα. Χαμηλές θερμοκρασίες κατά τη ληθαργική περίοδο των δένδρων μέχρι και -20<sup>o</sup>C δε ζημιώνουν τα φιστικόδενδρα. Ευδοκιμεί καλά μέχρι υψόμετρου 650 μέτρων, αλλά απαντώνται και σε υψόμετρα μέχρι και 1000 μέτρα. Οι ανοιξιάτικοι παγετοί στη χώρα μας δεν προκαλούν ζημιές στα δέντρα κατά την περίοδο της [[Άνθηση φιστικιάς|ανθοφορίας]] τους, γιατί ανθίζουν όψιμα. Οι συχνές όμως βροχοπτώσεις και οι τυχόν υγρές συνθήκες κατά τη περίοδο του καλοκαιριού, πριν ή κατά την περίοδο της [[Συγκομιδή φιστικιών|συγκομιδής]], μειώνουν την ποιότητα των [[Φιστίκι|καρπών]]. Ακόμα ο υγρός και ο ζεστός καιρός κατά τη περίοδο της βλάστησης των φιστικόδεντρων, ευνοεί την ανάπτυξη μυκητολογικών [[Ασθένειες φιστικιάς|ασθενειών]]<ref name="Η καλλιέργεια της φιστικιάς στην περιοχή Μακρακώμης Ν.Φθιώτιδος"/>
 
 
{{{top_heading|==}}}Εδαφικές συνθήκες{{{top_heading|==}}}
 
Η [[Φιστικιά|φιστικιά]], αν και προσαρμόζεται σε ποικιλία εδαφών, προτιμά τα σχετικώς βαθιά, [[Αμμώδη εδάφη|αμμοπηλώδη εδάφη]], με υψηλή περιεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο. Δεν ευδοκιμεί σε υγρά βαριά εδάφη και γενικά σε αυτά που δεν αποστραγγίζονται εύκολα. Ανέχεται όμως τα ελαφρά όξινα, αλκαλικά ή αλατούχα εδάφη. Νόστιμα φιστίκια παράγονται σε εδάφη στραγγερά, [[Ασβεστώδη εδάφη|ασβεστώδη]] και με [[Πηλώδη εδάφη|μέση σύσταση]]. Κανονική είναι η οξύτητα του εδάφους για την [[Καλλιέργεια φιστικιάς|καλλιέργεια φιστικιάς]] όταν η τιμή του ρH είναι γύρω στο 7 το πολύ 8. <ref name="Ειδική δενδροκομία"/>
 
 
  
 
{{{top_heading|==}}}Ασθένειες{{{top_heading|==}}}
 
{{{top_heading|==}}}Ασθένειες{{{top_heading|==}}}

Τελευταία αναθεώρηση της 09:52, 2 Σεπτεμβρίου 2016

Γενικά στοιχεία

Φιστικιά

Η φιστικιά καλλιεργείται σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από ζεστό και ξηρό κλίμα όπως είναι η Λίβανος, η Παλαιστίνη, η Συρία, το Ιράν, η Ινδία, η Τουρκία, η νότια Ευρώπη, οι ξηροθερμικές χώρες της Ασίας και της Αφρικής και οι Η.Π.Α. Στην Ελλάδα πρωτοκαλλιεργήθηκε στην Αττική και ειδικότερα στο νησί της Αίγινας (Φιστίκι Αιγίνης), στη Βοιωτία, Κορινθία, Εύβοια, Φθιώτιδα, Θεσσαλία, Χαλκιδική, Ροδόπη, Κρήτη και Κυκλάδες. Η φιστικιά καλλιεργείται για τους καρπούς της, που θεωρούνται ως το ευγεστότερο ακρόδρυο. Οι καρποί όταν ακόμα είναι τρυφεροί, χρησιμοποιούνται για την παρασκευή γλυκού του κουταλιού.[1]

Βοτανικά χαρακτηριστικά

Η φιστικιά είναι δέντρο φυλλοβόλο, μακρόβιο, βραδείας ανάπτυξης και ύψους 6-9 μέτρων. Ο κορμός και οι κλάδοι έχουν φλοιό με χρώμα σταχτί που γίνεται σκοτεινότερο με την πάροδο των κλάδων. Το ριζικό σύστημα είναι ισχυρό και μπορεί να φθάσει σε βάθος μέχρι 3 μέτρα και σε πλάτος μέχρι 6-8 μέτρα. Τα φύλλα είναι σύνθετα και αρχίζουν να πέφτουν από τον Νοέμβρη πρώτα στα δέντρα που καρποφορούν,μετά σε εκείνα που δεν καρποφόρησαν και τελευταία στα αρσενικά.

Η βλάστηση αρχίζει να εκπτύσσεται από τα τέλη Μάρτη και η ανάπτυξή της συμπληρώνεται στα τέλη Απρίλη με τα μέσα Μάη. Οι οφθαλμοί διακρίνονται σε ξυλοφόρους και απλούς ανθοφόρους. Οι ξυλοφόροι βρίσκονται πλάγια ή επάκρια των βλαστών και οι απλοί οφθαλμοί πάντοτε πλάγια. Οι ανθοφόροι οφθαλμοί είναι διογκωμένοι, σφαιροκωνικοί, μεγαλύτεροι των ξυλοφόρων, ιδιαίτερα στα αρσενικά δέντρα, ενώ οι ανθοφόροι των αρσενικών τύπων είναι μεγαλύτεροι των ανθοφόρων της θηλυκιάς φιστικιάς. Η έκπυξη των ανθοφόρων οφθαλμών προηγείται των ξυλοφόρων και η άνθηση συνήθως επισυμβαίνει το πρώτο δεκαπενθήμερο του Απριλίου.

Ο καρπός είναι δρύπη, με σχήμα επίμηκες ωοειδές. Αποτελείται από το περικάρπιο, το ξυλοποιημένο ενδοκάρπιο και το σπέρμα. Οι καρποί με σπέρμα (λέγονται και γεμάτοι) κατά την ωρίμανση χάνουν το πρασινοκίτρινο χρώμα του φλοιού τους και ανάλογα με την ποικιλία αποκτούν χρώμα κρεμ ή κίτρινο με κόκκινη ή ροζ απόχρωση στο τμήμα που βλέπει ο ήλιος.[2]

Άνθηση

Με κριτήριο την εποχή της άνθησης τα αρσενικά δέντρα της φιστικιάς διακρίνονται σε τρείς τύπους Α, Β και Γ. Η άνθηση των αρσενικών δέντρων τύπου Α αρχίζει το τελευταίο πενθήμερο του Μάρτη, του τύπου Β κατά τα τέλη Μάρτη με αρχές Απρίλη και του τύπου Γ κατά το πρώτο δεκαήμερο του Απρίλη. Η διάρκεια της άνθησης των μεν αρσενικών τύπων κυμαίνεται από 10-20 μέρες, στα δε θηλυκά δέντρα 6-10 μέρες, ανάλογα των καιρικών συνθηκών και της ποικιλίας.

Μερικές όμως φορές η έναρξη και η διάρκεια της άνθησης, ιδιαίτερα στα θηλυκά δέντρα και τα αρσενικά των όψιμων τύπων, μπορεί να επιβραδυνθεί ή να επιμηκυνθεί όταν ο προηγούμενος χειμώνας ήταν ήπιος. Και αυτό γιατί έχουν ανάγκη των χαμηλών θερμοκρασιών του χειμώνα για να μπορέσουν να διακόψουν ομαλά το λήθαργο των οφθαλμών τους.[2]

Ανάπτυξη καρπού

Στη φιστικιά παρατηρούνται 3 περίοδοι ανάπτυξης. Στη φιστικιά αν και η όλη ανάπτυξη του ενδοκαρπίου επιτυγχάνεται κανονικά κατά το τέλος της περιόδου 1, ο νούκελλος όπως και η επιδερμίδα δεν αναπτύσσονται αρκετά, αν δεν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός μηνός της περιόδου 2. Στη φιστικιά η εμβρυακή ανάπτυξη καθυστερεί ακόμα περισσότερο και δε διακρίνεται μακροσκοπικά, αν δεν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα περίπου 6 εβδομάδων της περιόδου 2. Το έμβρυο μόλις φανεί, αναπτύσσεται ταυτόχρονα με την επιδερμίδα και ολοκληρώνει την ανάπτυξή του σε μια περίοδο περίπου 8-10 εβδομάδων. Η ξυλοποίηση του ενδοκαρπίου αρχίζει με την έναρξη της περιόδου 2 και συνεχίζεται για χρονικό διάστημα 6-8 εβδομάδων. Το σχίσιμο του ενδοκαρπίου για πρώτη φορά παρατηρείται κατά το τελευταίο δεκαήμερο του Ιουλίου και συνεχίζεται μέχρι το τέλος της φυσιολογικής ωρίμανσης των καρπών που είναι σταδιακή, περίπου τέλη Αυγούστου.[2]

Ξενία και μεταξενία

Η φιστικιά είναι ένα από τα λίγα εκείνα φυτά, όπου έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο της ξενίας και μεταξενίας. Το είδος της γύρης έχει αναφερθεί ότι πρωιμίζει ή οψιμίζει την ωρίμανση των καρπών, επηρεάζει το μήκος του καρπού, το σχίσιμο του ενδοκαρπίου, το μέγεθος και το βάρος του σπέρματος. Άρα η χρησιμοποίηση της γύρης από πηγή άλλη από εκείνη της φιστικιάς είναι γενικά ανεπιθύμητη.[1]

Σχίσιμο ενδοκαρπίου

Το σχίσιμο του ενδοκαρπίου της φιστικιάς επηρεάζουν οι κάτωθι παράγοντες:

  • Ο γονότυπος της καλλιεργούμενης ποικιλίας. Από τις καλλιεργούμενες στη χώρα μας ποικιλίες η Αιγίνης που είναι η κύρια ποικιλία, δίνει μεγαλύτερο ποσοστό ανοιχτών καρπών από την Νυχάτη, που απαντάει σε μικρό βαθμό διάσπαρτη σε φιστικεώνες.
  • Το είδος της γύρης. Η γύρη της ήμερης φιστικιάς (P.vera) δίνει μεγαλύτερο ποσοστό ανοιχτών καρπών από εκείνη των άλλων ειδών.
  • Η ανεπαρκής κάλυψη των αναγκών της φιστικιάς σε ψύχος, λόγω ήπιου χειμώνα, για τη διακοπή της ληθαργικής της περιόδου, αυξάνει το ποσοστό των κλειστών καρπών.
  • Η υψηλή θερμοκρασία και χαμηλή ατμοσφαιρική υγρασία κατά την περίοδο ανάπτυξης των φιστικιών αυξάνει το ποσοστό των ανοιχτών καρπών.
  • Το αυστηρό κλάδεμα των δέντρων, αυξάνει το ποσοστό των κλειστών καρπών.
  • Το είδος του υποκειμένου δεν επηρεάζει το άνοιγμα των φιστικιών.
  • Δεδομένα δείχνουν ότι η υπερβολική ή ανεπαρκής λίπανση, κυρίως αζώτου, καθώς και το υπερβολικό πότισμα αυξάνουν το ποσοστό των κλειστών καρπών.
  • Η υψηλή θερμοκρασία και χαμηλή ατμοσφαιρική υγρασία κατά την περίοδο ανάπτυξης των φιστικιών αυξάνει το ποσοστό των ανοιχτών καρπών.
  • Το αυστηρό κλάδεμα των δέντρων, αυξάνει το ποσοστό των κλειστών καρπών.
  • Το είδος του υποκειμένου δεν επηρεάζει το άνοιγμα των φιστικιών.
  • Δεδομένα δείχνουν ότι η υπερβολική ή ανεπαρκής λίπανση, κυρίως αζώτου, καθώς και το υπερβολικό πότισμα αυξάνουν το ποσοστό των κλειστών καρπών.[1]

Κούφιοι καρποί

Στην καλλιεργούμενη φιστικιά η παραγωγή κούφιων καρπών αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Το ποσοστό των καρπών αυτών ποικίλλει από ποικιλία σε ποικιλία, από χρόνο σε χρόνο και από υποκείμενο σε υποκείμενο. Η Kerman που θεωρείται από τις καλύτερες, δίνει υψηλό ποσοστό κούφιων καρπών, που ποικίλλει από 14,2 - 38,2%. Η ελληνική ποικιλία Αιγίνης συνήθως δίνει ποσοστό κούφιων καρπών που ποικίλλει από 5-10%. Το ποσοστό των κούφιων καρπών δε σχετίζεται με την παραγωγή του δένδρου, ούτε με τη θέση του ως πρός την κατεύθυνση απ' όπου φυσάει ο άνεμος και την απόστασή του από τα αρσενικά δένδρα. Ελέγχεται από το υποκείμενο-σπορόφυτο, γιατί μερικά δέντρα παράγουν σταθερά υψηλά ποσοστά κούφιων καρπών και άλλα σταθερά χαμηλά ποσοστά. Η επίδραση όμως αυτή του υποκειμένου, αν ελέγχεται από κάποιο θρεπτικό ή ορμονικό μηχανισμό, παραμένει άγνωστη. [1]

Τρόπος καρποφορίας

Η φιστικιά καρποφορεί πλάγια σε βλαστούς του προηγούμενου χρόνου από απλούς ανθοφόρους οφθαλμούς. Συνήθως παρενιαυτοφορεί. Η ύπαρξη ανθοφόρων οφθαλμών στους βλαστούς του προηγούμενου χρόνου, ως και ο αριθμός τους, εξαρτώνται από τη βλαστική κατάσταση του δέντρου. Σε πολύ μέτρια βλάστηση όλοι οι οφθαλμοί είναι ανθοφόροι, εκτός από τον επάκριο που είναι ξυλοφόρος. Τον επόμενο απ' τον σχηματισμό τους χρόνο, οι ανθοφόροι οφθαλμοί θα δώσουν καρπούς και οι ξυλοφόροι βλαστούς, των οποίων όμως οι ανθοφόροι οφθαλμοί θα πέσουν κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Η φιστικιά καρποφορεί μεταξύ ηλικίας 8-10 χρόνων και δίνει παραγωγή τουλάχιστον για 100 χρόνια.[1]

Κλιματικές συνθήκες

Η φιστικιά ανθίσταται σε μεγάλη ξηρασία του εδάφους και αέρα. Η υψηλή υγρασία επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξή της. Η φιστικιά ευδοκιμεί καλύτερα σε περιοχές που οι χειμώνες διέρχονται αρκετά ψυχροί, για την διακοπή του ληθάργου των οφθαλμών της και τα καλοκαίρια είναι μακρά, ζεστά (25-38 oC) και ξηρά, για την ωρίμανση των καρπών της. Σε κλίμα ζεστό και υγρό, που επηρεάζεται από τη θάλασσα (Αίγινα, παραλία Αττικής, Φθιώτιδος, Εύβοιας, Μαγνησίας κ.λ.π) ευδοκιμεί άριστα. Χαμηλές θερμοκρασίες κατά τη ληθαργική περίοδο των δένδρων μέχρι και -20oC δε ζημιώνουν τα φιστικόδενδρα. Ευδοκιμεί καλά μέχρι υψόμετρου 650 μέτρων, αλλά απαντώνται και σε υψόμετρα μέχρι και 1000 μέτρα. Οι ανοιξιάτικοι παγετοί στη χώρα μας δεν προκαλούν ζημιές στα δέντρα κατά την περίοδο της ανθοφορίας τους, γιατί ανθίζουν όψιμα. Οι συχνές όμως βροχοπτώσεις και οι τυχόν υγρές συνθήκες κατά τη περίοδο του καλοκαιριού, πριν ή κατά την περίοδο της συγκομιδής, μειώνουν την ποιότητα των καρπών. Ακόμα ο υγρός και ο ζεστός καιρός κατά τη περίοδο της βλάστησης των φιστικόδεντρων, ευνοεί την ανάπτυξη μυκητολογικών ασθενειών[2]

Εδαφικές συνθήκες

Η φιστικιά, αν και προσαρμόζεται σε ποικιλία εδαφών, προτιμά τα σχετικώς βαθιά, αμμοπηλώδη εδάφη, με υψηλή περιεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο. Δεν ευδοκιμεί σε υγρά βαριά εδάφη και γενικά σε αυτά που δεν αποστραγγίζονται εύκολα. Ανέχεται όμως τα ελαφρά όξινα, αλκαλικά ή αλατούχα εδάφη. Νόστιμα φιστίκια παράγονται σε εδάφη στραγγερά, ασβεστώδη και με μέση σύσταση. Κανονική είναι η οξύτητα του εδάφους για την καλλιέργεια φιστικιάς όταν η τιμή του ρH είναι γύρω στο 7 το πολύ 8. [1]

Παρενιαυτοφορία

Παρενιαυτοφορία καταρχάς είναι το φαινόμενο όπου τη μεγάλη παραγωγή μιας χρονιάς, διαδέχεται μικρή παραγωγή την αμέσως επόμενη. Παρουσιάζεται σε πολλά δέντρα όπως στην ελιά, μηλιά, αχλαδιά, το πεκάν, την πορτοκαλιά κ.ά. Η φιστικιά χαρακτηρίζεται από την παρενιαυτοφορία, αλλά ο εμπεριεχόμενος μηχανισμός είναι ασυνήθης. Κάθε χρόνο παράγει άφθονους ανθοφόρους οφθαλμούς, που πέφτουν όμως κατά το καλοκαίρι, όταν φέρει καρπούς. Συνήθως η οφθαλμόπτωση δεν είναι καθολική για ολόκληρο το δένδρο, αλλά μόνο για τους βλαστούς εκείνους που φέρουν καρπούς. 'Αρα η παρενιαυτοφορία στη φιστικιά είναι μάλλον αποτέλεσμα της πτώσης των ανανάπτυκτων ανθοφόρων οφθαλμών σε χρονιά μεγάλης παραγωγής παρά μη σχηματισμός οφθαλμών.[1]

Επικονίαση - Γονιμοποίηση

Η φιστικιά είναι καθαρά φυτό ανεμόφιλο, και η επικονίαση γίνεται μόνο από τη μεταφορά της γύρης από τον άνεμο. Αν κατά την περίοδο της άνθησης επικρατήσει άπνοια ή βροχερός καιρός, η φυσική επικονίαση δυσχεραίνεται και για αυτό συνιστάται η τεχνητή γονιμοποίηση. Τα έντομα μάλλον ζημιώνουν την επικονίαση παρά τη διευκολύνουν. Και αυτό, γιατί η φιστικιά παράγει άφθονη γύρη, που συλλέγεται εύκολα από τα έντομα και έτσι χάνονται σημαντικές ποσότητες αυτής. Η γονιμοποίηση του ωαρίου γίνεται περίπου 24 ώρες μετά την επικονίαση.

Όταν δεν εξασφαλίζεται η συνάνθηση των αρσενικών με τα θηλυκά δέντρα, τότε διενεργείται ψεκασμός με χειμερινό πολτό, που περιέχει δινιτροορθοκρεζόλη (2,5%) και σε δόσεις 5-20 % σε χειμερινό πολτό, ανάλογα με την επιδιωκόμενη πρωϊμότητα της άνθησης των δέντρων. Μπορεί να επιτευχθεί πρωίμηση στην άνθηση 5-18 ημέρες, ανάλογα με τη συγκέντρωση του διαλύματος, όταν ο ψεκασμός διενεργηθεί την εποχή εκείνη που τα δέντρα έχουν συμπληρώσει 1100 ώρες από τις ανάγκες τους σε ψύχος (κάτω των 10oC.

Η τεχνητή επικονίαση (περίγεμα) εφαρμόζεται, όταν δεν υπάρχουν επικονιαστές ή δεν εξασφαλίζεται συνάνθηση και όταν κατά την άνθηση επικρατεί άπνοια ή ο καιρός είναι βροχερός. Η γύρη της φιστικιάς συλλέγεται εύκολα. Συλλέγονται αρσενικές ταξιανθίες, μόλις αρχίσει η διάνοιξη των ανθήρων με το χέρι, έπειτα απλώνονται σε σκιερό ξηρό περιβάλλον πάνω σε κηρόχαρτο και από την επόμενη μέρα τινάσσονται για 2-3 μέρες. Η αναλογία στον φιστικεώνα αρσενικών πρός θηλυκά δέντρα πρέπει να είναι 1:7. Η θέση των αρσενικών δέντρων πρέπει να είναι τέτοια, που με ένα ελαφρό φύσημα του αέρα, να εξασφαλίζεται η διασπορά της γύρης σε ολόκληρο των φιστικεώνα.[1]

Υποκείμενα

Σαν υποκείμενα της φιστικιάς χρησιμοποιούνται σπορόφυτα διαφόρων ειδών του γένους Pistacia και τα ήδη δοκιμασθέντα αναγράφονται στον παρακάτω σύνδεσμο που ακολουθεί.

Υποκείμενα φιστικιάς[1]

Πολλαπλασιασμός

Ο πολλαπλασιασμός των υποκειμένων της φιστικιάς γίνεται με σπόρο. Έχει επίσης επιτευχθεί ο πολλαπλασιασμός της τσικουδιάς με την τεχνική in vitro. Οι καρποί της τσικουδιάς ωριμάζουν κατά τον Οκτώβρη. Το περικάρπιο των ώριμων με σπέρμα καρπών λαμβάνει εξωτερικά βαθυπράσινο-μολυβί χρώμα. Οι κούφιοι καρποί χωρίς σπέρμα καρποί παραμένουν κόκκινοι. Τα σπέρματα υποβάλλονται, πριν από τη σπορά ή στρωμάτωσή τους (υγρή ψύξη σε 4oC), σε ειδικούς χειρισμούς, που συνίστανται σε εμβάπτισή τους σε νερό 4-5 μέρες και μετά σε τρίψιμο για να απομακρυνθεί ο φλοιός τους. Το τρίψιμο των καρπών γίνεται πάνω σε πετρινή πλάκα. Η αποφλοίωσή τους είναι αναγκαία, γιατί το περικάρπιο περιέχει λαδί, που εμποτίζει το ενδοκάρπιο και το κάνει αδιάβραχο, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά το φύτρωμα των σπερμάτων. Το φύτρωμα των σπερμάτων μπορεί να επισπεφθεί, αν τα σπέρματα εμβαπτιστούν σε πυκνό θειϊκό οξύ για 1-2 ώρες και σε θερμοκρασία 24oC. Για σκαριφάρισμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και διάλυμα καυστικού νατρίου 1% για μερικές ώρες (12-24) για να σαπωνοποιηθούν τα λίπη και στη συνέχεια ξεπλυθούν με άφθονο νερό. Η σπορά του τσικοδόσπορου στο σπορείο γίνεται από το τέλος Φλεβάρη μέχρι τις αρχές Μαρτίου. Οι σπόροι βλαστάνουν σε διάστημα 4-5 εβδομάδων. Μερικοί φυτωριούχοι προτιμούν να σπέρνουν 2-3 σπόρους κατευθείαν σε πλαστικά σακκουλάκια, που φέρνουν τρύπες στα πλάγια, ή σε γλαστράκια από τύρφη, από τα οποία διατηρείται για εμβολιασμό το πιο ανεπτυγμένο. Τα σπορόφυτα της τσικουδιάς εμβολιάζονται, όταν αποκτήσουν διάμετρο 9-12mm, με ενοφθαλμισμό με όρθιο Τ και σε ύψος 40cm από την επιφάνεια του εδάφους. Ο εμβολιασμός μπορεί να γίνει από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο, αρκεί να υπάρχουν τα κατάλληλα εμβόλια και να αποκολλάται εύκολα ο φλοιός του υποκειμένου. Συνήθως διενεργείται από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο, γιατί η επιτυχία την περίοδο είναι μεγαλύτερη. Την άνοιξη, ικανοποιητικό ποσοστά επιτυχίας δίνουν μόνο οι εγκεντρισμοί με εμβόλια από βλαστό διατηρήμενο σε ψυγείο που εφαρμόζονται σε ενήλικα δέντρα.

Το ποσοστό επιτυχίας του εμβολιασμού επηρεάζεται σημαντικά από τη ρητίνη, που επιδρά ανασχετικά στο σχηματισμό του επουλωτικού ιστού. Ακόμα επηρεάζεται από την έλλειψη εδαφικής υγρασίας, τη πολύ χαμηλή σχετική ατμοσφαιρική υγρασία και την πολύ υψηλή θερμοκρασία του αέρα (πάνω από 30oC) κατά την περίοδο του εμβολιασμού. Το ποσοστό επιτυχίας των εμβολίων αυξάνεται κατά 10-15oC αν κατά την απόσταση του οφθαλμού αφαιρεθεί ο μίσχος του φύλλου. Συνήθως οι βλαστοί της φιστικιάς είναι ικανοποιητικά ώριμοι για ενοφθαλμισμό από τα μέσα Ιουλίου και μετά. Μπορεί όμως να επιτευχθεί με κατάλληλο χειρισμό προωρίμασή τους, για να μπορεί να χρησιμοποιηθούν νωρίτερα. Ο χειρισμός συνίσταται στην αφαίρεση των βασικών και μεσαίων φύλλων.[1]

Ποικιλίες

Στη χώρα μας μέχρι σήμερα καλλιεργείται σχεδόν απο κλειστικά μόνο μια θηλυκή ποικιλία, η Αιγίνης, ενώ ως επικονιαστές χρησιμοποιούνται τρεις αρσενικές ποικιλίες οι Α, Β, και Γ. Σε πολύ μικρή έκταση καλλιεργείται η Νυχάτη και σποραδικά απαντάται η Φουντουκάτη. Οι σημαντικότερες ποικιλίες που καλλιεργούνται στην Ελλάδα και στο εξωτερικό αναφέρονται στον παρακάτω σύνδεσμο που ακολουθεί.

Ποικιλίες φιστικιάς [1]

Ασθένειες

Στη φιστικιά δεν παρατηρούνται ιολογικές ή μη μεταδοτικές ή προκαρυωτικές ασθένειες. Κυρίως στη φιστικιά εμφανίζονται μυκητολογικές ασθένειες που αναλύονται στον παρακάτω σύνδεσμο:

Ασθένειες φιστικιάς[2], [3]

Εχθροί

Στη φιστικιά παρατηρούνται αρκετοί εχθροί οι οποίοι παρατηρούνται και κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας της φιστικιάς,όσο και στην αποθήκευση των καρπών αφού συγκομιστούν. Αναλύονται εκταταμένα στον παρακάτω σύνδεσμο που ακολουθεί:

Εχθροί φιστικιάς[4], [3], [5],[2],[6]

Πληροφοριακά στοιχεία

Ποικιλίες Φιστικιά
Ποικιλία φιστικιάς Ajamy
Ποικιλία φιστικιάς Bronte
Ποικιλία φιστικιάς Cerasola
Ποικιλία φιστικιάς Joley
Ποικιλία φιστικιάς Kerman
Ποικιλία φιστικιάς Mateur
Ποικιλία φιστικιάς Mumtaz
Ποικιλία φιστικιάς Napoletana
Ποικιλία φιστικιάς Pontikis
Ποικιλία φιστικιάς Red aleppo
... περισσότερα αποτελέσματα
Ασθένειες Φιστικιά
Ασθένεια φιστικιάς Βερτισιλλίωση
Ασθένεια φιστικιάς Βοτρύτης
Ασθένεια φιστικιάς Καμαροσπόριο
Ασθένεια φιστικιάς Νέκρωση βραχιόνων
Ασθένεια φιστικιάς Σεπτορίωση
Ασθένεια φιστικιάς Σηψιρριζίες
Ασθένεια φιστικιάς Σκωρίαση
Ασθένεια φιστικιάς Φυτοφθόρα
Ασθένειες φιστικιάς
Εχθροί Φιστικιά
Εχθροί φιστικιάς
Εχθρός φιστικιάς Έντομα αποθήκης
Εχθρός φιστικιάς Ευρύτομο
Εχθρός φιστικιάς Καπνώδης
Εχθρός φιστικιάς Κοκκοειδή
Εχθρός φιστικιάς Σινόξυλο
Εχθρός φιστικιάς Σκολύτης
Εχθρός φιστικιάς Σκώρος
Εχθρός φιστικιάς Τζιτζικάκι
Εχθρός φιστικιάς Τρωγόκαρπος
... περισσότερα αποτελέσματα
Υποκείμενα φυτά Φιστικιά
Υποκείμενα φιστικιάς
Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia Khinjuk
Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia atlantica
Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia chinensis
Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia integerrima
Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia lentiscus
Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia mutica
Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia palestina
Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia terebinthus
Υποκείμενο φιστικιάς Pistacia terebinthus cv.tsikoudia
... περισσότερα αποτελέσματα
Προϊόν
Φιστίκι

Ευδοκιμεί στις περιοχές

Περιοχή
Νομός Αττικής
Νομός Βοιωτίας
Νομός Κορινθίας
Νομός Ευβοίας
Νομός Φθιώτιδος
Νομός Χαλκιδικής
Νομός Ροδόπης
Νομός Κυκλάδων
Νομός Μαγνησίας
Νομός Λαρίσης
Νομός Ρεθύμνης
Νομός Ηρακλείου
Νομός Τρικάλων
Νομός Καρδίτσης
Νομός Λασιθίου
Νομός Πιερίας
Νομός Έβρου
Νομός Καβάλας
Νομός Σερρών
Νομός Θεσσαλονίκης
Νομός Ξάνθης
Νομός Αιτωλοακαρνανίας
Νομός Λευκάδος
Νομός Ζακύνθου
Νομός Κέρκυρας
Νομός Κεφαλληνίας
Νομός Δωδεκανήσου
Νομός Φωκίδος
Νομός Λέσβου
Νομός Σάμου
Νομός Μεσσηνίας
Νομός Λακωνίας

Σχετικές σελίδες

Βιβλιογραφία

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 Ειδική δενδροκομία Τόμος II "Ακρόδρυα-Πυρηνόκαρπα-Λοιπά καρποφόρα", Ποντίκη Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 Η καλλιέργεια της φιστικιάς στην περιοχή Μακρακώμης Ν.Φθιώτιδος, πτυχιακή μελέτη του Κατσογιάννη Χρήστου, Ηράκλειο 2012.
  3. 3,0 3,1 Μελέτη του προβλήματος των αφλατοξίνων σε κελυφωτά φιστίκια, μεταπτυχιακή μελέτη της Γεωργιάδου Μαρίας, Αθήνα 2009.
  4. Βιολογική καταπολέμηση εχθρών σε καλλιέργεια φιστικιάς και συκιάς του Αντωνόπουλου Δημήτριου,Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
  5. Coleoptera καρποφόρων δένδρων και αμπέλου, πτυχιακή μελέτη της Τσακιράκη Αργυρώς, Ηράκλειο 2010.
  6. "Έντομα καρποφόρων δέντρων και αμπέλου", των Τζανακάκη Μ.και Κατσόγιαννος Β., εκδόσεις Αγρότυπος α.ε, Αθήνα 1998.